Ο Νικόλαος Κουμαρτζής άρχισε να ασχολείται με τα κάστρα της Ελλάδας όταν ήταν δεκαοκτώ χρονών. Στα 23 του έγραψε ένα βιβλίο γι' αυτά. Το «Κάστρα και Θρύλοι» που επανεκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις δαιδάλεος είναι ένας πολύ κατατοπιστικός οδηγός για όσους θέλουν να μάθουν τα πάντα για τα πιο γνωστά και θρυλικά κάστρα της χώρας.
Στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 600 κάστρα, όπως μας λέει. «Οι απόψεις διίστανται, αλλά, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, τα μεσαιωνικά φρούρια ξεπερνούν τα 600. Η κατάστασή τους ποικίλλει και είναι από άριστη έως χείριστη.
Τουλάχιστον, αυτή την καταμέτρηση μας δίνει ο Αλέξανδρος Παραδείσης, ένας από τους πλέον σημαντικούς καστροπεριηγητές των παλαιότερων γενεών. Αυτή η εκτίμηση μας αφήνει πίσω από μέρη όπως η Αγγλία, η Σκωτία, η Ισπανία και η Γερμανία, που έχουν πλούσια και εξαιρετικά προβεβλημένη μεσαιωνική ιστορία» αναφέρει.
Ο Νίκος, όταν ξεκινήσει να μιλάει για τα κάστρα, μπορεί να σου διηγείται απίστευτες ιστορίες, όλες εντυπωσιακές και τις περισσότερες φορές εντελώς άγνωστες, αν δεν κατάγεσαι από την περιοχή που αναφέρει και δεν το έχεις ψάξει περισσότερο.
Το βιβλίο μου «Κάστρα και θρύλοι στην Ελλάδα» πρωτοκυκλοφόρησε το 2007, όταν ήμουν 23 ετών. Έπρεπε όμως να έρθει το 2017 ώστε να τραβήξει το ενδιαφέρον του κόσμου και των ελληνικών ΜΜΕ. Στο εξωτερικό, οι ταξιδιώτες με ενδιαφέρον για τη μεσαιωνική ιστορία είναι σαφέστατα ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού.
«Κάθε κάστρο, δίχως καμία απολύτως εξαίρεση, κρύβει μέσα του μια ιστορία που αξίζει πραγματικά να ανακαλύψουμε. Και σε αυτό το σημείο ειλικρινά δεν υπερβάλλω. Υπάρχουν πολύ περίεργες ιστορίες γύρω από τα κάστρα. Ο Λευκός Πύργος π.χ. στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ονομαζόταν Ερυθρός Πύργος ή αλλιώς Πύργος του Αίματος, μια και στο εσωτερικό βρήκε τον θάνατο το ισχυρότερο ανατολικό τάγμα (κατ' αντιστοιχία προς τα ιπποτικά τάγματα της Δύσης), το τάγμα των Γενίτσαρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
»Ονομάστηκε έτσι επειδή από τους εξωτερικούς τοίχους του έσταζε το αίμα. Επίσης, το Κάστρο του Πλαταμώνα το υπερασπίστηκαν Νεοζηλανδοί στρατιώτες στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ το Κάστρο της Σκιάθου συνδέεται με τον πιο διαβόητο πειρατή της ανθρώπινης ιστορίας, τον Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσα. Τα φρούρια της Κέρκυρας θεωρούνταν τα πλέον απόρθητα της Ευρώπης, με αποτέλεσμα οι Άγγλοι, για να επιτρέψουν να ενωθεί η Ιόνιος Πολιτεία με την Ελλάδα, να απαιτήσουν την κατεδάφισή τους.
»Δεν υπάρχει καστέλι στην Ελλάδα που να μην έχει να διηγηθεί μια εκπληκτική ιστορία ή έναν μοναδικό θρύλο. Οι θρύλοι και οι μύθοι είναι αρκετά πιο δύσκολοι στην ανακάλυψή τους, μια και δεν βρίσκονται πάντοτε στις σελίδες ενός βιβλίου. Χρειάζεται να μιλήσεις με τους ντόπιους, να τους κάνεις να σε συμπαθήσουν για να σου ανοιχτούν».
Συχνά, και μέσα στο βιβλίο αλλά και όταν μιλάει, αναφέρεται στα κάστρα ως καστέλια. Ο όρος «καστέλι» προέρχεται από το λατινικό «castle». «Είναι δάνειο που παίρνουμε από τα λατινικά – δεν ξέρω αν το συγκεκριμένο είναι αντιδάνειο, αλλά από κει βγαίνει». Τα κάστρα ήταν αυτά που του άνοιξαν τις πόρτες για ένα άλλο του όνειρο, το γράψιμο και τη δημοσιογραφία. Φέτος, ολοκληρώνει τις διδακτορικές του σπουδές στο τμήμα Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ.
«Πάντα με μάγευαν τα κάστρα, ακόμα και όταν δεν καταλάβαινα τι είναι Ιστορία και τι παρελθόν. Άρχισα όμως να αφιερώνω συνειδητά χρόνο σε αυτά το 2002. Από μικρή ηλικία η συγγραφή υπήρξε ένα μέσο έκφρασης για εμένα και μια διέξοδος. Όταν ήμουν φοιτητής, ήθελα να ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία. Σ' εκείνη την ηλικία, όμως, ούτε εμπειρίες είχα, ούτε πλούσιες σπουδές να επιδείξω, ούτε ο τρόπος γραφής μου είχε εξελιχθεί αρκετά ώστε να ξεχωρίζει.
»Είχα όμως πολύ χρόνο για να ταξιδεύω, σωματικές αντοχές για επιτόπια αναζήτηση καθώς και όρεξη να ανακαλύπτω τον κόσμο με φρέσκια ματιά. Πήγα σε διάφορα περιοδικά και τους πρότεινα να κάνω ταξιδιωτικά άρθρα. Επομένως, άρχισα να ταξιδεύω για να γράφω. Η εστίασή μου στα μεσαιωνικά φρούρια ήρθε με έναν τρόπο φυσικό, σαν να ήταν κάτι το δεδομένο εξαρχής. Έγραφα 5 χρόνια γι' αυτά και μόλις μαζεύτηκε ένας μεγάλος όγκος πληροφοριών, αποφάσισα να βγάλω το βιβλίο.
»Στην επανέκδοση έχω περισσότερο φωτογραφικό υλικό, αλλά προσπάθησα να κρατήσω την αυθεντική μορφή του. Για εμένα τα καστέλια της χώρας μας δεν είναι οι αριθμοί ούτε η στεγνή πληροφορία που μας προσφέρουν τα βιβλία Ιστορίας. Η ουσία τους δεν είναι η ημερομηνία που χτίστηκε ο τάδε πύργος ή το δείνα οχυρωματικό έργο. Πιστεύω ότι τα ελληνικά καστέλια έχουν ψυχή.
»Είναι οι τρομερές πολιορκίες τους, όταν θρήνος, αγωνία, λαχτάρα κι ελπίδα πολιορκημένων και πολιορκητών μπλέκονται μεταξύ τους. Έτσι γεννιούνται οι θρύλοι μέσα από τις έντονες στιγμές που αισθάνεται ο άνθρωπος. Τα καστέλια μας, λοιπόν, λόγω του ότι ο ελλαδικός χώρος αποτελούσε κομβικό σημείο στη μεσαιωνική σκακιέρα Δύσης και Ανατολής, έχουν πραγματικά να διηγηθούν εκατοντάδες ιστορίες, ικανές να εμπνεύσουν».
— Τι κάνει, όμως, κάποιος που ασχολείται με αυτό το χόμπι;
Θα έλεγα ότι είναι περισσότερο τρόπος ζωής παρά ένα ευκαιριακό χόμπι που κάποιος θα ακολουθήσει κάποια στιγμή στη ζωή του. Απευθύνεται, με λίγα λόγια, σε ταξιδευτές, όχι σε τουρίστες. Σε ανθρώπους δηλαδή που επιθυμούν να βλέπουν με διαφορετική ματιά τα πάντα γύρω τους και θέλουν να αφιερώνουν ουσιαστικό χρόνο σε έναν τόπο. Δεν είναι μια fast food εμπειρία, οπότε, αν δεν έχεις χρόνο και την κατάλληλη διάθεση, δεν ασχολείσαι! Για να ξεκινήσεις, πρέπει να σου αρέσει το διάβασμα. Πρέπει να δεις τι έχει να σου προσφέρει η μεσαιωνική ιστορία του τόπου μας, ώστε να επιλέξεις ένα καστέλι που θα σε εξιτάρει από άποψη Ιστορίας, θρύλων, τοποθεσίας, τοπίου κ.λπ.
— Είναι κάτι διαδεδομένο γενικά;
Οι εναλλακτικές μορφές ταξιδιού, οι πιο προσωπικές και όχι ως μέρος ενός «πακέτου», είναι κάτι που διαρκώς εξαπλώνεται στην Ελλάδα. Εκεί που πριν από 12 χρόνια ανέβαινα σε ένα καστέλι και ήμουν σχεδόν πάντα μόνος μου ή το πολύ με τον συνταξιδιώτη μου, πλέον συναντάς και άλλους καστροπεριηγητές. Το mailbox μου λαμβάνει πιο συχνά μηνύματα για ανταλλαγή πληροφοριών ή συμβουλές, οπότε, ναι, σίγουρα εξελίσσεται το ενδιαφέρον του κόσμου προς αυτή την κατεύθυνση.
Πάρε για παράδειγμα το βιβλίο μου «Κάστρα και θρύλοι στην Ελλάδα». Πρωτοκυκλοφόρησε το 2007, όταν ήμουν 23 ετών. Έπρεπε όμως να έρθει το 2017 ώστε να τραβήξει το ενδιαφέρον του κόσμου και των ελληνικών ΜΜΕ. Στο εξωτερικό, οι ταξιδιώτες με ενδιαφέρον για τη μεσαιωνική ιστορία είναι σαφέστατα ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού. Όταν επισκέπτεσαι ένα κάστρο στη Σκωτία ή στην Ισπανία, σαφώς και δεν είσαι ποτέ μόνος σου. Επιπλέον, διοργανώνονται αμέτρητα μεσαιωνικά φεστιβάλ ανά την υφήλιο, με τα πιο επιτυχημένα να αριθμούν εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Θεωρώ ότι είναι λίγο κρίμα που η Ελλάδα των εκατοντάδων καστελιών και φρουρίων δεν έχει αναδείξει τη μεσαιωνική της ιστορία και το πλούσιο ιπποτικό παρελθόν της.
— Έρευνες έχουν γίνει γι' αυτά στο παρελθόν;
Έχει πραγματοποιηθεί πλήθος ιστορικών μελετών για μεμονωμένα κάστρα, τα πιο γνωστά κυρίως, οι οποίες έγιναν είτε με ιδιωτική είτε με κρατική-ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Εκτός από τον Παραδείση, έχουν ασχοληθεί και οι παλαιότεροι Γιάννης Π. Γκίκας και Στρατής Μολινός, αλλά και σύγχρονοι, όπως ο εξαίρετος συγγραφέας και φίλος Μιλτιάδης Τσαπόγας που έχει γράψει το βιβλίο του «Πέτρα & Ξίφος».
— Το αγαπημένο σου κάστρο ποιο είναι;
Είναι πολλά τα αγαπημένα μου κάστρα, το καθένα για διαφορετικό λόγο. Ο Μονόλιθος στη Ρόδο για το μοναδικό του μεγαλείο και την αίσθηση μηδαμινότητας που σε διακατέχει όταν βρεθείς στην κορυφή του, το καστέλι της Καβάλας, γιατί ακόμα και σήμερα τιμάται ένας Οθωμανός Πασάς σε μια ελληνική πόλη (Μεχμέτ Αλί), η Λίνδος γιατί αποτελεί ένα αιρετικό φρούριο των Ιωαννιτών Ιπποτών, το ίδιο το κάστρο της Ρόδου γιατί είναι άριστα συντηρημένο και πραγματικά σε μεταφέρει με έναν τρόπο μαγικό στον Μεσαίωνα (ειδικά αν το επισκεφτείς κατά τη διάρκεια του Μεσαιωνικού Φεστιβάλ της Ρόδου). Ο κατάλογος είναι μακρύς.
— Στην Αθήνα υπάρχει κάποιο κάστρο;
Θα κάνω μια εναλλακτική πρόταση. Δίπλα στην πλατεία Αμερικής, στην οδό Θήρας, υπάρχει ένας νεογοτθικός πύργος, κτισμένος το 1914. Πρόκειται για ένα πολύ ιδιαίτερο κτίριο που ανήκει στην ευρύτερη έννοια του «κάστρου», ιδιοκτησίας της περιώνυμης αρχοντικής οικογένειας Τυπάλδου από την Κεφαλλονιά. Επομένως, δίχως να βγει κάποιος από την πόλη, μπορεί να πάρει μια πρώτη εντυπωσιακή γεύση από οικόσημα και πολεμίστρες. Αν και στην πραγματικότητα αποτελούσε εξοχική βίλα και όχι οχυρωματικό έργο, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να βιώσει κανείς κάτι από τον ρομαντισμό και την επιβλητικότητα που θα συναντήσει στα υπόλοιπα αυθεντικά καστέλια που υπάρχουν διάσπαρτα ανά την Ελλάδα. Αν βγούμε, όμως, από την περίοδο του Μεσαίωνα, ακόμα και η Ακρόπολη είναι ένα κάστρο.
Δείτε 10 από τα πιο γνωστά κάστρα της Ελλάδας