Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μάλι – Νίγηρας

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου

2

«Ο άνθρωπος, για να νιώσει στη ζωή του πλήρης, συσσωρεύει μνήμες, αναμνήσεις. Η ζωή δεν μετριέται με τα χρόνια, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Ένας άνθρωπος χωρίς αναμνήσεις μπορεί να φτάσει εκατό χρονών και να έχει τη βεβαιότητα πως μόλις γεννήθηκε» γράφει στο βιβλίο «Η χαμένη τέχνη του ταξιδιού, από τον ταξιδιώτη στον τουρίστα» ο συγγραφέας και καθηγητής Στέλιος Βαρβαρέσος. Το βιβλίο του αποτελεί μια αναλυτική έρευνα για εκείνους που ονειρεύονται ταξίδια «με ανοιχτά μάτια». Για ταξιδιώτες που τους αρέσει να βλέπουν και όχι για τουρίστες που ξέρουν μόνο να κοιτούν. «Ο ταξιδιώτης έχει αντικατασταθεί από τον τουρίστα-καταναλωτή, το ταξίδι ταυτίζεται περισσότερο με τη μεταφορά, ενώ ο πραγματικός ταξιδιώτης αντιπροσωπεύει πλέον έναν κόσμο υπό εξαφάνιση» υποστηρίζει. Στις σελίδες του «Χαμένου Ταξιδιού» διαβάζουμε για αποδράσεις σε χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Νότιας Αμερικής που συμπληρώνουν το παζλ της ζωής του. Τόποι ονειρικοί και παράξενοι, μακρινοί και πανέμορφοι, που τροφοδοτούν την επιθυμία για ταξίδια και το αίσθημα της απουσίας. Με τον τρόπο αυτό καταγράφει, κατανοεί και διεισδύει σε άλλους κόσμους, «πέρα από τον ορίζοντα». Όπως σημειώνει: «Ταξίδι, μετακίνηση του σώματος και ξανάνιωμα των αισθήσεων και της ψυχής του ανθρώπου». Ο Στέλιος Βαρβαρέσος σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην Αθήνα και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Στην Πόλη του Φωτός έζησε οκτώ χρόνια και εκεί, όπως θα μου πει, πυροδοτήθηκε μέσα του το στοιχείο της αναζήτησης. Κάπως έτσι ταξιδεύει από το 1988 στις τέσσερις ηπείρους του πλανήτη, εκτός της Ευρώπης, και έχει κύριο στόχο τον «δρόμο» ως πεδίο παρατήρησης και μελέτης του ταξιδιού και του τουρισμού. Σήμερα είναι καθηγητής Οικονομικής και Πολιτικής του Τουρισμού στη Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας του ΑΤΕΙ Αθήνας. Στη συνάντησή μας μιλήσαμε για τους τύπους των ταξιδιωτών, για στιγμές, μυστικά μέρη, για το κέρδος και το κόστος των αποδράσεων καθώς και για το ποια είναι η κύρια χρησιμότητα του ταξιδιού στη ζωή μας.

— Τι είναι το ταξίδι; Και ποια η σημασία του στη ζωή ενός ανθρώπου;

Το ταξίδι, όπως αναφέρει ο Πολ Μοράν, είναι δύναμη και αποτελεί ένα από τα μυστικά της ευτυχίας, ενώ ο «άνθρωπος που έχει δει πολλές χώρες είναι σαν να φτάνει νέος στην ωριμότητα». Το ταξίδι δεν διευρύνει απλώς τον νου του ανθρώπου αλλά τον βελτιώνει. Το ταξίδι για τον άνθρωπο, ιδίως για τους νέους, αποτελεί απαραίτητο στοιχείο «κοινωνικής μόρφωσης και επιβίωσης», επειδή περιλαμβάνει την περιπλάνηση, την αναζήτηση και χαρίζει εμπειρίες. Το ταξίδι μπορεί να αποτελέσει για τις σύγχρονες τεχνοκρατικές κοινωνίες ένα είδος καθαρτηρίου προορισμένου να απελευθερώσει τον άλλο μας εαυτό, που δυστυχώς κρύβουμε επιμελώς μέσα μας. Ο Νίκος Καζαντζάκης βλέπει στα ταξίδια «πνευματικές πειρατείες, εξόδους, ξεσπάσματα καρδιάς, απληστία του ματιού». Κατά τον Νίκο Καζαντζάκη, το ταξίδι σού επιτρέπει «όχι μόνο να γνωρίσεις τον εαυτό σου αλλά και να ξεπεράσεις το ζουρλοπερήφανο εγώ σου, βυθίζοντάς το, αρμονίζοντάς το, μέσα στο αγωνιζόμενο και περιπλανώμενο στράτεμα του ανθρώπου».

Η έννοια του ταξιδιού υφίσταται τεράστια εμπορευματοποίηση στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας κι έχει χάσει πλέον την αρχική του σημασία. Ίσως γιατί οι άνθρωποι δεν νιώθουν και τόσο καλά στις πολυθρόνες τους κι έχουν ανάγκη το όνειρο, έστω και με αυτό τον τρόπο. Και το ταξίδι τούς το παρέχει. 


— Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε; Είδα ότι το βιβλίο το αφιερώνετε στους γονείς σας, «δύο σπουδαίους ταξιδευτές της ζωής», όπως γράφετε.

Μεγάλωσα στο περιβάλλον μιας αγροτικής κωμόπολης στην Ανδραβίδα Ηλείας, όπου έζησα μέχρι τα δεκαοκτώ μου χρόνια. Στη συνέχεια, η είσοδός μου στο πανεπιστήμιο, το Παρίσι και η επαγγελματική μου δραστηριότητα άλλαξαν τον τόπο διαμονής μου, αλλά έχω ακόμα στενή σχέση με τον τόπο όπου μεγάλωσα. Ωστόσο, αυτό που κρατώ από την παιδική μου ηλικία είναι το παιχνίδι σε δρόμους και αλάνες. Μετά το σχολείο πετούσαμε τις τσάντες και συναντιόμασταν στην αλάνα για να γίνουμε πειρατές, κλέφτες και αστυνόμοι, πολεμιστές, ποδοσφαιριστές κ.λπ. Υπήρχε ευρηματικότητα, συλλογικότητα και το πιο σημαντικό είναι ότι όλα αυτά γίνονταν με ήλιο, κρύο ή βροχή. Στη ζωή μας υπήρχαν οι εποχές κι εμείς ήμασταν μέρος τους. Δεν υπήρχαν τότε τα σκοτεινά δωμάτια με μοναδικό φως εκείνο της οθόνης του υπολογιστή. Τα παιχνίδια ήταν στον δρόμο, συχνά διαπληκτιζόμασταν, συχνά ματώναμε, αλλά αυτή η σκληραγώγηση ήταν το διαβατήριο όλων μας για το «αλλού». Σ' αυτά τα ταξίδια των παιδικών χρόνων ο πατέρας μου ήταν ο εργάτης, ο ελεγκτής και η μητέρα μου ή ήρεμη δύναμη. Δεν υπήρχαν τα «μη» και τα «όχι» που βλέπω παντού γύρω μου σήμερα, δεν υπήρχε αυτός ο υπερπροστατευτισμός» που αφαιρεί από τον άνθρωπο το πιο σημαντικό του εφόδιο στο ταξίδι της ζωής, τη σκληραγώγηση. Μπορεί οι γονείς μου να μην ταξίδεψαν μακριά, αλλά τους θεωρώ μεγάλους δασκάλους στο ταξίδι που λέγεται ζωή. Υπήρξαν δύο σπουδαίοι ταξιδευτές.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Σενεγάλη


— Πώς μπορεί να επηρεάσουν τα παιδικά μας χρόνια την αναζήτηση του «αλλού», του «πέρα από τον ορίζοντα»;

Όσον αφορά τα δικά μου παιδικά χρόνια, κάθε καλοκαίρι στην παραλία Λεχαινών μεταμορφωνόμουν σε πειρατή ή ψαρά και προσπαθούσα να ανακαλύψω τι έκρυβε πίσω του το βουνό του Αίνου, που ορθωνόταν ακριβώς αντίκρυ, σχετικά με το «αλλού», το «πέρα από τον ορίζοντα». Σύντροφοί μου υπήρξαν τότε ο «Ροβινσώνας Κρούσος» και τα βιβλία του Ιουλίου Βερν. Όμως και ο Ράινχολντ Μέσνερ, ο μεγαλύτερος ίσως ορειβάτης του κόσμου, παιδί ακόμα, αντί για θάλασσες, κοιτούσε τα βουνά, αλλά πίσω από τα βουνά δεν έβλεπε τίποτα. Και αυτό του προκαλούσε άσβεστη περιέργεια, ο κόσμος γινόταν μεγαλύτερος. Η Τζερομίν Παστέρ, Γαλλίδα μοναχική ιστιοπλόος, αναφέρει ότι τα παιδικά της αναγνώσματα και οι μεγάλοι ταξιδιωτικοί συγγραφείς (Τζακ Λόντον, Ανρί ντε Μονφρέντ, «Ροβινσώνας Κρούσος» κ.λπ.) την επηρέασαν για τα μετέπειτα ταξίδια της. Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν, αλλά η ελευθερία, η φαντασία, το «έξω» και τα παιδικά αναγνώσματα μπορούν να πλάσουν τον μαγικό κόσμο κάθε παιδιού σχετικά με το «αλλού» και το «πέρα από τον ορίζοντα».


— Πότε και πού γεννήθηκε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου; Και ποιος ο σκοπός του;

Η ιδέα του βιβλίου γεννήθηκε πριν από πολλά χρόνια σ' ένα μικρό νησί της Ινδονησίας, ανατολικά της Σιγκαπούρης, την Τανζούνγκ Πινάνγκ. Σ' αυτό το νησί που έβρεχε τις μισές ώρες της ημέρας εγκλωβίστηκα για περισσότερες από δέκα ημέρες, περιμένοντας το πλοίο που περνούσε δύο φορές τον μήνα και συνέδεε τη Σουμάτρα με την Ιάβα. Σ' αυτό το μέρος, που έμοιαζε περισσότερο με κόλαση παρά με τροπικό παράδεισο, με το μυαλό μου να μη λειτουργεί από την πολλή υγρασία, αναρωτιόμουν τι δουλειά είχα εγώ με τους σκυθρωπούς αλλά όχι επιθετικούς κατοίκους. Διαβάζοντας, σχεδιάζοντας το υπόλοιπο ταξίδι και περιπλανώμενος στις πλωτές συνοικίες του χωριού της Τελούκ Μπιτάν, αφημένος σε μια θεραπευτική αποχαύνωση που πρόσφερε η βραδύτητα με την οποία κυλούσε ο χρόνος, υποσχέθηκα στον εαυτό μου να επιχειρήσω κάποτε να δώσω κάποιες απαντήσεις σε ερωτήματα που είχε αρχίσει ήδη να μου δημιουργεί το ταξίδι, να προσεγγίσω τα μεγάλα ή τα μικρά ατυχήματα του ταξιδιού, τα παράδοξά του, με επίκεντρο τον άνθρωπο, τον συνειδητό ταξιδιώτη.


— Στην εποχή μας, που οι αποστάσεις έχουν εκμηδενιστεί, γιατί γράφετε βιβλίο για τη χαμένη τέχνη του ταξιδιού;

Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, επειδή έχουν εκμηδενιστεί. Σήμερα το ταξίδι σχετίζεται με τη μεταφορά και τα χιλιόμετρα που έχουν διανυθεί, ενώ το πραγματικό ταξίδι κρύβει μέσα του μια τέχνη και πολλά βιωματικά στοιχεία, όπως η αναζήτηση, η περιπέτεια, ο κίνδυνος, η ηθική, ο φόβος, η φυγή, το όνειρο, το πάθος, η ευτυχία, η μοναχικότητα, η δυστυχία, η ουτοπία, το σεξ, η εξαφάνιση, η παράνοια, η περιπλάνηση, η βραδύτητα κ.λπ. Το ταξίδι διέπεται από αρχές και κανόνες, από βήματα που ακολουθούνται πιστά, από μια χαρτογράφηση, από διαθέσιμο χρόνο, από αντιξοότητες και ανακαλύψεις. Στην εποχή του κοινότοπου και της μαζικοποίησης των πάντων, και φυσικά του τουρισμού και των αερομεταφορών, το ταξίδι έχει χάσει τον πρότερο ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα και αποτελεί μέρος της οικονομικής αλυσίδας «παραγωγή-κατανάλωση και κατανάλωση-παραγωγή». Μια απλή επαλήθευση των παραπάνω αποτελεί διαφήμιση στο μετρό της Αθήνας, που με μεγάλα γράμματα παραπέμπει στο «Ταξίδι». Λες «τι ωραία, τι να λέει άραγε;». Και διαβάζεις στα μικρά γράμματα ότι διαφημίζει αλυσίδα ΚΤΕΟ. Σε κυριακάτικη εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας, σελίδα που αφορά το ποδόσφαιρο έχει τίτλο «Ταξίδι στα μεγάλα σαλόνια της Ελλάδος». Η έννοια του ταξιδιού υφίσταται τεράστια εμπορευματοποίηση στο πλαίσιο της καταναλωτικής κοινωνίας κι έχει χάσει πλέον την αρχική του σημασία. Ίσως γιατί οι άνθρωποι δεν νιώθουν και τόσο καλά στις πολυθρόνες τους κι έχουν ανάγκη το όνειρο, έστω και με αυτό τον τρόπο. Και το ταξίδι τούς το παρέχει.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Σενεγάλη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μάλι – Νίγηρας


— Τι ερωτήματα σας γεννούν τα ταξίδια και τι απαντήσεις έχετε πάρει;

Τα ταξίδια μπορεί να είναι πολλά πράγματα ταυτόχρονα, όπως αναζήτηση, εξαφάνιση, γνώση, αλλαγή, ουτοπία κ.λπ. Το ζήτημα για μένα είναι, ιδίως όσον αφορά τις φτωχές περιοχές του πλανήτη, να μπορέσω να κατανοήσω τον περιβάλλοντα κόσμο. Έναν κόσμο που δεν έχει ασπαστεί ακόμα την «ταχύτητα» και τη «λήθη» του πολιτισμένου δυτικού κόσμου. Έναν κόσμο που έχει ως μετρονόμο της ζωής του τη βραδύτητα, έχει μνήμες, σέβεται τις εποχές, κοιτάζει ακόμα τα αστέρια και διατηρεί τη συλλογικότητά του. Έναν κόσμο που, δυστυχώς, κινδυνεύει να χάσει την πολιτιστική του ποικιλομορφία από μια απορυθμισμένη παγκοσμιοποίηση που τον μετατρέπει σε έναν πρωτοτυποποιημένο πολιτισμό. Η επαφή με τέτοιους λαούς διαμορφώνει μια τελείως διαφορετική άποψη για τον κόσμο, πιο γήινη, πιο αληθινή. Για πολλούς λαούς του πλανήτη η φύση κρατάει ακόμα την παντοδυναμία της και τη θεϊκή της διάσταση, σε αντίθεση με τους πολιτισμένους λαούς, για τους οποίους αποτελεί υποκείμενο θέασης και αναψυχής.


— Πότε ένας άνθρωπος αισθάνεται πλήρης;

Δύσκολη ερώτηση. Πολύ δύσκολη και πολύ υποκειμενική. Προσωπικά, θα απαντήσω με τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη: «Μακάριος ο άνθρωπος που είδε το πιο πολύ νερό στη ζωή του! Αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ. Να δω όσο μπορώ πιο πολύ νερό και πιο πολλή γη προτού πεθάνω...».

Δεν μπορείς να γράψεις για ταξίδια εάν δεν ταξιδέψεις. Φυσικά, ο Προυστ έγραφε για ταξίδια κλεισμένος στο δωμάτιό του, αλλά πόσοι είναι Προυστ; Το ίδιο ισχύει και για τον τουρισμό. Δεν μπορείς να μιλάς για τους τουρίστες, εάν δεν γίνεις κι εσύ ο ίδιος τουρίστας για να κατανοήσεις τις ιδιαιτερότητες, τις ευαισθησίες αλλά και τις παραξενιές τους.


— Ζήσατε για πολλά χρόνια στο Παρίσι. Τι κρατάτε από κει και τι είναι αυτό που σας έμαθε η πόλη αυτή;

Το Παρίσι της δεκαετίας του '80, όταν ζούσα εκεί, ήταν μια πόλη με ισχυρό ακόμα το κίνημα των μποέμ. Μπολιασμένο από τον Μάη του '68, είχε διαμορφώσει μια κοινωνία αμφισβήτησης για τα πάντα. Τα παρισινά καφέ της δεξιάς όχθης (Palette, Flore, De Magots, Draguestore, Select, Dome κ.λπ.) ήταν γεμάτα νεαρούς, έντονες συζητήσεις και σύννεφα από την κάπνα των τσιγάρων. Τότε είχε διαμορφωθεί ήδη και ένα κίνημα ταξιδιωτών, μοναχικών ιστιοπλόων, που επιχειρούσαν να γυρίσουν την πλάτη στον πολιτισμένο κόσμο, να αναζητήσουν την ελευθερία στη μεγαλύτερη έρημο του κόσμου, τη θάλασσα, χωρίς ημερομηνία επιστροφής. Σε μεγάλο βαθμό είχαν επηρεαστεί από τον προπάτορά τους, τον Μπερνάρ Μουατεσιέ, που αναζητούσε την ουτοπία στις μακρινές ατόλες της Πολυνησίας. Κάποιοι από αυτούς υπήρξαν φίλοι μου. Όμως το Παρίσι του σήμερα δεν μοιάζει καθόλου με το Παρίσι όπου έζησα. Έχει γίνει αποστειρωμένο και ακριβό, με τα καφέ του να κοσμούν τις σελίδες των τουριστικών οδηγών πλέον. Το Παρίσι με μεταμόρφωσε σ' έναν flâneur, έναν κρυφό αστικό ταξιδιώτη. Με έμαθε να περπατάω άσκοπα, να περιπλανιέμαι στην πόλη και να ανακαλύπτω άγνωστες γωνιές, ανθοστόλιστους κήπους, ξεχασμένα αγάλματα, συμπαθητικά καφέ, μικρά μουσεία, συμπαθητικά εστιατόρια κ.λπ. Πολιτισμός, μνήμες και άσκοπες περιπλανήσεις με κάνουν συχνά να ακολουθώ ξανά τις διαδρομές του Χέμινγουεϊ, του Πρεβέρ, του Ντουασνό, του Μπρετόν, του Μίλερ κ.λπ., όχι μόνο για να με ξαναγυρίζουν στο παρελθόν αλλά και για να μπορώ να ξαναζώ ένα λιγότερο τουριστικό Παρίσι.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μάλι – Νίγηρας


— Αν σας ζητούσα να μου πείτε ποιες στιγμές θυμάστε πιο έντονα από τα ταξίδια σας στις τέσσερις ηπείρους, τι θα μου απαντούσατε;

Πολλές είναι οι στιγμές που σημάδεψαν τα ταξίδια μου. Από αυτές, αναφέρω μόνο δύο, μάλλον κακές, που δύσκολα ξεχνιούνται, και δύο καλές. Στο Λαντάκ, από την πολλή εξάντληση και τις γρήγορες εναλλαγές από τα 4.000 στα 6.000 μέτρα υψόμετρο, χωρίς να υπάρχει κάποια σταδιακή προσαρμογή, μου δημιουργήθηκε τέτοια εξάντληση και τόσο έντονοι καρδιακοί πόνοι, που νόμιζα ότι θα άφηνα τα κόκαλά μου σε μια θιβετιανή αγροικία έξω από το Λεχ. Στο Μάλι (υποσαχάρεια ζώνη), ταξιδεύοντας για Τιμπουκτού με ένα τζιπ στη Σαχάρα, δέχτηκα βίαιες απειλές από έναν στρατιωτικό που ήθελε μπαξίσι και αφού δεν του το έδωσα, αναρωτιόμουνα, νυχτιάτικα, εάν θα φτάναμε τελικά μέχρι τον Νίγηρα ή θα τα έβρισκε με τον οδηγό του τζιπ και θα με ξεφορτώνονταν. Οι δύο καλές ήταν η ανατολή του ήλιου από την κορυφή του ηφαιστείου Μεράπι στην Ιάβα και το ηλιοβασίλεμα στη ζούγκλα από την οροφή του Ανγκόρ Βατ στην Καμπότζη.

— Τι προτείνετε σ' εκείνους που θεωρούν ότι ένα ταξίδι είναι μια δύσκολη απόφαση και χρειάζεται μεγάλη προετοιμασία;

Κάθε ταξίδι είναι προσωπικό. Εμπεριέχει πολλές ερμηνείες και πάρα πολλές μεταβλητές. Ταξίδι πραγματοποιεί αυτός ή αυτή που πηγαίνει με δέκα βαλίτσες στη Μύκονο για 5 ημέρες, ταξίδι πραγματοποιεί κι αυτός που περιπλανιέται χωρίς πρόγραμμα στην Ινδία για μερικούς μήνες, μ' ένα μικρό σακίδιο στην πλάτη (και έχω συναντήσει τέτοιους). Η απόφαση και η προετοιμασία του ταξιδιού σχετίζεται άμεσα με το εάν αυτός που ταξιδεύει έχει εμπειρία ή όχι. Εάν δεν έχει, τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα, γιατί όλα φαντάζουν προβληματικά, επικίνδυνα και εχθρικά, τουλάχιστον σε χώρες του τρίτου κόσμου. Φυσικά, εδώ παρεμβαίνουν τα ταξιδιωτικά γραφεία που σου πουλούν ασφάλεια και οργάνωση, με διαμονή σε καταλύματα υψηλών προδιαγραφών και με πολύ υψηλές τιμές. Η σημαντικότερη μεταβλητή του ταξιδιού είναι ο χρόνος. Εάν έχεις τον χρόνο (διάρκεια παραμονής) για να αποσβέσεις την τιμή του αεροπορικού εισιτηρίου, που μπορεί να το κλείσεις 2 ή 3 μήνες πριν από την αναχώρηση, τουλάχιστον για μακρινά ταξίδια, αν προμηθευτείς έναν ή δύο καλούς ταξιδιωτικούς οδηγούς, ο επιτόπιος προγραμματισμός του ταξιδιού μπορεί να γίνει και μέσα στο αεροπλάνο ή να γίνεται βήμα-βήμα τα βράδια, σε εστιατόρια ή καφέ ή στο δωμάτιό σου. Κανείς δεν χάνεται. Απαιτείται μια απόφαση, κάποια χρήματα (όχι πολλά πάντως) και η αποδοχή του ότι θα υποστείς κάποια ταλαιπωρία. Με αυτό τον τρόπο, όμως, ξεφεύγεις από τις συνηθισμένες τουριστικές διαδρομές και το ταξίδι σίγουρα θα σε ανταμείψει στο τέλος, όπως μόνο αυτό ξέρει.


— Είναι ο δρόμος το πιο σημαντικό πεδίο παρατήρησης και έρευνας;

Πιστεύω πως ναι. Δεν μπορείς να γράψεις για ταξίδια εάν δεν ταξιδέψεις. Φυσικά, ο Προυστ έγραφε για ταξίδια κλεισμένος στο δωμάτιό του, αλλά πόσοι είναι Προυστ; Το ίδιο ισχύει και για τον τουρισμό. Δεν μπορείς να μιλάς για τους τουρίστες, εάν δεν γίνεις κι εσύ ο ίδιος τουρίστας για να κατανοήσεις τις ιδιαιτερότητες, τις ευαισθησίες αλλά και τις παραξενιές τους. Ο Ζαν Λαρέ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Complutense της Μαδρίτης, είχε δηλώσει πριν από δύο δεκαετίες περίπου ότι «ο δρόμος αποτελεί τον σημαντικότερο χώρο παρατήρησης και διαλογισμού ενός μελετητή του ταξιδιού».

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μάλι – Νίγηρας


— Η επιθυμία της απουσίας με τι σχετίζεται;

Ωραιοποιημένα, θα έλεγα με την αναζήτηση, την ανακάλυψη, την καταπολέμηση της άγνοιας, τη συνεύρεση. Λιγότερο ωραιοποιημένα, θα τόνιζα ότι σχετίζεται με τη δυσκολία του ανθρώπου να ζει σε έναν συμβατικό, καταπιεστικό, τεχνοκρατικό και καταναλωτικό κόσμο. Με τη δυσκολία τού να έρχεται αντιμέτωπος με τον «ξεχασμένο του εαυτό», με μια άχρωμη καθημερινότητα, με την επανάληψη, την ασχήμια, το άξεστο. Για τη μεγάλη Ελληνίδα ταξιδιώτισσα Κάτια Αντωνοπούλου η απουσία είναι στενά συνδεδεμένη «μ' έναν καταπιεστικό κύκλο ανθρώπων, με μια μισητή κοινωνία». Θα μπορούσαν να ειπωθούν πάρα πολλά για την επιθυμία της απουσίας από μια αρνητική καθημερινότητα που έχει δημιουργήσει στον άνθρωπο η παγκοσμιοποιημένη οικονομία με τις τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Αναφέρω, ωστόσο, ένα παράδειγμα από τις «πολιτισμένες» χώρες του κόσμου την εποχή της παγκοσμιοποίησης, που ταξιδιωτικά γραφεία προτείνουν να σας προμηθεύσουν διαβατήριο με ψεύτικο όνομα για να μπορέσετε να εξαφανιστείτε, για να μην μπορούν να σας βρουν, για να μπορέσετε να επιμηκύνετε την απουσία σας όσο εσείς θέλετε.


— Ποιοι είναι οι τύποι των ταξιδιωτών;

Η τυπολογία του ταξιδιώτη δεν παρουσιάζει καμία ομοιότητα μ' εκείνη του τουρίστα. Ως εκ τούτου, παίρνουμε για βασική αρχή το ότι ο ταξιδιώτης αντιπροσωπεύει ένα βλέμμα που προσπαθεί να εξερευνήσει τον κόσμο και να ανακαλύψει το άγνωστο, να εμβαθύνει στην τέχνη του ταξιδιού. Ο ταξιδιώτης επιχειρεί να βλέπει όσα συμβαίνουν γύρω του, ενώ ο τουρίστας απλώς τα κοιτάζει. Τα ταξίδια του ταξιδιώτη αφορούν την αναζήτηση, την εξερεύνηση, την ανακάλυψη, την καταπολέμηση της άγνοιας κ.λπ. Επομένως, μια τυπολογία των ταξιδιωτών μάς οδηγεί λίγο στο παρελθόν, αλλά μπορούμε να κλέψουμε και κάτι για το σήμερα. Έτσι, οι ταξιδιώτες μπορούν να είναι συγγραφείς, εθνολόγοι, γεωγράφοι, περιβαλλοντολόγοι, εξερευνητές, προσκυνητές, νομάδες, ημινομάδες, ονειροπόλοι, φυγάδες, τυχοδιώκτες αλλά και ψευτοταξιδιώτες, τεμπέληδες, ματαιόδοξοι κ.λπ.

Οι παλιοί ταξιδιώτες έφευγαν χωρίς να γνωρίζουν πότε θα επιστρέψουν ή αν θα επέστρεφαν καν. Οι τουρίστες φεύγουν για μικρά χρονικά διαστήματα, σίγουροι ότι θα επιστρέψουν.


— Υποστηρίζετε ότι σήμερα ο ταξιδιώτης έχει αντικατασταθεί από τον τουρίστα. Πού στηρίζετε το συμπέρασμα αυτό;

Το ταξίδι είναι τέχνη ή μάλλον μπορεί να γίνει σιγά-σιγά, με την εμπειρία και το πέρασμα του χρόνου. Χρειάζεται πολύς χρόνος, προσπάθεια και επιμονή, σχέδιο, προετοιμασία και σωστή οργάνωση, ανάλογα με τον βαθμό δυσκολίας του ταξιδιού. Ο ταξιδιώτης κάποτε έφευγε κρυφά, συχνά μόνος, κυνηγημένος, γιατί οι αναζητήσεις του δεν αφορούσαν μόνο τον περιβάλλοντα αλλά και τον εσωτερικό του κόσμο. Ο ταξιδιώτης κατά βάθος αναζητούσε έναν δικό του τόπο, μια άλλη γη, για να προβάλει τα όνειρά του και την αυταπάτη του. Σήμερα οι τουρίστες φεύγουν μαζικά, σαν τα μερμήγκια που καταστρέφουν τη φωλιά τους, υποστηριζόμενοι από τουριστικά γραφεία, μεταφορικά μέσα κ.λπ. Φεύγουν όλοι μαζί, την ίδια χρονική περίοδο, για να καταλήξουν στους ίδιους τόπους υποδοχής (τουριστικά καταλύματα) και να βροντοφωνάξουν «ήρθαμε, είμαστε εδώ». Βασικά, ο τουρίστας εκπροσωπεί τη σημαντικότερη βιομηχανία του πλανήτη, τον μαζικό τουρισμό, ενώ ο ταξιδιώτης, αν και χρησιμοποιεί πλέον τα ίδια υποστηρικτικά μέσα με τον τουρίστα (αερομεταφορές, καταλύματα κ.λπ.), προσπαθεί σε μεγάλο βαθμό να εκπροσωπεί τον «εαυτό του», έχοντας συνείδηση του περιβάλλοντος κόσμου.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μάλι- Τιμπουκτού


— Σε τι διαφέρει ο τουρίστας από τον ταξιδιώτη;

Κύρια ίσως διαφορά, εκτός απ' όλα όσα αναφέραμε σε προηγούμενες ερωτήσεις, είναι ο χρόνος και η επιστροφή. Ο χρόνος προσδιορίζει τη διάρκεια του ταξιδιού και καθίσταται ο μετρονόμος του ταξιδιού, καθορίζοντας το αν τα βήματα που ακολουθούνται θα υπόκεινται στην ταχύτητα ή στη βραδύτητα. Η μεγάλη διάρκεια του ταξιδιού, εκτός των άλλων, ορίζει και την ειδοποιό διαφορά. Ο ταξιδιώτης κάποτε έφευγε χωρίς να γνωρίζει πότε θα επιστρέψει, ο κίνδυνος υπήρχε παντού και η επιστροφή ήταν αμφίβολη. Οι παλιοί ταξιδιώτες έφευγαν χωρίς να γνωρίζουν πότε θα επιστρέψουν ή αν θα επέστρεφαν καν. Οι τουρίστες φεύγουν για μικρά χρονικά διαστήματα, σίγουροι ότι θα επιστρέψουν. Ταξιδιωτικά γραφεία και αερομεταφορείς διασφαλίζουν την επιστροφή τους. Υπάρχει συγκεκριμένη ημερομηνία αναχώρησης και επιστροφής. Επομένως, η διάρκεια του ταξιδιού, η ασφάλεια, οι δυσκολίες και ο κίνδυνος ορίζουν το χάσμα που υπάρχει μεταξύ ταξιδιώτη και τουρίστα, χωρίς να αναφερθούμε σε όνειρα και αναζητήσεις, στο βλέπω και στο κοιτάζω κ.λπ.


— Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που συναντήσατε;

Υπήρξαν αρκετές. Θα σας αναφέρω όμως μία που κράτησε σχεδόν τρεις ημέρες. Ταξιδεύαμε μ' έναν φίλο με ένα μικρό τοπικό λεωφορείο (μάρκας Tata) που μετέφερε 17-18 άτομα στα Ιμαλάια, από το Μανάλι (βόρεια Ινδία) στο Λεχ (Λαντάκ). Ο δρόμος ήταν πετρόδρομος και δεν υπήρχαν πουθενά προστατευτικά τοιχία. Σε κάποια σημεία της διαδρομής οι κάθετοι γκρεμοί ήταν αρκετές εκατοντάδες μέτρα και σε πολλά σημεία τα σύννεφα ήταν πιο χαμηλά από το επίπεδο του δρόμου. Υπήρχαν παγετώνες που έλιωναν και δημιουργούσαν χειμάρρους σε κάποια σημεία του δρόμου και πού και πού χιόνιζε, Αύγουστο μήνα. Καθόμουν στο τελευταίο κάθισμα του λεωφορείου, παράθυρο, για να μπορώ να φωτογραφίζω, όταν διαπίστωσα ότι σε πολλές στροφές, λόγω στενότητας του δρόμου, η πίσω ρόδα βρισκόταν στο κενό, με το χάος να χάσκει από κάτω. Δύο λύσεις υπήρχαν: ή κατεβαίναμε και συνεχίζαμε με τα πόδια σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 4.000 μέτρα, στο πουθενά, ή συνεχίζαμε με το λεωφορείο, εμπιστευόμενοι την καλή μας μοίρα. Επιλέξαμε τη δεύτερη λύση. Τη δεύτερη ημέρα είχα πάθει ένα είδος ανοσίας, έβλεπα τη ρόδα στο κενό και το χάος από κάτω και δεν αντιδρούσα, είχα συνηθίσει στην ιδέα ότι όλα μπορούσαν να συμβούν. Πάντως, η μοίρα ήταν καλή μαζί μας, γιατί και σε αυτήν τη διαδρομή αλλά και στην επόμενη, Λεχ-Σριναγκάρ (Κασμίρ), είδαμε αρκετά καμιόνια στο βάθος των γκρεμών.


— Μετά από τόσα ταξίδια, η όρεξη γι' αυτά έχει αυξηθεί ή έχει μειωθεί;

Η όρεξη για το ταξίδι παραμένει πάντα η ίδια, γιατί το ταξίδι συνεχίζει να είναι η αναζήτηση, το όνειρο, η φυγή. Πώς μπορείς να τα απαρνηθείς όλα αυτά; Ο Πολ Μοράν αναφέρει ότι ο ταξιδιώτης είναι σαν τον λύκο, μπορεί να γερνάει, αλλά το ταξίδι παραμένει ζωντανό μέσα του. Όμως θα πρέπει να τονίσω ότι σήμερα το ταξίδι έχει γίνει πιο δύσκολο από πριν. Η παγκοσμιοποίηση, παρά τα όσα επαγγέλλεται, έχει μεγαλώσει το κόστος του ταξιδιού, η τουριστική μεγέθυνση έχει αυξήσει τη ζήτηση και κατ' επέκταση τις τιμές. Εκτός των τουριστών, οι μετακινήσεις σε πάρα πολλές περιοχές του κόσμου αφορούν μετανάστες και εργαζομένους, κάτι που δεν υπήρχε πριν. Αυτή η κινητικότητα των πληθυσμών, που αποτελεί και το ευαγγέλιο της παγκοσμιοποίησης, μάλλον δημιουργεί προβλήματα στον πραγματικό ταξιδιώτη. Χρειάζεται μεγαλύτερος προγραμματισμός από πριν. Αλλά εάν αυτά αφορούν μια διεθνή πραγματικότητα, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε και την ελληνική πραγματικότητα. Ζούμε σε μια μνημονιακή χώρα με μια «αρνητική καθημερινότητα», όπου έχουν μειωθεί πάρα πολύ τα εισοδήματα (όσοι έχουν), υπάρχει στη ζωή μας ο ΕΝΦΙΑ, η υψηλή φορολόγηση, οι παντός είδους λογαριασμοί ΔΕΚΟ, η συνεχής ανατίμηση των ειδών διατροφής και η τάδε ή η δείνα γραφειοκρατική που κλέβουν από τη ζωή μας πολύ ζωτικό χρόνο και πολλή ενέργεια. Κάθε μέρα που ξυπνάς δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Η αναπνοή μας πλέον έχει κόστος. Όλα τα παραπάνω μειώνουν όχι μόνο την όρεξη αλλά και τη δυνατότητα να κάνεις ένα μακρινό ταξίδι 30-40 ημερών. Ο ελεύθερος χρόνος μειώνεται από τα πρέπει και τις επιταγές άνωθεν και προστίθεται η ψυχολογική κόπωση από την περιρρέουσα αρνητική ατμόσφαιρα. Και το ταξίδι απαιτεί σίγουρα όχι μόνο ένα ελάχιστο χρηματικό ποσό για να πραγματοποιηθεί αλλά και καθαρό μυαλό, διάθεση. Να σκεφτείτε ότι τη δεκαετία του '50 και του '60 το σύνθημα στην πολιτισμένη Ευρώπη ήταν «διακοπές για όλους», όταν στην Ινδονησία διέσχιζε τα σύνορα της χώρας ένας στους δέκα χιλιάδες κατοίκους και στην Ελβετία οι εβδομήντα στους εκατό. Ελπίζω να μη φτάσουμε σε τέτοιο επίπεδο ή τα ταξίδια στην Ελλάδα να μη φτάσουν να αποτελούν προσεχώς προνόμιο μιας ελίτ, όπως στην Ευρώπη του 18ου αιώνα, λόγω της κρίσης, των υπερβολικών φόρων κ.λπ., που μετατρέπουν τον άνθρωπο σε σκλάβο, καθώς και των πολύ χαμηλών αμοιβών πλέον, ιδίως των νέων. Τι αντίκρισμα να έχουν σήμερα τα λόγια των σοφών του 18ου αιώνα που προέτρεπαν του νέους «να ταξιδεύουν για να μορφωθούν και να εκπαιδευτούν στην τέχνη της ζωής!». Εάν θεωρήσουμε ότι για να ταξιδέψει κάποιος χρειάζεται να ικανοποιηθούν τρεις προϋποθέσεις, δηλαδή να υπάρχει χρήμα, χρόνος και διάθεση, θα ήταν ενδιαφέρον να γίνει μια έρευνα στην Ελλάδα της κρίσης, για να δούμε πώς αυτοί οι τρεις παράγοντες επηρεάζουν τα ταξίδια των Ελλήνων, των νέων κυρίως.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κούβα


— Έχετε συναντήσει εκατοντάδες ανθρώπους σε όλα αυτά τα ταξίδια. Τι έχετε εισπράξει από αυτούς και σε τι σας έχουν βοηθήσει;

Στα ταξίδια μου περισσότερα εισπράττω από τους ντόπιους, με τους οποίους τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει καν γλωσσική επικοινωνία. Αρκούν τα βλέμματα, οι χειρονομίες, οι εκφράσεις του προσώπου, το χαμόγελο. Το βλέμμα είναι η καλύτερη γλώσσα, διαβάζει και ξετρυπώνει τα πάντα. Με έναν φίλο που ταξιδεύαμε πριν από χρόνια στη Βιρμανία. Βρεθήκαμε σ' ένα ορεινό χωριό κοντά στη λίμνη Ίνλε. Έτυχε να γίνεται μια συνάθροιση σε ένα οίκημα από ξύλο και ψαθί υπό την προεδρία τριών γερόντων, που μάλλον θα εκτελούσαν χρέη προεστού. Ο σεβασμός, η τάξη, η τήρηση της ιεραρχίας και οι σιωπές δύσκολα θα μπορούσαν να εντοπιστούν στα κοινοβούλια των πολιτισμένων κρατών, για να μη αναφερθούμε στη χώρα μας. Τύχαμε τέτοιας φιλοξενίας, που δεν θα την ξεχάσω ποτέ, έστω και εάν δεν αρθρώσαμε λέξη. Βλέμματα, χειρονομίες, χαμόγελα, έκαναν καλά τη δουλειά τους. Παρόμοιες σκηνές φιλοξενίας θα μπορούσα να αναφέρω αρκετές, αλλά θέλω να περιοριστώ και σ' ένα άλλο περιστατικό που με σημάδεψε στο ταξίδι μου στην Ινδονησία. Με μια φίλη βρισκόμαστε στη Γιοτζακάρτα, πολιτιστική πρωτεύουσα της Ιάβας, και σχεδιάζαμε να ανέβουμε το ηφαίστειο Μεράπι. Σ' ένα μικρό εστιατόριο όπου τρώγαμε ερχόταν και μια παρέα τεσσάρων Αμερικανών φοιτητών γύρω στα είκοσι. Ένας εξ αυτών ήταν ανάπηρος λόγω ατυχήματος – είχε χάσει και τα δύο του πόδια και μετακινούνταν με πατερίτσες. Μάθαμε ότι η παρέα των τεσσάρων φοιτητών θα ταξίδευε για τέσσερις μήνες στην Ινδονησία. Δεν έχω ξαναδεί πιο ευδιάθετο άνθρωπο, που να έχει καταφέρει να εξαφανίσει την αναπηρία του μέσα από τη δίψα του για ζωή, τη ζωντάνια και το χαμόγελό του. Μια εικόνα και μια στάση ζωής που παραμένει ανεξίτηλη στη μνήμη μου. Ένα παράδειγμα για όλους.

Πιστεύω ότι ένας πραγματικά ισορροπημένος και χορτασμένος από τη ζωή άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει με τα ελάχιστα ακόμα και σε μια σπηλιά και να είναι καλά. Η αναζήτηση της προσωπικής γαλήνης είναι ένα μεγάλο στοίχημα κι έτσι βλέπουμε ανθρώπους που μένουν σε σκήτες, στα πέρατα του κόσμου, να είναι γαλήνιοι και ειρηνικοί, κάτι που δεν συμβαίνει με όσους κατέχουν μεγάλο πλούτο.


— Πείτε μας δυο-τρία μυστικά μέρη που θα μας προτείνατε να επισκεφτούμε.

Υπάρχουν πολλά μέρη που όταν πρωτοταξίδεψα σε αυτά έμοιαζαν με μικρούς παραδείσους. Όμως και αυτή η προσέγγιση είναι υποκειμενική. Κάθε ταξιδιώτης έχει διαφορετικές αναζητήσεις, ζει διαφορετικές εμπειρίες και τίποτα δεν μπορεί να είναι ίδιο. Ενδεικτικά αναφέρω τέσσερα μέρη που δεν είναι μυστικά, γιατί οι τουρίστες είναι παντού, αλλά σχετίζονται με πράγματα που ένιωσα σε αυτά κατά την παραμονή μου. Το πρώτο είναι το ψαροχώρι της Τζάμπιανι στη Ζανζιβάρη. Οι εναλλαγές των χρωμάτων στη λιμνοθάλασσα, οι γυναίκες στις καλλιέργειες των φυκιών, ο ωκεανός που τελείωνε στις ξέρες, με έκαναν να νιώθω σαν τον Ροβινσώνα Κρούσο. Το ίδιο συνέβη και στο διπλανό νησί της Πέμπα. Το δεύτερο είναι τα μεσαιωνικά χωριά στην κοιλάδα του Κατμαντού (Νεπάλ), με τις κορυφές των Ιμαλαΐων να υψώνονται σε υψόμετρο μεγαλύτερο των 8.000 μέτρων. Τρίτο είναι το Μόμπτι με την εβδομαδιαία αγορά του στον Νίγηρα, όπου δεκάδες πλεούμενα από τα βάθη του Μάλι έρχονται για να πουλήσουν στο παζάρι από πήλινα και λαχανικά έως αιγοπρόβατα. Οι εικόνες και τα χρώματα είναι καταπληκτικά στο βιβλικό σκηνικό που προσφέρει ο Νίγηρας. Φυσικά, μετά τις πολεμικές διενέξεις μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους και της κυβέρνησης του Μάλι δεν ξέρω πόσο δυνατή και ασφαλής είναι σήμερα η πρόσβαση στους ξένους. Τέλος, είναι το ψαροχώρι του νησιού Κατ Μπατ στον κόλπο της Χαλόνγκ (Βιετνάμ), όπου βρίσκεται ελλιμενισμένη μια θαλάσσια πολιτεία με εκατοντάδες σκάφη ψαράδων, που χρησιμεύουν και ως κατοικίες, ενώ σε πολλά από αυτά συνυπάρχουν τρεις γενιές.


— Έχουν κόστος στην προσωπική ζωή τα συνεχή ταξίδια, με την έννοια ότι κερδίζουμε πολλά, αλλά θυσιάζουμε κάποια άλλα;

Όλα στη ζωή ιεραρχούνται και παίρνουν μια θέση προτεραιότητας. Εάν θεωρήσουμε ότι το ταξίδι είναι «ιός», δύσκολα μπορείς να απαλλαγείς από αυτό. Άρα, κάποιες θυσίες είναι δεδομένες. Τώρα κανένας δεν μοιάζει με τους παλιούς ταξιδιώτες που έφευγαν χωρίς να γνωρίζουν εάν θα επιστρέψουν. Όλοι μας γυρίζουμε μετά από ένα-δυο μήνες το αργότερο. Εάν είχαμε περισσότερα χρήματα και δεν ήμασταν εξαρτημένοι από την επιβίωση, μπορεί να ταξιδεύαμε για πολύ μεγαλύτερα διαστήματα ή και συνέχεια και να χρηματοδοτούσαμε και το ταξίδι φίλων που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα αλλά έχουν μέσα τους την τρέλα του ταξιδιού. Πιστεύω ότι ο πλούτος του ταξιδιού είναι τόσο μεγάλος, που εξαφανίζει το προσωπικό κόστος, εφόσον θεωρώ ότι μετά από ένα δύσκολο ταξίδι πάντα γυρίζουμε καλύτεροι άνθρωποι. Αλίμονό μας εάν περάσει η λαϊκίστικη, αρνητική και απλοποιημένη άποψη που είναι διαδεδομένη στη χώρα μας: «Αυτός φεύγει, τι ανάγκη έχει; Έχει χρήματα». Δεν είναι σωστό. Το ταξίδι είναι προτεραιότητα και κοστίζει πολύ λιγότερο απ' ό,τι όταν κάποιος αλλάζει τα αμάξια σαν τα πουκάμισα ή πηγαίνει στα μπουζούκια.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κούβα


— Κάτι που φοβάστε;

Πολλά και τίποτα. Περισσότερο με φοβίζει η λογιστική διεκπεραίωση της καθημερινότητάς μου, διαδικασία κατά την οποία χάνεται και το πραγματικό νόημα της ζωής. Δεν μπορώ να νιώθω καλά σ' ένα αρρωστημένο περιβάλλον όπου δεν μπορείς να έχεις όνειρα, όπου όλοι λέμε συνεχώς «την υγειά μας να έχουμε», λες και με την πολλή επανάληψη θα τη διασφαλίσουμε! Είναι σαν να έχουμε μετατραπεί όλοι σε βουδιστές μοναχούς που επαναλαμβάνουν το «ομ μάνε πάντμε χουμ», επιδιώκοντας τη γαλήνη σε μια μεταθανάτια ζωή. Μόνο που εδώ δεν είναι Θιβέτ ή Λαντάκ. Δεν γίνεται να είσαι ευτυχής επειδή μπορείς να πίνεις καφέδες και να τρως σουβλάκια. Αυτό δεν είναι καν κουβανοποποίηση της χώρας λόγω μνημονίων, μια και οι Κουβανοί, λίγο-πολύ, έχουν όλοι σχεδόν το ίδιο οικονομικό στάτους, δεν γνωρίζουν τη λέξη «εφορία» και έχουν βρει τρόπους άμυνας. Μοιάζει περισσότερο με αφρικανοποίηση, επειδή σ' αυτή την ήπειρο, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες, παρατηρούνται οι μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Σε πολλές περιοχές, δίπλα στα τζιπ των 8.000 κυβικών, βασιλεύει ακόμα ο αντιπραγματισμός, «σου δίνω ψάρια μου δίνεις λαχανικά». Και, δυστυχώς, κάποιοι «τυχεροί» απόφοιτοι των πανεπιστημίων της χώρας μας κερδίζουν σήμερα ακόμα και 150-200 ευρώ τον μήνα, παρέχοντας μαύρη αδήλωτη εργασία, συντηρούνται από τους γονείς τους κι ελπίζουν. Απόφοιτοι των πολυτεχνικών σχολών στην Κεϋλάνη όχι μόνο βρίσκουν αμέσως δουλειά μετά την αποφοίτησή τους αλλά έχουν για πρώτο μισθό 1.400-1.500 δολάρια. Παρόλο που είμαι λίγο Ανατολίτης αναφορικά με τα μελλούμενα, δεν μπορώ να πω ότι δεν με φοβίζει το τεράστιο χάσμα που δημιουργεί η απορρυθμισμένη παγκοσμιοποίηση μεταξύ πλούσιων και φτωχών, μη εξαιρουμένης της Ελλάδας, φαινόμενο που μελλοντικά θα ενταθεί περισσότερο, καθώς και η μεταφορά των περιβαλλοντικών προβλημάτων των ισχυρών βιομηχανικών χωρών στις φτωχές περιοχές του πλανήτη.


— Ευτυχία τι θα πει;

Ευτυχία είναι η αναζήτηση του προσωπικού παραδείσου, έστω και εάν τελικά κάποιος δεν μπορέσει να τον βρει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του Γάλλου ζωγράφου Πολ Γογκέν, ο οποίος εγκατέλειψε γυναίκα και τέσσερα παιδιά για να βρει τον επίγειο παράδεισό του αρχικά στην Ταϊτή και στη συνέχεια στο νησί Ίβα Όα, το νησιωτικό σύμπλεγμα των Μαρκέσας. Και όμως, ούτε στην Ταϊτή ούτε στο Ίβα Όα βρήκε τον παράδεισο που αναζητούσε. Και στα δύο νησιά υπήρχαν αστυνόμοι, παπάδες και δικαστές που αμαύρωναν την επιθυμία του να βρει την ελευθερία, τον παράδεισο, την ευτυχία. Λίγο πριν πεθάνει, νόμιζε ότι θα την εύρισκε στη Γαλλική Γουιάνα ή ακόμα και στην Ιαπωνία. Πιστεύω ότι η αναζήτηση της ευτυχίας και του επίγειου παραδείσου παραμένει ζωντανή, τουλάχιστον στον νου όλων εκείνων που ονειρεύονται ακόμα.


— Ένα ταξίδι είναι η ζωή μας;

Σίγουρα είναι ένα ταξίδι, εφόσον υπάρχει το «εδώ και το αλλού», η αναζήτηση, η αποκάλυψη, η περιπέτεια, ο κίνδυνος, η ηθική, η ανηθικότητα, ο φόβος, η φυγή, το όνειρο, το πάθος, η χαρά, το σεξ, η δυστυχία, η ευτυχία, η μοναχικότητα, η ουτοπία, η παράνοια, η φτώχεια, η περιπλάνηση, ο τυχοδιωκτισμός κ.λπ. Όλοι οι λαοί του κόσμου πιστεύουν ότι το ταξίδι σε αυτήν τη ζωή, μέσα από τους κώδικες μιας ηθικής δεοντολογίας, αποτελεί τον προθάλαμο για το ταξίδι σε μια άλλη ζωή. Το ταξίδι ερμηνεύει τον περιβάλλοντα κόσμο, συνεχίζει να αντιπροσωπεύει το όνειρο και τη φαντασία στη ζωή του ανθρώπου και τον κάνει να αντεπεξέρχεται σε μια άχρωμη και πεζή πραγματικότητα. Το ταξίδι τον μαθαίνει να αντιστέκεται στο «περιττό».


— Αν επιλέγατε ένα μέρος για να περάσετε το υπόλοιπο της ζωής σας, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;

Δύσκολη ερώτηση. Πιστεύω ότι ένας πραγματικά ισορροπημένος και χορτασμένος από τη ζωή άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει με τα ελάχιστα ακόμα και σε μια σπηλιά και να είναι καλά. Η αναζήτηση της προσωπικής γαλήνης είναι ένα μεγάλο στοίχημα κι έτσι βλέπουμε ανθρώπους που μένουν σε σκήτες, στα πέρατα του κόσμου, να είναι γαλήνιοι και ειρηνικοί, κάτι που δεν συμβαίνει με όσους κατέχουν μεγάλο πλούτο. Σύμφωνα με τον Σαντιάγο στον «Αλχημιστή» του Πάουλο Κοέλιο, το τέλος του ταξιδιού του ήταν η αρχή. Μόνο που για να το ανακαλύψει, έπρεπε να ταξιδέψει. Ο πειρατής Πέδρο Καζάς (Κόντογλου) ευχαριστεί τους προγόνους του που του άφησαν ένα μικρό νησί για ζήσει με ειρήνη. Ζωντανή φύση και βραδύτητα στην καθημερινότητα, ώστε να μπορεί να χωνεύει ο άνθρωπος τα πράγματα που του συμβαίνουν, θα μπορούσαν να ορίσουν τον δικό μου τόπο παραμονής, που μπορεί να μην είναι μόνο ένας. Όνειρο, ωστόσο, παραμένει –μέσα από τις διηγήσεις του Μπερνάρ Μουατεσιέ– το να ζήσω σε 2-3 ατόλες της Γαλλικής Πολυνησίας για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν βυθιστούν από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, λόγω της κλιματικής αλλαγής, όπως και το να επισκεφθώ τους τάφους του Πολ Γκογκέν και του Ζακ Μπρελ στο νησί Ιβα Όα, για να αποτίσω τον ελάχιστο φόρο τιμής σε δύο μεγάλους και «φευγάτους» ταξιδιώτες που αναζητούσαν τον προσωπικό τους παράδεισο στα πέρατα του κόσμου.

Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κούβα
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κεϋλάνη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κεϋλάνη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κεϋλάνη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κεϋλάνη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Κεϋλάνη
Από την Ιάβα στη Ζανζιβάρη: O Στέλιος Βαρβαρέσος έχει ταξιδέψει ως την άκρη του κόσμου Facebook Twitter
Μαρόκο-Άτλαντας

Το βιβλίο του Στέλιου Βαρβαρέσου «Η χαμένη τέχνη του ταξιδιού, από τον ταξιδιώτη στον τουρίστα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Ταξίδια
2

Γιάννης Πανταζόπουλος

Ο Γιάννης Πανταζόπουλος γεννήθηκε το 1984. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Από το 2008 έχει εργαστεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης ως δημοσιογράφος και από το 2014 αποτελεί βασικό μέλος της δημοσιογραφικής ομάδας της έντυπης και ηλεκτρονικής «LiFO». Έχει επιμεληθεί τεύχη ειδικού περιεχομένου της έντυπης LiFO και έχει πάρει συνεντεύξεις από τις κορυφαίες προσωπικότητες της πολιτικής, κοινωνικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.
Mail:  [email protected]

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Χίβα: Αναζητώντας τους Δρόμους του Μεταξιού

Ταξίδια / Ένα ταξίδι στο Ουζμπεκιστάν των παλατιών και των ερειπωμένων προμαχώνων

Οι έμποροι τρώνε γίδα βραστή για πρωινό, οι γυναίκες μοιάζουν με μικρά ουράνια τόξα, ενώ τιρκουάζ τρούλοι υψώνονται προς τον ουρανό. Εκεί, απ' όπου κάποτε περνούσε ο Δρόμος του Μεταξιού, η ζωή κυλάει ήσυχα.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΣ
Ταξίδι στην Οξφόρδη, στην πόλη που έχει μόνο νέους

Ταξίδια / Ένα τριήμερο στην Οξφόρδη των βιβλιοθηκών και του φοιτητόκοσμου

Μια ξενάγηση στην παλαιότερη πανεπιστημιούπολη της Αγγλίας, εκεί όπου ο Τόλκιν έγραψε τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» αλλά και στις τοποθεσίες όπου γυρίστηκαν οι ταινίες του Χάρι Πότερ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η Ζίτσα είναι το τέλειο μέρος για να χτίσεις μια γεμάτη ζωή»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η Ζίτσα είναι το τέλειο μέρος για να χτίσεις μια γεμάτη ζωή»

Ο Κώστας δεν έφυγε ποτέ από τη Ζίτσα, ενώ η Άννα άφησε τη δικηγορία και τη Νέα Υόρκη για να ζήσουν μαζί εκεί, να δουλεύουν τον φούρνο του χωριού, να κάνουν workshops και να φιλοξενούν συναυλίες στη φάρμα τους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο Πέτρος Κέλλας βρήκε τον παράδεισό του στο Περιβόλι Γρεβενών

Γειτονιές της Ελλάδας / Ο Πέτρος βρήκε τον παράδεισό του σε ένα από τα μεγαλύτερα Βλαχοχώρια

Μαζί με τη σύζυγό του μετακόμισαν στην καρδιά της Βάλια Κάλντα, στο Περιβόλι Γρεβενών, που τον χειμώνα μετρά μόλις δέκα μόνιμους κατοίκους – και δεν το μετανιώνουν.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Μπουλούκι, ένα περιοδεύον εργαστήριο για τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης, βάζει το δικό του -σημαντικό- λιθαράκι στη διατήρηση της μνήμης και της ζωής στην ορεινή Ήπειρο

Γειτονιές της Ελλάδας / Δύο νέοι αρχιτέκτονες ανακατασκεύασαν τη στέγη ενός σχολείου στα Τζουμέρκα

Το Μπουλούκι, ένα περιοδεύον εργαστήριο για τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης, βάζει το δικό του -σημαντικό- λιθαράκι στη διατήρηση της μνήμης και της ζωής στην ορεινή Ήπειρο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Δοτσικό Γρεβενών

Γειτονιές της Ελλάδας / Πήρε μόλις 5 δευτερόλεπτα στην Εύα για να αποφασίσει να αναλάβει το καφενείο στο Δοτσικό

Μια τριαντάχρονη διοργανώνει τέκνο πάρτι σε ένα καφενείο, σε ένα κυριολεκτικά «αγγελοπουλικό» σκηνικό με έξι μόνιμους κατοίκους στη Βόρεια Πίνδο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Στον Σίβα της Κρήτης βρίσκεται ένα από τα πιο ιδιαίτερα καφενεία της Ελλάδας

Ταξίδια / Στον Σίβα της Κρήτης βρίσκεται ένα από τα πιο ιδιαίτερα καφενεία της Ελλάδας

Στο προπολεμικό στέκι του Κώστα Αργυράκη, στην πεδιάδα της Μεσαράς, θα συζητήσεις για τον Νίτσε και τον Καζαντζάκη και θα θαυμάσεις έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ