Κάθε στιγμή που εισβάλλουν μεγάλα πολιτικά διλήμματα είναι στιγμή διαίρεσης και πυκνής, εσωτερικής διαμάχης. Οι πολίτες ερμηνεύουν με διαφορετικό τρόπο τα καλέσματα, τα συνθήματα ή τα όποια επιχειρήματα. Ιδιαίτερα σε συνθήκες ενός δημοψηφίσματος, ο διχασμός είναι η «φυσιολογική» κατάσταση. Το υπέρ και το κατά, το «ναι» και το «όχι» χωρίζουν την ενδοχώρα της κοινωνίας, τις οικογένειες, ακόμα και ζευγάρια ή φίλους. Και, βέβαια, υπάρχει και η ζώνη των αμφίβολων εντάξεων, όπου κυριαρχεί σε πολλούς η αγχωτική αναζήτηση στέγης στη μία ή στην άλλη γνώμη.
Αυτό είναι ο κανόνας του παιχνιδιού σε κάθε συγκυρία ισχυρού διλήμματος και «κρίσιμης» επιλογής.
Υπάρχει όμως και ο ελληνικός ιστορικός χρόνος με τις κομβικές στιγμές της μεγάλης διχόνοιας: το «εμφύλιο τραύμα» μας, όπως έχει ονομαστεί και αναλυθεί τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει, δηλαδή, η αναγωγή των συγκρούσεων σε μια μεγάλη και κατά κανόνα ανελέητη Σύγκρουση, όπου ένα μέρος της κοινωνίας επιδιώκει τη συντριβή των άλλων. Αυτό είναι όμως κάτι άλλο από τη θεμιτή πολιτική ένταση, τη διαμεσολαβημένη από ισχυρούς λειτουργικούς θεσμούς. Η εμφύλια παθολογία είναι ένα είδος υπερθορύβου που σκεπάζει βάναυσα τη συζήτηση των δημόσιων επιλογών μας, όσο έντονη και αν είναι μια τέτοια συζήτηση. Αυτός ο θόρυβος γεμίζει το κενό με τη φανατική επίδειξη της μιας ή της άλλης «ταυτότητας». Έτσι, όμως, δεν αφήνει να αναπτυχθούν εκείνα τα ζητήματα που δεν επιδέχονται ένα «ναι» και ένα «όχι», ένα συνοπτικό υπέρ και κατά.
Η εμφύλια παθολογία είναι ένα είδος υπερθορύβου που σκεπάζει βάναυσα τη συζήτηση των δημόσιων επιλογών μας, όσο έντονη και αν είναι μια τέτοια συζήτηση.
Με αυτή την έννοια, η φανατική διχόνοια γίνεται ένας τρόπος να σταθεί κανείς σε μια χαοτική δημόσια αρένα, να δείξει, δηλαδή, πως διαθέτει βεβαιότητες, πάθος και γνώσεις. Οι βαθύτεροι φόβοι και ανασφάλειες της ύπαρξης –η ευάλωτη οικονομική ζωή αλλά και κάθε λογής απώλειες– συγκαλύπτονται πίσω από μια επιθετικότητα που γυρεύει αφορμή.
Νομίζω ότι δεν διδασκόμαστε από την Ιστορία γιατί κινούμαστε σε ένα στείρο δίπολο: ανάμεσα σε μια κατασκευασμένη «αγωνιστική» μνήμη και σε ένα παρόν αφιλόξενο για πολεμικά ανδραγαθήματα και παλιές μορφές βίαιης επικράτησης. Ασκούμαστε καθημερινά σε κάθε λογής διχόνοιες: σε γραφικούς καβγάδες, κομματικά τελετουργικά απόρριψης του αντιπάλου, αγριότητες στα κοινωνικά μέσα. Πρέπει, όμως, να ξεχωρίσουμε τον χώρο της διαφωνίας από την επιθυμία «εξόντωσης» του άλλου. Είναι πολύ δύσκολο, ακόμα και όταν κάποιος το πιστεύει και το προωθεί ως ιδέα. Γιατί η κρίση έφτιαξε ένα θέατρο αναβίωσης όλων των εμφυλίων της Ιστορίας μας. Έστησε μια τεράστια σκηνή με ιδανικούς προδότες, συμμάχους, λιποτάκτες, «έμπιστους». Και μοιάζει όλο και πιο δύσκολο να καταλάβουμε στην πράξη ότι η διχόνοια είναι μια στιγμή της πολιτικής, όχι το κέντρο της. Και ότι εκτός απ' το ακόνισμα των αρνήσεων και των επιθετικών μας «ενστίκτων» χρειαζόμαστε περισσότερους λόγους καταφατικής δράσης.
Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να προσποιηθούμε ότι δεν μας αφορά η διχόνοια, ότι τα σκληρά διλήμματα μας είναι αδιάφορα. Θα λέγαμε ψέματα στον εαυτό μας αν αρχίζαμε ένα γενικό κήρυγμα κατά των διχασμών και υπέρ της καλής εθνικής ενότητας. Έχουμε όμως τη δυνατότητα να αρνηθούμε τη βαρβαρότητα και τη βία στη διχόνοια, να υπερβούμε τις παλιές, πρωτόγονες σκηνές ενός πολέμου συμβολικής εξόντωσης του άλλου. Θα θυμηθώ εδώ έναν όρο της ψυχανάλυσης του Φρόιντ: «επιμελημένη επεξεργασία». Αυτό νομίζω ότι θα ήταν αναγκαίο τις τελευταίες μέρες και ώρες. Μια επιμελημένη επεξεργασία των «ναι» και των «όχι» που μας καλούν να πάρουμε θέση. Δεν μιλώ για κάποια τεχνητή λήθη των διαφορών μας αλλά για την προσπάθεια εκπολιτισμού της κάθε δημόσιας αντιπαράθεσης. Και ίσως αυτός ο εκπολιτισμός των συγκρούσεων, η πολιτική και ηθική τους «διασκευή», να είναι ένα ιστορικό μάθημα: το μοναδικό μάθημα που θα ήταν ικανό να επιδράσει κάπως στο παρόν μας.
σχόλια