Πριν λίγες εβδομάδες δημοσίευσα στη Lifo ένα άρθρο σχετικά με τη δήλωση της ορίτζιναλ για τον Κατίδη. Υποστήριξα λοιπόν, ότι στην προσπάθεια της να κράξει τον ποδοσφαιριστή, η Ορίτζιναλ αναπαρήγαγε ένα συντηρητικό λεξιλόγιο για την εικόνα του φύλου. Επικεντρώθηκα στη φράση με την οποία δήλωναν ότι το ποτήρι ξεχείλωσε. Έλεγαν λοιπόν ότι"συγχώρησαν" "την φράτζα και τα τατουάζ" του Κατίδη αλλά δε μπορούσαν να ανεχθούν και το νεο-ναζισμό του. Υποστήριξα ότι σε αυτήν την διατύπωση, η εκκεντρική εμφάνιση του σώματος παρουσιάζεται ως ένα ηθικό παραπτώμα, μια εκτροπή από το πρότυπο του σωστού αθλητικού/ανδρικού ιδεώδους και μάλλον μια ήπια αντανάκλαση – αν όχι προμήνυμα-- της νεο-ναζιστικής χυδαιότητας.
Θεώρησα λοιπόν ότι στην προσπάθεια να χτυπηθεί ο φασισμός (ή ο καριερισμός ή η εγωμανία ή η βλακεία του Κατίδη), η ανακοίνωση αναπαρήγαγε ένα φασιστικό λεξιλόγιο. Σαν να προσπαθεί κάποιος να καταγγείλει το πρότυπο της γυναίκας στο νεο-ναζισμό, αποκαλώντας τις Χρυσαυγίτισσες ξανθιές ή χαζογκόμενες. Στο τελευταίο παράδειγμα ένας συγκεκριμένος τρόπος να είσαι γυναίκα μεταμορφώνεται σε βρισιά. Με ανάλογο τρόπο όταν στη δημόσια σφαίρα χρησιμοποιούμε με υβριστικό τρόπο λέξεις όπως ''τζιτζιφιόγκος,'' "φλώρος'' ή (όπως σε μια ατυχή τηλεοπτική στιγμή της Λιάνα Κανέλλη) ''πουσταριά'', αναπαράγουμε μια συγκεκριμένη ιδεοληψία για το τι συνιστά σωστό φύλο. Στις σύγχρονες κοινωνικές επιστήμες, το φύλο δεν νοείται ούτε ως μια βιολογική κατάσταση, ούτε ως ένας σεξουαλικός προσανατολισμός. Το αντιλαμβανόμαστε ως ένα είδος παράστασης -- μια θεατρική δράση – ένα διαρκές παιχνίδι αυτο-παρουσίασης. Με βάση αυτή τη λογική, το πρόβλημα με την αναφορά στο στιλ του Κατίδη δεν είναι ότι τον παρουσιάζει ως 'ομοφυλόφιλο', αλλά αντίθετα, ότι διευρύνει το ρεπερτόριο της σεξουαλικής παθολογίας πέραν της ομοφυλοφιλίας. Ένα συγκεκριμένο ύφος αυτο-παρουσίασης εξισώνεται με μια παρεκτροπή από τη ηθική νόρμα. Ένας τρόπος να είσαι -- δηλαδή να φαίνεσαι – άνδρας δαιμονοποείται, γίνεται παθολογικός, καταγέλαστος ή αλλιώς, ανώμαλος.
Μπορεί για τους ανθρώπους του ποδοσφαιρικού χώρου, αυτή η συγκεκριμένη αναφορά να παραπέμπει στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά του Κατίδη. Να καταγγέλλει δηλαδή το προφίλ του εγωμανή, καριερίστα ποδοσφαιριστή, όπως αυτό εκφράζεται στα συνθήματα του τατουάζ. Ένα προφίλ που είναι ξένο με την πολιτισμική και προοδευτική παράδοση της ΑΕΚ. Όμως και σε αυτήν την περίπτωση δεν αλλάζει κάτι: η πρόθεση του συντάκτη της ανακοίνωσης δεν έχει καμιά απολύτως σημασία. Δεν μας απασχολεί τι θέλει να πει η Ορίτζιναλ αλλά πώς το λέει. Η δημόσια σφαίρα δεν είναι υποχρεωμένη να είναι εξοικειωμένη με τα κουτσομπολιά και τους εσωτερικούς κώδικες της ΑΕΚ. Στα μάτια του μη ποδοσφαιρόφιλου κοινού τατουάζ και φράτζα εξισώνονται με με ηθική έκπτωση. Η εικόνα αυτή συνδέεται με μια ναρκισσιστική εκτροπή, της οποίας το απώτατο στάδιο είναι ένας νεο-ναζιστικός χαιρετισμός. Μην ξεχνάμε ότι το στιγμιότυπο του χαιρετισμού ενσαρκώνει μια πράξη πανηγυρισμού, αποθέωσης και αυτο-προβολής. Κάτι σαν την υπόκλιση του σταρ μπροστά στο κοινό του. Υπό αυτούς τους όρους νεο-ναζισμός, ναρκισσισμός και φράτζα αλληλοπλέχθηκαν καταφανώς και αξεδιάλυτα. Ο νεο-ναζισμός παρουσιάστηκε ως ένα ιδίωμα ναρκισσισμού και ο ναρκισσισμός ως ένα ιδίωμα αρρενωπότητας
Γι όλους αυτούς τους λόγους, το τελευταίο επεισόδιο μοιάζει να λέει κάτι πολύ σημαντικό για τη σχέση σεξουαλικότητας και πολιτικής σήμερα. Το σεξουαλικό γίνεται πολιτικό – όχι μέσω του σεξ – αλλά μέσω μιας συγκεκριμένης τεχνολογίας αυτοπροβολής. Η σεξουαλική πολιτική της Χρυσής Αυγής επενδύει στο "σταριλίκι'' – στην αυτο-αποθεωτική πόζα – στην ικανότητα να μετομορφώνεσαι σε σούπερ ηρωα, πορνοστάρ και εθνικό ηγέτη. Να χτίζεις δηλαδή ένα μύθο μέσα από μια έκρηξη θεατρικότητας. Για να κάνω ακόμη πιο σαφές αυτό το σημείο αναφέρθηκα σε ένα παλιότερο άρθρο – συνέντευξη – με ένα ομοφυλόφιλο Χρυσαυγίτη. Η μαρτυρία του έδειχνε με πολύ γραφικό τρόπο ότι η Χρυσή Αυγή έχει βιωθεί ως ένα θελκτικός χώρος σεξουαλικής αυτο-έκφρασης, ακριβώς λόγω της θεαματικότητας της. Η σαδιστική βία βιώνεται σαν μια ατελείωτη αναπαράσταση της ομοφυλόφιλης μυθολογίας. Αντί να κάνεις σεξ με ένα άνδρα που υποδύεται το σαδιστή, βρίσκεις ένα πραγματικό τέρας στο χώρο της πολιτικής (σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία ενός ανθρώπου που από κάποιο σημείο και μετά απειλούσε ότι θα μαχαιρώσει το συνομιλητή του).
Και εκεί ακριβώς έγκειται το νόημα της δικής μου –πολιτικής – ή αν θέλετε "αισθητικής'' παρέμβασης. Για να αποδυναμώσουμε τη Χρυσή Αυγή πρέπει να απο-ενοχοποιήσουμε το ναρκισσισμό, τη θεατρικότητα και το καρναβάλι της καθημερινότητας – να αντιστρέψουμε δηλαδή τους όρους του παιχνιδιού. Όταν μάθουμε να είμαστε ακομπλεξάριστα 'ναζιστές' στον σεξουαλικό πολιτισμό της φαντασίας και του στιλ, θα μπορέσουμε να εκμηδενίσουμε το ναζισμό και την κτηνωδία στον πολιτισμό της πολιτικής. Όταν όμως γίνεται το αντίστροφο – όταν δηλαδή το λεξιλόγιο της κερκίδας μπαίνει στο κοινοβούλιο -- και τα κτήνη της πολιτικής υποκαθιστούν τα κτήνη του σεξ – τότε δεν μπορούμε παρά να είμαστε ακάθεκτοι στην υπεράσπιση του πλουραλισμού. Ο κίνδυνος του political correct έχει παρέλθει. Η έννοια αυτή δεν υφίσταται σε μια κοινωνία που φλερτάρει με το φασισμό. Το political correct αφορούσε άλλου τύπου ιστορικά περιβάλλοντα. Περιβάλλοντα όπου βασικές δημοκρατικές αξίες ήταν αυτονόητες. Σήμερα πρέπει να διεκδικούμε ισότιμα και φανατικά το δικαίωμα στο ναρκισσισμό, στα τατουάζ και στη φράντζα ακόμη και την ώρα που πεθαίνουμε της πείνας (ή μας σφάζουν στα πάρκα). Υπάρχει λόγος να το κάνουμε με ανεπανάληπτη εμμονή -- εξαντλώντας την παραμικρή ευκαιρία -- ακόμη και όταν συναντάμε μια ατυχή διατύπωση στην ανακοίνωση της Ορίτζιναλ. Χωρίς αυτές τις εμμονές – δηλαδή χωρίς το πρόσωπο μας -- δεν μπορούμε να υπερασπιστούμε κανένα τύπο συλλογικού ή δημοκρατικού αυτο-προσδιορισμού.
Απενοχοποίησε τον αισχρολόγο 'οπαδό' μέσα σου – φώναξε πούστη, καριόλα, γαμιόλη, χοντρέ -- στην κερκίδα, στο παιχνίδι και στο κρεβάτι.
Αλλά κλώτσα τον έξω από την πολιτική.
σχόλια