Τον φώναζαν «ο χοντρός». Όταν ήταν 17 χρονών δούλευε ως βοηθός στο εργαστήριο του Φλωρεντίνου ζωγράφου Verrocchio. Ο πατέρας του Verrocchio ήταν ζαχαροπλάστης κι έστελνε γλυκά στο εργαστήριο. Ο μικρός Ντα Βίντσι καταβρόχθιζε τόσο γρήγορα τα γλυκά στα πακέτα που ο ζωγράφος τον τιμώρησε, αναγκάζοντάς τον να ζωγραφίσει έναν άγγελο στη γωνία ενός μέτριου πίνακα ο οποίος απεικονίζει τη βάφτιση του Χριστού. Ο πίνακας βρίσκεται στο Ουφίτσι επειδή πρόκειται για το πρώτο έργο του ντα Βίντσι.
Μετά από τρία χρόνια στο εργαστήριο ο εικοσάχρονος Λεονάρντο άρχισε να δουλεύει ως μάγειρας στην ταβέρνα «τα τρία σαλιγκάρια» η οποία βρισκόταν κοντά στη γέφυρα Ponte Vecchio. Την ημέρα ζωγράφιζε, τα βράδια έφτιαχνε πολέντα. Πολέντα ήταν ό,τι είχε να προσφέρει αυτή η ταβέρνα, μαγειρεμένη μερικές φορές με λίγο κρέας. Οι υπόλοιποι μάγειρες αδιαφορούσαν για την ποιότητα του φαγητού και όταν το 1473 μία δηλητηρίαση σκότωσε την πλειοψηφία των εργαζομένων στην ταβέρνα, ο Λεονάρντο πήρε αναγκαστική προαγωγή κι έγινε αρχιμάγειρας. Αποφάσισε να αλλάξει εντελώς το μενού κι άρχισε να σερβίρει την πολέντα σε ντελικάτους σχηματισμούς πάνω στα πιάτα. Οι πελάτες όμως προτιμούσαν την ποσότητα από την ποιότητα και δεν εκτίμησαν την προσπάθεια- ο θυμωμένος ιδιοκτήτης απέλυσε το Λεονάρντο.
Παλεύοντας να τα καταφέρει ως ζωγράφος, δούλευε παράλληλα ως μάγειρας και ως προσωπικός σεφ. «Η ζωγραφική μου και η γλυπτική μου είναι καλές όσο οποιουδήποτε άλλου καλλιτέχνη» έγραψε στον Ludovico Sforza, μελλοντικό δούκα του Μιλάνου, όταν ζήτησε δουλειά. «Είμαι πολύ καλός στα αινίγματα και στους κόμπους. Και μπορώ να φτιάξω τα καλύτερα κέικ.»
Ο Sforza δεν τον προσέλαβε ως μάγειρα, ως ζωγράφο ή γλύπτη, αλλά για να παίζει φλάουτο μετά το δείπνο. Τελικά του ανέθεσε να ανακαινίσει την κουζίνα, κάτι που ίσως μετάνιωσε, γιατί η δουλειά κράτησε όσο όλη η ζωή του Λεονάρντο και ανακάτεψε όλη τη ζωή της αυλής.
Στο βιβλίο The Kitchen Notebooks of Leonardo da Vinci φαίνονται όλες οι προσπάθειες και οι ιδέες του Λεονάρντο για την κουζίνα. Το φαγητό έπρεπε να προετοιμάζεται αποκλειστικά από μηχανές. Βέβαια κατέγραφε και συνταγές (μαρμελάδα λάχανο, σούπα με σαλιγκάρια) μαζί με σκέψεις («μηχανές που πρέπει να σχεδιάσω για την κουζίνα μου»)
Προσπαθούσε να φτιάξει μηχανές για όλες τις δουλειές της κουζίνας: το λιώσιμο σκόρδου, για το ξεπουπούλιασμα χήνας, για το τεμαχισμό χοίρου – μόνο που μερικές φορές οι μηχανές ήταν πιο περίπλοκες απ’ όσο χρειαζόταν.
Στην εικόνα βλέπετε ένα σχέδιο για ένα μίξερ με ύψος δύο αντρών. Για να λειτουργήσει απαιτείται ένας άνθρωπος ο οποίος κινδυνεύει να ανακατευτεί μαζί με τη σάλτσα ενώ μία άλλη μηχανή απαιτούσε τη δύναμη τριών αλόγων προκειμένου να σπάσει ένα καρύδι.
Όμως, το πιο αξεπέραστο κομμάτι του βιβλίου είναι οι σκέψεις του Λεονάρντο γύρω από τους καλούς τρόπους στο τραπέζι, δείχνοντας ότι η εποχή του ήταν πιο κοντά στο Μεσαίωνα παρά στην Αναγέννηση:
- Δεν επιτρέπεται να καθόμαστε πάνω στο τραπέζι όταν τρώμε
- Δεν επιτρέπεται να βάζουμε τις μισομασημένες μπουκιές μας στο πιάτο του διπλανού μας, αν δεν τον έχουμε ρωτήσει πρώτα.
- Δεν επιτρέπεται να σκουπίζουμε το μαχαίρι μας στα ρούχα του διπλανού μας.
- Ούτε να χαράζουμε το τραπέζι με το μαχαίρι.
- Ο οικοδεσπότης δεν πρέπει να αφήνει ελεύθερα τα πουλιά στο δείπνο, ούτε τα φίδια.
- Και όποιος θέλει να κάνει εμετό πρέπει να φεύγει από το τραπέζι.
- Το ίδιο ισχύει και για όποιον θέλει να ουρήσει.
(από το Roundtable)
σχόλια