Η διευθύντρια της Γενναδείου Βιβλιοθήκης κ. Μαρία Γεωργοπούλου μας μιλάει για το ωραιότερο βιβλίο βοτανικής που κυκλοφόρησε ποτέ: το Flora Graeca:
Στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη ετοιμάζουμε μια έκθεση για τη Flora Graeca, ένα δεκάτομο έργο το οποίο τυπώθηκε στην Αγγλία από το 1806 μέχρι το 1840 και αποτελείται από ζωγραφικές αναπαραστάσεις και επιστημονική ταξινόμηση χιλίων φυτών σχεδόν της ελληνικής χλωρίδας. Ποιο είναι, όμως, το ενδιαφέρον αυτού του βιβλίου;
Αυτό το βιβλίο βασίζεται στα ταξίδια του Τζον Σίμπθορπ, (1758-1796), ενός Άγγλου καθηγητή Βοτανικής στην Οξφόρδη, και μάλιστα από την ηλικία των 24 ετών. Βρισκόμαστε στον 18ο αιώνα, την εποχή του Διαφωτισμού, την περίοδο που οι επιστήμες έχουν πάρει μια διαφορετική βάση και τροπή και η Ελλάδα, που είναι ένα κομμάτι της Ευρώπης που δεν είναι ευρέως γνωστό στους επιστήμονες, αρχίζει να γίνεται πόλος έλξης. Οι πρώτοι περιηγητές-αρχαιοδίφες έρχονται στην πατρίδα μας τον 17ο αιώνα – όπως είναι αναμενόμενο, το πρώτο που τους ελκύει είναι τα αρχαία μνημεία. Στα τέλη του 18ου αιώνα όμως, λόγω της προόδου των επιστημών και της ανάπτυξης της Αρχαιολογίας, φθάνουν στην Ελλάδα επιστήμονες και καλλιτέχνες για να μετρήσουν, να καταγράψουν και να ταξινομήσουν. Για παράδειγμα, οι Άγγλοι Τζέιμς Στιούαρτ και Νίκολας Ρεβέτ μελέτησαν λεπτομερώς αρχαία μνημεία στην Ελλάδα από το 1751 έως το 1754, που τα δημοσίευσαν στο μεγαλειώδες έργο τους Οι αρχαιότητες των Αθηνών.
Αυτοί οι δέκα τόμοι, της Flora Graeca, είναι τεράστιοι, το εγχείρημα ήταν πάρα πολύ ακριβό και πάρα πολύ χρονοβόρο – όλες οι γκραβούρες είναι επιχρωματισμένες στο χέρι. Η ποιότητα των σχεδίων του Μπάουερ είναι καταπληκτική, το έργο είναι απλώς υπέροχο.
Η Βοτανική, από την άλλη, είναι μια επιστήμη που κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα αναπτύσσεται ραγδαία. Μέσα στο πλαίσιο των εξερευνήσεων του Νέου Κόσμου η επιστημονική καταγραφή του άγνωστου βοτανικού υλικού θεωρείται πολύ σημαντική, ειδικά για τα φυτά που έχουν χρήσεις ιατρικές. Η Μεσόγειος είναι πιο γνωστή, η Ελλάδα όμως είναι ένας χώρος λιγότερο οικείος, οπότε τραβά κι εκείνη το ενδιαφέρον. Ο Σίμπθορπ, αποφασίζει ότι ο χώρος όπου θα βάλει τη δική του σφραγίδα είναι ο χώρος της Ελλάδας, ο χώρος της ελληνικής χλωρίδας. Θέλησε να ολοκληρώσει την ταξινόμηση όλων των ανεξερεύνητων φυτών της ελληνικής γης και γι' αυτόν το σκοπό έκανε δύο ταξίδια στην Ελλάδα (το 1784-1787 και το 1794).
Ο πρώτος σταθμός του ταξιδιού του είναι η Βιέννη, όπου φτάνει το 1784 για να μελετήσει ένα βυζαντινό εικονογραφημένο χειρόγραφο που φιλοτεχνήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 512 μ.Χ.: είναι η πραγματεία του γιατρού Διοσκουρίδη, το Περί Ύλης Ιατρικής (γραμμένη το 60 μ.Χ.), που ασχολείται με τα φυτά και τις ιατρικές τους ιδιότητες. Ο Σίμπθορπ,παίρνει μαζί του στην Ελλάδα ένα αντίγραφο αυτού του χειρογράφου (που τώρα φυλάσσεται στην Οξφόρδη, όπου υπάρχουν όλα τα κατάλοιπά του), το οποίο περιέχει τις εικόνες όλων των φυτών με την επιστημονική, λατινική ονομασία τους. Στη Βιέννη, επίσης, προσλαμβάνει και έναν καταπληκτικό Αυστριακό ζωγράφο Βοτανικής, τον Φέρντιναντ Μπάουερ, που τον ακολουθεί στην Ελλάδα.
Ο Σίμπθορπ, ο Μπάουερ και ο γεωλόγος-γεωγράφος Τζον Χόκινς έκαναν ένα πάρα πολύ μακρινό ταξίδι σε όλη την Ελλάδα, φτάνοντας μέχρι τη Μικρά Ασία και τη Μαύρη Θάλασσα (1784-87). Ο Μπάουερ σχεδίαζε, ο Σίμπθορπ μάζευε δείγματα φυτών και κάποια στιγμή με όλα αυτά γύρισαν πίσω στην Αγγλία. Ο ζωγράφος άρχισε να ζωγραφίζει 966 καταπληκτικές αναπαραστάσεις βοτανικών φυτών, αλλά φαίνεται ότι ο Σίμπθορπ και ο Μπάουερ δεν τα πήγαιναν πάρα πολύ καλά –ο Σίμπθορπ τον θεωρούσε κατώτερο, ενώ τα αγγλικά του Μπάουερ δεν έγιναν ποτέ τέλεια– και η συνεργασία τους τελείωσε εκεί. Ο καθηγητής ξαναήλθε στην Ελλάδα για δεύτερη φορά με τον Χόκινς (1794) και συνέχισε την καταγραφή των ειδών, αλλά αρρώστησε, έπαθε πυρετό, γύρισε πίσω στην Αγγλία και τελικά πέθανε από φυματίωση πάρα πολύ νέος (1796). Είχε μεγάλη περιουσία την οποία άφησε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ως κληροδότημα για να δημοσιευτεί αυτό το υλικό. Κάτι ακόμα που είναι ενδιαφέρον είναι ότι ο Σίμπθορπ μάζευε πάρα πολύ υλικό, αλλά δεν ήταν τόσο τυπικός στις καταγραφές του. Είχε πολύ καλή μνήμη και υποθέτουμε ότι υπολόγιζε ότι όλα αυτά θα τα ταξινομούσε μετά την επιστροφή του. Από τη στιγμή που πέθανε τόσο νωρίς, άφησε ένα υλικό που δεν ήταν σωστά καταγεγραμμένο και φαίνεται ότι, παρόλο που υπήρχαν οι σημειώσεις του, ήταν πολύ δύσκολο να γίνουν οι ταυτίσεις του υλικού.
Ο καρπός των δύο αυτών ταξιδιών εκδόθηκε με τον τίτλο Πρόδρομος, ένα απόλυτα επιστημονικό βιβλίο, χωρίς καθόλου εικόνες, που περιέχει την καταγραφή 2.500 φυτών που ο Σίμπθορπ, μελέτησε στην Ελλάδα. Αντίστοιχα βιβλία για την ελληνική χλωρίδα είχαν γράψει μελετητές όπως ο Γάλλος Ζοζέφ Πιτόν Τουρνεφόρ (1717), που ταξίδεψε στην Ελλάδα με διαταγή του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου 14ου. Παράλληλα με την έκδοση του Προδρόμου, ξεκίνησε και η δημοσίευση του υλικού με ένα πολύ μεγαλεπίβολο σχέδιο, για να δημιουργηθεί ένας πραγματικός θησαυρός δέκα τόμων για την ελληνική χλωρίδα. Αυτοί οι δέκα τόμοι είναι τεράστιοι, το εγχείρημα ήταν πάρα πολύ ακριβό και πάρα πολύ χρονοβόρο – όλες οι γκραβούρες είναι επιχρωματισμένες στο χέρι. Η ποιότητα των σχεδίων του Μπάουερ είναι καταπληκτική, το έργο είναι απλώς υπέροχο. Την έκδοση επιμελήθηκε ο Τζέιμς Έντουαρντ Σμιθ, ο οποίος εξέδωσε έξι τόμους της Flora Graeca Sibthorpiana μεταξύ 1806 και 1828. Ο έβδομος τόμος δημοσιεύτηκε το 1830, μετά τον θάνατο του Σμιθ, και οι τρεις τελευταίοι εκδόθηκαν από τον Τζον Λίντλεϊ μεταξύ 1833 και 1840. Το δεκάτομο αυτό έργο βγήκε σε 25 αντίτυπα. Η τιμή πώλησης ήταν 254 αγγλικές λίρες για κάθε σειρά, ενώ το συνολικό κόστος για να τυπωθεί το έργο ήταν 30.000 λίρες. Όλα αυτά σε μια εποχή που ένας μέσος ετήσιος μισθός ήταν 39 λίρες! Ουσιαστικά, η έκδοση βασίστηκε απόλυτα στο κληροδότημα του Σίμπθορπ. Αργότερα, αφού τα χρήματα είχαν αρχίσει να τελειώνουν, ο Σμιθ, που ήταν εκτελεστής της διαθήκης, πούλησε τις πλάκες των χαρακτικών σε έναν άλλο εκδοτικό οίκο και βγήκε μια δεύτερη σειρά από σαράντα αντίτυπα. Η δεύτερη έκδοση παρήγαγε άλλα 40, πέντε χρόνια αργότερα.
Ο Ιωάννης Γεννάδιος είχε αγοράσει στο Λονδίνο τη Flora Graeca – δεν ξέρουμε αν είχε αγοράσει την πρώτη έκδοση ή την επανέκδοση. Την εποχή που έχασε τη θέση του ως διπλωμάτης λόγω της πτώχευσης της Ελλάδας (1893), αναγκάστηκε να πουλήσει κάποια από τα βιβλία του – ανάμεσα σε αυτά ήταν η Flora Graeca, την οποία δεν κατάφερε να αγοράσει ξανά. Τη δεκαετία του '60, ο διευθυντής της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, Φρανκ Γουόλτον, κατάφερε, μέσω μιας γενναιόδωρης δωρεάς ενός από τους φίλους της Βιβλιοθήκης, να αγοράσει τους δέκα τόμους της Flora Graeca στην Αμερική. Άλλη μια σειρά του έργου υπάρχει στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ενώ τέσσερις τουλάχιστον σειρές παραμένουν σε βιβλιοθήκες στην Οξφόρδη.
Η σπάνια και γεμάτη κρυμμένους θησαυρούς ελληνική χλωρίδα, που αντικατοπτρίζει τον πλούτο και την ποικιλότητα του φυσικού κόσμου της Μεσογείου, θα είναι, λοιπόν, το θέμα της έκθεσης γύρω από τον καταπληκτικό αισθητικό πλούτο της Flora Graeca.
Ο Σίμπθορπ, σε αυτό το βιβλίο, ακολουθεί την ταξινόμηση του σχεδόν σύγχρονού του Καρόλου Λινναίου (1707-1778). Ο Λινναίος ήταν ένας Σουηδός επιστήμων ο οποίος ουσιαστικά δημιούργησε ένα σύστημα ταξινόμησης που βασίζεται στο γένος των φυτών. Η μεγαλύτερη καινοτομία του συστήματος ταξινόμησης που χρησιμοποίησε είναι η διπλή ονομασία των φυτών – κάθε φυτό ανήκει σε ένα γένος και μετά προσθέτει και το είδος, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο ευρύτερες ομάδες φυτών. Ο Σίμπθορπ, γνωρίζοντας την ταξινόμηση του Λινναίου, επιλέγει να τη χρησιμοποιήσει ερχόμενος στην Ελλάδα. Όταν φτάνει στον Παρνασσό, ακούει τα ονόματα που χρησιμοποιούν οι βοσκοί για τα φυτά και μια και γνωρίζει ελληνικά, τα καταλαβαίνει! Είναι τα ίδια ονόματα που χρησιμοποιούσαν στην Αρχαία Ελλάδα, γεγονός που του προκαλεί τεράστια έκπληξη. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ο βουκολικός βοτανολόγος με εξέπληξε με την ονοματολογία που χρησιμοποιούσε – διέκρινα ονόματα φυτών του Διοσκουρίδη και του Θεόφραστου, παρά τη δυσκολία που είχα με την προφορά. Έχει περάσει, όμως, πάρα πολύ χρόνος από την εποχή που έζησαν αυτοί οι φιλόσοφοι, είναι προφανές ότι τα ονόματα των φυτών διατηρήθηκαν στον προφορικό λόγο. Ίσως διασώθηκαν με την αγροτική χρήση, όπως έγινε, για παράδειγμα, με τη φασκομηλιά στη Βοιωτία. Ο βουκολικός βοτανολόγος, το παιδί του κτηνοτρόφου, χάρηκε πάρα πολύ όταν του έδωσα λίγα χρήματα ως ανταμοιβή, αλλά η δική μου χαρά ήταν πολύ μεγαλύτερη, μια και βρήκα μια πηγή αρχαίας επιστήμης στην εξοχή». Στον Πρόδρομο, λοιπόν, εκτός από τη λατινική ονομασία των φυτών, ο Σίμπθορπ παραθέτει και την ελληνική.
Ενδιαφέρον για τα φυτά υπήρξε και σε τοπικό επίπεδο και εμείς έχουμε την ευτυχία να διαθέτουμε ένα εκπληκτικό λεύκωμα που φιλοτεχνήθηκε το 1810 περίπου στην Κέρκυρα – υπάρχουν κι άλλα παρόμοια για τα Ιόνια νησιά. Πρόκειται για έναν κώδικα ζωγραφισμένο στο χέρι για τα φυτά της Κέρκυρας, έργο ενός Άγγλου ονόματι Scola για τον λόρδο του Γκίλφορντ, που είχε σχέση με την επιστημονική κατάρτιση της Κέρκυρας υπό αγγλική κυριαρχία. Το βιβλιαράκι αυτό, όπως και η Flora Graeca, δείχνει πώς ένα μικρούλι φυτό παίρνει μεγάλη αξία και αίγλη όταν τοποθετηθεί στο μέσο της σελίδας και ζωγραφιστεί σε μεγάλη κλίμακα. Άλλωστε, μετά τον Σίμπθορπ, ο οποίος δημιούργησε βοτανικό κήπο στην Οξφόρδη, πολλά από τα μεσογειακά φυτά «μεταναστεύουν» και αρχίζουν να καλλιεργούνται στην Αγγλία. Κάποια από αυτά εξακολουθούμε να τα συναντάμε εκεί μέχρι σήμερα, ως αποτέλεσμα των πρώτων βοτανικών κήπων που εκείνοι δημιούργησαν.
σχόλια