«ΠΕΘΑΝΕ Ο ΘΕΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ πρώτα απ' όλα, αγαπητοί μου φίλοι, ότι πέθανε ο δάσκαλος. Ποιος μας ακούει εμάς;», ρωτούσε τους φοιτητές του στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης ο καθηγητής Δημήτρης Λιαντίνης τη δεκαετία του '90. Το συγκεκριμένο βίντεο το έχουν παρακολουθήσει δεκάδες χιλιάδες θεατές στο YouTube.
Αλήθεια, όμως, 35 χρόνια μετά, ποιος τους ακούει; Σε μια εποχή στην οποία οξύνθηκαν τα κοινωνικά προβλήματα, η χώρα κλονίστηκε από την οικονομική ύφεση και η παιδεία μετατρέπεται από δικαίωμα σε προνόμιο (1,2 δισ. ευρώ ετησίως δίνουν οι γονείς στην παραπαιδεία), ποιος ακούει τους δασκάλους της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης; Να τους ακούσει για τα δικά τους προβλήματα, για τα προβλήματα που πυροδοτούν οι γονείς (από άγνοια και ανησυχία), το ίδιο το σύστημα (από αδιαφορία) και οι υπάρχουσες καταστάσεις;
Πέντε δάσκαλοι και ένας πρόεδρος συλλόγου εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης μιλούν στη LiFO για τα υλικοτεχνικά προβλήματα των σχολείων, τα κενά εκπαιδευτικών που συμπληρώνονται κάθε χρόνο πριν από το Πάσχα (το 1/3 των δασκάλων είναι αναπληρωτές), τους πενιχρούς μισθούς, τις θυσίες, τις νέες απαιτήσεις των γονιών, το παλιακό εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και για το κίνητρο που τους κρατά ακόμα ζωντανούς σε αυτήν τη δουλειά: τα ίδια τα παιδιά.
«Έχουν λανθασμένα την άποψη ότι θέλουμε να τους στενοχωρήσουμε για τα παιδιά τους»
Η Μαρία και η Αγάπη (δεν επιθυμούν να δημοσιευτούν τα πραγματικά τους ονόματα) είναι δασκάλες παράλληλης στήριξης σε δημοτικό σχολείο των βορείων προαστίων. Γνωρίστηκαν στο μεταπτυχιακό που έκαναν στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας στον τομέα της Ειδικής Αγωγής. Έκτοτε, πέρα από τη φιλία τους, τις ενώνουν και τα κοινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν στη δουλειά.
Παραβλέποντας τον χαμηλό μισθό που τις εξωθεί στο να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα τα απογεύματα και να πληρώνονται «μαύρα» (το παραβλέπουν κυρίως επειδή είναι πρόβλημα όλων των εκπαιδευτικών, ανεξαρτήτως θέσης, ηλικίας και φύλου), δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην υποτιμητική συμπεριφορά που δέχονται από τους γονείς, οι οποίοι δεν θέλουν να κατανοήσουν και να αποδεχτούν τα μαθησιακά προβλήματα των παιδιών τους. Το χειρότερο είναι ότι αυτή η κόντρα πυροδοτείται και από μια μερίδα συναδέλφων.
Ας δούμε, όμως, πρώτα τις αρμοδιότητες αυτής της κατηγορίας εκπαιδευτικού. Ο όρος παράλληλη στήριξη είναι κυριολεκτικός, καθώς ξεκινά ένα καινούργιο εκπαιδευτικό ταξίδι με δύο και παραπάνω άτομα: τον μαθητή με τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, τον εκπαιδευτικό της παράλληλης στήριξης και το περιβάλλον υποστήριξης (σχολικό και μη).
Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ένας μαθητής δυσκολεύεται ή αδυνατεί να ενταχθεί μόνος του στο σχολείο. Εκεί χρειάζεται ένας καταρτισμένος ειδικός για να λειτουργήσει επικουρικά. Η παράλληλη στήριξη είναι υπεύθυνη για την καθοδήγηση και την υποστήριξη, ώστε ο μαθητής να ενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό και σχολικό πλαίσιο.
«Υπήρξε δασκάλα που δεν με ήθελε μέσα στην τάξη της όσο έκανε μάθημα και προσπάθησε να με διώξει παράνομα. Πίστευε ότι την ελέγχω, φοβόταν», εξηγεί η Αγάπη. «Όταν, όμως, λείψουν οι μόνιμοι για κάποιο λόγο, εμείς αναγκαζόμαστε να κρατήσουμε την τάξη τους. Είμαστε κάτι σαν πασπαρτού, σαν δεύτερες», συμπληρώνει.
Φυσικά, ως κάτι καινούργιο στα ελληνικά σχολεία, οι δάσκαλοι παράλληλης στήριξης βρίσκουν εμπόδια και με τους γονείς. «Έχουν λανθασμένα την άποψη ότι θέλουμε να τους στενοχωρήσουμε για τα παιδιά τους, όταν, ας πούμε, τους λέμε ότι θα ήταν καλό το παιδί τους να κάνει λογοθεραπεία», προσθέτει η Μαρία.
Και αυτό τι προβλήματα φέρνει στην επιφάνεια; «Φέτος έχω ένα παιδί με αυτισμό. Έχουμε φτάσει σε σημείο να είναι ανεξάρτητο. Η μητέρα του κάποια στιγμή μού έκανε καταγγελία, χωρίς να μας πει τον λόγο. Η καταγγελία δεν προχώρησε μόνο και μόνο επειδή ο διευθυντής ενδιαφέρθηκε πραγματικά και είδε τη δουλειά που έχω κάνει με αυτό το παιδί. Είμαστε οι πρώτοι που αποδεχόμαστε και αγκαλιάζουμε τα παιδιά με αυτισμό, ΔΕΠΥ, δυσλεξία ή άλλες μαθησιακές δυσκολίες», εξηγεί.
Δεν είναι, όμως, η μοναδική παράλογη συμπεριφορά γονιού που έχουν παρατηρήσει. «Έρχονται γονείς στα κάγκελα για να δουν αν είμαστε κοντά στα παιδιά, αν τα προσέχουμε. Ωστόσο, δεν μας αφήνουν να τα νουθετούμε. Μια μητέρα μού έκανε παρατήρηση, επειδή είπα στο παιδί της να μην ξαναπετάξει χαρτάκια μέσα στην τάξη», λέει με τη σειρά της η Αγάπη.
Αλήθεια, όμως, αξιολογείται η προσπάθειά τους; «Το υπουργείο σε αξιολογεί ακόμα και για το πόσο διακοσμημένη είναι η τάξη, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστική αξιολόγηση, σε βάθος, παρά μόνο γραφειοκρατική. Έχουμε γυρίσει στην εποχή των επιθεωρητών, οι οποίοι μας αξιολογούν χωρίς να έχουν μπει στην τάξη. Θέλουμε αξιοκρατική αξιολόγηση και όχι να βαθμολογούμαστε θετικά επειδή είμαστε φίλοι με τους επιθεωρητές».
Παράλληλα, θίγουν και τη μέθοδο του προσοντολογίου. «Πλέον, αρκεί το ενισχυμένο προσοντολόγιο. Συνυπολογίζονται ο βαθμός του πτυχίου, το μεταπτυχιακό, οι ξένες γλώσσες, τα σεμινάρια και η προϋπηρεσία. Δεν έχω καταλάβει γιατί δίνεται βαρύτητα στις ξένες γλώσσες ή στα δεκάδες άσκοπα σεμινάρια για να βρεθούμε δίπλα στα παιδιά. Άλλα πράγματα χρειάζονται. Πλέον κυνηγάμε τα σεμινάρια για να προσληφθούμε», προσθέτουν από κοινού. Μπήκαν στο Δημόσιο μετά από 5 χρόνια αναμονής, ως αναπληρώτριες, ενώ περίμεναν στην «ουρά» 25.000 εκπαιδευτικοί. Πλέον απολύονται τον Ιούνιο και προσλαμβάνονται εκ νέου τον Σεπτέμβριο. Όταν μονιμοποιηθούν, τα χρήματα θα είναι λιγότερα.
Το κίνητρό τους πάντως το αναγνωρίζουν χωρίς να το σκεφτούν δεύτερη φορά. Δεν είναι τα χρήματα, δεν είναι ο εργασιακός χώρος, είναι όμως το βασικό συστατικό της εκπαίδευσης, δηλαδή τα ίδια τα παιδιά. «Όταν προοδεύουν χαίρεσαι να τα βλέπεις. Παίρνεις απίστευτη αγάπη. Αν δεν υπήρχαν δυσκολίες, θα ήταν μακράν το πιο όμορφο επάγγελμα. Δεν το κάνεις για τα λεφτά. Έχεις τον πολλαπλό ρόλο της δασκάλας, της μαμάς, της ψυχολόγου, της γιατρού».
Για να αντιμετωπίσουν το κύμα της ακρίβειας, οι περισσότεροι δάσκαλοι πλέον κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα τα απογεύματα. Είναι εντυπωσιακό ότι η πλειοψηφία των παιδιών πλέον παρακολουθεί ιδιαίτερα μαθήματα από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Γιατί συμβαίνει, όμως, αυτό; «Οι γονείς δεν μπορούν πλέον να κάτσουν με τα παιδιά τους γι' αυτό κλείνουν ιδιαίτερα τα απογεύματα. Παλιά, απλώς ήταν "το παιδί δεν πιάνει τα γράμματα". Τώρα ξέρουμε τις δυσκολίες και τις διαχειριζόμαστε», λένε.
Τι θα ήθελαν; Να έρθει μια εβδομάδα ο υπουργός στο μάθημά τους να τις βοηθήσει, ή έστω ο επιθεωρητής, αλλά να τους δίνει πραγματικές συμβουλές που θα «πιάσουν τόπο». Θεωρούν ότι τα νέα βιβλία δυσχεραίνουν τις υπάρχουσες καταστάσεις.
Από τη Θύμαινα στην εκπαίδευση εκπαιδευτικών
Ούτε η Ουρανία Κάππου επέλεξε αυτό το επάγγελμα για τα χρήματα. Παραιτήθηκε από το Κολλέγιο Αθηνών ως δασκάλα και εγκαταστάθηκε για έναν χρόνο στα Θύμαινα, κοντά στους Φούρνους, σε ένα σχολείο με τρία παιδιά τριών διαφορετικών τάξεων, γιατί ήθελε από πολύ μικρή να κάνει κάτι που θα παρακινήσει και τους υπόλοιπους. Πόσο εύκολο είναι να αφήσεις το κύρος του Κολλεγίου Αθηνών –ούσα και η ίδια μαθήτριά του– και να φύγεις μακριά από γονείς, φίλους και σύντροφο για να μείνεις σε ένα ακριτικό νησί;
«Είχα απογοητευτεί πολύ, δεν ήταν αυτό που περίμενα, δεν ήξερα τι να κάνω. Στη Θύμαινα είδα τι σημαίνει το εκπαιδευτικό σύστημα σε όλο του το μεγαλείο. Κυριολεκτικά ήμουν μόνη μου σε μια απομακρυσμένη περιοχή με καθοδήγηση μόνο στα χαρτιά. Ακόμα και το να καθαριστεί το σχολείο από το παλιό και ξεχασμένο υλικό που υπήρχε (παλιά και σκισμένα βιβλία, κούτες με διάφορα χαλασμένα παιχνίδια κλπ) ήταν ευθύνη μου» εξηγεί στη LiFO.
Η Ουρανία «μεταμόρφωσε» το σχολείο της ακριτικής Θύμαινας, βραβεύτηκε για την προσφορά της από την Ακαδημία Αθηνών και πλέον έχει να θυμάται όσα έγιναν και όσα ακόμα έμειναν «στα συρτάρια».
Έζησε στο ακριτικό νησί για έναν χρόνο, στη συνέχεια συνεργάστηκε με ΜΚΟ ως ερευνήτρια και εκπαιδεύτρια σε θέματα σχετικά με τις καινοτόμες μεθόδους διδασκαλίας, τα παιδικά δικαιώματα, το προσφυγικό/μεταναστευτικό, τον ψηφιακό γραμματισμό, τον γραμματισμό στα νέα μέσα κ.ά. Πέρυσι ίδρυσε τη δική της ΜΚΟ, την Educaid, μαζί με τη Μαριλίζα Ποντικού-Λιγνού, με σκοπό την εκπαιδευτική συμπερίληψη και καινοτομία. Έχει σπουδάσει Παιδαγωγικά στο ΕΚΠΑ και έχει μεταπτυχιακό στα δικαιώματα των παιδιών.
«Πάντα είχα στο μυαλό μου να βρω έναν τρόπο να συμβάλω με κάποιον τρόπο στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μέχρι να πάω στο νησί, έκαναν απλώς τα μαθήματα των βιβλίων. Πήρα τη γενναία απόφαση και άρχισα να οργανώνω εκδρομές, να επισκεπτόμαστε μουσεία, να κάνουμε εκδηλώσεις για γονείς και μαθητές. Στην αρχή οι γονείς ήταν καχύποπτοι, ήταν εμβρυακό μοντέλο. Σιγά σιγά και τα υπόλοιπα ακριτικά νησιά ακολούθησαν παρόμοια μοντέλα» επισημαίνει.
Ποιες είναι, λοιπόν, οι άμεσες αλλαγές που προτείνει να γίνουν τα επόμενα χρόνια στο εκπαιδευτικό σύστημα; Παραθέτει τα εξής:
- Να λυθούν τα υλικοτεχνικά προβλήματα σε όλα τα σχολεία. Είναι θέμα ασφάλειας, σε μερικά δεν υπάρχει καν η δυνατότητα θέρμανσης. Ήμουν σε ακριτικό νησί, είχαμε μόνο ερκοντίσιον. Τον χειμώνα παίρναμε θερμοπομπούς χάρη σε χορηγίες, αλλά πολλές φορές έπεφτε το ρεύμα.
- Να αλλάξει ο τρόπος που διαχειριζόμαστε τα σχολικά βιβλία. Για εμένα ο εκπαιδευτικός θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί το υλικό του. Τώρα δεν καλύπτονται όλες οι ανάγκες των παιδιών και δεν υπάρχει δυνατότητα ευελιξίας.
- Επιμόρφωση εκπαιδευτικών με ουσία, όχι με μεθόδους multiple choice. Στόχευση σε συζήτηση, εφαρμογή, συστηματικότητα. Δεν επιμορφώνονται οι εκπαιδευτικοί. Θα προσληφθείς και θα εφαρμόσεις απλώς όσα διδάχτηκες από το προαναφερθέν παλιακό εκπαιδευτικό σύστημα. Καλούνται να διδάξουν όπως κρίνουν οι ίδιοι.
- Αύξηση μισθού, είναι πολύ χαμηλός. Των μονίμων είναι χαμηλότερος και από των αναπληρωτών, χωρίς επιπλέον κίνητρα. Ελάχιστη ενίσχυση στα ακριτικά νησιά, αμελητέο το ποσό.
- Να σταματήσουν οι πολλές αλλαγές των αναπληρωτών. Δεν αποκτούν κοινή γραμμή με τα σχολεία. Μένουν άνεργοι το καλοκαίρι, προσλαμβάνονται την τελευταία στιγμή και αναγκάζονται κάθε φορά να προσαρμόζονται σε νέο περιβάλλον.
- Δεν επιμορφώνονται οι γονείς, κάτι που φέρνει ρήξη μεταξύ των δύο πλευρών. Οι γονείς νιώθουν απειλή.
«Οι εκπαιδευτικοί συζητάνε ότι ο τρόπος που μαθαίνουν πλέον τα παιδιά αλλάζει. Έχουν αυξηθεί οι μαθησιακές δυσκολίες. Το σύστημα πρέπει να μετατοπιστεί», εξηγεί.
Πώς εξηγεί η Ουρανία το φαινόμενο των ιδιαίτερων μαθημάτων από τόσο τρυφερή ηλικία; «Είναι πλέον νόρμα να κάνεις ιδιαίτερα μαθήματα από την α' δημοτικού, ακόμα και προετοιμασία για την ένταξη στην α' δημοτικού. Οι γονείς εργάζονται και δεν έχουν την υπομονή να βοηθήσουν τα παιδιά τους, ενώ παράλληλα έχουν αυξηθεί οι μαθησιακές δυσκολίες».
«Αν είσαι διατεθειμένος, θα βρεις πολλά πράγματα να κάνεις»
Και η Κωνσταντίνα άφησε το Κολλέγιο για το Δημόσιο. Προσλήφθηκε στις λεγόμενες ΖΕΠ (Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας), στην ουσία ενισχυτική διδασκαλία η οποία αφορά παιδιά που δεν μιλάνε την ελληνική γλώσσα και προσπαθούν να ενταχθούν στο κοινωνικό πλαίσιο. Σε αυτές τις «ζώνες» εντάσσονται πολλά παιδιά Ρομά.
Ακόμα, όμως, και αυτή η τόσο φιλόδοξη πρωτοβουλία συναντά δυσκολίες, όταν έρχεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος. «Δεν υπάρχει πολλή βοήθεια. Δεν υπάρχει μέντορας, μπαίνεις κατευθείαν στα βαθιά, οπότε μέχρι να αποκτήσεις εμπειρία, δεινοπαθείς. Δεν έρχεται ο προηγούμενος δάσκαλος να σε ενημερώσει. Οι πιο νέοι παίρνουν τις πιο απαιτητικές τάξεις, οι παλαιότεροι επιλέγουν την τάξη που θέλουν», εξηγεί η Κωνσταντίνα.
Θεωρεί άμεση προτεραιότητα το να βελτιωθεί η υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων, καθώς εν έτει 2024 πέφτουν ακόμα και σοβάδες από τα ταβάνια, αλλά και το να αυξηθεί ο μισθός του εκπαιδευτικού. Για παράδειγμα, η ίδια αυτό το διάστημα εργάζεται σε σχολείο στα Καλύβια. «Τουλάχιστον 200 ευρώ τον μήνα από τον μισθό μου πάνε στις βενζίνες». Δεν παραβλέπει και το ότι παρατηρούνται ανομοιογενή τμήματα, αλλά και έλλειψη εκπαιδευτικών. «Έφτασε Απρίλης για να είναι πλήρη τα σχολεία», εξηγεί.
Και όταν η συζήτηση φτάνει στην αναστάτωση που δημιουργούν οι γονείς, σημειώνει πως «πλέον ψάχνουν περισσότερο τα προβλήματα των παιδιών. Απλώς μερικές φορές γίνονται πιο απαιτητικοί, γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των παιδιών».
Και όμως, αρκεί και μόνο «η πολλή αγάπη που παίρνεις από τα παιδιά. Μπαίνεις μέσα και σε χειροκροτούν. Αν έχεις όρεξη, μπορείς να κάνεις “παπάδες”», λέει χαρακτηριστικά. «Αν είσαι διατεθειμένος, θα βρεις πολλά πράγματα να κάνεις. Απλώς ορισμένοι δάσκαλοι δεν διαβάζουν ούτε το ΦΕΚ. Είναι σημαντικό να είσαι το σημείο αναφοράς των παιδιών».
Τι πρέπει να αλλάξει;
- Μεγαλύτερη προσοχή στην υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων.
- Νοσηλευτής και ψυχολόγος σε κάθε σχολείο.
- Περισσότερη καθοδήγηση, περισσότερες επιμορφώσεις από το υπουργείο.
- Αξιοκρατικές και μεθοδικές αξιολογήσεις, όχι για τα μάτια του κόσμου.
Για τις εικονικές αξιολογήσεις μιλά στη LiFO και ο Μιχάλης Μ., που είναι δάσκαλος εδώ και 20 χρόνια. Ήταν το παιδικό του όνειρο να ακολουθήσει το επάγγελμα των γονιών του. «Οι αξιολογήσεις γίνονται για το θεαθήναι, ώστε να βγει η κυβέρνηση και να πει “το κάναμε”. Θες να το κάνεις; Κάν' το σωστά. Κάνε σεμινάρια, κάνε βιωματικές δράσεις. Πρέπει να σταματήσουν να μας αξιολογούν άτομα που δεν έχουν μπει ποτέ σε τάξη».
Ο Μιχάλης θεωρεί ότι τα προβλήματα που δημιουργούν οι γονείς είναι κάθε χρόνο και εντονότερα. Γι' αυτό και προτείνει να υπάρχει ένα «μέτρο επιβολής», ώστε να προστατεύονται οι δάσκαλοι από τις μηνύσεις των γονιών. «Αν δεν πάρουμε την υπογραφή των γονιών, δεν μπορούμε να μεταφέρουμε το παιδί τους σε άλλο σχολείο, ώστε να κάνει μια νέα αρχή σε καινούργιο περιβάλλον. Νομίζουν ότι είναι τιμωρία. Οι δάσκαλοι στα δημοτικά δεν καλύπτονται νομικά από τις αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές».
Τέλος, εξηγεί ότι τα επόμενα βιβλία πρέπει να γραφτούν από δασκάλους και όχι από ακαδημαϊκούς, γιατί είναι δυσνόητα και δεν ανταποκρίνονται στις μαθησιακές ανάγκες των παιδιών.
«4.500 δάσκαλοι βγήκαν στη σύνταξη φέτος»
Ο Κώστας Χριστόπουλος, πρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη Φθιώτιδα, σταχυολογεί με τη σειρά του τα φλέγοντα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν άμεσα.
Αυτά είναι:
- Οι κτιριακές υποδομές: ιδιαίτερα στην προσχολική αγωγή, κάνουν μάθημα σε υπόγεια. Δεν έχουν γίνει πραγματικοί αντισεισμικοί έλεγχοι, δεν υπάρχει σαφήνεια γύρω από το αν τα κτίρια αντέχουν σε έναν μεγάλο σεισμό.
- Οι χαμηλοί μισθοί: στα νησιά δεν δίνουν σπίτια στους δασκάλους, δεν υπάρχουν κίνητρα. Οι εκπαιδευτικοί διεκδικούν την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού.
- Υπογεννητικότητα: το μαθητικό δυναμικό φθίνει συνεχώς, με αποτέλεσμα να κλείνουν σχολεία κάθε χρόνο.
- Γραφειοκρατία: ενισχύθηκε το φαινόμενο με την πλατφόρμα αξιολογήσεων. «Έχει παρεξηγηθεί η στάση των εκπαιδευτικών για την αξιολόγηση. Θέλουμε να ανιχνεύει τα προβλήματα και να παρεμβαίνει στο να γίνονται καλύτεροι, αλλά όχι να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα. Να είναι σαφής, αντικειμενική και πάνω από όλα ένα παιδαγωγικό εργαλείο», επισημαίνει.
- Ενδοσχολική βία: «Υπάρχει μεγάλη έξαρση ως προς την ποιότητά της. Έχουν φτάσει στα άκρα πλέον, πρέπει να απασχολήσει όλους τους εμπλεκόμενους. Απαιτείται η πρόληψή της, δεν αρκεί η καταστολή της», προσθέτει.
Κάθε τάξη έχει 25 παιδιά, αν και υπάρχουν έρευνες που συμπεραίνουν πως το ιδανικό μοντέλο είναι ένας δάσκαλος για 18 παιδιά. Ωστόσο, μόλις φέτος συνταξιοδοτήθηκαν 4.500 εκπαιδευτικοί, ενώ το 1/3 των νέων δασκάλων είναι πλέον αναπληρωτές. Ποιος θα πάρει, άραγε, τις γενναίες αποφάσεις για να αλλάξει αυτό;