ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ η νομπελίστρια Άλις Μανρό, η οποία τα τελευταία χρόνια έπασχε από Αλτσχάιμερ, κατάσταση στην οποία περιήλθε μερικά χρόνια μετά από την κυκλοφορία μιας αριστουργηματικής ταινίας που βασίστηκε σ’ ένα διήγημά της όπου η πρωταγωνίστρια επίσης έχει αρχίσει να χάνεται στα ύπουλα σκοτάδια της άνοιας.
Η ταινία ήταν το Away from Her («Το υστερόγραφο μιας σχέσης» ήταν ο όχι κακός εν προκειμένω ελληνικός τίτλος) του 2007 σε σκηνοθεσία της Σάρα Πόλεϊ, και τη Φιόνα, τη γυναίκα η οποία, όπως η ίδια λέει στην ταινία (και στο διήγημα) «μοιάζω να εξαφανίζομαι σιγά-σιγά», την υποδύεται η Τζούλι Κρίστι.
Το διήγημα έχει τίτλο The Bear Came Over the Mountain, πρωτοδημοσιεύτηκε το 1999 στο New Yorker όπου μπορεί ακόμα να το διαβάσει κανείς, ενώ στα ελληνικά υπάρχει (με τον τίτλο «Πέρασε η αρκούδα το βουνό») στη συλλογή διηγημάτων της Μανρό «Μ’ αγαπάει δεν μ’ αγαπάει» (Μεταίχμιο).
«Ένας λόγος που παντρευόμαστε είναι επειδή χρειαζόμαστε έναν αυτόπτη μάρτυρα στη ζωή μας… Με τον θάνατο κάθε ανθρώπου που γνωρίσαμε, οι κοινές μας αναμνήσεις γίνονται μόνο προσωπικές, και όταν πεθάνουμε, πεθαίνουν μαζί κι οι αναμνήσεις».
Η Φιόνα και ο Γκραντ είναι ένα ευτυχισμένο (σε γενικές γραμμές πάντα) ζευγάρι που κοντεύουν μισό αιώνα μαζί, όταν εκείνη αρχίζει να εμφανίζει τα χνάρια της άνοιας, στην αρχή όχι πολύ σοβαρά (βάζει το τηγάνι στο ψυγείο, ξεχνάει την λέξη «κρασί»), σταδιακά όμως οδηγούνται στην από κοινού απόφαση να μεταφερθεί σε μια (ακριβή) δομή φροντίδας ηλικιωμένων κοντά στο σπίτι τους.
Η «πρόοδος» της ασθένειας, ευφημισμό του οποίου τη σκληρή ειρωνεία εκτιμά ως φιλόλογος ο Γκραντ, είναι ραγδαία. Αφού εγκατασταθεί εκεί όμως, ο Γκραντ πληροφορείται ότι σύμφωνα με τους κανόνες της δομής, δεν θα μπορεί να την επισκεφτεί για τριάντα μέρες, έτσι ώστε εκείνη να μπορέσει να προσαρμοστεί στο νέο της περιβάλλον. Όταν ξαναπηγαίνει, η Φιόνα όχι μόνο δείχνει να μην τον θυμάται, αλλά φαίνεται να έχει στρέψει την προσοχή και τη στοργή της σ’ έναν μουγκό συγκάτοικό της στη μονάδα (είναι αυτό αποτέλεσμα της άνοιας ή το κάνει επίτηδες για να πικάρει τον Γκραντ που κάποτε την είχε απατήσει με μια φοιτήτριά του;), ο οποίος όμως λίγο καιρό αργότερα υποχρεώνεται να αποχωρήσει, οδηγώντας έτσι τη Φιόνα σε βαριά κατάθλιψη.
Η συνέχεια επί της οθόνης σε μια ταινία που αξίζει πραγματικά να δει κανείς –ειδικά αν του/της έχει τύχει οικείο πρόσωπο με άνοια– και που, παρά το δυσβάσταχτο θέμα της (το λυκόφως μιας σχέσης και μιας ζωής), είναι πιο φωτεινή, πιο τρυφερή, πιο αληθινή και πιο ελπιδοφόρα απ’ ό,τι θα περίμενε ίσως κανείς.
Θυμάμαι πόσο είχα συγκινηθεί όταν την είχα δει (πολύ περισσότερο από το αντίστοιχης θεματολογίας Amour του Χάνεκε, λίγα χρόνια μετά, που με είχε αφήσει στεγνό και κρύο), αλλά και πόσο συγκινητική ήταν και η κριτική του αείμνηστου Ρότζερ Έμπερτ για την ταινία, την οποία αναζήτησα σήμερα, και όπου μεταξύ άλλων έγραφε, παρασυρμένος προφανώς από προσωπικά του βιώματα:
«Ένας λόγος που παντρευόμαστε είναι επειδή χρειαζόμαστε έναν αυτόπτη μάρτυρα στη ζωή μας… Με τον θάνατο κάθε ανθρώπου που γνωρίσαμε, οι κοινές μας αναμνήσεις γίνονται μόνο προσωπικές, και όταν πεθάνουμε, πεθαίνουν μαζί κι οι αναμνήσεις. Υπό μία έννοια όλα αυτά τα γεγονότα που θυμόμαστε δεν συνέβησαν ποτέ. Ο θάνατος σβήνει τα πάντα μονομιάς, γεγονός λυτρωτικό σχεδόν σε σύγκριση με τη λάμψη που σβήνει σιγά σιγά στα μάτια των αγαπημένων μας προσώπων που πάσχουν από Αλτσχάιμερ. Θυμάσαι την πρώτη φορά που κάναμε έρωτα; Όχι; Ποιοι "εμείς"; Ποιος "έρωτας";».
«Η αυταπάτη μοιάζει με μεγάλο λάθος, με κάτι που πρέπει να μάθουμε να μην κάνουμε», έλεγε η ίδια η Άλις Μανρό το 1987 σε μια συνέντευξή της στους New York Times. «Δεν είμαι όμως σίγουρη αν μπορούμε. Ο καθένας μας δημιουργεί τη νουβέλα της δικής του ζωής. Η νουβέλα αλλάζει – στην αρχή έχουμε ένα ρομαντικό μυθιστόρημα απλής τεχνοτροπίας, στη συνέχεια όμως μεγαλώνουμε και καταλήγουμε σε ένα ασυνεχές, ασύμβατο, σύγχρονο είδος νουβέλας. Νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει σε πολλούς από εμάς στη μέση ηλικία είναι ότι δεν μπορούμε να κρατηθούμε πια από τη μυθοπλασία μας».
Away From Her