1.
Δημιουργική Δημοφιλία. Πολλά τα ευπρόσδεκτα παράδοξα στο ελληνικό σύμπαν. Ιδίως στο πώς δεξιωνόμαστε δημιουργούς. Δύσκολοι μουσικοί, δύσκολοι συγγραφείς, δύσκολοι σκηνοθέτες, δύσκολοι εικαστικοί αγκαλιάζονται εδώ, στο αθηναϊκό μας κουλουβάχατο, με αναπάντεχη θέρμη. Θυμάμαι, και θυμίζω, πώς καλοδεχτήκαμε τον Nick Cave και τους Birthday Party όταν ήσαν άγνωστοι παγκοσμίως, πώς έπαθε ωραίο σοκ στο Ρόδον η Lyndia Lunch όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με εκατοντάδες φανατικούς που ήξεραν όλα της τα τραγούδια απέξω, πόσο πείσμον κοινό έχει ο Béla Tarr, τι ωραίος χαμός έγινε τελευταία με το βιβλίο Πόλεμος και Πόλεμος του Laszlo Krasznahorkai (μτφρ. Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Πόλις). Ο Thomas Bernhard (1931-1989) αποτελεί μια τέτοια περίπτωση δημιουργικής δημοφιλίας. Και λέω «δημιουργικής», καθότι εμπνέει και επηρεάζει με τα γραπτά του πολλούς δυναμικούς δημιουργούς που δεν αρκούνται στο να διαβάζουν απλώς τα έργα του αλλά μοχθούν να τα αναπλάσουν, να τα μελετήσουν ξανά και ξανά, να τα ενσωματώσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στο δικό τους δημιουργικό πρόγραμμα. Ο Bernhard συμβαίνει να έχει θαυμάσιους μεταφραστές στα ελληνικά, και να τον έχει εγκολπωθεί ένα πλούσιο σε ιδέες κοινό. Θυμίζω μεταφραστές: Αλέξανδρος Ίσαρης, Βασίλης Τομανάς, Σπύρος Μοσκόβου, Δημήτρης Βάρσος, Ιάκωβος Κοπερτί, Ζήσης Σαρίκας, Γιάννης Περλέγκας, και τώρα Βασίλης Τσαλής.
2.

3.
Δημιουργική Διάπλαση. Ο μεταφραστής Βασίλης Τσαλής υπογράφει και το περιεκτικότατο, μεστό επίμετρο. Αντιλαμβάνεται το γερμανικό πρωτότυπο σαν παρτιτούρα και αναπλάθει, μεταπλάθει, διαπλάθει τις λέξεις, τις φράσεις, τις παραγράφους του Bern hard. Είναι γνωστό ότι ο Αυστριακός δημιουργός είχε σπουδάσει μουσικολογία και είχε φροντίσει να έχουν καταλυτική μουσικότητα τα γραπτά του. Αυτήν τη μουσικότητα τη σεβάστηκε δεόντως, και παιγνιωδώς, ο Τσαλής, ο οποίος άλλωστε είναι σοβαρός γνώστης όχι μόνο της γερμανόφωνης φιλολογίας αλλά και της φιλοσοφίας. Κατάφερε συνεπώς να εντοπίσει και να αποδώσει άριστα τις μουσικολογικές, φιλολογικές και φιλοσοφικές αναφορές του Bernhard στις σελίδες της Πρόζας. Ο Τσαλής σημειώνει εύστοχα ότι ο Bernhard αγαπά τους σκεπτικιστές φιλοσόφους επειδή ακριβώς είναι ατελείς και αδύναμοι, επειδή στέργουν να μιλήσουν για το ψεγάδι και την ανημπόρια και όχι επειδή διακατέχονται από εμμονή για την αλήθεια ή επειδή συγκροτούν ένα συμπαγές, αρραγές, άρτιο σύστημα. Αγαπά τον Μονταίνι, τον Πασκάλ, τον Βολταίρο, τον Νίτσε, τον Σοπενχάουερ και τον Βιτγκενστάιν, αγαπά τη φιλοσοφία, γράφει ο Τσαλής, «επειδή είναι ανήμπορη, αγαπά τα βιβλία που είναι αποσπασματικά, χαοτικά, τα βιβλία στα οποία μπορούμε να ανακαλύψουμε το λάθος».
σχόλια