«Μεγάλοι συγγραφείς, μικροί συγγραφείς, άγνωστα ονόματα, ονειροπόλοι της μεγάλης δόξης που δεν εξεκινήσατε ακόμη, φτασμένοι συγγραφείς της μεγάλης κυκλοφορίας, σοφοί επιστήμονες με τα σοφώτερα συγγράμματα, άσοφοι άνθρωποι με εμβρίθιαν και δοκησίσοφοι που ελπίζετε να φτιάξετε όλα τα κακώς κείμενα εις τον κόσμον αυτόν... ενθάδε κείνται τα έργα της μεγαλοφυούς διανοίας σας!
Ενθάδε κείνται τα όνειρά σας και η φήμη σας. Αι ελπίδες και τα φτερουγίσματά σας. Αι σοφαί σας γνώμαι και τα σκιρτήματα της φαντασίας σας!
-Πόσο έχει μπάρμπα τούτο δώ;
-Τρία τάλληρα παιδί μου.
-Τρία τάλληρα; Θα αστειεύεσαι. Ένα και πολύ σου είνε!
Και ας αναφέρη το βιβλίον ονομαστικήν τιμήν δραχμάς τριάκοντα!
Είνε ένα πρωτότυπον εμπόριον του ποδαριού, που απεκρυσταλλώθη σε αθηναϊκόν θεσμόν. Μπροστά εις την Ακαδημίαν και το Πανεπιστήμιον, επάνω στα μαρμάρινα κράσπεδα του αυλογύρου των είνε απλωμένον και προσφέρει το πλούσιον περιεχόμενον του το υπαίθριον βιβλιοπωλείον. Και τι δεν μπορείτε να βρήτε μέσα εκεί εις της σειρές των βιβλίων, που ψήνει όλην την ημέρα ο ήλιος!
Έχετε παρακολουθήσει αυτό το πρωτότυπον βιβλιοπωλείον τας ώρας της εργασίας του; Η πελατεία του είνε κατ' εξοχήν παρσαλοειδής. Διότι μη πιστεύετε πως δεν έχει πελατείαν. Έχει πρώτα-πρώτα όλους τους περαστικούς του δρόμου.
Από τα σοφά πανεπιστημιακά συγγράμματα έως τους βίους των αγίων και από τα διδακτικά βιβλία έως τους άθλους του καραγκιόζη, από την πεζήν και έμμετρον τέχνην έως «τα μυστικά του συζυγικού βίου» αντιπροσωπεύεται εις της ξεθωριασμένες σειρές του έντυπου χάρτου όλη η φιλολογική παραγωγή του τόπου, που ξεκινά θορυβωδώς από της πολυτελείς βιτρίνες των βιβλιοπωλείων και καταλήγει βραδέως μεν αλλά ασφαλώς εις το υπαίθριον πνευματικόν εμπορικό, όπου παζαρεύεται με τον ιδιοκτήτην του όπως ακριβώς παζαρεύονται τα σπανάκια, η πατάτες ή τα ψάρια εις τα λοιπά υπαίθρια καταστήματα της αγοράς.
Η κοινή τραγική τύχη έχει καταργήσει τους φραγμούς που υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων εντύπων. Λέτε και τα δύσμοιρα αυτά πνευματικά τέκνα των παντοειδών συγγραφέων, αισθάνοντα το κατάντημά τους και δεν έχουν πλέον τα εγωϊστικά εκείνα αισθήματα που έχει κανείς εις τα ημέρας της ευτυχίας του. Η δυστυχία αδελφώνει! Τι συγκινητικά τετ-α-τετ για ένα καλόν παρατηρητήν! Το βιβλίον του πτωχού ποετάστρου με τον δευτέρας ποιότητος λυρισμόν του και τα συγκεχυμένα μεταφυσικά ποίηματά του ακουμπά φιλικώτατα επάνω εις τους λογαριθμικούς πίνακας και το εμβριθές έργον του επιστήμονος ευρίσκει φιλόξενον προσκέφαλον τας φανταστικάς περιπετείας του μυθιστοριογράφου, το επαναστατικόν έργον που περνά δεκατέσσαρες τον αστισμόν κλίνει φιλικώτατα επάνω στο φοβερώτερον υβρεολόγιον του κομμουνισμού και ο οδηγός της οικοκυράς που συνιστά εις της γυναίκες να αφοσιωθούν εις την αγάπη της κουζίνας ευρίσκεται πλάι ακριβώς από το έργον της ανοήτου σουφραζέττας που καλεί εις επανάστασιν τα θηλυκά ολοκλήρου της οικουμένης.
Είνε απλωμένα εκεί επάνω εις το μάρμαρον εις μίαν εύρυθμον ακαταστασίαν βιβλία για κάθε όρεξιν και γούστο, για κάθε νοοτροπία και αντίληψιν. Για τον εγγράμματον και τον αγράμματον. Για τον μαθητήν, τον φοιτητήν και τον εμποροϋπάλληλον. Βιβλία που κάνουν τον γύρο της πόλεως –πολλά έχουν κάνει και τον γύρο του κράτους- βιβλία που εμόρφωσαν, εφώτισαν, εδίδαξαν, συνεκίνησαν, εξηγρίωσαν, ερέθισαν την φαντασίαν, εξήψαν τα μυαλά και εγύρισαν κουρασμένα , κατεστραμμένα, ξεσχισμένα, ξεθωριασμένα να ξαναρχίσουν το έργον τους.
Και είνε και βιβλία καινούργια που δεν εχωρίσθησαν ακόμη η σελίδες τους, που δεν ανοίχτηκαν ακόμη. Τα τραγικώτερα βιβλία!
-Είνε καινούργιο κύριε! Ολοκαίνουργιο. Στο δίνω στη μισή τιμή.
-Ευχαριστώ... Δεν μου χρειάζεται!
Έχετε παρακολουθήσει αυτό το πρωτότυπον βιβλιοπωλείον τας ώρας της εργασίας του; Η πελατεία του είνε κατ' εξοχήν παρσαλοειδής. Διότι μη πιστεύετε πως δεν έχει πελατείαν. Έχει πρώτα-πρώτα όλους τους περαστικούς του δρόμου. Αν συμβή να περάσετε από το μέρος του βιβλιοπωλείου δε μπορεί να μη ανακόψετε το βήμα σας και να μη ρίξετε μια ματιά εις το εκτιθέμενον βιβλιογραφικόν υλικόν.
Ο κάθε άνθρωπος διαβάζει κάτι. Ασχέτως προς το αντικείμενον των μελετών του, έχει κάποιας προτιμήσεις. Και ψάχνοντας για τα 52 παραμύθια, ρίχνει και μια ματιά εις τους τόμους του εμπορικού δικαίου ή ειν την λατινικής γραμματικήν. Κάποτε σταματά και απλώνει το χέρι του εις την «Γκαρσονιέρα της Λιλίτσας» την διαπραγματεύεται, την συμφωνεί και την βάζει εσπευσμένως στην τσέπη του...
Υπάρχουν λοιπόν σήμερα αγορασταί βιβλίων και βιβλίων μάλιστα που πουλιούνται υπό τοιαύτας συνθήκας; Αφού καταφέρουν και ζούν τα βιβλιοπωλεία του πεζοδρομίου θα πή πως υπάρχουν αρκετοί.
Είνε πλάνη το λεγόμενον ότι ο Έλλην δεν διαβάζει. Το τι διαβάζει είνε άλλο κεφάλαιον».
(Αθηναϊκά Νέα 1932 Δημήτρης Ψαθάς)
Η Παλιά Αθήνα περιμένει την επίσκεψή σας
σχόλια