Με τη γήινη προσωπικότητα και την απέριττη ερμηνευτική της προσέγγιση στον ρόλο της Εμανουέλ, η Σοφί Μαρσό είναι ο de facto θερμός καταλύτης μιας απόμακρης οικογένειας σε μια ταινία που μας αποκαλύπτει σταδιακά τις αιτίες. Η πρόφαση είναι ένα δραματικό, παρ’ ολίγον τραγικό περιστατικό: ο πατέρας της Αντρέ Μπερνχάιμ εισάγεται εσπευσμένα στο νοσοκομείο με βαρύ εγκεφαλικό και μαζί με την αδελφή της τον παρακολουθούν και φροντίζουν να βελτιωθεί η κατάστασή του, αν και η Εμανουέλ δεν ανησυχεί, γιατί, όπως υποστηρίζει, «ο μπαμπάς πάντα συνέρχεται». Μέγας έμπορος τέχνης και άνθρωπος του κόσμου, εβραϊκής καταγωγής και σνομπ αστός παλαιάς κοπής, ο Αντρέ δεν έκρυψε ποτέ ότι ήταν ομοφυλόφιλος, κάτι που προκάλεσε προβλήματα στην ισορροπία της οικογένειας καθώς και την απόσταση από την πρώην σύζυγό του Κλοντ (Σαρλότ Ράμπλινγκ), η οποία πάσχει από χρόνια κατάθλιψη και Πάρκινσον, ανίκανη πλέον να εκδηλώσει οποιοδήποτε συναίσθημα πέρα από κυνικές, λακωνικές διαπιστώσεις. Βασισμένο στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της Εμανουέλ Μπερνχάιμ, πάλαι ποτέ στενή συνεργάτιδα και σεναριογράφο των ταινιών του Sous le sable, 5x2 και Swimming Pool, το Όλα πήγαν καλά εξερευνά την πολύπλοκη δυναμική μεταξύ της ώριμης κόρης και του γηραιού πατέρα, την εγγύτητά τους σε πείσμα των διαφορών και τη βαθιά αγάπη παρά τις διαφορές και τη συσσωρευμένη πικρία.

 

Η σχέση τους εξελίσσεται σε μια διάσταση κατανόησης και συμπόνιας όταν ο Αντρέ της ζητά να γίνει αρωγός στην υποβοηθούμενη αυτοκτονία που σχεδιάζει. Δεν είναι και τόσο απλή η συγκεκριμένη απόφαση: εκτός από τα αντικειμενικά, νομικά και κοινωνικά εμπόδια, η συμπεριφορά του Αντρέ καλύπτει μια παλέτα εξουθενωτική ακόμη και για τους οικείους του. Από τη μια κάνει σαν μικρό παιδί, κλαψουρίζει και χαϊδεύεται για να αποσπά την προσοχή και από την άλλη εξαπολύει χοντράδες, προσβλητικές και αναπάντεχες, πηγαίνοντας εξοργιστικά κόντρα σε όποιον υποψιαστεί πως του έχει αδυναμία. Πρόκειται για ένα παιχνίδι κυρίως ανάμεσα σε έναν κραταιό και χειριστικό άνδρα που αποκαλύπτει τα πολλά του πρόσωπα, αλλά και τις ατέλειες που δημιούργησαν ψυχικά κενά στη ζωή του, αλλά και των δικών του, και τη γυναίκα που αναγκαστικά μεταβαίνει από τον ρόλο της οργισμένης κόρης στη θέση της νοσοκόμου, ελλείψει συντρόφου. Με σύντομες, σφιχτές σκηνές και διάθεση να παραχωρήσει τον φακό στο ταλέντο των ηθοποιών του δένει με δραματική πειστικότητα τη Μαρσό (μια σχετικά υποτιμημένη Γαλλίδα ερμηνεύτρια ανάμεσα στις πασίγνωστες και πιο ντίβες συμπατριώτισσές της, όπως η Ντενέβ, η Ιπέρ, η Ατζανί αλλά και η Μπινός), σε μία από τις καλύτερες στιγμές της στο σινεμά, κι έναν σπουδαίο βετεράνο, τον Αντρέ Ντισολιέ.