Eρωτόκριτος ludens

Eρωτόκριτος ludens Facebook Twitter
0

Η γλώσσα και το παιχνίδι είναι οι δυο βασικές έννοιες που ξεκλειδώνουν την παράσταση του Ερωτόκριτου στη σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Η γλώσσα ως μέσο και αντικείμενο εθνικού στοχασμού και το παιχνίδι ως μια φυσική εκδήλωση του ανθρώπινου είδους και του πολιτισμού του, αδιαχώριστη από την (θρησκευτική/πολιτική) τελετουργία και βασική στην τέχνη της αναπαράστασης, το θέατρο.

«Μα καλά, τώρα που καταρρέει το σύμπαν, τι μπορεί να πει στο κοινό η παλιά, έμμετρη μυθιστορία του Βιτσέντζου Κορνάρου, με τις περιπέτειες δυο ερωτευμένων νέων, του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας;». Μην κάνετε αυτήν τη σκέψη. Δεν είναι πολιτικό θέατρο, βέβαια, αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ πιο πολιτική επιλογή από τη σκηνική απόδοση, αυτήν ακριβώς τη στιγμή, ενός εμβληματικού κειμένου του νεότερου ελληνικού πολιτισμού, που γονιμοποίησε με το πιο βαθύ τρόπο την ομιλούμενη ελληνική γλώσσα και το λαϊκό φαντασιακό, σχετικά με τα δεινά αλλά και την απαράμιλλη δύναμη του έρωτα.

Γραμμένος στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα, λίγο πριν από την κατάκτηση της επί 4 αιώνες βενετοκρατούμενης Κρήτης από τους Τούρκους, ο Ερωτόκριτος μιλά τη γλώσσα την ελληνική με τόσο σίγουρο τρόπο που εκπλήσσει - και ταυτόχρονα συγκινεί. «Γιατί δεν είναι απλώς ένας φραστικός, είναι συνάμα ένα ψυχικός και σωματικός τρόπος, που μας φέρνει σύρριζα κοντά στον εαυτό μας», γράφει ο Σεφέρης στις Δοκιμές του. Έχει δίκιο.

H γλώσσα του Ερωτόκριτου καθιστά την επιλογή της σκηνικής μεταφοράς του πράξη πολιτική. Σε μια στιγμή της ιστορίας μας που όλα μοιάζουν υπό κατάρρευση, διασυρμένα και ταπεινωμένα, χωρίς προοπτική κι ελπίδα, τα δίστιχα του Ερωτόκριτου έρχονται να ζωντανέψουν την πιο βαθιά μνήμη, το αίσθημα του ανήκειν, την ελληνική συνείδηση. Θα έγραφα «εθνική» αντί για ελληνική, αλλά σήμερα που οι πολιτικοί -από τους γνωστούς μειοδότες έως τους καινούργιους «προφήτες»- επαναφέρουν στο λεξιλόγιό τους τη λέξη «πατρίδα» για να προσεγγίσουν ψηφοφόρους, η λέξη μοιάζει πρόσφορη σε παρανοήσεις. Η ελληνική γλώσσα, πάντως, είναι ο θησαυρός μας, είναι η Ακρόπολή μας, όπλο και φάρμακο μαζί, ό,τι μας διασώζει από τη διαλυτική δυναμική της εποχής.

Αυτό που συμβαίνει, λοιπόν, στο Ακροπόλ θα μπορούσε ν’ αποτυπωθεί ως εξής: ένα σύνολο ηθοποιών ζωντανεύει με την ανάσα και το σώμα του το γλωσσικό σύμπαν του Κορνάρου. Ο Λιβαθινός προφανώς δεν θέλησε μια φιλολογική σκηνική ανάγνωση, αλλά επεδίωξε να σωματοποιήσει τον λόγο, δείχνοντας ότι ο κρητικός δεκαπεντασύλλαβος δεν απέχει πολύ από τον τρόπο που μιλούν/τραγουδούν για τη ζωή τους οι ράπερ στα σύγχρονα γκέτο των δυτικών μεγαλουπόλεων. Από κάποια τραγούδια που εντάχθηκαν στην παράσταση (η μουσική του Δημήτρη Μαραμή δεν έκρυβε τις τζαζ αναφορές της), ξεκουράζοντας το κοινό από το μετρικό απαρέγκλιτο της ζευγαρωτής ομοιοκαταληξίας, φάνηκε πόσο καλά μπορεί να λειτουργούσε ο Ερωτόκριτος, αν μεταγράφονταν στη φόρμα του μιούζικαλ.

Το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει, νομίζω, τον Ερωτόκριτο του Λιβαθινού έχει να κάνει με το παιχνίδι, έννοια που διατρέχει την τέχνη του θεάτρου από τις απαρχές της ιστορίας, όπως η μίμηση και η αναπαράσταση είναι συνυφασμένες με τον άνθρωπο ήδη από τα πρώτα του βήματα. Από το ξεκίνημά της κιόλας (τα 45 πρώτα λεπτά παίζονται στο προσκήνιο του Ακροπόλ, μπροστά από τη βαριά, βυσσινί, βελούδινη αυλαία) η παράσταση αποκαλύπτει τις προθέσεις της: όλοι οι ηθοποιοί συμμετέχουν στην παρουσίαση των προσώπων της ιστορίας, συστήνουν και συστήνονται μετωπικά προς το κοινό και με παιγνιώδη τρόπο παρουσιάζουν τη γέννηση του έρωτα των δυο νέων, τις περιπέτειες του οποίου θα ξετυλίξουν στη συνέχεια.

Στην κατεύθυνση του αφηγηματικού θεάτρου, όπου ο ρόλος του αφηγητή (Ποιητής) εμπεριέχεται στους άλλους ρόλους και η τριτοπρόσωπη αφήγησή του διαχέεται στον ευθύ λόγο, οι ηθοποιοί της παράστασης θα υποδυθούν συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά θα αναλάβουν να ζωντανέψουν και αρκετά ακόμη δευτερεύοντα με την ελευθερία και την αφαίρεση που χαρακτηρίζει τα παιχνίδια των παιδιών. Ίσως η σκηνή που αποκαλύπτει πιο καθαρά την πρόθεση της σκηνοθεσίας είναι αυτή της γκιόστρας, της κονταρομαχίας των 14 βασιλόπουλων, την οποία οι ηθοποιοί ζωντάνεψαν με μια σειρά απολαυστικών αυτοσχεδιασμών, κωμικών και πέρα από κάθε αίτημα ρεαλιστικής αληθοφάνειας.

Διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με τον τριπλασιασμό του ζεύγους Ερωτόκριτου-Αρετούσας. Από τη στιγμή που είχε τη Νεφέλη Κουρή (μια ηθοποιό που με εξέπληξε με τα προσόντα της, τη φλόγα της ερμηνείας της κι ένα πάθος υπέροχο όσο κι ανοικονόμητο στη νεότητά του) και τον Γιώργο Χριστοδούλου, γιατί από ένα σημείο και μετά αναθέτει τους ρόλους στη Μαρία Ναυπλιώτου και τον Ηλία Μελέτη, και προς το τέλος στη Γιώτα Φέστα και στον Δημήτρη Ήμελλο; Φάνηκε σαν να ήθελε να κρατήσει (πρωταγωνιστικές) ισορροπίες ως προς τους παλαιότερους ηθοποιούς της ομάδας του, εις βάρος της ροής της παράστασης.

Η οποία, επανέρχομαι, στηρίζεται σε βασικά κεφάλαια της ιστορίας του θεάτρου (λαϊκό αυτοσχεδιαστικό θέατρο), σε κεντρικές ιδέες της «βιομηχανικής» μεθόδου του Μέγερχολντ αλλά και στη σκέψη του Γιόχαν Χουιζίνγκα περί του hοmo ludens (του Ανθρώπου που παίζει). Την έννοια του παιχνιδιού υπηρετεί και το καρουζέλ που έστησε ως μοναδικό σκηνικό η Ελένη Μανωλοπούλου, ένα «αντικείμενο» που ακαριαία σε μεταφέρει στον μαγικό κύκλο της λογοτεχνίας («του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνου» είναι ο πρώτος στίχος του Ερωτόκριτου, που παραπέμπει στον περίφημο τροχό της τύχης του ελισαβετιανού θεάτρου), της απολεσθείσας αθωότητας των παιδικών παιχνιδιών και του θεάτρου που την ξανακαινουργιώνει.


Θέατρο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Άκης Δήμου

Θέατρο / «Ζούμε σε καιρούς φλυαρίας· έχουμε ανάγκη τη σιωπή του θεάτρου»

Άφησε τη δικηγορία για το θέατρο, δεν εγκατέλειψε ποτέ τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα. Ο ιδιαίτερα παραγωγικός συγγραφέας Άκης Δήμου μιλά για τη Λούλα Αναγνωστάκη που τον ενέπνευσε, και για μια πόλη όπου η ζωή τελειώνει στην προκυμαία, δίχως να βρίσκει διαφυγή στο λιμάνι της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ