Το σημαντικότερο θέμα των ημερών αναμφισβήτητα ήταν η παρουσίαση του σχεδίου «Στρατηγικής Ανάπτυξης», καθώς αφορά την οικονομία της χώρας και τις προοπτικές της για τα επόμενα χρόνια. Πλην όμως... άνθρακες ο θησαυρός που τόσο περιμέναμε και τόσο διαφήμιζε η κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές, θα έπρεπε να έχει (όπως και κάθε κόμμα που διεκδικεί την εξουσία) ένα σχέδιο ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας. Πολύ περισσότερο, όταν η οικονομία της χώρας είναι στην κατάσταση που είναι.
Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τέτοιο σχέδιο. Μετά από μία περίοδο δικαιολογιών και αφού συνθηκολόγησε πλήρως με την τρόικα, που θα έδιωχνε, μίλησε για αυταπάτες και παραδέχθηκε ότι δεν είχε κανένα σχέδιο. Θα έφτιαχνε όμως. Τρία χρόνια το περιμέναμε λοιπόν αυτό το σχέδιο, που ετοίμασαν τελικά πριν από μερικές μέρες και το οποίο πρώτα παρουσίασαν στην ΕΕ και στους δανειστές.
Το κείμενο αυτό που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τρίτη, ετοίμασε το επιτελείο του κ. Δραγασάκη, που έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του τη φήμη του τεχνοκράτη του ΣΥΡΙΖΑ και ο γ.γ Στρατηγικών Επενδύσεων, ο οικονομικός γεωγράφος, Λόης Λαμπριανίδης.
Οι πληροφορίες λένε ότι όταν το είδαν οι Ευρωπαίοι, δεν πίστευαν στα μάτια τους για την τεχνοκρατική ανεπάρκεια του. Το επέστρεψαν πίσω, ζητώντας να γίνουν πιο σαφείς και να τους στείλουν κάτι πιο συγκεκριμένο και όχι εκθέσεις ιδεών. Αυτό που παρουσιάστηκε εδώ την Τρίτη, είναι το Σχέδιο Ανάπτυξης μετά τις διορθώσεις που έκαναν, αλλά παρόλα αυτά δεν άλλαξε και πολύ επί της ουσίας.
Το πράγμα θα μπορούσε να είναι και αστείο, αν δεν αφορούσε σε κάτι τόσο σοβαρό: το μέλλον της χώρας. Το «Αναπτυξιακό Σχέδιο» αυτό είναι η στρατηγική της χώρας για τα επόμενα χρόνια που θα κρίνει τη ζωή των πολιτών της. Και σχέδιο επί της ουσίας δεν υπάρχει. Δεν το λένε μόνο οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι στηρίζουν όσο μπορούν την κυβέρνηση αυτή, αλλά το λένε και σχεδόν όλοι όσοι ξέρουν στοιχειώδη οικονομικά σε αυτή τη χώρα.
Οικονομολογοι, ακόμα και αυτοί που βρίσκονται πολιτικά κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ, σχολίαζαν ότι πρόκειται για ένα κείμενο χωρίς συνοχή, στο οποίο δεν υπάρχει συνδετικός ιστός και κυρίως: «δεν υπάρχει ούτε ένας αριθμός που να τον έχουν υπολογίσει. Τα κείμενα μοιάζουν σαν αυτά που παρουσιάζονταν στα συνέδρια του ΣΥΡΙΖΑ. Εκθέσεις ιδεών χωρίς κανένα τεχνοκρατικό στοιχείο, πλην της αποτίμησης στην αρχή, που δεν πρόκειται για δικά τους στοιχεία».
Το πράγμα θα μπορούσε να είναι και αστείο, αν δεν αφορούσε σε κάτι τόσο σοβαρό: Το μέλλον της χώρας. Το «Αναπτυξιακό Σχέδιο» αυτό είναι η στρατηγική της χώρας για τα επόμενα χρόνια που θα κρίνει τη ζωή των πολιτών της. Και σχέδιο επί της ουσίας δεν υπάρχει.
Δεν το λένε μόνο οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι στηρίζουν όσο μπορούν την κυβέρνηση αυτή, αλλά το λένε και σχεδόν όλοι όσοι ξέρουν στοιχειώδη οικονομικά σε αυτή τη χώρα. Άλλωστε, είναι κάτι που ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει διαβάζοντας το. Το ότι δεν υπάρχει τίποτα που να έχει μετρηθεί και υπολογιστεί είναι κάτι αντικειμενικό, που δεν υπόκειται σε υποκειμενική κρίση.
Το πρώτο τμήμα του σχεδίου αναφέρεται στα δημοσιονομικά και παρουσιάζει μια αυστηρή εικόνα, προκειμένου η κυβέρνηση να είναι αρεστή στους δανειστές και να τους καθησυχάσει. Αυτό το κομμάτι, το καθαρά δημοσιονομικό, παρουσιάζει αρκετά στοιχεία. Διαβεβαιώνει ότι θα ακολουθηθεί πιστά το μεσοπρόθεσμο μέχρι το 2022, δηλαδή ένα πρόγραμμα σκληρής λιτότητας.
Μετά τα δημοσιονομικά, ξεδιπλώνεται το...«αναπτυξιακό σχέδιο» της κυβέρνησης Τσίπρα. Σε αντίθεση με το πρώτο μέρος που είχε τη σφραγίδα των δανειστών, αυτό -είναι αλήθεια- έχει τη σφραγίδα του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για ένα κείμενο προθέσεων με πολλά λόγια, γενικά και αόριστα, που προσπαθεί όμως να παραμείνει στο πνεύμα των μνημονίων.
Πράσινη οικονομία, ενίσχυση της ναυτιλίας, των εξαγωγών, αγροδιατροφικά, όλα αυτά θεωρητικά, χωρίς κανέναν ποσοτικό υπολογισμό- όπως στοιχειωδώς απαιτεί κάθε σχέδιο ανάπτυξης. Η μόνη συγκεκριμένη θετική αναφορά είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού, που λένε ότι θα φέρουν, και η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, τα οποία μοιάζουν περισσότερο με προεκλογικές υποσχέσεις.
Μετά από τρία χρόνια στην κυβέρνηση, όπου το κράτος τους παρέχει απλόχερα όλους τους πόρους για να προσλαμβάνουν συμβούλους, τεχνοκράτες, μετακλητούς και να καταρτίζουν επιτροπές κτλ. δεν υπάρχει καμία σοβαρή δικαιολογία για την ανεπάρκεια να σχεδιαστεί ένα υποτυπώδες αξιόπιστο πρόγραμμα, έστω και στα περιορισμένα πλαίσια που υπάρχουν.
Πρόκειται για ένα πολιτικό κείμενο που παρουσιάζει ανάγλυφα την αδυναμία του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Για αυτό και οι στόχοι του είναι καθαρά πολιτικοί: να εξευμενίσουν τους δανειστές, ότι θα μείνουν πιστοί στις δεσμεύσεις και ταυτόχρονα να μπορούν να κλείνουν το μάτι στο εσωτερικό, λέγοντας ότι θέλουν, αφού τίποτα συγκεκριμένο δεν υπάρχει για το πως θα πορευτεί η οικονομία.
Οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο λένε ότι κανένας εκεί δεν πείστηκε πως η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει με αυτό το «σχέδιο» και οπωσδήποτε μετά από αυτό, το πράσινο φως που περιμένουν για "καθαρή έξοδο" είναι απίθανο.
Κατά τ' άλλα ο Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ δήλωσε ότι το Ταμείο θα συνεχίσει να μετέχει στη μεταμνημονιακή επιτήρηση του ελληνικού προγράμματος, ενώ ο επόμενος σταθμός για το ελληνικό ζήτημα είναι το Eurogroup στις 21 Ιουνίου, όπου θα ληφθούν οι αποφάσεις για τη μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου εποχή.
Μέχρι τότε, η ελληνική κυβέρνηση έχει άλλον έναν μπελά, το σκοπιανό, το οποίο έχει δεσμευθεί να λύσει ως τον Ιούνιο, αλλά ούτε εκεί τα πράγματα φαίνονται εύκολα. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε συμφωνήσει ότι το όνομα "Μακεδονία του Ιλιντεν" που πρότεινε ο ομόλογος του της ΠΓΔΜ ήταν μια καλή λύση και σε αυτό συμφωνούσαν και Βερολίνο και ΗΠΑ, που πιέζουν να κλείσει το ζήτημα.
Ο Τσίπρας όμως δεν είχε μιλήσει με κανέναν άλλον για αυτό, εκτός από τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά και αγνοούσε ότι για το όνομα «Μακεδονία του Ιλιντεν» δεν θα συμφωνούσε κανείς άλλος στην Ελλάδα, ούτε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Public Issue που μέτρησε την κοινή γνώμη πάνω στο θέμα αυτό, είναι εντυπωσιακά τα ευρήματα που δείχνουν ότι η πλειοψηφία των πολιτών στην Ελλάδα, σε πολύ υψηλά ποσοστά, είναι αντίθετη σε κάθε χρήση του όρου Μακεδονία από την ΠΓΔΜ. Πράγμα που σημαίνει ότι οποιαδήποτε τυχόν λύση θα έχει πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση και εξηγεί και την απροθυμία της τις τελευταίες μέρες, παρότι αρχικά το είχε πάρει αρκετά ζεστά.