Πολύτιμα αντικείμενα που ταξινομήθηκαν πρόσφατα από τους αρχαιολόγους και βρίσκονταν μέσα σε περίτεχνα διακοσμημένο ξύλινο κουτί με τα διακριτικά της 18ης Δυναστείας του Φαραώ Αμένωφι Β' αποκαλύπτουν νέες πληροφορίες για το πώς μπορεί να ήταν το αρχικό σχέδιο του κουτιού. Τα αντικείμενα βρίσκονταν στη φημισμένη γκαλερί με αντίκες "Charles Ede" στο Λονδίνο και εδώ και χρόνια είχαν κινήσει την περιέργεια του αιγυπτιολόγου Tom Hardwick, ο οποίος αναζητώντας περισσότερα στοιχεία ανακάλυψε τη σύνδεση τους με το κουτί που βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο της Σκοτίας. Ενημέρωσε σχετικά την αντικερί, οι υπεύθυνοι της οποίας με τη σειρά τους απευθύνθηκαν στο Μουσείο.
Χάρη στην οικονομική υποστήριξη του Οργανισμού Τέχνης και του Εθνικού Καταπιστεύματος του Μουσείου Σκοτίας, τελικά το δεύτερο απέκτησε τα αντικείμενα στην τιμή των 25.000 λιρών. Το κουτί και το περιεχόμενο του "συναντιούνται" ξανά μετά από αιώνες σε έκθεση του Μουσείου με τίτλο "Ο Τύμβος: Αρχαίες Αιγυπτιακές Ταφές", η οποία και θα λάβει χώρα από τις 31 Μαρτίου και θα διαρκέσει έως τον Σεπτέμβριο του 2017.
Από μια απλή ματιά στο περίτεχνο κουτί, αντιλαμβάνεται κανείς την αξία του: φτιαγμένο από λιβανέζικο ξύλο κέδρου γύρω στα 1427-1400 π.Χ., με τα πιο ακριβά υλικά της εποχής και με μαεστρία να διαπερνά την κάθε του λεπτομέρεια. Λωρίδες έβενου και πλάκες ελεφαντοστού δεμένες με χαλκό και φαγιάνς πλαισιώνουν τον διάκοσμο του κουτιού, ενώ διασώζονται και κάποια από τα χρυσά φινιρίσματα που κοσμούσαν τη φιγούρα του θεού Μπες, καθώς και σφραγίδες που ανέφεραν το όνομα του κατόχου του θρόνου, Αμένωφι Β'.
Ακόμη και με τμήματα του κουτιού για πάντα χαμένα μέσα στους αιώνες, πρόκειται για ένα εξαίρετο δείγμα αρχαίας αιγυπτιακής ξυλογλυπτικής, μια απευθείας άφιξη από την πιο πλούσια και πολυτελή περίοδο της 18ης Δυναστείας.
Κάτω από αυτές είναι χαραγμένα τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά για τη λέξη "χρυσός", σύμβολο βασιλείας και αιώνιας ζωής. Τα οδοντωτά πλαϊνά κάθε σφραγίδας φτιαγμένα από ξύλο φοίνικα συμβολίζουν το πέρασμα ενός χρόνου, αλλά και τη μακρά βασιλεία και ευημερία: κάθε συμβολισμός πάνω στο ξύλινο αυτό κουτί είναι μια επίκληση στις θεότητες της μακροημέρευσης, της προστασίας της υγείας του βασιλιά, της παραμονής του με ευνοϊκούς όρους στον θρόνο.
Το σπάνιο αυτό αντικείμενο βρισκόταν στη συλλογή του Εθνικού Μουσείου Σκοτίας για περισσότερα από 160 χρόνια, ωστόσο η προέλευση του παρέμενε ασαφής. Το κουτί εμφανίζεται για πρώτη φορά στα αρχεία του Μουσείου στα 1890, μετά και την προσπάθεια του αρχαιολόγου και διευθυντή του, Joseph Anderson να ταξινομήσει κάποια εκ των αντικειμένων που βρίσκονταν εκεί. Σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδας του 1895, το οποίο υπογράφει ο αιγυπτιολόγος Sir Flinders Petrie, ο Anderson βρήκε τα πολύτιμα αντικείμενα σε ένα κιβώτιο με αποκόμματα από σημειώσεις της συλλογής Rhind.
Ο Alexander Henry Rhind ήταν ένας από τους πλέον ακαταπόνητους αρχαιολόγους, με καταγωγή από τη Σκοτία, που συμμετείχε στις ανασκαφές της Αιγύπτου στα μέσα του 19ου αιώνα και μάλιστα υπήρξε πρωτοπόρος σε ό,τι αφορά την αρχαιολογική καταγραφή και ταξινόμηση. Γύρισε από την Αίγυπτο με χιλιάδες αρχαιότητες, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στο Μουσείο της Σκοτίας, μεταξύ αυτών δε και το πλήρες περιεχόμενο ενός τάφου από το 1290 π.Χ και φυσικά ο λόγος για τον τάφο, στον οποίο δίνει τόση σημασία η επικείμενη έκθεση.
Δυστυχώς, οι ικανότητες ταξινόμησης του Rhind δεν αρκούσαν για να καταχωρήσει και τα αντικείμενα που βρέθηκαν μέσα στο κουτί που είχε φέρει από την Αίγυπτο και μέχρι τη μέρα που πέθανε στα 1863 -νεότατος πριν ακόμη γίνει 30- καμία από τις σημειώσεις που είχε κρατήσει δεν μπορούσαν να απαντήσουν στις προσπάθειες του Anderson να ταξινομήσει ο ίδιος τα ευρήματα του.
O επιμελητής του Μουσείου και επίσης αιγυπτιολόγος Cyril Aldred είχε μελετήσει το κουτί τη δεκαετία του '40. Μάλιστα είχε σχεδιάσει μία λεπτομερή περιγραφή για το πώς πραγματικά πρέπει να ήταν το αντικείμενο και έφτασε στο σημείο να υποστηρίζει ότι ο Rhind -βάσει και των δεδομένων εκείνης της εποχής- είχε ανακαλύψει τον πλασματικό τάφο των εγγονών του Αμένωφι. Τι σημαίνει αυτό; Την εποχή εκείνη, οι ιερείς δεν έδιναν ακριβές στίγμα του τάφου ενός πρίγκιπα. Αλλού γινόταν η ταφή και αλλού ετοποθετούντο αναθήματα και άλλου είδους ταφικές προσφορές, προκειμένου να προστατευθούν οι τάφοι από τη σύληση τους. Αυτό κατά τον Aldred εξηγεί και γιατί το περιεχόμενο του κουτιού βρέθηκε κατά τμήματα.
Το κουτί αποκαταστάθηκε εκ νέου το 1950 και παρά το ότι οι συντηρητές τα κατάφεραν αρκετά καλά σε σχέση με την προσπάθεια που είχε γίνει τον 19ο αιώνα και πάλι έλειπαν κομμάτια. Η σημερινή εικόνα του αντικειμένου καλύπτει κάπως εκείνα τα κενά, τόσο τα γνωστικά όσο και τα απολύτως αντικειμενικά: την πίσω πλευρά του κουτιού και το περιεχόμενο του. Ακόμη και έτσι, όμως, με τμήματα του κουτιού για πάντα χαμένα μέσα στους αιώνες, πρόκειται για ένα εξαίρετο δείγμα αρχαίας αιγυπτιακής ξυλογλυπτικής, μια απευθείας άφιξη από την πιο πλούσια και πολυτελή περίοδο της 18ης Δυναστείας. Μετά το πέρας της έκθεσης, το κουτί και τα μικροαντικείμενα που περιέχει θα παραμείνουν στο Μουσείο, καθώς κατασκευάζεται νέα πτέρυγα για τις αιγυπτιακές αρχαιότητες, η οποία θα αποπερατωθεί μέχρι το 2019.
σχόλια