Ο ΧΩΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ελληνικού ποπ-ροκ επιφυλάσσει ακόμη πολλές εκπλήξεις, και μάλιστα κινούμενες σε διαφορετικά επίπεδα.
Κατ’ αρχάς ανακαλύπτεται, συχνά, άγνωστο ηχογραφικό υλικό, που πολλές φορές είναι πρώτης τάξεως, και που δίνει ένα ακόμη πιο ξεκάθαρο στίγμα, αναφορικά με το τι ακριβώς παραγόταν εκείνα τα χρόνια, στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 – ασχέτως αν αυτό έφθανε, εγκαίρως, στη δισκογραφία.
Έπειτα είναι τα πληροφοριακά στοιχεία, που έχουν να κάνουν με τις διασυνδέσεις και τις μετακινήσεις των μουσικών, από το ένα συγκρότημα στο άλλο, όπως και με τους επαγγελματικούς χώρους στους οποίους εμφανίζονταν – στοιχεία που μας αποκαλύπτουν όλο το πλέγμα της νεανικής διασκέδασης, των παλαιών δεκαετιών.
Ένα τρίτο έχει να κάνει με τα ονόματα αυτά καθ’ αυτά των μουσικών, που απάρτιζαν εκείνα τα νεανικά σχήματα – μουσικοί, που, πολλές φορές, ήταν κάτω των 20 ετών. Πολλοί εξ αυτών μπορεί να έκαναν το χόμπυ τους, παίζοντας τη μουσική που τους άρεσε, αλλά υπήρχαν και πολλοί άλλοι, που δούλευαν από μικροί (κατά τα ειωθότα της εποχής), ως επαγγελματίες μουσικοί, γιατί υπήρχαν οικονομικές ανάγκες. Στην πράξη λέμε για μερικές χιλιάδες μουσικούς, αφού τα νεανικά συγκροτήματα ήταν εκατοντάδες, ανάμεσα στους οποίους συναντάμε πάρα πολλά, πασίγνωστα, αργότερα, ονόματα.
Τι κάνει ο Νίκος Σάρρος σ’ αυτό το βιβλίο; Εν τάχει. Καταγράφει δεκάδες συγκροτήματα της ελληνικής ποπ και του ροκ από την δεκαετία του ’60, γνωστά και άγνωστα, με δισκογραφία ή όχι, δίνοντας όλα τα απαραίτητα εγκυκλοπαιδικά στοιχεία, συνοδεύοντας τα γραφόμενά του με πάμπολλες και σπάνιες φωτογραφίες.
Τώρα, όλες αυτές τις πληροφορίες, μαζεμένες, τις παίρνεις βασικά από το βιβλίο του Νίκου Σάρρου «Τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα των sixties / Ένα φωτογραφικό λεύκωμα», που έκανε πριν από λίγο καιρό (Ιούνιος 2023) την δεύτερη έκδοσή του, για το Όγδοο.
Για την πρώτη έκδοση αυτού του βιβλίου είχαμε γράψει πριν από οκτώ χρόνια (30 Μαρ. 2015), εδώ στο LiFO.gr και αν, τώρα, το επιχειρούμε και πάλι είναι γιατί η νέα έκδοση διαφέρει, αρκετά, από την προηγούμενη. Πριν, όμως, από τις διαφορές...
Τι κάνει ο Νίκος Σάρρος σ’ αυτό το βιβλίο; Εν τάχει. Καταγράφει δεκάδες συγκροτήματα της ελληνικής ποπ και του ροκ από την δεκαετία του ’60, γνωστά και άγνωστα, με δισκογραφία ή όχι, δίνοντας όλα τα απαραίτητα εγκυκλοπαιδικά στοιχεία, συνοδεύοντας τα γραφόμενά του με πάμπολλες και σπάνιες φωτογραφίες. Προφανώς οι πηγές του συγγραφέα-ερευνητή δεν είναι τα περιοδικά, οι δίσκοι, οι εφημερίδες, τα βιβλία κ.λπ., αλλά οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας, οι οποίοι, μέσα από τις σχετικές επαφές, τον εφοδιάζουν με πληροφορίες και φωτογραφίες.
Με άλλα λόγια υπάρχει πολύ πρωτογενές υλικό εδώ. Υλικό, που δεν θα βρεθεί σε καμία άλλη πηγή (ιντερνετική ή μη) και υπό αυτή την έννοια η δουλειά του Νίκου Σάρρου είναι μοναδική και βεβαίως πολύτιμη, για όλους τους φίλους των ελληνικών μουσικών σίξτις. Όσον αφορά, όμως, στην νέα έκδοση...
Κατ’ αρχάς τα συγκροτήματα, τώρα, καταγράφονται αλφαβητικά και όχι τυχαία, όπως στο βιβλίο του ’15. Έπειτα έχουν διορθωθεί κάποιες αβλεψίες. Για παράδειγμα στη νέα έκδοση υπάρχει κανονικό λήμμα για τους Up Tight, που ήταν ένα από τα καλά και γνωστά γκρουπ των ελληνικών σίξτις, ενώ στην παλαιά έκδοση οι Up Tight καταγράφονταν στο λήμμα “Cool Cats” (δηλαδή κάτω από ένα άγνωστο γκρουπ, που είχε αποτελέσει, απλώς, τον προπομπό τους).
Περαιτέρω, στην πρώτη έκδοση του 2015 τα λήμματα ήταν 165 (απ’ αυτά τα 165 γκρουπ τα 70 περίπου δεν είχαν δισκογραφήσει), ενώ οι φωτογραφίες ήταν περισσότερες από 600! Αυτά τα ούτως ή άλλως εντυπωσιακά νούμερα είναι ακόμη πιο μεγάλα(!) στην πιο νέα έκδοση (οι φωτογραφίες είναι τώρα κοντά στις 650!) – και τούτο είναι ό,τι πιο σημαντικό μπορούμε να πούμε για το συγκεκριμένο βιβλίο, που «ανεβαίνει» ακόμη περισσότερο και που, πρακτικά, τελειοποιείται.
Προσωπικώς, μέτρησα περί τα 20 γκρουπ, που δεν υπήρχαν στην έκδοση του 2015 και αναγράφονται στην δεύτερη, όπως είναι οι Dave Set, οι Esquires, οι GLX, οι Shooting Stars και άλλοι διάφοροι.
Απ’ αυτούς τους «διαφόρους», όμως, κάποια γκρουπ έχει νόημα να αναφερθούν ξεχωριστά, επειδή μέλη τους υπήρξαν γνωστά ή και πασίγνωστα, τα μετέπειτα χρόνια, ονόματα.
Φυσικά, τέτοια ονόματα υπήρξαν σε συγκροτήματα, που καταγράφονταν και στην πρώτη έκδοση –Ντέμης Ρούσσος, Λουκάς Σιδεράς (Beatniks), Βασίλης Παπακωνσταντίνου (Crosswords), Λάκης Παπαδόπουλος (Dragons), Σταμάτης Σπανουδάκης (ULS), Νίκος Παπάζογλου (Ronnie and Those), Αντώνης Βαρδής (Vikings, Meteors), Στέλιος Φωτιάδης (Rings, Fratelli), Βλάσσης Μπονάτσος (Darks) κ.ά.– όμως στην τωρινή έκδοση του βιβλίου επεκτείνονται, με μερικές πολύ σημαντικές προσθήκες.
DRAGONS - The Forest Of My Place
Έτσι λοιπόν μαθαίνουμε πως ο Γιώργος Νταλάρας εκτός από τους Crazy Boys (για τους οποίους έχει μιλήσει και ο ίδιος στο παρελθόν), συμμετείχε, 17χρονος μόλις, και σ’ ένα άλλο εφήμερο γκρουπ εκείνης της περιόδου, τους Crummy Ones, που το καλοκαίρι του 1966 εμφανίζονταν στο κλαμπ Les Amis της Ηλιούπολης. Μέσα στο φθινόπωρο του ’66 οι Crummy Ones θα διαλύονταν, δίχως να ηχογραφήσουν κάτι.
Ένα άλλο γκρουπ, για το οποίο μαθαίνουμε τώρα για πρώτη φορά, ήταν οι Demoni D’Oro, από την Θεσσαλονίκη. Ουσιαστικά αυτοί ήσαν ενεργοί το 1964, έχοντας στη σύνθεσή τους τον 15χρονο Χρήστο Λυμπιτσούνη, που δεν ήταν άλλος από τον πολύ γνωστό αργότερα τραγουδοποιό, ποιητή, ζωγράφο, ηθοποιό κ.λπ. Χρήστο Λεττονό!
Σε κάποιους Happy Monks, που κινούνταν προς Αιγάλεω-Χαϊδάρι στο ξεκίνημά τους, θα περνούσε για ένα μικρό διάστημα σαν πιανίστας (τέλη ’65) ο 20χρονος και πολύ γνωστός, λίγο αργότερα, συνθέτης του Νέου Κύματος Λίνος Κόκοτος!
Στους Hoodoos, από τον Πειραιά, που επίσης δεν αναφέρονται με δικό τους λήμμα στο πρώτο βιβλίο, βασικό μέλος τους ήταν ο επίσης γνωστός αργότερα τραγουδοποιός και κιθαρίστας Φώτης Ιωαννάτος (Photis Ionatos), αδελφός της Angélique Ionatos, με δίσκους σε Γαλλία και Βέλγιο στην δεκαετία του ’70 και ο οποίος εξακολουθεί και σήμερα να ηχογραφεί.
Lovely Kids ήταν η ονομασία ενός συγκροτήματος, από το Παλαιό Φάληρο, το 1966, ντράμερ στο οποίο ήταν ο 15χρονος, τότε, Νίκος Καρβέλας! Για πρώτη φορά βλέπουμε φωτογραφία αυτού του γκρουπ, στην νέα έκδοση του βιβλίου του Νίκου Σάρρου.
Ένα άλλο γκρουπ, με ξεχωριστό λήμμα σ’ αυτή τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου «Τα ελληνικά μουσικά συγκροτήματα των sixties» είναι και οι Letters από το Χαϊδάρι. Το συγκρότημα εμφανίζεται στο Τουριστικό Περίπτερο Δαφνίου, το 1968, έχοντας για τραγουδίστρια την 19χρονη Ρένα Παγκράτη!
Σημαντική έλλειψη της πρώτης έκδοσης συνιστούσε η μη-αναφορά στους Shooting Stars, από το Χαλάνδρι – ενός συγκροτήματος, που, εν αντιθέσει με όλα τα προηγούμενα, είχε καταφέρει να κυκλοφορήσει δίσκο. Τούτο είχε συμβεί, επειδή ο Νίκος Σάρρος δεν είχε κατορθώσει να εντοπίσει όλο εκείνο το υλικό (φωτογραφίες και πληροφορίες), που θα είχε θέση στο βιβλίο του. Το εντόπισε μετά, βεβαίως, και κάπως έτσι διαβάζουμε για τους Shooting Stars στην πιο νέα έκδοση. Να πούμε λοιπόν πως οργανίστας του γκρουπ, από τα μέσα του 1968, έως τις αρχές του ’69, ήταν ο Θάνος Μικρούτσικος!
Οι Shooting Stars είχαν εμφανισθεί το 1965 στην ταινία του Γιώργου Παπακώστα «Λολίτες της Αθήνας» (με Μίρκα Καλατζοπούλου, Δημήτρη Μυράτ και Ζέτα Αποστόλου), ενώ είχαν κατορθώσει να γράψουν κι ένα δισκάκι (πριν μπει ο Θ. Μικρούτσικος στην ομάδα) με τα τραγούδια «Don’t have in me faith / Τίποτε δεν έχει μείνει», που θα κυκλοφορούσε το 1968 σε δύο διαφορετικές εκδόσεις (σε ετικέτες Festival και Regina Records). Το πρώτο τραγούδι είναι ένα από τα καλύτερα ελληνικά garage του ’60 και αξίζει να το ακούσουμε...
SHOOTING STARS - Don't Have In Me Faith
Μνεία επίσης σε δύο ακόμη γκρουπ, με δισκογραφία, που έλειπαν από την προηγούμενη έκδοση και που καταγράφονται σ’ αυτήν.
Πρώτα οι Esquires Beat Group, που τους αποτελούσαν δυνατοί μουσικοί, όπως ο κιθαρίστας Τάκης Σέμπος (που είχε περάσει και από τους M.G.C., με Δημήτρη Πουλικάκο κ.ά.) και ο μπασίστας Γιάννης Κύρης (από τους U.L.S. του Σταμάτη Σπανουδάκη) και οι οποίοι είχαν ηχογραφήσει δύο 45άρια στην Pan-Vox, το διάστημα 1967-68 (το ένα αγγλόφωνο, με ξένα soul κομμάτια, παρότι οι ίδιοι δεν ήταν soul group, και το άλλο ελληνόφωνο, επίσης με διασκευές).
Έπειτα οι Dave Set, του κιθαρίστα David Grunstein, που συμμετείχε στα «Νέγρικα» (1975) του Μάνου Λοΐζου και τον οποίον βρίσκουμε πίσω από πολλούς ελληνικούς δίσκους, με διάφορες ιδιότητες (οργανοπαίκτης, συνθέτης, ηχολήπτης, παραγωγός). Οι Dave Set θα γράφανε δύο δισκάκια (σε RCA Victor, Olympic) στο διάστημα 1968-69, με καλύτερο κομμάτι τους το «Όνειρο παληό λησμονημένο», σύνθεση του τραγουδιστή του «ελαφρού» Σάκη Παπανικολάου, το οποίο διαθέτει ένα περίεργο ψυχεδελικό ξέσπασμα, λίγο μετά το μέσον του, που τραβάει μέχρι το τέλος...
DAVE SET - ΟΝΕΙΡΟ ΠΑΛΙΟ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟ
Αυτές και άλλες πολλές τέτοιου τύπου «εκπλήξεις» μπορείς να τις βρεις στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του Νίκου Σάρρου, στο Όγδοο, που αναπτύσσεται σε μεγάλο και κάπως παραλληλόγραμμο σχήμα, διαθέτοντας 377 σελίδες (347 στην πρώτη έκδοση), προσφέροντας επίσης και κωδικούς QR (διάσπαρτοι στις σελίδες), οι οποίοι, σκαναρισμένοι με το κινητό, μπορούν να σε οδηγήσουν σε πολλά και διάφορα τραγούδια των ελληνικών σίξτις.