Εδώ, στον μικρό κήπο απέναντι από τον σταθμό του Θησείου στήθηκε μια αληθινά λοξή τάξη, η οποία δε φάνηκε να δυσκολεύει καθόλου τα παιδιά της καλλιτεχνικής ομάδας του γυμνασίου Καμινίων, που όχι μόνο κάθισαν, βολεύτηκαν κατά ύψος αλλά και έκαναν ένα δικό τους μουσικό πρόγραμμα. Μέσα σε λίγη ώρα ενσωματώθηκαν στο χώρο και έμοιαζαν να κάνουν κάτι απολύτως φυσιολογικό: μάθημα στο ύπαιθρο. Οι περαστικοί τους έριχναν μια ματιά και συνέχιζαν το δρόμο τους.
Ο καλλιτέχνης πίσω από αυτή την εγκατάσταση είναι ο Ζάφος Ξαγοράρης και αυτή αποτελεί συνέχεια της ενασχόλησής του με παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο και τις λειτουργίες του. Η Λοξή Τάξη διερευνά τον τρόπο εκπαίδευσης ως έκφραση κοινωνικής αλλαγής. Δεκαοκτώ θρανία, τριανταέξι καρέκλες, μια καθηγητική έδρα και η αντίστοιχη θέση της. Καθισμένοι στα θρανία και υπό γωνία 7 περίπου μοιρών ξεκινάμε τη συζήτησή μας λίγες ημέρες πριν από τα εγκαίνια της έκθεσης του στο Μουσείο Μπενάκη.
Η ματιά μας πρέπει να είναι στο παρελθόν, όχι υποχρεωτικά προς το ένδοξο παρελθόν, γιατί αυτή η αναγωγή προς το ένδοξο παρελθόν δείχνει και μια έλλειψη αυτοπεποίθησης, ότι δεν έχουμε κάτι άλλο να κοιτάξουμε. Εμένα μου φαίνεται πιο ενδιαφέρουσα η ματιά προς παρελθόντα τραύματα, που κοντεύουν να σβήσουν από τη μνήμη.
Σε τι προσαρμόζεται αυτή η τάξη που φτιάξατε;
Ανταποκρίνεται σε συνθήκες υπαίθριας διδασκαλίας σε λοξό έδαφος. Η τάξη γέρνει ομοιόμορφα και να μπορεί να σταθεί ίσια σε κατηφορικό ή κεκλιμένο επίπεδο. Η υπαίθρια αυτή τάξη αναφέρεται σε μορφές εκπαίδευσης που ιστορικά εφαρμόζονται σε συνθήκες κρίσης (όπως πόλεμος, σεισμός, στρατόπεδο συγκέντρωσης, κλπ.), όταν δηλαδή υπάρχει αδυναμία διδασκαλίας σε στεγασμένο χώρο. Αυτή την τάξη θα τη στήσουμε στη ράμπα του Μουσείου Μπενάκη στην οδό Πειραιώς και αποτελεί ένα μέρος του έργου. Το υπόλοιπο προέρχεται από το αρχειακό υλικό του μουσείου, είναι υλικό το οποίο μου έχει παραχωρηθεί από το μουσείο και έχω συλλέξει, ερευνήσει και αφορά στην εκπαίδευση σε δημόσιο χώρο, στο ύπαιθρο, σε περιόδους που υπάρχουν κάποια ζητήματα, όπως ένας σεισμός. Ή ακόμα και σε περιόδους τεταμένες όπως στη δικτατορία του Μεταξά ή στον εμφύλιο που υπήρχε παρουσία μαθητών στο ύπαιθρο. Δηλαδή υπάρχει αναφορά σε πολιτικοοικονομικές συνθήκες και σε ιστορικές καταβολές.
Το να σας ενδιαφέρει μια συνάθροιση μαθητών σε έναν υπαίθριο χώρο έρχεται σε συνέχεια με το έργο σας συνολικά;
Έχει να κάνει με τα έργα που κάνω ούτως η άλλως και αφορούν την πόλη, τις εξωτερικές συνθήκες, εκτός μουσειακών ή εκθεσιακών χώρων. Αυτές είναι εγκαταστάσεις στις οποίες δουλεύω από τη δεκαετία του '90. Επομένως, έχω αυτό ως γενική καταγωγή. Έργα με ήχο, έργα στο ύπαιθρο, αυτή είναι η διαδρομή μου. Κάποια προηγούμενα έργα μου έχουν άμεση σχέση με τη Λοξή Τάξη. Πρόκειται για τις καρέκλες που έδειξα στην τέταρτη Μπιενάλε της Αθήνας. Έχουν μεταβλητά πόδια και μπορούν να στηθούν σε αντίξοες συνθήκες. Ο τίτλος του έργου ήταν «Συζητήσεις σε ανώμαλο έδαφος» ενώ ένα άλλο μικρότερο έργο ήταν ένα λοξό πάνελ που σχεδίασα για το camp για να μπορεί να μπεί διαγωνίως ενός χώρου και να λειτουργήσει ως χρηστικό
Ποιά ζητήματα συνδέετε μέσα από αυτή τη σχέση;
Το ζήτημα του δημόσιου χώρου συνδέεται με την επικοινωνία, τη διαδικασία της εκπαίδευσης. Με αφορά και το στοιχείο του αντίξοου, με ποιο τρόπο αλλάζουν τα πόδια μια καρέκλας για να στηθεί σε ανώμαλο έδαφος ή σε μια κατηφόρα η τάξη. Μου αρέσει και σαν εικόνα μια δύσκολη συνθήκη μου φαίνεται ενδιαφέρον και δεν ξέρω ακριβώς το λόγο. Βέβαια τα παιδιά το πρωί προσαρμόστηκαν σε χρόνο άμεσο.
Η λέξη λοξό έχει κάποια αλληγορία;
Εκ των υστέρων, μάλλον έχει. Προέκυψε τυχαία, πρακτικά, η λέξη λοξό και έχει να κάνει με δυο άλλες έννοιες και ιδιότητες, το order και το classroom. Επίσης επειδή έχω και την ιδιότητα του διδάσκοντος, έχω πολλές αναφορές σε αυτό το έργο όπως είναι η νεκρή τάξη του Ταντέους Κάντορ, αλλά και η Oblique Architecture, για παράδειγμα. Εκεί υπάρχει μια κοινή σχέση με πράγματα που υποστηρίζω κάνοντάς τα και τα καταλαβάινω και κάπως διαφορετικά.
Όταν κάνετε μια εγκατάσταση σε δημόσιο χώρο, βοηθά στην επικοινωνία με το θεατή, περισσότερο από ότι να έβλεπαν ένας έργο σε έναν εσωτερικό χώρο;
Δε θα συγκρίνω με την παραστατική ζωγραφική, η παραστατική ζωγραφική υπάρχει πάντα και τη χρησιμοποιπω, όπως για παράδειγμα εδώ, για τα προσχέδιά μου. Δηλαδή υπάρχουν παραστατικά και ζωγραφικά σχέδια για να εξηγώ και τις ιδέες μου. Το ζήτημα της επικοινωνίας με έχει προβληματίσει πολύ και στο παρελθόν και σήμερα. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες καταφέρνουμε μια ευτυχή συνομιλία όπως σήμερα. Ένα έργο βοηθά τα παιδιά ή μια ομάδα ανθρώπων να επικοινωνήσει μεταξύ της και να εκφραστεί, δίνει ένα ερέθισμα στους γύρω προκειμένου να κατανοήσουν την μεταμόρφωση ενός χώρου ενώ ενεργοποιεί στοιχεία τα οποία μπορεί να μην αντιλαμβανόμαστε. Και υπάρχουν περιπτώσεις που αυτό το κάνεις ερήμην της καθημερινότητας.
Εννοείτε να μην υπάρχει ταυτόχρονη παρουσία του έργου και των θεατών;
Ναι, εννοώ την περίπτωση του να μην υπάρχει αυτή η ταυτόχρονη παρουσία και ο κόσμος να καταλαβαίνει το έργο έμμεσα μετά από ένα διάστημα. Έχω κάνει ένα έργο για παράδειγμα το 2009 στην Πολωνία στο Βρότσλαφ , στο οποίο είχα ένα ηχείο δεμένο επάνω μου και το οποίο εξέπεμπε ήχους από τις τότε διαδηλώσεις.
Αυτό που ήθελα εγώ, ήταν να είμαι μόνος μου, δεν ήθελα να υπάρχουν άλλοι, άρα ουσιαστικά ήμουνα μεν κοντά στο ποτάμι σε μια αστική διαδρομή αλλά η μοναξιά ήταν ένα χαρακτηριστικό του έργου που δε μπορούσε να λείπει. Άρα ο τρόπος που αυτό το συγκεκριμένο έργο έρχεται σε γνώση του κοινού είναι έμμεσος. Με κάποιες παρουσιάσεις, κάποιες καταγραφές, ακόμα και τώρα που το συζητάμε. Αυτό σημαίνει ότι περνάνε πολλά ενδιάμεσα στάδια μέχρι να μπορέσει κάποιος να αντιληφθεί ένα έργο. Είναι μια συζήτηση που συνεχίζεται για πολλά χρόνια από τότε που γίνεται ένα έργο. Έχει όμως μια παρουσία ακόμα και με καθυστέρηση.
Είναι από τις βασικές λειτουργίες της τέχνης, να συγκινεί. Όχι να εκβιάζει το συναίσθημα. Για μένα είναι συγκινητικός ο Μάλεβιτς. Καθένας συγκινείται από άλλα πράγματα.
Τα παιδιά που έρχονται σήμερα στην καλών τεχνών είναι περισσότερο εξοικειωμένα με την τέχνη από άλλοτε;
Διδάσκω ζωγραφική αλλά και πολλά άλλα πράγματα, οι περισσότεροι διδάσκουμε και άλλα πράγματα μαζί όπως είναι ο χαρακτήρας της τέχνης. Υπάρχει μια τεράστια πληροφόρηση που την έχουν από παιδιά και την έχουν κυρίως μέσω του διαδικτύου, μέσω των ταξιδιών που μπορούν να κάνουν, υπάρχει μια επικοινωνία σε ένα ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που υπήρχε πριν κάποια χρόνια. Αυτό που είδα να χρειάζεται σήμερα που πέρασα την ημέρα με τα παιδιά του σχολείου και κάναμε και ξεναγήσεις σε άλλες εκθέσεις είναι ότι χρειάζεται μια εξοικείωση και να λειτουργούν οι θεσμοί. Έτσι μπορείς και αντιλαμβάνεσαι και αισθάνεσαι ότι η τέχνη είναι ένα πράγμα που υπάρχει. Στη δική μου περίπτωση οι γονείς μου, Μπία Ντάβου και Παντελής Ξαγοράρης με βοήθησαν να αντιμετωπίσω τον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο σαν κάτι οικείο, φυσικό και δεδομένο. Το πιο εύκολο που μπορείς να δεις σήμερα είναι οι αρχαιότητες και η πόλη γύρω σου, αλλά μπορείς και πρέπει να δεις και την σύγχρονη τέχνη που υπάρχει στην Ελλάδα αλλά και εκτός Ελλάδος.
Η ματιά μας στρέφεται και συντηρείται από το παρελθόν;
Εξαρτάται ποιο παρελθόν εννοούμε. Η ματιά μας πρέπει να είναι στο παρελθόν, όχι υποχρεωτικά προς το ένδοξο παρελθόν, γιατί αυτή η αναγωγή προς το ένδοξο παρελθόν δείχνει και μια έλλειψη αυτοπεποίθησης, ότι δεν έχουμε κάτι άλλο να κοιτάξουμε. Εμένα μου φαίνεται πιο ενδιαφέρουσα η ματιά προς παρελθόντα τραύματα, που κοντεύουν να σβήσουν από τη μνήμη. Μου αρέσει η ιδέα ότι ανακαλύπτω πράγματα που είναι έτοιμα να χαθούν. Οπότε αυτή είναι η καλλιτεχνική μου λογική. Φαντάζομαι ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να επανεκτιμήσουν πράγματα του παρελθόντος με έναν πολύ ενδιαφέροντα τρόπο.
Προφανώς χρειάζεται χρόνια για να εμπεδωθούν πολλά ζητήματα, αλλά νομίζω ότι αυτή τη στιγμή είμαστε σε μια πλεονεκτική θέση και είμαστε έτοιμοι να κάνουμε πράγματα και να ολοκληρώσουμε θέματα για τα οποία πολεμούσαμε και εμείς και πολλές γενιές πριν. Υπάρχει μια νέα γενιά καλλιτεχνών που είναι σούπερ ενεργή και σούπερ δημιουργική και όλα αυτά συγκλίνουν. Και αν το κράτος δε βοηθάει, ας μη βάζει τουλάχιστον τρικλοποδιές. Ελπίζω ότι τα επόμενα χρόνια θα αλλάξει το τοπίο. Η απουσία κατανόησης να υποχωρήσει και να είναι αυτονόητο το να περιμένουν λίγο πιο πειραματικά πράγματα.
Θα μπορούσατε να κάνετε μια περιγραφή των εικαστικών σήμερα;
Τα εικαστικά λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό και είναι ένας χώρος φιλόξενος για πειραματισμό. Ευνοούν τις δοκιμές σε πράγματα που έχουν ένα χαρακτήρα,. Φυσικά όλα αυτά συνυπάρχουν με το εμπόριο της τέχνης που έχει ακόμα μια λογική συλλογής. Εκεί αναγκαστικά υπάρχει ένας μηχανισμός που έχει να κάνει με τους χώρους, τις γκαλερί, τον συλλέκτη και είναι αυτός ο μηχανισμός που μπορεί να κάνει την τέχνη να έχει αυτή τη λογική πολυτελείας. Η αντίληψη αυτή υποθέτω ότι έχει να κάνει και με την απουσία των θεσμών, με το ότι δεν έχουμε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης ακόμα για παράδειγμα, αλλά, ταυτόχρονα έχει να κάνει με μια υποχρεωτική φόρτιση ενός έργου με μια αξία. Νομίζω ότι αυτό δεν είναι υποχρεωτικό να υπάρχει. Μπορείς να δεις απλά μια λοξή τάξη και τον τρόπο λειτουργίας της και να μη χρειάζεται κάτι περισσότερο. Δε χρειάζεται να βλέπεις ένα αριστούργημα μπροστά σου που δε σε αφήνει να αναπνεύσεις.
Δε μπορεί να συγκρίνει κανείς ένα ηχητικό έργο στο δρόμο με την Ακρόπολη, η σύγκριση θα είναι άδοξη, μοιραία. Δε χρειάζεται να γίνεται αυτή η σύγκριση. Ένα έργο είναι κάτι απλό που δοκιμάζει κάποιος. Η εποχή ίσως και λόγω της περιόδου που διανύουμε έχει μια εκφραστικότητα από μόνη της αποτελεί ένα είδος μικρής καθημερινής δράσης και το άθροισμα των πραγμάτων που συμβαίνουν στην πόλη σήμερα δημιουργεί ένα περιβάλλον πολύ ελκυστικό. Το να ζεις μέσα σε αυτό σε κάνει πολύ δημιουργικό.
Σας ενδιαφέρει να συγκινεί η τέχνη;
Ναι, νομίζω ότι έτσι πρέπει. Είναι από τις βασικές λειτουργίες της τέχνης, να συγκινεί. Όχι να εκβιάζει το συναίσθημα. Για μένα είναι συγκινητικός ο Μάλεβιτς. Καθένας συγκινείται από άλλα πράγματα.
Θυμάστε πότε πρωτοενδιαφερθήκατε για την τέχνη;
Οι γονείς μου ήταν καλλιτέχνες, ήμουν μοναχοπαίδι, οπότε συχνά με άφηναν μόνο μου το μεσημέρι να ζωγραφίζω για να μη τους ενοχλώ και αυτό το θυμάμαι πολύ έντονα, να ζωγραφίζω μάχες, έπαιζα, αλλά τη ζωγράφιζα τη μάχη.
Και την επιθυμία μου να ασχοληθώ με την τέχνη δεν την είχα δεδηλωμένη. Αυτό που θυμάμαι πολύ έντονα, είναι ότι σε μια ηλικία που έχει να κάνει με την εφηβεία, άρχισα να διαβάζω βιβλία που με συγκινούσαν πολύ. Πρώτα με συγκινούσαν τα βιβλία και μετά ο κινηματογράφος, ο Ταρκόφσκι εκεί κατάλαβα ότι κάτι υπάρχει που θέλω να κάνω και εγώ. Πέρασα στην αρχιτεκτονική και μετά έκανα αυτή τη θαρραλέα πράξη και πήγα, χωρίς να το πω κιόλας στους γονείς μου- στην καλών τεχνών. Είπα αυτό θέλω να κάνω και ήταν μια απόφαση πολύ συνειδητή.
Στα έργα σας υπάρχει κάποιες φορές απουσία κοινού, λειτουργούν έμμεσα ή ετεροχρονισμένα, είναι ένα χαρακτηριστικό των εγκαταστάσεών σας αυτό;
Υπάρχουν εγκαταστάσεις που αυτό υπάρχει από μόνο του, με απουσία κοινού, όπως αυτή που έκανα στα έρημα χωριά της Κύπρου. Εκεί είχα βάλει ένα σύστημα ενίσχυσης του ήχου με μπαταρία αυτοκινήτου, μικρόφωνα και ηχεία και έπαιρνα ήχους σε εγκαταλελειμμένα χωριά και τους ενδυνάμωνα. Εκεί δεν είχε λόγο, δεν ήθελα να υπάρχει κοινό. Αυτό είναι ακραία αντικοινωνικό, πρόκειται για ένα έργο εφήμερο και χρονικά περιορισμένο. Ο τρόπος με τον οποίο το μαθαίνει κάποιος είναι έμμεσος δεν υπάρχει ταυτόχρονη ανάγνωση ούτε ταυτόχρονη παρουσία του κοινού με το έργο. Αυτή η συνάντηση γίνεται με μια χρονοκαθυστέρηση. Η παρουσία του κοινού έχει σχέση περισσότερο με όσους κάνουν παραστατικές τέχνες, για μένα δεν είναι απαραίτητο. Παρόλα αυτά το έργο βρίσκει πάντα μια δίοδο επικοινωνίας και αυτό που αλλάζει είναι ο χρόνος που αυτή συμβαίνει.
Το να αναλύετε τα έργα σας βοηθά να επικοινωνήσετε με τους άλλους;
Το γεγονός ότι διδάσκω με κάνει να πρέπει με ένα τρόπο να αναλύω αυτά που αισθάνομαι. Αναγκαστικά με βοηθάει, έτσι είναι πια η τέχνη. Και αυτό που θα δείξω το έχω ψάξει από όλες τις μεριές. Δεν είμαι όμως σίγουρος αν είναι από τα πολύ θετικά στοιχεία ενός ανθρώπου που διδάσκει γιατί συχνά εξηγώντας τα δικά του έργα ή αυτά που σκέφτεται ο ίδιος ή αυτά που σκέφτονται τα παιδιά, αναγκάζεται -αφού πρέπει να μιλήσει γιαυτά και να βρει τους μηχανισμούς- να τα απονευρώσει. Αυτό τελικά μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι απέξω από τη διαδικασία. Φυσικά αυτό συμβαίνει αν θέλει κανείς να είναι τέτοιου τύπου δάσκαλος. Υπάρχουν και άλλοι που δε θέλουν να αναλύουν. Η συζήτηση ευνοεί γιατί μπαίνουν και άλλου τύπου ζητήματα όπως η γνώση, οι συνεργασίες, βλέπεις κοινά εγχειρήματα τα οποία σου δίνουν μια τελείως διαφορετική οπτική γιαυτά που μπορείς να κάνεις. Η συζήτηση από μόνη της έχει να κάνει με μια πρόοδο ιδεών στην τέχνη, την κάνει να είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Οπότε το να δοκιμάσει κανείς τη συζήτηση και ως μεθοδολογικό εργαλείο μου φαίνεται ότι αυτό και από μόνο του έχει ενδιαφέρον. Ή το να συζητήσει, να έρθει σε διάλογο με καλλιτέχνες που δοκιμάζουν πράγματα από άλλες περιοχές, από τη μουσική ή το θέατρο. Είναι ένας τρόπος και μέσα από αυτόν η τέχνη γίνεται φοβερά πλούσια.
Info:
Ζάφος Ξαγοράρης, Λοξή Τάξη
Μουσείο Μπενάκη-Κτίριο Οδού Πειραιώς
26/02/2015 - 17/05/2015
Εγκαίνια: 25/02/2015, 20:00
Είσοδος ελεύθερη
σχόλια