Σωστή διαδήλωσις χθές στον καραγκιόζη του Μόλλα, παρά τους στύλους του Ολυμπίου Διός.
Νέον έργον: «Δημαρχιακές εκλογές».
Υποψήφιοι, όπως κυβερνήσουν την πόλιν είνε ο μπάρμπα- Γιώργος και ο σόρ Διονύσιος. Το έργον αρχίζει με μια σκηνή μεταξύ πασά και Χατζηαβάτη. Ο πασάς λέγει: «Εγώ ως στρατιωτικός δεν αναμιγνύομαι, αλλά πρέπει να σού πώ ότι κανείς από τους υποψηφίους δεν με ικανοποιεί. Ο μπάρμπα-Γιώργος είνε τίμιος και καλόψυχος αλλά του λείπει η εξωτερική πολιτική. Ο σός Διονύσιος πάλι είνε αρχοντοξεπεσμένος και μόλις έλθη στην αρχή θ’ αρχίση τα μακροβούτια και θα κυττάξη να γίνη πλούσιος εις βάρος του λαού. Την ίδια γνώμη έχει και ο Βεζύρης».
Και τότε ο Χατζηαβάτης υποβάλλει την πρότασιν: «Σήμερα φθάνει από την Αμερικήν, με το εξπρές, ένας ευφυέστατος απέραντος νούς, πού έχει κάμει είς όλες της μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού. Αυτός είνε για μας». Ο σωτήρ της πόλης είνε ο Καραγκιόζης!
Ο Βεζύρης το μαθαίνει και ανακουφίζεται. Το σεράϊ θα υποστηρίξη τον Καραγκιόζη!
Βλέπει ο θεατής την αμαξοστοιχία να περνά από τον μπερντέν και τον Καραγκιόζη από ένα βαγόνι της α’ θέσεως να χαιρετά τα πλήθη. Ανεβαίνει στο καλύβι του και εκφωνεί τον προγραμματικόν του λόγον:
«Αξιότιμοι συμπολίται. Όλως παραδόξως βλέπω ότι ήλθατε να με υποδεχθήτε ενθουσιωδώς. Έχω κάμει σε πολλές εταιρείες και υπόσχομαι να σας κάμω όλους ευτυχισμένους. Ήμουνα στην εταιρεία Καμόρρα, στην Μαφία, στην εταιρεία της Μαύρης Χειρός και διετέλεσα και συνεταίρος του Άλ Καπόνε. Το πρόγραμμά μου είνε το εξής: Θα γκρεμίσω τον Υμηττό για νάρχεται ο ήλιος μια-δυό ώρες ενωρίτερα στην Αθήνα. Η Αθήνα θέλει ήλιο. Επίσης θα τοποθετήσω ένα μεγάλο φυσερό στο Λυκαβηττό για να σας κάνω αέρα το καλοκαίρι»
-«Αέρα! Αέρα!», διακόπτουν τα ενθουσιώντα πλήθη. Ο Καραγκιόζης πηγαίνει να ενεργήση τά της εκλογής και εμφανίζεται ο σόρ Διονύσιος με κομματάρχας τον Σταυράκη και τον Νώντα, οι οποίοι δηλούν ότι τα χρήματα ετελείωσαν και ζητούν κι’ άλλα τάλλαρα. Ο Καραγκιόζης είνε επικίνδυνος.
Αποφασίζεται να συμπράξουν σιόρ Διονύσιος και Μπάρμπα Γιώργος. Δηλαδή, λέει ο Σταυράκης, οι οπαδοί του βλάχου θα ψηφίζουν και μας και εμείς θα μαυρίζουμε τον Μπάρμπα Γιώργο.
Καταφθάνει και ο Μπάρμπα Γιώργος ο οποίος εκθέτει το πρόγραμμά του. Θα καταργήση την Πάουρι και θα επαναφέρη τα λυχνάρια διά να υποστηρίξη την εγχώριον παραγωγήν του ελαίου. Θα βάλη παλούκια σ’ όλους τους δρόμους για να δένη ο λαός τα μουλάρια του. Θα ιδρύση χάνια για να καταλύουν οι ξένοι και να μη εξοδεύονται στα ξενοδοχεία.
«Στα χάνια με τα μουλάρια;» ερωτά κάποιος από το πλήθος. Και ο μπάρμπα Γιώργος απαντά: «Δεν έχουνε ψυχή τα μουλάρια;».
Με ζουρνάδες, με μουσική με ζητωκραυγάς προπέμπει το πλήθος τους δυό υποψηφίους:
Καραγκιόζη ρέ καμπούρη
Θα σού τρίψουμε τη μούρη.
Τραγουδάει ο κόσμος.
Έρχεται η ημέρα των εκλογών. Είμαστε στο τμήμα. Τρείς κάλπες και από πίσω οι υποψήφιοι. Πρώτη του Μπάρμπα Γιώργου, Δευτέρα του σόρ Διονύσιου και Τρίτη του Καραγκιόζη. Πρώτος προσέρχεται να ψηφίση ο Τσανακόλιας, χωριάτης πού μαυρίζει τον Καραγκιόζη. Έρχονται κι’ άλλοι. Ο Καραγκιόζης μαυρίζεται. Παίρνει το τηλέφωνον και καλεί το σεράϊ. «Με λυσσάξανε στο μαύρο. Με θάψανε. Ακόμα δεν έκανα σεφτέ στα άσπρα».
Επί τέλους έρχονται οι φίλοι του Καραγκιόζη και οι απεσταλμένοι του σεραγιού. Ο Καραγκιόζης ψηφίζεται. Εις τους φίλους του αφού ψηφίσουν ο Καραγκιόζης γυρίζει και λέει κρυφά: «Ξαναπέρασε γρήγορα να ξαναψηφίσης».
Γίνεται η διαλογή. Το πλήθος και οι υποψήφιοι περιμένουν τα’ αποτελέσματα. Εξάγονται τ’ αποτελέσματα των περιχώρων. Ο Καραγκιόζης έχει βουλιάξει. Σε 2000 ψήφους παίρνει 11. Εις άλλο τμήμα επί 800 ψήφων παίρνει 1. Και ο Καραγκιόζης παρατηρεί σε θρηνώδη τόνο: «Κατά λάθος θα τούπεσε ο ένας στο «ναι».
Ο Μπάρμπα Γιώργος τώχει βέβαιο πώς επέτυχε. Στέλνει μήνυμα στο χωριό να σφάξουν 500 προβατίνες.
Αλλ’ έρχονται τα αποτελέσματα της πόλεως. Ο Καραγκιόζης θριαμβεύει. Σ’ ένα τμήμα επί 3800 πού εψήφισαν παίρνει στο «ναι» 4000! «Το πρώτο νεκροταφείο!» ψιθυρίζει ο Καραγκιόζης. Επί τέλους εκλέγεται. Ευχαριστεί τον λαόν διά των εξής:
«Δεν εκλέξατε, αξιότιμοι κύριοι, τον Καραγκιόζη σήμερον, αλλά τον λαόν, διότι ο λαός είνε Καραγκιόζης. Εκλέξατε λοιπόν τον λαόν». Διαλυθήτε ησύχως και περάστε αύριο να σας διορίσω ούλους σε δημόσιες θέσεις».
Ο κόσμος διαλύεται και ο Καραγκιόζης μπαίνει στο καλύβι του και παίρνει το καταβρεχτήρι. Έρχεται πρώτος ο Χατζηαβάτης να τον συγχαρή και τον αρχίζει στο κεφάλι ο Καραγκιόζης με το καταβρεχτήρι. Με τον ίδιο τρόπο ευχαριστεί και τον πασά, ακόμη και τον Βεζύρη.
Μένων μόνος και μη έχοντας άλλον να ευχαριστήση, γυρίζει το καταβρεχτήρι και βαρεί το κεφάλι του…
Ο κόσμος παρηκολούθησε την παράσταση με αδιάπτωτη ευθυμία. Ήταν γέλιο ανάβρυτο, γέλιο από την καρδιά. Το λαϊκό πνεύμα, γνήσιο και αληθινό σπιθοβολούσε σε κάθε στιγμή. Τη δροσιά αύξανε το αβίαστο γέλιο του πλήθους, η ατμόσφαιρα της ευχαριστήσεως, του κεφιού πού επεκράτει από την αρχή ως το τέλος. Αν υπάρχουν θεάματα των οποίων η επιτυχία είνε περίεργη, ανεξήγητη, στον Καραγκιόζη καταλαβαίνει κανείς γιατί ο κόσμος ευχαριστείται. Του δίνει κάτι από τη ζωή του και το δίνει με τρόπο καθαρό και έξυπνο.
Βασισμένο σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Αθηναϊκά Νέα»
Για περισσότερα «εκλογικά» και όχι μόνο βλέπε Παλιά Αθήνα
σχόλια