Το υποκριτικό ενδιαφέρον

Το υποκριτικό ενδιαφέρον Facebook Twitter
0

Υπάρχει κάτι χειρότερο από την αδιαφορία για τον άλλο. Το υποκριτικό ενδιαφέρον. Που πήρε μεγάλες διαστάσεις αφότου οι υποκριτές άρχισαν να εκφράζονται μαζικά. Στο facebook και το twitter.

Πρόσφατο και χειρότερο παράδειγμα οι πόρνες με HIV. Kανείς δεν μιλάει πια γι’ αυτές. Αφού διερράγησαν πολλά ιμάτια για τη δημοσιοποίηση του προσώπου τους, τώρα είναι μόνες στη φυλακή – όπου, δεδομένων των συνθηκών υγιεινής, είναι βέβαιο ότι σε λίγα χρόνια θα πεθάνουν ξεχασμένες. Οι Φιλισταίοι που νοιάστηκαν τόσο φανταχτερά για το αν έγινε γνωστό το πρόσωπό τους, βαριούνται ν’ ασχοληθούν με το γεγονός της (θανατικής) καταδίκης τους. Το θέμα κούρασε. Πάμε γι’αλλα!

Δεν είναι πρωτοφανές το υποκριτικό ενδιαφέρον. Ανέκαθεν υπήρχε. Ορισμένοι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη δυστυχία των άλλων - για εντυπώσεις, πλουτισμό, image making ή κάποιο συμφεροντάκι. Ξέρω το άθλημα, διότι, τηρούμενων των αναλογιών, έχω κάνει κι εγώ τουρισμό στη δυστυχία των άλλων. Για λόγους επιπόλαιους.

Στην εποχή του «01», όταν δοκίμαζα πράγματα, είχα πιάσει γνωριμία μ’ έναν γέρο ομοφυλόφιλο που δούλευε σ’ ένα πορνείο της Αγησιλάου. Θα ‘ταν γύρω στα 60, ταλαιπωρημένος. Πηγαίναμε με τον Χρήστο Παρίδη και του κάναμε επίσκεψη. Σε ένα ετοιμόρροπο κουζινάκι, πίσω από τα δωμάτια, είχε στήσει κάτι ανάμεσα σε καμαρίνι θεάτρου και πλυσταριό. Μας κέρναγε νοθευμένο ουίσκι και μίλαγε, μίλαγε, μίλαγε. Σταματούσε μόνο για ν’ αλλάξει ο πελάτης, να του δώσει χαρτί υγείας και να του πλύνει τα χέρια με οινόπνευμα.

Τον είχα πάρει δυο τρεις φορές βόλτα με τη βέσπα μου (Αύγουστο στον Πειραιά, ξημερώματα στο Sigma της Κουμουνδούρου, για φαΐ σε κουτούκια...) και σχεδόν με θεωρούσε φίλο. Ντυνόταν έξαλλα, αλλά τότε η Αθήνα είχε την μονοκόμματη ανοχή του τρίτου κόσμου, που ό,τι είναι δεδηλωμένα εξοστρακισμένο, τελικά το θεωρεί δικό της παιδί, δικιά της αμαρτία. Αυτό το πολύπλοκο, μαγνητικό αίσθημα, το φτιαγμένο από φόβο και τη συμπάθεια που νιώθουν στον βυθό όλοι οι ταπεινωμένοι άνθρωποι, νόμιζα ότι με φέρνει και μένα κοντά του, σε εκείνες τις γειτονιές. Γιατί έπασχα (και πάσχω) από βαθύ αίσθημα μειονεξίας.

Αλλά τη μέρα που ο γέρων «απολύθηκε» από το πορνείο και άρχισε να σαπίζει σε μια χαμοκέλα του Κολωνού, χωρίς «καμαρίνι» πια και «θέατρο», τον έκοψα μαχαίρι, διότι δεν ήταν πια εξωτικός. Και τότε κατάλαβα ότι έπαιζα μαζί του - όπως παίζουν τα πλουσιόπαιδα με τις φτωχές παρθένες. Κι επειδή είδα την κοροϊδία να επαναλαμβάνεται χιλιάδες φορές, κάτω από δεκάδες ψευδωνυμίες, σιχάθηκα το άθλημα και αποφάσισα να κινούμαι μόνο εκεί που μου αναλογεί. Σήμερα, αν τύχει να βρεθώ σε κάποιο κωλάδικο, φροντίζω να είμαι απόμερα κι απλώς να βλέπω.

Για να καταλήξω κάπου: πιστεύω ότι όσοι νοιάζονται στα σοβαρά για τον δίπλα τους, το κάνουν αθόρυβα. Τους νοιάζει να ελαχιστοποιήσουν τον πόνο και όχι να κορδωθούν δημοσίως ως ανθρωπιστές ή εξυπνάκηδες. Και τους ενδιαφέρει η ουσία του κάθε προβλήματος, όχι οι θεαματικές δαντέλες του.

Πιστεύω (επειδή ξέρω πρόσωπα και πράγματα) ότι η συντριπτική πλειονότητα όσων κορδακίζονται στα media υπέρ των αδυνάτων κάνουν ανάλγητη καριέρα πάνω τους, νοιάζονται μόνο για το ταμείο κι έτσι όπως στρέφουν την προσοχή από το ουσιώδες στο επουσιώδες θολώνουν τα νερά, και αντί να λύνουν το πρόβλημα, το διπλασιάζουν.

Προσωπικώς, τους θεωρώ παρενδυτικούς του κυνισμού - και τους περιφρονώ.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ