Τον Σεπτέμβρη ή αλλιώς «September» τον γράψαμε με την Πέννυ στο Βερολίνο πρώτα στα Αγγλικά και μετά στα Ελληνικά στα πλαίσια της υποτροφίας του Nipkow. Μας πήρε τέσσερις μήνες να τελειώσουμε το πρώτο ντραφτ, κι είχε το Βερολίνο κάτι το θλιβερό και συνάμα γιορτινό καθ' όλη τη διάρκεια της εκεί παραμονής μας. Κι όσο χειμώνιαζε κι απογυμνωνόταν το τοπίο· μαζί προχωρούσε κι η γραφή, κι ότι φλύαρο είχε ξεφλουδιζόταν από τον κορμό της. Ήταν σαν να θέλαμε να μείνουμε με τα απολύτως απαραίτητα, τα λίγα που μας στοίχειωναν, να φτιάξουμε μια ιστορία συμπαγή, σφιχτά δεμένη, να μην κουβαλά φορτίο απάνω της παραπανίσιο, να 'ναι ανάλαφρη, μα να 'χει και ψυχικό σθένος και βάθος. Κι όπως συμβαίνει σε κάθε δημιουργική δουλειά, αμφιβάλλαμε πολύ, είχαμε δεύτερες και τρίτες σκέψεις κι ανασφάλειες, αναρωτιόμασταν αν το υλικό που έχουμε στα χέρια μας είναι αρκετό, όμως όσο συνεχίζαμε τη γραφή, κάτι μέσα μας σκιρτούσε με προσμονή, κι όσο περνούσε ο καιρός, έλεγα και πίστευα πως αυτό το σενάριο ίσως και να έχει κάτι απροσδιόριστα μοναδικό, αν και η Πέννυ λόγω χαρακτήρα ήταν πάντα στον αντίποδα, αυτόν της υπέρμετρης απαισιοδοξίας. Όσο για τη συνεργασία, δούλευα τα πρωινά σ' ένα γραφείο στο Μίττε μ' ένα αχνισμένο παράθυρο, που έβλεπε πίσω σ' ένα κατάλευκο από το χιόνι Γερμανικό ακάλυπτο, η Πέννυ έφτανε πάντα αργοπορημένη μαζί με το τεριέ της την Λου, το 'χει αυτό η Πέννυ με το χρόνο, έχει το δικό της μέτρο στο χωροχρόνο, και το βράδυ συχνά πυκνά κλεινόμασταν μέσα και κόβαμε και ράβαμε παρέα σκηνές και διαλόγους με ένα μπουκάλι κρασί, κάναμε έντονες κουβέντες, μαλώναμε σε εβδομαδιαία βάση, Θεέ μου, τι καβγάδες έχουμε κάνει σε καφέ, μπαρ, στο γραφείο, στο δρόμο γι' αυτό το σενάριο, κι έπειτα πάλι πιάναμε το υφάδι της ιστορίας, και το ξετυλίγαμε από την αρχή, ξανά και ξανά, εδώ θέλω να εκμυστηρευτώ και να ομολογήσω πως είμαι ορκισμένη λάτρης της ρουτίνας- με εκπλήσσει πάντα, πόσο ποτέ δεν είναι ίδια. Ένα χειμώνα, γράφαμε και ξηλώναμε, έμαθα το Ανατολικό Βερολίνο, είδα πολλές ταινίες, διάβασα όλο τον Ντέιβιντ Μίτσελ και την Τζόαν Ντίντιον, και περπάτησα πολλά χιλιόμετρα σ' αντίξοες καιρικές συνθήκες. Έφυγαν τέσσερις μήνες τόσοι γεμάτοι, που ήταν από μόνοι τους μια μικρή ιστορία, μιαν ολάκερη αφήγηση για το πως δυο άνθρωποι συνυπάρχουν στη γραφή και πλέκουν το παρελθόν και τις εμπειρίες τους στο χαρτί. Κι έχω την εντύπωση, πως τα καλύτερα σενάρια γράφονται με παρέα, όταν οι χαρές κι οι απογοητεύσεις μοιράζονται, κι όντως όταν είδα την τελική εικόνα πρώτη φορά στο μοντάζ, ένιωσα πως συνέβη κάτι μεγαλύτερο απ' αυτό που είχα κατά νου, κάτι που μ' υπερβαίνει και μας ξεπερνά.
To September παίζεται από σήμερα στους κινηματογράφους, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη
σχόλια