Μ' αυτό το τραγούδι, ο Δημήτρης Παναγόπουλος έγινε γνωστός πριν από σχεδόν 30 χρόνια.
Πολλές φορές είχα αναρωτηθεί τι απέγινε αυτό το μεγάλο ταλέντο, και σκαλίζοντας στο ίντερνετ βρήκα μια συνέντευξη που έδωσε πριν μερικά χρόνια στο bimag, απ' την οποία έμαθα ότι είναι ένας παγκόσμια διακεκριμένος επιστήμονας στον τομέα της Βιοφυσικής! Και χάρηκα πολύ.
Από την «Ασταθή Ισορροπία» στην παγκόσμια επιστημονική αναγνώριση
Η περίπτωση του Δημήτρη Παναγόπουλου είναι πολύ ιδιαίτερη και ίσως μοναδική. Ξεκίνησε το 1985 έχοντας ένα βραβείο του μουσικού φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στην τσέπη του, ενώ η «Αύρα» του ενθουσίασε ακόμα και τον Μάνο Χατζιδάκι (το χαρακτήρισε ως το καλύτερο τραγούδι της δεκαετίας '80 -'90).
Εκτός από τη διαρκή παρουσία του σε ροκ μουσικές σκηνές και τη δισκογραφία του, έχει συμπεριληφθεί δύο φορές ανάμεσα στους 100 κορυφαίους επιστήμονες του κόσμου χάρη στο πολύ σημαντικό ερευνητικό έργο του στον τομέα των βιολογικών επιδράσεων των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων (οι θεωρητικές και πειραματικές εργασίες του έχουν δημοσιευθεί στα καλύτερα διεθνή επιστημονικά περιοδικά και θεωρούνται οι πιο έγκυρες παγκοσμίως). Ίσως γι' αυτό και οι δισκογραφικές δουλειές του παραπέμπουν σε όρους της Φυσικής και της Βιολογίας («Ασταθής ισορροπία», «Εκτροπή», «Έκδυση»).
Ο ίδιος είναι ένας κλασικός ρόκερ έχοντας σταδιοδρομήσει παράλληλα ως λέκτορας – ερευνητής Βιοφυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Φυσικά και αναρωτιόμασταν πώς καταφέρνει να συνδυάζει δύο (φαινομενικά) ανόμοια πράγματα. Η συνάντησή μας μαζί του έλυσε τις απορίες μας.
Περισσότερο διακωμωδούσα το τραγούδι, παρά έκανα σκέψεις ότι αυτό το κομμάτι θα μείνει στην ιστορία.
— Πώς συνδυάζεται η μουσική με την επιστήμη της Φυσικής;
Σε μένα συνδυάζονται και οι δύο τομείς πάρα πολύ καλά. Δεν νομίζω ότι επαγγελματικά βοήθησε το ένα κομμάτι το άλλο, προσωπικά όμως ναι. Θεωρώ ότι ο ένας τομέας συμπληρώνει τον άλλο, ότι δηλαδή η γνώση που έχω πάρει από το ένα κομμάτι συμπληρώνεται και συμπληρώνει τις γνώσεις μου στο άλλο: Όπως υποστήριζαν οι αρχαίοι Έλληνες, «Μηδέ τις επιστήμων ει μη μουσικός» ή «Μουσικήν ποίει και εργάζου» – και φαίνεται ότι είχαν δίκιο.
Το ροκ είναι απαραίτητο συστατικό και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μου και στην πορεία μου. Αν δεν υπήρχε το ροκ, ίσως να μην ήθελα να γίνω μουσικός, να μην είχε ενδιαφέρον για μένα. Ίσως να είχε περισσότερο ενδιαφέρον να γίνω αγρότης ή κάτι άλλο. Έγινα μουσικός περισσότερο για το ροκ παρά για τη μουσική. Η μουσική ξεκίνησε από το δημοτικό εν μέσω μπάλας και άλλων πραγμάτων – ήμουν στη μπάλα και την αλητεία μέχρι την προχωρημένη εφηβεία μου και πιστεύω ότι αυτό μου έκανε πάρα πολύ καλό. Το μερίδιο αυτό της αλητείας το έζησα γενναία και θεωρώ ότι θα είχα χάσει κάτι πολύ σημαντικό αν δεν το είχα ζήσει και είχα πέσει με τα μούτρα να γίνω ένα παιδί του ωδείου, για παράδειγμα. Στην αρχή δεν είχα μυαλό να καθίσω να μελετήσω κλασική κιθάρα. Συνειδητοποίησα πρώτη φορά στα 18-19 μου ότι πρέπει να πάω στο ωδείο και να μελετήσω συστηματικά μουσική περνώντας μέσα από όλες τις ανιαρές διαδικασίες της κλασικής κιθάρας. Το ίδιο αντίστοιχα συμβαίνει και με την επιστήμη: Για να φτάσεις να ασχολείσαι με τα πιο ενδιαφέροντα πεδία της Φυσικής, θα πρέπει να περάσεις από εκπαίδευση, που είναι συνήθως ανιαρή διαδικασία (νόμοι, εξισώσεις), αφού στο στάδιο αυτό συνήθως δεν μπορείς να καταλάβεις πού σε οδηγούν αυτά τα πράγματα.
— Γιατί διαλέξατε τη Φυσική;
Διότι είναι η βάση της επιστήμης. Συμφωνώ με τη ρήση του Κάντ ότι επιστήμες είναι μόνο η Φυσική και τα Μαθηματικά – και ας ακούγεται παλιομοδίτικο και παρωχημένο. Αγαπώ και τη μουσική και τη Φυσική. Δε νομίζω ότι θα μπορούσα να στερηθώ κάτι από τα δύο. Θα μπορούσα να κάθομαι και να παίζω κιθάρα όλη την ημέρα, όπως περιγράφει το κομμάτι "Mother Nature's Son" των Beatles, λέγοντας «Born a poor young country boy-Mother Nature's son, All day long I'm sitting singing songs for everyone» («Γεννημένος φτωχό αγροτόπαιδο, γιος της Μητέρας Φύσης, όλη μέρα κάθομαι παίζοντας τραγούδια για τον καθένα»).
Θα μπορούσα λοιπόν να είμαι ένα αγροτόπαιδο, να καλλιεργώ τη γη και όλη την υπόλοιπη μέρα καβάλα σε έναν φράκτη ή αραχτός κάτω από τα δέντρα να παίζω κιθάρα και να γράφω τραγούδια για όποια φάτσα συναντώ μπροστά μου.
Ή θα μπορούσα να είμαι ένας ερευνητής: Όμως αυτός ο ερευνητής θα έπρεπε απαραιτήτως να έχει ένα όραμα που να περικλείει μέσα του και τη φύση και τον έρωτα και την ποίηση – δεν θα μπορούσα να κλειστώ σε τέσσερις τοίχους και να κάνω έρευνα. Δηλαδή αυτός ο ερευνητής θα έπρεπε να κάνει πολλές βόλτες – ακόμα και αν δεν έπαιζε κιθάρα – να αλητεύει πάρα πολύ, να χαλάει πάρα πολύ χρόνο άσκοπα, αλλιώς δεν θα ήταν ο τύπος του ερευνητή που μου ταιριάζει.
— Συνεχίζετε να γράφετε ακόμα μουσική; Εμφανίζεστε κάπου;
Ναι, φυσικά γράφω μουσική. Εμφανίζομαι με σταθερή συχνότητα στο μπαρ In Vivo (Χ. Τρικούπη 79 & Μεθώνης, στο κέντρο της πόλης), όπου έχω την καλλιτεχνική επιμέλεια. Στον ίδιο χώρο εμφανίζονται επίσης πολλά αξιόλογα μουσικά σχήματα, που κινούνται γύρω από το ροκ, τη τζαζ και το μπλουζ.
Εκεί παίζω κλασικά ροκ κομμάτια, μπλουζ και ραγκτάιμ, ό,τι δηλαδή έπαιζα πάντα (είτε δικές μου δημιουργίες είτε κλασικών ονομάτων του ροκ-μπλουζ χώρου). Γενικά έχω παίξει αμέτρητες φορές ζωντανά, έχω κάνει live σε όλη την Ελλάδα (και όχι μόνο), έχω ηχογραφήσει τέσσερα albums και νιώθω πολύ γεμάτος από τη μουσική μου σταδιοδρομία.
— Φανταζόσασταν ότι η «Αύρα» θα παρέμενε επιτυχία για 23 χρόνια;
Δεν φανταζόμουνα τίποτα. Έκανα πάντα αυτό που ήθελα να κάνω, χωρίς να βλέπω τι θα φέρει στο μέλλον. Όταν είχα πάει πιτσιρικάς στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, δεν με ενδιέφερε αν θα πάρω βραβείο ή όχι. Άλλο αν πήρα. Με ενδιέφερε η χαρά της συμμετοχής σε όλο αυτό και η εμπειρία. Όταν ηχογραφούσαμε τα κομμάτια του πρώτου μου δίσκου, κάνοντας πλάκα με τους φίλους μου, μπορεί να το διακωμωδούσαμε – και κυρίως εγώ, λέγοντάς τους «άκου τώρα αυτό το χιτ» (παίζοντάς τους την «Αύρα»), υπονοώντας ότι το τραγούδι έχει τα στοιχεία του ευχάριστου διαχρονικού κομματιού (το διαχρονικό πρέπει πάντα να περιλαμβάνεται σε αυτά που εγώ θεωρώ ότι αξίζει να κάνεις). Περισσότερο λοιπόν το διακωμωδούσα, παρά έκανα σκέψεις ότι αυτό το κομμάτι θα μείνει στην ιστορία.
Αύρα~Δημήτρης Παναγόπουλος-Μίλτος Πασχαλίδης / Θέατρο Βράχων 2010
σχόλια