• Γεννήθηκα στην Αθήνα, ληξιαρχικά τουλάχιστον, αλλά μεγάλωσα στον Πειραιά, στη Νίκαια, σε μια προσφυγική συνοικία λόγω της καταγωγής της οικογένειας της μητέρας μου από τη Μικρά Ασία. Εκεί μεγάλωσα και πρόσφατα, μετά από πολλά χρόνια, επέστρεψα στο πατρικό μου.
• Οι γονείς μου δεν είχαν καμία σχέση με τα καλλιτεχνικά και μάλιστα δεν υποστήριξαν αυτό που κάνω από την αρχή – με προόριζαν για μηχανικό. Σε μεγάλο βαθμό, είχαν δίκιο. Γιατί να ενθαρρύνεις το παιδί σου να γίνει καλλιτέχνης; Το σκέφτομαι όσο μεγαλώνω, αλλά, από την άλλη, ποιο επάγγελμα, έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα σε αυτήν τη χώρα, δεν έχει επισφάλεια αυτήν τη στιγμή; Δεν ξέρω μηχανικούς που να είναι καλά, να πληρώνονται, να μην αγχώνονται πώς θα πληρώσουν τα ταμεία τους ή να μην είναι χρόνια στην ανεργία. Είμαι χημικός μηχανικός και πλέον η χώρα έχει αποβιομηχανιστεί. Εκτός από τρόφιμα και καύσιμα, δεν παράγει τίποτα. Οπότε, νομίζω ότι ακόμα κι αυτό το επάγγελμα να είχα ακολουθήσει, όπως θα θέλανε οι γονείς μου, τα ίδια θα αντιμετώπιζα.
• Στην Ελλάδα, αυτά τα 8-9 χρόνια της κρίσης, έγιναν πράγματα που στην Ευρώπη γίνονται σταδιακά. Εμείς είμαστε η «αβανγκάρντ» της κατάστασης αυτής, δυστυχώς. Γίνεται μια προσπάθεια να αποδυναμωθεί και να καταργηθεί σχεδόν το κοινωνικό κράτος και υπάρχει μια τάση μεταφοράς πλούτου, ιδιοκτησίας, από τον Νότο προς τον Βορρά. Ο Νότος, από τη στιγμή που δεν παράγουμε τίποτα, έχει μετατραπεί σε μια θέση στον ήλιο, το μόνο που έχει μείνει είναι τα σπίτια και το κλίμα μας. Βέβαια, ούτε τα σπίτια μας μάς ανήκουν και μετά τα capital controls συνειδητοποιήσαμε ότι ούτε τα λεφτά μας μάς ανήκουν – γιατί είτε τα έχεις σε μια τράπεζα, που όποτε αποφασίσει σ' τα παίρνει, είτε τα έχεις κρυμμένα κάπου και αυτό με κάποιον τρόπο θεωρείται ποινικό αδίκημα. Ουσιαστικά, η Ευρώπη έχει διαιρεθεί. Οι μισοί θεωρούν του άλλους μισούς τεμπέληδες και ότι τρώνε τα λεφτά τους σε ποτά και γυναίκες, ενώ οι ίδιοι πιστεύουν πως είναι στον σωστό δρόμο – ουσιαστικά, η λιτότητα έχει διαλύσει την Ευρώπη.
Ένα κακό της κρίσης είναι ότι μας έκανε να φερόμαστε επιθετικά μεταξύ μας. Εγώ που είμαι ελεύθερος επαγγελματίας «μισώ» τους δημόσιους υπαλλήλους. Δημόσιος υπάλληλος, όμως, είναι ο δάσκαλος του παιδιού μου, είναι ο γιατρός στον οποίο θα πάει η μάνα μου, αλλά είναι κι αυτός που θα μου βάλει μια σφραγίδα. Το κράτος μπορεί να ήθελε να έχει τριάντα άτομα να βάζουν σφραγίδες και έναν μόνο γιατρό για ένα ολόκληρο χωριό.
• Δεν πιστεύω ότι όλα γίνονται βάσει κάποιου οργανωμένου σχεδίου. Υπάρχει και η τυχαιότητα. Και η ανθρώπινη ηλιθιότητα, φυσικά. Δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκαν ξαφνικά στην εξουσία πολλές δεξιές και ακροδεξιές κυβερνήσεις στην Ευρώπη, οπότε δημιουργήθηκε ένα ρεύμα που είναι απόρροια του καπιταλισμού. Όπως τον γνωρίσαμε, ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος θεωρητικά με τη δημοκρατία, αλλά η Κίνα απέδειξε το αντίθετο. Όλα πάνε προς τον δρόμο που χάραξε η Κίνα. Και αν Κίνα ψάχνει μια μεσαία τάξη, αυτήν τη στιγμή πρέπει να γίνουμε σκλάβοι μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί δεν αρκεί μόνο η Ανατολική Ευρώπη, που είναι ήδη ένα προτεκτοράτο του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.
• Έχω ζήσει το "μετά" στην επανάσταση της Αιγύπτου, αν και δεν θα ήθελα να την ονομάσω ούτε επανάσταση ούτε άνοιξη – δεν υπήρξε καμία άνοιξη, αυτά ήταν κάποια σλόγκαν των media... Οι άνθρωποι βγήκαν έξω, ενημερώθηκαν, μίλησαν ο ένας με τον άλλο μετά από δεκαετίες ολοκληρωτισμού. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, βέβαια, είναι κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με εδώ, δεν μπορούμε να τα βάζουμε όλα στο ίδιο τσουβάλι. Είναι τεράστιες οι διαφορές. Εδώ έχουμε δημοκρατικά κόμματα, διαφορετικές ιδεολογίες, ενώ εκεί μιλάμε για οντότητες που συνήθως συνδέονται με τη θρησκεία, όπως οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, ή για τον στρατό, έννοιες πολύ βαθιά ριζωμένες στην κουλτούρα τους. Αυτό το κάτι άλλο που θα έφερνε την επανάσταση, λοιπόν, δεν μπόρεσε να οργανωθεί, να κατέβει στις εκλογές, να τις κερδίσει... Μιλάμε και για μια εποχή κατά την οποία η δημοκρατία έχει αντικατασταθεί από την οικονομία.
• Η σχέση μου με τη μουσική με οδήγησε στην Αίγυπτο. Μέσα από τις συναυλίες που διοργανώναμε με τις φίλες μου, τη Μαρία Παππά και τη Μαριλένα Πετρίδου, γνώρισα τον Άλαν Μπίσοπ. Όνειρό μας ήταν να φέρουμε κάποτε τους Sun City Girls, αλλά δεν τα καταφέραμε, δυστυχώς, γιατί πέθανε ο ντράμερ τους, κι έτσι φέραμε το διάδοχο σχήμα, που ήταν ο Άλαν με τον αδερφό του. Ήρθαν στην Αθήνα και ήταν μια συναυλία που δεν μπορώ να περιγράψω πώς νιώσαμε όσοι την είδαμε. Μετά ξαναπέτυχα αυτό τον άνθρωπο στις Βρυξέλλες, όταν ζούσα εκεί, και μου είπε ότι έκανε ένα πρότζεκτ στο Κάιρο, όπου είχε μετακομίσει. Μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον, αλλά είναι και ο ίδιος που έχει φοβερό χάρισμα: είναι ανοιχτός και σε κάνει να θες να τον ακολουθήσεις. Μου είπε τι έκανε, του απάντησα «θα ήταν τέλειο να μπορούσα να το τραβήξω» και μου πρότεινε να πάω. Δεν ξέρω κανέναν άλλον άνθρωπο που θα το έκανε αυτό. Τότε δεν γνωριζόμασταν και τόσο καλά. Αυτό το πράγμα ήταν τρέλα – ήμουν κι εγώ και ο συνεργάτης μου Γιώργος Σαλαμέ, βέβαια, σε μια παρόμοια φάση για να την ακολουθήσουμε.
• Στην Αίγυπτο βρήκα 25χρονους ντόπιους που μετέφραζαν στα αραβικά κομμάτια που έχει γράψει ο ίδιος ο Μπίσοπ 30 χρόνια πριν, όταν ήταν στην ηλικία τους. Τα κομμάτια δεν είχαν στοιχεία παραδοσιακά, ούτε feel ανατολίτικο, η μουσική τους δεν είχε εντοπιότητα. Ήταν δυτική μουσική. Αυτό που κάνει ο Άλαν και οι Invisible Hands είναι ψυχεδελικό ροκ επηρεασμένο πολύ από τον Μορικόνε, τον οποίο ο Άλαν λατρεύει – είναι και ο μεγαλύτερος συλλέκτης Μορικόνε που ξέρω. Στην Αίγυπτο η mainstream μουσική είναι όπως είναι εδώ το σκυλάδικο. Έχουν μια πολύ ισοπεδωτική ποπ, κάτι πολύ συγκεκριμένο που ακούει ο κόσμος και ένα τεράστιο παρελθόν με τις ορχήστρες αραβικής μουσικής, όπως η Ουμ Καλσούμ που ακόμα ακούνε οι πάντες. Μετά τις εξεγέρσεις, όμως, φτιάχτηκαν πολλά σχήματα που άρχισαν να πειραματίζονται με τη μουσική και αυτήν τη στιγμή θεωρώ ότι υπάρχει μια πολύ καλή σκηνή, μέρος της οποίας είναι και οι Invisible Hands, αλλά και πολλά, ακόμα πιο ενδιαφέροντα υβρίδια, τα οποία πειραματίζονται με το shaabi, πιτσιρίκια από το Δέλτα του Νείλου με σίνθια που παίζουν πράγματα που δεν έχει ξανακούσει κανείς μας, αρκετά sui generis μουσική. Υπάρχει ηλεκτρονική σκηνή, metal, γνώρισα κόσμο από όλο το φάσμα της μουσικής και μπορώ να πω ότι υπάρχει απίστευτος underground μουσικός πλούτος τώρα στην Αίγυπτο. Από αυτά που άκουγα και από την έρευνα για την ταινία μου κατάλαβα ότι η Αίγυπτος είχε πάντα δική της μουσική. Οι άνθρωποι εκεί έχουν μείνει στους Beatles, αλλά οι Beatles και η Καλσούμ έχουν την ίδια απήχηση εκεί.
• Η ταινία ασχολείται με τον Άλαν ως μουσικό και όχι τόσο ως εθνογράφο, γιατί δεν έκανε αυτό στο Κάιρο. Άρχισε να γυρίζεται το '12, πριν από πέντε χρόνια ακριβώς. Θα μπορούσε να τελειώσει και νωρίτερα, αλλά είναι μια ταινία αυτοχρηματοδοτούμενη σε πολύ μεγάλο βαθμό. Το θέμα της είναι ένας Αμερικανός στο Κάιρο και δεν ξέρω κατά πόσο θα μπορούσε να ενδιαφέρει έναν Έλληνα ή έναν Ευρωπαίο. Δεν το λέω με παράπονο, αλλά δεν έχω πάρει επιχορηγήσεις γενικά στη ζωή μου. Δεν περιμένω μια επιχορήγηση για να κινηθώ. Αυτό που πραγματεύεται η ταινία περισσότερο είναι το πώς κάνεις πράγματα, όταν ουσιαστικά η κοινωνία γύρω σου και οι αλλαγές που συντελούνται όχι μόνο δεν σε βοηθούν καθόλου, αλλά συνέχεια αποτελούν εμπόδιο και σε κάνουν να νιώθεις κατάθλιψη, ότι δεν έχεις μέλλον. Όλα αυτά τα πράγματα τα βλέπαμε στα 25χρονα παιδιά και ταυτιζόμασταν μαζί τους, γιατί παρόμοια ζούσαμε και στην Ελλάδα. Αυτή η ταινία μιλάει και για την Ελλάδα, είναι φτιαγμένη γύρω από αυτά τα εμπόδια, δεν έχει αρχή, μέση και τέλος αλλά κύκλους εμποδίων, κύκλους κατάθλιψης. Και μπορεί να ταυτιστήκαμε με αυτά που συμβαίνουν στην Αίγυπτο, αλλά δεν μπορείς να συγκρίνεις την οικονομική κρίση με τα τανκς στους δρόμους. Σαφώς δεν ζούσαμε το ίδιο, και δεν ζούμε το ίδιο. Δεν υπάρχει καμία αναλογία. Η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι τραγική αυτήν τη στιγμή, παίρνει χρήματα κι αυτή απ' το ΔΝΤ.
• Ξεκίνησα να ασχολούμαι με την τέχνη από ενδιαφέρον. Διάβαζα βιβλία, άκουγα μουσική. Από παιδί είχα πολύ ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική. Είμαι και DJ. Τέλος πάντων, αυτό κατάφερα να γίνω, γιατί θα 'θελα να είμαι μουσικός. Η εκπαίδευση του μηχανικού είναι πάρα πολύ τεχνοκρατική και όταν πέρασα στο πανεπιστήμιο άρχισα να ενδιαφέρομαι για την ποίηση, γιατί ήθελα ένα αντίβαρο. Διάβαζα πιο πολλή ποίηση απ' ό,τι τα μαθήματά μου. Νομίζω ότι όλοι χρειάζονται μια ισορροπία, η οποία δεν ερχόταν μόνο απ' τη μουσική που αγόραζα. Τώρα δεν διαβάζω το ίδιο, γιατί δεν έχω την υπομονή – νομίζω ότι λόγω Ίντερνετ δεν έχουμε πια την υπομονή να διαβάσουμε ένα μυθιστόρημα. Νομίζω ότι ήταν μια προσπάθεια να ισορροπήσω ως άνθρωπος η επαφή μου με την τέχνη. Τώρα, πώς βρέθηκα να θέλω να κάνω τέχνη, αυτό δεν μπορώ να το εξηγήσω. Σίγουρα δεν πήγα στην Καλών Τεχνών. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν το σινεμά, γιατί ενώνει πάρα πολλά πράγματα, όλες τις τέχνες.
• Όσο γύριζα αυτή την ταινία είχα πάρα πολλά προσωπικά προβλήματα και η ταινία με βοήθησε να τα ξεπεράσω. Όχι μόνο η ταινία, αλλά και οι συνεργάτες. Γιατί είμαστε όλοι μια ομάδα πολύ δεμένη. Θεωρώ ότι την ταινία την έχουμε κάνει όλοι μαζί. Οι πρωταγωνιστές, δηλαδή, έχουν τις ειδικότητές τους στην ταινία πια. Δεν είναι μια ταινία μέσα από την οποία βλέπω τον Άλαν Μπίσοπ αντικειμενικά. Ήμουν κι εγώ μέσα σ' αυτήν τη διαδικασία. Από αυτή την ιστορία έχει βγει ένα πρότζεκτ – βγήκαν δύο δίσκοι και μια ταινία τελικά. Δεν μπορώ να πω ότι κάνω μια δουλειά για τον Άλαν Μπίσοπ. Θεωρώ ότι είναι ένα συνεργατικό πρότζεκτ.
• Με έχουν επηρεάσει, επίσης, κάποιον συγγραφείς που δεν ζουν πια, σκηνοθέτες. Θα μπορούσα να πω ότι ένας σκηνοθέτης που με επηρέασε, και που είχα την τύχη να δείξω πολλές απ' τις ταινίες του στην Αθήνα, είναι ο Κεν Τζέικομπς, ένας Αμερικανός αβανγκάρντ σκηνοθέτης που είναι πλέον 85 χρονών, αλλά κάνει ακόμα ταινίες. Είναι μια προσωπικότητα που έτυχε να γνωρίσω και προσωπικά και επηρέασε τον τρόπο που δουλεύω. Ούτε ο Μπίσοπ ούτε ο Τζέικομπς είναι συμβατικοί καλλιτέχνες. Είναι πανκ στο είδος τους. Το πανκ είναι παρεξηγημένο. Όταν μιλάω για πανκ, μιλάω για πολιτική οικονομία, όχι για ένα είδος μουσικής ή ντυσίματος.
• Θεωρώ ότι το σημαντικό δεν είναι τι κάνεις –εξάλλου όλα έχουν γίνει– αλλά πώς το κάνεις. Και δεν υπάρχει κάποιο γραφείο στο υπουργείο Πολιτισμού στο οποίο μπορείς να πηγαίνεις όταν θέλεις να χρηματοδοτηθείς. Η επιχορήγηση ήταν κάτι που έδινε στον καλλιτέχνη μια αξιοπρέπεια, γιατί ήταν λεφτά από φόρους που σου έπαιρναν έτσι κι αλλιώς. Δεν είναι κακό να παίρνεις επιχορήγηση. Το λέω ως άνθρωπος που δεν έχει επιχειρήσει ιδιαίτερα να κινηθεί προς αυτές τις κατευθύνσεις, γιατί δεν έκανε τόσο φιλόδοξα πρότζεκτ. Κι όταν το κράτος είναι ανύπαρκτο και δεν ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό, έρχεται η ιδιωτική πρωτοβουλία να το αντικαταστήσει. Έχω ζήσει και στην Αγγλία, όπου, εκτός από το κράτος, υπήρχε το National Lottery που μοίραζε λεφτά για τις τέχνες. Εδώ δίνει ο ΟΠΑΠ λεφτά στις τέχνες; Ένα κακό της κρίσης είναι ότι μας έκανε να φερόμαστε επιθετικά μεταξύ μας. Εγώ που είμαι ελεύθερος επαγγελματίας «μισώ» τους δημόσιους υπαλλήλους, π.χ. δημόσιος υπάλληλος, όμως, είναι ο δάσκαλος του παιδιού μου, είναι ο γιατρός στον οποίο θα πάει η μάνα μου, αλλά είναι κι αυτός που θα μου βάλει μια σφραγίδα. Το κράτος μπορεί να ήθελε να έχει τριάντα άτομα να βάζουν σφραγίδες και έναν μόνο γιατρό για ένα ολόκληρο χωριό. Αυτό είναι άλλο θέμα. Το σύστημα των επιχορηγήσεων διακρίνεται από ένα είδος δικαιοσύνης, γιατί ουσιαστικά το κράτος ξαναμοίραζε μέσω αυτών πίσω τα χρήματα που έπαιρνε ως φόρους.
• Δεν συγκρίνω με τίποτα τον τρόπο που η μουσική μπορεί να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις την κατάθλιψη. Θεωρώ πως έχει τη δύναμη να αλλάξει τη χημεία, τη φυσική του εγκεφάλου – ο ήχος μπορεί να το κάνει αυτό. Είναι κάτι μοναδικό και το σέβομαι περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο.
• Νομίζω ότι έχω αποδεχτεί την Αθήνα και την αισθητική της. Είναι μια πολύ μεγάλη και σημαντική πόλη, πέραν του ότι είμαι συνδεδεμένη με αυτή, επειδή από εδώ κατάγομαι και εδώ βρίσκονται όλοι οι αγαπημένοι μου άνθρωποι. Πολλά από τα αισθητικά προβλήματα που έχει δημιουργούν αυτό το χάος που έχω μάθει να εκτιμώ. Όταν ήμουν 25 χρονών με ενοχλούσαν πάρα πολλά. Έζησα σε πόλεις αισθητικά ανώτερες, αλλά δεν είναι αυτό που αποζητώ. Δεν με ενδιαφέρει μια πόλη που είναι πιο καθαρή, με πιο ωραία λογότυπα, με επιγραφές γραμμένες με Helvetica, που δεν είναι όλα γραμμένα στο χέρι, αλλά ομοιόμορφα. Δεν θέλω να την κάνω να ακούγεται εξωτική, αλλά θεωρώ πολύ πιο καταπιεστικό να ζω σε μια πόλη όπου όλα είναι αισθητικά σωστά και ομοιόμορφα. Βγαίνει μια άλλου είδους καταπίεση, την οποία δεν μπορώ να εξηγήσω.
• Η Αθήνα της κρίσης έχει πολλές πτυχές και το βλέπεις και στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Εύχομαι απλά η εξαθλίωση και η φθορά που συντελούνται να μη φτιάξουν ένα άλλο είδος ανθρώπου. Η κρίση έχει δημιουργήσει και απίστευτα καλά πράγματα μέσα σε όλα τα κακά που έχει φέρει. Και μιλάω πάντα για τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη αλληλεγγύη εκεί που δεν θα το περίμενες. Ταυτόχρονα, όμως, βλέπεις και την απογύμνωση. Γυρνάμε στην αρχή, όταν ξυπνάμε μια μέρα και δεν υπάρχει τίποτα απ' αυτό που ξέραμε. Η πόλη είναι πολύ σκληρή, αλλά υπάρχουν και κάποιες ζεστές γωνιές της.
• Μου δίνει δύναμη το να έχω να κάνω κάτι την επόμενη μέρα. Ζούμε σε μια κατάσταση της επόμενης μέρας. Έχει στενέψει ο ορίζοντας του μέλλοντος. Μου δίνουν δύναμη οι αγαπημένοι μου άνθρωποι, οι φίλοι μου.
• Ο λόγος για τον οποίο είμαι εδώ είναι ένας κύκλος ανθρώπων, αυτή η πόλη είναι οι άνθρωποί της. Κάποιοι από τους φίλους μου έχουν γίνει και συνεργάτες μου, κάνουμε πράγματα μαζί, στηρίζουμε ο ένας τον άλλον. Δεν είναι μόνο φίλοι, είναι και οικογένεια. Η γενιά μας ποτέ δεν μπόρεσε να δει τα πράγματα με τον τρόπο των γονιών μας. Η ελληνική οικογένεια είναι μια οικογένεια του Νότου. Και η ιταλική και η αιγυπτιακή οικογένεια έτσι είναι. Περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής μας βάλλοντας κατά της οικογένειας, αλλά τελικά είναι το μόνο σταθερό που έχουμε όσο μεγαλώνουμε. Με την κρίση οι περισσότερες οικογένειες ξαναενώθηκαν, δεν διαλύθηκαν. Και δεν το λέω εννοώντας μόνο την ωφελιμιστική πλευρά, μιλάω για ουσιαστική βοήθεια και συναισθηματική στήριξη. Η κρίση μάς έχει βοηθήσει να επανεκτιμήσουμε κάτι στο οποίο η γενιά μας ήταν πάντα αρνητική, την οικογένεια και τους φίλους. Δεν έχουμε κάτι πιο σημαντικό, όσο μπανάλ κι αν ακούγεται.
Ιnfo:
Η Μαρίνα Γιώτη συμμετέχει στη documenta 14 στην Αθήνα και στο Κάσελ με δύο έργα, τη μικρού μήκους ταινία «Το κρυφό σχολειό» (2009) και την πρώτη της μεγάλου μήκους «The invisible hands» («Τα αόρατα χέρια»), σε συν σκηνοθεσία Γιώργου Σαλαμέ. To Invisible Hands θα κάνει πρεμιέρα την Πέμπτη 27/4 στον Κινηματογράφο Τριανόν. Την προβολή θα ακολουθήσει συναυλία με τους πρωταγωνιστές της, το συγκρότημα The Invisible Hands από το Κάιρο. Θα ακολουθήσουν δύο επαναληπτικές προβολές στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, στις 23 Μαΐου και 27 Ιουνίου 2017.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO