Κοινωνικά δίκτυα (ή μέσα): Τεχνολογίες με μεσολάβηση υπολογιστών που διευκολύνουν τη δημιουργία και την ανταλλαγή πληροφοριών, ιδεών, ενδιαφερόντων σταδιοδρομίας και άλλων μορφών έκφρασης μέσω εικονικών κοινοτήτων», ξεκινά το εγκυκλοπαιδικό λήμμα για τη μέχρι στιγμής μεγαλύτερη τεχνολογική –και βασικά επικοινωνιακή– επανάσταση του 21ου αιώνα: Facebook, Twitter, Instagram, WhatsΑpp, Pinterest, LinkedΙn, Snapchat, Tumblr και Blendr, Grindr συγκαταλέγονται στα πιο γνωστά (ορισμένοι προσθέτουν στον κατάλογο τα YouΤube και Skype, που λειτουργούν σε παρόμοιο μοτίβο), με τα τρία πρώτα να έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή, το πλέον διαδραστικό και αλληλεπιδραστικό «ίχνος» στο πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι.
Όλα έχουν βρει θέση στο τσίρκο των κοινωνικών δικτύων, αυτό το τεράστιο εν εξελίξει κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό πείραμα: ενημέρωση, εργασία, πολιτική, ακτιβισμός, διαφήμιση, εμπόριο, σεξ, η ίδια η προσωπική ζωή ως καθημερινό δημόσιο θέαμα.
Ελάχιστοι μοιάζουν να νοιάζονται για την κατάργηση της ιδιωτικότητας που επέφεραν, ουσιαστικά κοινή συναινέσει – για τον περισσότερο κόσμο η ανάγκη έκφρασης, επικοινωνίας, προβολής, αυτοεπιβεβαίωσης, όπως το βλέπει κανείς, αποδεικνύεται ζωτική ανάγκη, μπροστά στην οποία ωχριούν οι οργουελικοί εφιάλτες.
Αν το μέσο είναι το μήνυμα, το μήνυμα είναι σαφές κι ας έχουν «καεί» τόσοι και τόσες (διαπομπεύσεις, διενέξεις, χωρισμοί –οικογενειακοί, φιλικοί, ερωτικοί– αλλά και απολύσεις, συλλήψεις, φυλακίσεις, αυτοκτονίες, χοντρά πράγματα δηλαδή) εξαιτίας μιας λάθος ανάρτησης, ενός λάθος σχολίου, μιας λάθος φωτογραφίας ή βίντεο από το λάθος μέρος.
Η κοινωνική, η επαγγελματική, η ερωτική ακόμα ζωή των περισσότερων ανθρώπων που εμπλέκονται στα social media –ειδικά όσων ενηλικιώθηκαν με αυτά– είναι τόσο άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξή τους, ώστε αν αύριο, ως διά μαγείας, βάζανε λουκέτο, θα εκτυλίσσονταν σκηνές αποκαλυπτικές. Αν ο Καρτέσιος ζούσε σήμερα, θα είχε σίγουρα παραλλάξει το διάσημο ρητό του σε «Ποστάρω, άρα υπάρχω!».
Όμως... όμως τελευταία κάτι φαίνεται να μην πηγαίνει και τόσο καλά στο κραταιό βασίλειο της Σοσιαλμεντίας με τους πάνω από 2 δισ. εγγεγραμμένους υπηκόους σήμερα διεθνώς.
Κόπωση, βάλτωμα, overdose πληροφόρησης που συχνά αποδεικνύεται παραπληροφόρηση, ψευδαίσθηση ελευθερίας, αίσθηση ότι βλέπεις καθημερινά το ίδιο βαρετό και προβλέψιμο, ακόμα και στις εξάρσεις του, έργο. Υπερτροφικά εγώ λιμασμένα για πόζες και likes, ακόλουθοι-πρόβατα, τρολ ολούθε, δημαγωγία, ακατάσχετη πολυλογία κι ένας διαρκής ψυχαναγκασμός να υπενθυμίζεις την παρουσία σου.
Δημοσιοσχετίστικες νοοτροπίες, διαφημίσεις που πολλαπλασιάζονται ενοχλητικά, άπειρος χαμένος χρόνος στο online «χάζεμα», ειδικά αν τον υπολογίσεις προσθετικά, περίκλειστες κλίκες και σέχτες που δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους.
Καθημερινές επαναστάσεις του καναπέ, τοξικότητα, άμβλυνση κριτηρίων, μαζικός εθισμός σε μια εικονική, μην ξεχνιόμαστε, πραγματικότητα, λογοκρισία και αυτολογοκρισία, θηριώδης αλαζονεία, υστερία, χυδαιότητα, κυβερνομπούλινγκ, θυμός και μίσος – πολύ μίσος. Αρκετοί χαρακτηρίζουν τα κοινωνικά δίκτυα σύγχρονο Φόρουμ και σε κάποιο βαθμό, ναι, είναι.
Όμως, στην Αρχαία Αγορά, εκτός από τη ρητορική ή/και δημαγωγική δεινότητα, μέτραγε και η φυσική παρουσία, αναλάμβανες δηλαδή αυτοπροσώπως την ευθύνη των λόγων και των πράξεών σου, δεν κρυβόσουν πίσω από κάποιο άβαταρ που μπορεί να μην έχει καν το πραγματικό σου όνομα.
Η κοινωνική, η επαγγελματική, η ερωτική ακόμα ζωή των περισσότερων ανθρώπων που εμπλέκονται στα social media –ειδικά όσων ενηλικιώθηκαν με αυτά– είναι τόσο άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξή τους, ώστε αν αύριο, ως διά μαγείας, βάζανε λουκέτο, θα εκτυλίσσονταν σκηνές αποκαλυπτικές.
Φυσικά, δεν είναι μόνο ελληνικό το φαινόμενο, απλώς σε κουλτούρες αυθόρμητες, επιπόλαιες, εξωστρεφείς και θορυβώδεις σαν τη δική μας είναι ευκρινέστερο.
Όχι, δεν παραγνωρίζω τη «φωτεινή» πλευρά αυτής της ιστορίας. Δεν «ηθικολογώ» (η κακιά τεχνολογία που αποξενώνει, αλλοτριώνει κ.λπ., λες και το κάνει από μοναχή της), ούτε νομίζω ότι έχει έρθει κάτι σαν το τέλος των κοινωνικών δικτύων, το οποίο κιόλας διάφορες Κασσάνδρες «προφητεύουν» μάταια, ήδη απ' όταν πρωτοεμφανίστηκαν.
Προσωπικά –και μάλλον δεν είμαι μόνος σε αυτό– τη μια τα βρίζω, τα βαριέμαι, τα σιχαίνομαι, την άλλη ξαναμπαίνω φουριόζος στο «matrix», μολονότι με τον καιρό τείνω όλο και περισσότερο στο πρώτο: πλέον παρατηρώ τον ενθουσιασμό κάποιων νεοφώτιστων (ειδικά όσων φιλοδοξούν να γίνουν τα επόμενα επώνυμα social media freaks) με τη γλυκόπικρη κατανόηση του σχετικά αποστασιοποιημένου «βετεράνου»: παραφράζοντας τους Floyd, «All in all it's just another brick in the social media wall».
Ωστόσο, το ότι τα κοινωνικά δίκτυα και η κουλτούρα τους βρίσκονται σήμερα σε σημείο καμπής είναι, θαρρώ, φανερό ακόμα και σε νέους, «άψητους» χρήστες, ίσως επειδή δεν έχουν καν την αίσθηση των παλιότερων ότι ανακαλύπτουν μια καινούργια ήπειρο: O «Νέος Κόσμος» μοιάζει ήδη γερασμένος πρόωρα και η επόμενη των social media ημέρα φαντάζει μακρινή – ή μήπως όχι;
Ψευδείς ειδήσεις/hoaxes
Αν και η διασπορά ψευδών ειδήσεων για ίδιο ή αλλότριο όφελος είναι πρακτική αρχαιότατη, στα κοινωνικά δίκτυα έχει περίπου θεσμοποιηθεί. Οι ψευδολογίες, οι «μούφες», η παραπληροφόρηση γενικά οργιάζει.
Έμπειροι χρήστες, ακόμα και σοβαροί δημοσιογράφοι, εξαπατώνται και ώσπου να ανακαλύψουν το λάθος η φάλτσα είδηση έχει ήδη κάνει τον γύρο του Διαδικτύου, με πολλούς από τους παραλήπτες της να μην ενημερώνονται ποτέ για τη διάψευσή της ή να μην την αποδέχονται επ' ουδενί: από τους αεροψεκασμούς που «αλλοιώνουν» συνειδήσεις, τα «φονικά» εμβόλια, τα μαγικά ματζούνια διά πάσαν νόσον και τα τάχα άρρωστα ή ορφανά παιδάκια που ζητάνε τη βοήθειά σου (δηλαδή τα likes σου ή και κάποιο ποσό που πιθανό να σπεύσεις συγκινημένος να καταβάλεις σε κάποιον τραπεζικό λογαριασμό-αρκούδα) μέχρι το σχέδιο μαζικών εκτρώσεων λευκών αρσενικών μωρών από χάρντκορ Αμερικανίδες φεμινίστριες, το εκκλησάκι που τάχα πυρπόλησαν πρόσφυγες (μουσουλμάνοι, εννοείται) στη Λέσβο για να ζεσταθούν (υπάρχει, επίσης, η παραλλαγή ότι καίνε γενικά εκκλησάκια, έτσι, για την καύλα τους), τον δήθεν αστυνομικό-θύμα τρομοκρατών που «σβήνει αθόρυβα» σε κάποιο αθηναϊκό νοσοκομείο εδώ και τουλάχιστον 5-6 χρόνια, συν βέβαια η ψηφιακή ανακύκλωση όλων των παλιότερων και σύγχρονων θεωριών συνωμοσίας, οι Εβραιομασόνοι πλανητάρχες, η Κούφια Γη, οι εξωγήινοι κατάσκοποι, τα νέα ρωσικά φουτουριστικά υπερόπλα κ.λπ.
Επιπλέον, με τους καταιγιστικούς ρυθμούς πληροφόρησης σε πρώτο χρόνο που τα social media έχουν επιβάλει, όντας πια στην πρωτοπορία της ενημέρωσης, συχνά δεν «περισσεύει» χρόνος για την απαραίτητη διασταύρωση.
Το fb υποχρεώθηκε πρόσφατα να εισαγάγει ειδικά εργαλεία για τον περιορισμό των λεγόμενων fake news, ενθαρρύνοντας τους χρήστες να καταγγέλλουν ψευδείς δημοσιεύσεις, και άρχισε συνεργασία με ανεξάρτητους οργανισμούς ή ομάδες που διερευνούν την ορθότητα των διαμοιραζόμενων ειδήσεων.
Μια τέτοια ομάδα είναι και τα Ellinika Hoaxes, οι διαχειριστές των οποίων θεωρούν πιο απαράδεκτα αλλά και πιο επικίνδυνα ψεύδη όσα αφορούν θέματα υγείας.
«Κλίκες», «σέχτες» και λοιπές ομαδοποιήσεις
Δεξιοί vs. αριστεροί, ελευθεριακοί vs. (νεο)φιλελεύθεροι, antifa vs. φασιστοειδή, θεούσοι vs. άθεοι, χορτοφάγοι vs. παμφάγοι, συνωμοσιολόγοι κ.λπ. αλαφροΐσκιωτοι vs. ορθολογιστές, καπνιστές vs. αντικαπνιστές (και γενικά χρήστες ουσιών vs. υγιεινιστές), φεμινίστριες/-ές vs. φαλλοκράτες, lgbtq+ κοινότητα και σύμμαχοι vs. ομοφοβικοί, αλληλέγγυοι προσφύγων/μεταναστών vs. ξενοφοβικοί/ισλαμοφοβικοί, ελευθερόφρονες vs. πουριτανοί, εθνικιστές/πατριδοκάπηλοι vs. διεθνιστές/κοσμοπολίτες, Παναθηναϊκοί vs. Ολυμπιακοί (στα καθ' ημάς) και συμπληρώνεις κατά βούληση άλλες πολιτικές, αθλητικές, καλλιτεχνικές, τηλεοπτικές (τηλεπαιχνίδια, ριάλιτι), έμφυλες κ.λπ. αντιπαλότητες.
Η κλιματική αλλαγή, τα διάφορα cults, τα μουσικά γούστα, η χρήση ουσιών, η κακοποίηση ζώων και διεθνείς διενέξεις όπως το Μεσανατολικό και η Ουκρανία πυροδοτούν επίσης ανελέητους «εμφυλίους» μεταξύ χρηστών.
Αν και στις προθέσεις των δημιουργών των κοινωνικών δικτύων ήταν η δυνατότητα επαφής, επικοινωνίας και διαλόγου του χρήστη με ανθρώπους και πέρα από το στενό περιβάλλον του, η τάση για «στεγανά» και αυστηρές ομαδοποιήσεις γίνεται ολοένα εντονότερη.
Ίσως γιατί γίναμε πια πολλοί και δεν «χωράμε» βέβαια όλοι παντού, ίσως επειδή η φυσική τάση του ανθρώπου είναι να συναγελάζεται τους ομοίους του – δεν γίνεται να είσαι «φίλος» με τον πάσα έναν, πόσο μάλλον με φασίστες, εθνικιστές κ.λπ. φανατικούς και «πυροβολημένους» κάθε λογής.
Από το σημείο αυτό όμως μέχρι τα αυστηρά «οπαδικά» προφίλ και ιστοσελίδες όπου απαγορεύεται διά ροπάλου οποιαδήποτε διαφωνία (ειδικά από «δικό μας», που πλέον εξοστρακίζεται ως προδότης), τους πολέμους αναφορών, τις δημόσιες διαπομπεύσεις, την «αστυνόμευση» αναρτήσεων, likes και σχολίων, τις εξυβρίσεις, τις απειλές κ.λπ., ε, υπάρχει μια πολιτισμική διαφορά που ακυρώνει την ίδια την υπόσταση των social media.
«Je Suis», «I Stand With»
Κόψτε κάτι, πήξαμε. Αφότου γίνανε μόδα τα εθνικά σημαιάκια και σύμβολα στις φωτό προφίλ, κάθε που συμβαίνει κάτι –δυσάρεστο, κατά κανόνα– κάπου στον κόσμο, τα timelines πλημμυρίζουν δηλώσεις συμπαράστασης, διανθισμένες με τα εκάστοτε λάβαρα.
Επιλεκτικά, εννοείται: σκίζουμε τα ψηφιακά μας καλσόν –και ορθά– για ένα σοβαρό δυστύχημα, ένα τρομοκρατικό χτύπημα ή μια θεομηνία στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στη Βρετανία π.χ., αλλά σφυράμε αδιάφορα όταν αυτά αφορούν κάποια ξεχασμένη κι από τον Θεό τριτοκοσμική χώρα.
Ακόμα όμως κι αν το κάνουμε, όλη μας η αλληλέγγυα φούρια συνήθως σταματά εκεί. Ποστάροντας τη συμπαράστασή μας και μαζί ένα οργισμένο emoticon, θεωρούμε ότι αγωνιστήκαμε επαρκώς.
Εθιζόμαστε έτσι στα «λουτρά συνείδησης», στην προορθολογική ιδέα της συμπαθητικής μαγείας όπου, «μιμούμενοι» ή επικαλούμενοι κάτι, θεωρούμε ότι συμβαίνει κιόλας.
Φιλίες-έρωτες
Αληθεύει, βέβαια, ότι στα κοινωνικά δίκτυα γνωρίζεις κόσμο με πρωτοφανή στην ιστορία συχνότητα – μέχρι φίλους, εραστές ή/και συγγενείς χαμένους ανακαλύπτεις.
Όμως η απουσία φυσικής εγγύτητας και αμεσότητας οδηγεί συχνά σε ομηρικές παρεξηγήσεις, ακόμα και με γνωστά σου πρόσωπα.
Βαθιές φιλίες και μεγάλοι έρωτες έχουν εξευτελιστεί δημόσια και διαλυθεί κάπου ανάμεσα σε unfriend, unfollow και block για ένα «φάουλ» σχόλιο, ανάρτηση, βίντεο ή φωτό.
Στην Ελλάδα τη «μόδα» των τρολ έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ, που, έχοντας αρχικά απέναντι όλα τα συστημικά ΜΜΕ, χρησιμοποίησε ασμένως το Διαδίκτυο και τα social media για να προπαγανδίσει τις θέσεις του, να αμυνθεί αλλά και να χτυπήσει «κάτω από τη ζώνη» πολιτικούς αντιπάλους, εξωκομματικούς ή εσωκομματικούς, με τρόπους συχνά απεχθείς.
Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο
Ακόμα κι ένας μετριοπαθής χρήστης με όχι ευρύ κύκλο υπολογίζεται ότι σπαταλά μέχρι και ένα 2ωρο την ημέρα μόνο για να ανταποκρίνεται σε μηνύματα και ειδοποιήσεις.
Δηλαδή 140 ώρες την εβδομάδα, 560 τον μήνα, 7.280 τον χρόνο – το λιγότερο. Πόσες φορές δεν είπες κάποιο απόγευμα «ας μπω να ρίξω μια ματιά» και, προτού το καταλάβεις, νυχτώθηκες; Σίγουρα δεν πάνε όλες αυτές οι ώρες χαμένες, σαφώς «κερδίζεις» σε πληροφορία, ενημέρωση, επικοινωνία, διάδραση κ.λπ.
Μέχρι και γκόμενα/-ο μπορεί να βγάλεις ή να αποκτήσεις το τάδε αγαθό μισοτιμής. Αναρωτήθηκες, όμως, ποτέ σε πόσα βιβλία, πόσες εργασίες, φυσικές δραστηριότητες, εξόδους, πόσες «ζωντανές» συζητήσεις, πόσα «ζωντανά» φλερτ, σε πόσες, πολλές φορές προτιμότερης από την ακατάσχετη πολυλογία και πολυασχολία, ώρες σιωπής και πνευματικής ηρεμίας αντιστοιχούν; Δεν τολμώ να υπολογίσω. Και να πεις ότι μετράμε και ένσημα...
Μπούλινγκ, «λαϊκά δικαστήρια», ρητορική μίσους
Διαφωνούμε με κάποιον ιδεολογικά, τον έχουμε άχτι, τον σιχαινόμαστε; Οργανώνουμε μαζικές αναφορές κι «επιθέσεις», τον διαπομπεύουμε, τον εκβιάζουμε, προκαλούμε κοινούς φίλους/ακόλουθους να πάρουν θέση. Ειδικά σε νεότερες ηλικίες τέτοιες συμπεριφορές έχουν οδηγήσει μέχρι και σε βιαιοπραγίες ή/και αυτοκτονίες.
Επίσης, η ρητορική μίσους έχει βρει στα social media πεδίο αλητείας λαμπρό, παρά τις προσπάθειες των διαχειριστών να την περιορίσουν.
Η γερμανική Βουλή ψήφισε πρόσφατα νόμο για την επιβολή προστίμων έως 50 εκατ. ευρώ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αν δεν κατεβάζουν εντός 24ώρου το αργότερο τέτοιες καταχωρίσεις, παρά τις –συχνά παραπλανητικές– ενστάσεις για ενδεχόμενο περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης.
Λογοκρισία/αυτολογοκρισία
Δεν είναι μόνο η σεμνότυφη και ιδεολογικά προκατειλημμένη, ενίοτε, λογοκρισία που εφαρμόζεται κατά περίπτωση στις αναρτήσεις μεμονωμένων χρηστών ή ομάδων, συνήθως μετά από απανωτές αναφορές «καλοθελητών».
Όπως συμβαίνει και στη ζωή, οι μεγαλύτεροι λογοκριτές μας είμαστε καταρχάς εμείς οι ίδιοι, προκειμένου να είμαστε αρεστοί από την οικογένεια, το αφεντικό και τον συνεργάτη μέχρι τους ανθρώπους του «κύκλου» μας, που είναι, συχνά, οι αυστηρότεροι (λογο)κριτές μας.
Πόσες φορές δεν «μαγκώθηκες» στα μισά μιας δημοσίευσης ή δεν την κατέβασες πάραυτα, αναλογιζόμενος τις τυχόν συνέπειες; Scripta manent έπειτα, οτιδήποτε ποστάρεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον σου, να σημάνει έκθεση, απομόνωση, απόλυση, μέχρι μπλέξιμο με τον νόμο.
Αμοραλισμός/θεαματοποίηση του θανάτου
Είναι πια ανησυχητική η συχνότητα με την οποία χρήστες που τυχαίνουν παρόντες σε τρομοκρατικές επιθέσεις, δολοφονικές ενέργειες, ακραία καιρικά φαινόμενα, σοβαρά ατυχήματα κ.λπ., αντί να σπεύσουν να βοηθήσουν, να προτιμούν ατάραχοι να φωτογραφίζουν ή να βιντεοσκοπούν το σκηνικό και τα θύματα για την «πρωτιά», τη φήμη και τα likes μιας ανάρτησης!
Σε προσωπικό επίπεδο, πάλι, υπάρχουν χρήστες που δημοσιοποιούν/θεαματοποιούν από τα υπαρξιακά μέχρι το προσωπικό τους πένθος, με το κοινό τους στον ρόλο του ψυχαναλυτή ή του συναισθηματικού απάγκιου.
Τα R.I.P. και τα ψηφιακά «μνημόσυνα» που ακολουθούν τον θάνατο κάποιου επώνυμου είναι, ωστόσο, μια ενστικτώδης συλλογική απόδοση τιμής που, και από μιμητισμό να γίνεται, δεν μπορείς να την κατακρίνεις. Ποιος πεθαίνει, άλλωστε;
Τα περισσότερα προφίλ φίλων και γνωστών που έχουν αποδημήσει είναι πάντα «εκεί», στο σοσιαλμιντιακό κυβερνοδιάστημα κι εκείνοι «ωσεί παρόντες» όσο θα υπάρχει Διαδίκτυο.
Διάσπαση προσοχής, αδυναμία συγκέντρωσης, άγχος
Είτε «μπαίνεις» κυρίως από pc, tablet είτε smartphone, όπως κάνουν σήμερα επτά στους δέκα χρήστες, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: άνθρωποι «αυτοκόλλητοι» σε μια οθόνη, αδιάφορο αν βρίσκονται στο ωραιότερο σημείο του πλανήτη, που φυσικά αξίζει μόνο εφόσον ποσταριστεί.
Ακόμα κι αν κάνεις μια σκληρή, απαιτητική εργασία, αλλά είσαι online, είναι σχεδόν αδύνατο να αντέξεις τον πειρασμό να κρυφοσερφάρεις σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο αντί άλλου διαλείμματος.
Υπάρχει, βέβαια, η άποψη ότι η ταυτόχρονη ανταπόκριση σε πολλά διαφορετικά ερεθίσματα εξασκεί τον εγκέφαλο. Μπορεί. Το σίγουρο είναι ότι ούτε την κατανόηση ούτε την εμβάθυνσή τους ευνοεί.
Έπειτα, όσο περισσότερο κοινωνικοποιείσαι στα social media, τόσο πιο αντικοινωνικός καταλήγεις σε πραγματικό χρόνο.
Ξεχνάς να δουλεύεις ακόμα και τη γλώσσα του σώματος, ενώ το οφειλόμενο στις σοσιαλμιντιακές εντάσεις στρες καταλήγει σχεδόν παθολογικό, ειδικά για ανθρώπους πιο ευαίσθητους, εφόσον απουσιάζει κιόλας η εγγύτητα που ενδεχομένως θα το εκτόνωνε.
Ακτιβισμός και «επαναστάσεις του καναπέ»
Είναι αξιοπερίεργο πόσος κόσμος με καθ' όλα νορμάλ ζωές και δουλειές φέρεται έτοιμος για την πιο ριζοσπαστική, την πιο αιματηρή εξέγερση που μπορείς να φανταστείς.
Αρκεί, βέβαια, να μη χρειαστεί να ξεκολλήσουν από την πολυθρόνα του pc ή την οθόνη του smartphone τους... Ναι, τα social media παίξανε σημαντικό ρόλο σε μια σειρά ξεσηκωμούς και πολεμικές συρράξεις στον αιώνα μας, από την Αραβική Άνοιξη, το κίνημα Occupy και τους Αγανακτισμένους μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία, τον εμφύλιο της Συρίας και τον «οιονεί» της Βενεζουέλας.
Ήταν βασικό προπαγανδιστικό μέσο της καμπάνιας του Brexit, ενώ στη χρήση τους «εκπαιδεύτηκε» πια και η ακροδεξιά. Γίνανε ψηφιακό σωσίβιο για πολλούς μετανάστες και πρόσφυγες, διέσωσαν μαρτυρίες και εντόπισαν επιζώντες σε τρομοκρατικά χτυπήματα ή καταστροφές, όπως η πυρκαγιά του Grenfell Tower πρόσφατα στο Λονδίνο.
Παρ' ότι θαυμάσιο εργαλείο για τη διακήρυξη, προβολή και μαζική διάδοση μιας κινητοποίησης, αποδεικνύεται πως ένα πλήθος απαίδευτο, ιδεολογικά ομιχλώδες και ανοργάνωτο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τα «παραδοσιακά» κοινωνικά κινήματα σε καλλιέργεια συνειδήσεων, πυγμή ή διάρκεια, ενώ η άμεση εκτόνωση που απλόχερα προσφέρουν (τύπου «τα 'χωσα και ξαλάφρωσα») λειτουργεί μάλλον ανασταλτικά.
Περσόνες των κοινωνικών δικτύων
Χάρη σε αυτά, όλοι μπορούμε να γίνουμε διάσημοι για πολύ παραπάνω από τα 15' που προέβλεπε ο Άντι Γουόρχολ, αναφερόμενος στην τηλεόραση. Άλλωστε, τα social media έχουν πλημμυρίσει selfies, ακόμα και από εκεί όπου κι ένας βασιλιάς είθισται να πηγαίνει μόνος.
Κάποιοι φυσικά ξεχωρίζουν είτε για την κρίση, την καλλιέργεια, το λέγειν, είτε για τη μισαλλοδοξία, την προκλητικότητα, την αθυροστομία κ.λπ. (απ' όλα έχει ο μπαξές), είτε επειδή απλώς τυχαίνουν ήδη διάσημοι – και, ως γνωστόν, μια διασημότητα έχει εξασφαλισμένα σωρό τα likes (στην ανάγκη, τα αγοράζει κιόλας), ακόμα κι όταν ποστάρει τη γελοιωδέστερη κοινοτοπία.
Όπως και στην πραγματική κοινωνία, έτσι κι εδώ πάντα υπάρχει κόσμος που ζει για να ακολουθεί, συχνά με θρησκευτική προσήλωση. Αλλά η μαζική λατρεία καλλιεργεί ναρκισσισμούς, φανφαρονισμούς και υπερφίαλα, «φαραωνικά» εγώ, με την επιτακτική ανάγκη να βρίσκεσαι διαρκώς στην επικαιρότητα χειροκροτούμενος να καταλήγει σημαντικότερη από το τι έχεις –αν έχεις– να πεις.
Καριέρες/διαφήμιση/δημόσιες σχέσεις
Ολοένα περισσότερα πρόσωπα ή/και εταιρείες χτίζουν και διαφημίζουν επαγγελματικές καριέρες, δημιουργώντας αντίστοιχα προφίλ. Και πολύ καλά θα έκαναν αν δεν σου έστελναν –οι wannabe– μηνύματα inbox, εκλιπαρώντας για ένα like ή share, κι ας ήσασταν εντελώς άγνωστοι πριν.
Το λες και θράσος, αλλά στους ίδιους φαίνεται απόλυτα φυσικό. Παράλληλα, πολλαπλασιάζονται διαρκώς οι φανερές ή συγκαλυμμένες διαφημίσεις που πλημμυρίζουν το timeline σου, προσπαθώντας να σου αποσπάσουν ποικιλοτρόπως την προσοχή – ειδικοί αλγόριθμοι επιστρατεύονται ώστε να σου προωθούν προϊόντα και υπηρεσίες σχετικές με τα γούστα σου, με εύθυμα ενίοτε αποτελέσματα, όπως π.χ. η δική μου «συλλογή» πρωκτολόγων (γκέι είναι, σου λέει, σίγουρα τον ενδιαφέρει!). Ένα άλλο σπαστικό φαινόμενο είναι τα απανωτά δημοσιοσχετίστικα likes, σχόλια και φιλοφρονήσεις που συνήθως παύουν εντελώς άμα δεν ευοδωθεί ο επαγγελματικός σκοπός για τον οποίο έγιναν.
Σύμφωνα, πάντως, με έρευνα της Zenith, το 2020 η παγκόσμια διαφημιστική δαπάνη στα social media θα φτάσει τα 50 δισ. δολάρια, ξεπερνώντας αυτήν του παραδοσιακού Τύπου.
Εξουσία μου, αμαρτία μου
Η πρόσφατη –μία ακόμα– πολυσυζητημένη ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ στο Τwitter όπου... ξυλοκοπεί το CNN ήταν ένα ακόμα δείγμα τού πόσο έχουν αγκαλιάσει οι απανταχού εξουσίες τα κοινωνικά δίκτυα, χρησιμοποιώντας τα ως «απόλυτο όπλο» προβολής, επιβολής και προπαγάνδας.
Ακόμα και το Instagram, ένα «αθώο» μέχρι πρότινος δίκτυο ανταλλαγής κυρίως φωτογραφιών, μπαίνει, διαβάζω, με αξιώσεις στον πολιτικό στίβο. Ομπάμα, Χίλαρι, Μακρόν, Πούτιν, Ερντογάν, ο Τραμπ βεβαίως, καθώς επίσης η Αλ Κάιντα, ο ISIS, ο αμερικανικός και ο ισραηλινός στρατός συγκαταλέγονται στους φανατικότερους χρήστες τους.
Ο Τσίπρας, πάλι, ήταν ο πρώτος υποψήφιος Έλληνας πρωθυπουργός που «επένδυσε» τόσο συστηματικά σε αυτά, κι αυτό, τουλάχιστον, του βγήκε, αντίθετα με τον πρώτο διδάξαντα ΓΑΠ.
Αστυνόμευση
Δεν είναι μόνο οι παραβάσεις του κοινού ποινικού δικαίου που αναλαμβάνει η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Σε Αμερική και Ευρώπη, κυβερνήσεις και υπηρεσίες ασφαλείας πιέζουν τους παρόχους να «ρουφιανεύουν» χρήστες με υπαρκτό ή σχηματικό πρόσχημα την τρομοκρατία αλλά και να λογοκρίνουν εξτρεμιστικού περιεχομένου αναρτήσεις. Τα περιθώρια αυθαιρεσίας δεν είναι μικρά, ειδικά αν ο χρήστης έχει «ενοχλητικό» πολιτικό background.
Κίνα και Β. Κορέα, πάλι, διαθέτουν τα δικά τους, απόλυτα ελεγχόμενα κοινωνικά δίκτυα.
Troll me, baby
Χρήστες (συνήθως με πλαστά προφίλ) με επιτηδευμένα προκλητικές, σκόπιμα στρεψόδικες ή επί τούτο αλλοπρόσαλλες θέσεις κι απόψεις που λειτουργούν σαν «πράκτορες του χάους» στις σοσιαλμιντιακές κοινότητες.
Άλλοτε για την πλάκα τους, οπότε συχνά είναι απολαυστικά, παρ' ότι σε χώρες σαν την Ελλάδα μπορεί να επισύρουν και την μήνιν του νόμου (υπόθεση «γέροντα Παστίστιου»), άλλοτε πάλι όντας «στρατευμένοι», με το αζημίωτο, στη διαφήμιση ή στη δυσφήμηση ενός προσώπου (συνήθως πολιτικού), μιας πολιτικής, θρησκευτικής κ.λπ. Αρχής, μιας κυβέρνησης, ενός κόμματος ή άλλης συλλογικότητας.
Στην Ελλάδα τη «μόδα» έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ, που, έχοντας αρχικά απέναντι όλα τα συστημικά ΜΜΕ, χρησιμοποίησε ασμένως το Διαδίκτυο και τα social media για να προπαγανδίσει τις θέσεις του, να αμυνθεί αλλά και να χτυπήσει «κάτω από τη ζώνη» πολιτικούς αντιπάλους, εξωκομματικούς ή εσωκομματικούς, με τρόπους συχνά απεχθείς.
Το κακό, βέβαια, έχει γενικευτεί πια στην πολιτική μας ζωή, όμως το φαινόμενο είναι διεθνές: παρόμοιες «γκρίνιες» διάβαζα στις πρόσφατες αμερικανικές, βρετανικές και γαλλικές εκλογές, ενώ τα «τρολ του Διαδικτύου» απασχολούν ακόμα και τα πακιστανικά ΜΜΕ.
Χιούμορ/εμμονές
Αν κάτι «σώζει» τα social media, είναι ό,τι σώζει και στην πραγματική ζωή εμάς τους χρήστες από τα χειρότερα: η σάτιρα, το χιούμορ, από εκλεπτυσμένο μέχρι ισοπεδωτικό, είναι πανταχού παρόν.
Καμία απαράδεκτη, γελοία ή έστω «αμφίσημη» δήλωση πολιτικού, καλλιτέχνη, αθλητή, τηλεστάρ ή άλλου επώνυμου δεν αφήνεται να πέσει κάτω.
Το διασκεδαστικότερο είναι όταν «γλεντάνε» ανελέητα τον «δράστη» στο ίδιο του το προφίλ! Εκείνο που καταλήγει εκνευριστικό είναι να εκτίθεσαι επαναληπτικά στις ίδιες εφήμερες «εμμονές», από τις ψευδοϊστορικές συγκρίσεις «τάδε με Πασόκ/τάδε με Σύριζα» και την πρόσφατα χιλιοποσταρισμένη ατάκα «θα σέβεστε!...» ως τα ancient memes (που τα περισσότερα, να σου πω, τα βρίσκω κακόγουστα, αλλά αυτό προσφέρει αφορμή για άλλο ένα σοσιαλμιντιακό ξεμάλλιασμα).