Βαρυφορτωμένη με ατέλειωτα στερεότυπα για χαρακτήρες, πόλεις και αντιλήψεις, αυτή η ελληνοποιημένη μορφή του αμερικανικού «Hangover» δεν αντέχει στη σύγκριση ακόμη και με το πιο αδύναμο κομμάτι της τριλογίας του, το τρίτο, αφού κουβαλά πάνω της όλη την παθογένεια της σύγχρονης ελληνικής κινηματογραφικής ποπ κωμωδίας. Υπάρχει ένας όμιλος ηθοποιών χωρίς την παραμικρή πειθαρχία, όπου ο καθένας ικανοποιεί περισσότερο την περσόνα του και όχι το ίδιο το φιλμ, ενώ είναι παντελής η έλλειψη κινηματογραφικής ματιάς σε χρώματα και πλάνα, δίνοντας την εντύπωση πως παρακολουθούμε τηλεταινία. Είναι και κάτι χειρότερο όμως, η ενασχόληση με μια θεματική που δεν φαίνεται να έχει αλλάξει και πολύ από την εποχή του παλιού ελληνικού σινεμά, που τουλάχιστον τότε ήταν πιο επίκαιρη, και για χάρη της χτίζονται χαρακτήρες-καρικατούρες που μπλέκουν σε αναχρονιστικά ταξικά ή ηθικά διλήμματα που, αντί να εκμοντερνιστούν και να αφορούν έστω και λίγο το σημερινό κοινό, πασπαλίζονται με λίγο σύγχρονο lifestyle για να φαίνονται καινούργια.