Πώς η δημοτική μουσική συναντάει τον Ντεμπισί και ο Γιάννης Κωνσταντινίδης τη σύγχρονη αναζήτηση του φύλου μέσω της drag σκηνής; Δύο ξεχωριστές προσωπικότητες και απαστράπτουσες drag queens, η Νίνα Νάη και η Daglara, υπό τη σκέπη της θεατρικής ομάδας bijoux de kant που ετοιμάζει ένα ορατόριο για το Φεστιβάλ Αθηνών, θα δώσουν τις απαντήσεις. Ή θα θέσουν εκ νέου τις ερωτήσεις.
Ο Μικρασιάτης πιανίστας και συνθέτης Κώστας Γιαννίδης, γνωστός ως Γιάννης Κωνσταντινίδης, αμέσως μετά την Καταστροφή της Σμύρνης βρέθηκε στο Βερολίνο, όπου σπούδασε στην Ανωτάτη Ακαδημία Μουσικής και στο Ωδείο Στερν δίπλα σε σπουδαίους μουσικούς όπως ο Κουρτ Βάιλ και άλλοι. Παρόλο που ήταν αφοσιωμένος στα νέα μουσικά ρεύματα εκείνης της εποχής στη Γερμανία, με το που άρχισε να ανεβαίνει ο ναζισμός επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου για να επιβιώσει εργάστηκε από το 1932 έως το 1950 κυρίως στο ελληνικό μουσικό θέατρο ως μαέστρος και συνθέτης. Η επιτυχία ήταν μεγάλη, καθώς υπέγραψε περί τις 50 οπερέτες, μουσικές κωμωδίες και επιθεωρήσεις. Στο μεγάλο φιλόμουσο και φιλοθεάμον κοινό έγινε γνωστός χάρη σε εμβληματικά τραγούδια που ερμήνευσαν η Δανάη και η Βέμπο, όπως και άλλες λαμπερές τραγουδίστριες και θεατρίνες του Μεσοπολέμου.
Μια μουσική παράσταση με μουσικές που ξεκίνησαν από τα βουνά και τα λαγκάδια μιας Ελλάδας υπό οθωμανικό ζυγό, τις πήρε ένας κοσμοπολίτης Έλληνας συνθέτης του 20ού αι. και τις μεταμόρφωσε σε κάτι τελείως νέο.
Παράλληλα, ως Γιάννης Κωνσταντινίδης έγραψε συμφωνικά έργα, κομμάτια για πιάνο, μουσική δωματίου και πολλά τραγούδια εμπνευσμένα από το ελληνικό δημοτικό τραγούδι. Αυτά ακριβώς τα τραγούδια επιστρατεύει ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης για την παράσταση-ορατόριο που θα παρουσιάσει στην Πειραιώς 260 με τίτλο «Τραγούδια του ελληνικού λαού».
Ο εικαστικός σκηνοθέτης της ηδυπάθειας και της βλάσφημης ελληνικότητας, λίγο πριν από την πρεμιέρα μίας ακόμα ανατρεπτικής παράστασης, εξηγεί: «Πρόκειται για έργα του Γιάννη Κωνσταντινίδη επάνω στην ελληνική δημοτική μουσική και παράδοση, έργα που εμπνέονται από λαϊκούς ρυθμούς και παραδοσιακές μελωδίες από όλη την Ελλάδα. Τα μετακινεί σε ένα δυτικότροπο μουσικό ύφος, κάτι μεταξύ γερμανικού λιντ και ιμπρεσιονιστικού μουσικού ιδιώματος. Υπήρξε ο κατεξοχήν Έλληνας συνθέτης που δέχτηκε μεγάλη επιρροή από την ευρωπαϊκή μουσική κουλτούρα. Σήμερα διδάσκεται στα ωδεία ως ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες σοβαρής μουσικής».
«Στην παράσταση θα ακουστούν τέσσερις κύκλοι τραγουδιών ‒της προσμονής, της αγάπης, του ελληνικού λαού και τα ελαφρά‒, καθώς και σπουδές πάνω σε ελληνικούς λαϊκούς ρυθμούς. Είκοσι τραγούδια, ανάμεσά τους τα “Μωρή κοντούλα λεμονιά”, “Τ’ ακούς, μαυριδερούλα μου”, “Τα ματάκια σου τα μαύρα”, “Μα τι το θέλ’ η μάνα σου”, “Ερινάκι” και η “Μαλάμω”, τα οποία θεωρώ ερωτικά μοιρολόγια που έχουν ταξιδέψει σε όλη την ύπαιθρο και νησιωτική χώρα και πολλές περιοχές ερίζουν για την πατρότητά τους. Ένα τραγούδι που το συναντάμε στη Θεσσαλία το συναντάμε και στη Μυτιλήνη και στη Θράκη, κάθε φορά λίγο διαφοροποιημένο. Πρόκειται για μια διαρκή μετακίνηση και μεταμόρφωση. Από εκεί ξεκίνησε η ιδέα της μεταμόρφωσης, δηλαδή του drag. Κι αυτό γέννησε την ιδέα για ένα drag ορατόριο. Για μία ακόμα φορά προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε τα όρια και τις ταυτότητές μας, που όσο περνάει ο καιρός πιστεύω ότι γίνονται όλο και πιο ρευστές. Δεν ξέρω καν αν υπάρχουν ταυτότητες, αλλά θέλουμε να διερευνήσουμε ποιες είναι αυτές που συνθέτουν, εκτός από το εθνικό αφήγημα, τις σταθερές αξίες και κάτι έξω από αυτό».
Παρόλο που έχουν υπάρξει ηχογραφήσεις των συγκεκριμένων τραγουδιών από τη γνωστή υψίφωνο Σόνια Θεοδωρίδου και άλλες λυρικές φωνές, αυτά τα έργα είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό. Θα καταφέρει αυτή η νέα και ουσιαστικά κουίρ παράσταση-κονσέρτο να τα κάνει κτήμα όσων παρευρεθούν; Ο σκηνοθέτης λέει: «Με τον Γιώργο Ιατρού ως Νίνα Νάη, τον Νίκο Τσιρώνη ως Daglara και τον μαέστρο Γιώργο Ζιάβρα που εργάζεται στη Γερμανία, με τον Αλέξανδρο Παπαδόπουλο που έγραψε κείμενα για την παράσταση και τον Κωνσταντίνο Σκουρλέτη στη σκηνογραφία ετοιμάζουμε ένα drag show επάνω σε ένα catwalk, μια πασαρέλα που υπογραμμίζει τη μυθολογία της drag κουλτούρας. Ο Νίκος Τσιρώνης μεταμορφώνεται σε ένα πλάσμα του μύθου, σχεδόν εξωγήινο. Η παράσταση εξελίσσει την προβληματική που είχε ξεκινήσει με το πρότζεκτ “Μια βοσκοπούλα αγάπησα” που είχαμε κάνει στη Λυρική Σκηνή με τον Μάρκελλο Χρυσικόπουλο το 2021, βασισμένο στις αναμνήσεις του Λουί-Αλμπέρ Μπουργκό-Ντικουντρέ από μια μουσική αποστολή στην Ελλάδα το 1875. Ο Μπουργκό-Ντικουντρέ ήταν Γάλλος μουσικός που αφού μελέτησε δημοτικούς παραδοσιακούς ήχους της Ελλάδας με ζουρνάδες και κλαρίνα, όταν επέστρεψε στο Παρίσι, τους μετέγραψε σε δυτικό τρόπο».
Αν, λοιπόν, σε εκείνη την παράσταση του ’21 το Παρίσι συναντούσε την ελληνική ύπαιθρο, τώρα είναι σαν η ελληνική ύπαιθρος να συναντάει το Παρίσι. Μια μουσική παράσταση με μουσικές που ξεκίνησαν από τα βουνά και τα λαγκάδια μιας Ελλάδας υπό οθωμανικό ζυγό, τις πήρε ένας κοσμοπολίτης Έλληνας συνθέτης του 20ού αι. και τις μεταμόρφωσε σε κάτι τελείως νέο. Η παράσταση δεν θα μπορούσε να μην αγγίξει τους σύγχρονους προβληματισμούς του μετα-φεμινισμού και των ΛΟΑΤΚΙ+ ακτιβιστικών κινημάτων. Ο Γιάννης Σκουρλέτης συμπληρώνει: «Αυτή η μετακίνηση χρησιμοποιείται ως όχημα για να μιλήσουμε για τις ρευστές ταυτότητές μας, την πατριαρχία, τη μητριαρχία, τα στερεότυπα, το εθνικό αφήγημα, για όλα εκείνα τα ζητήματα που θέτουμε για να καταλάβουμε τι συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας».