Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter
1

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter
Karlheinz Stockhausen
 

Το αφιέρωμα της Στέγης την Κυριακή 7/12 στον Karlheinz Stockhausen (1928-2007), τον συνθέτη που σφράγισε με τη μουσική του το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο (16:00-20:30) θα αναπτυχθούν ποικίλες δράσεις σε όλους τους χώρους του κτηρίου με ελεύθερη είσοδο –οι δράσεις αφορούν στη μετάδοση ηλεκτρονικών έργων του Stockhausen σε τετράφωνη εκδοχή, έκθεση παρτιτούρων, βιβλίων και τεκμηρίων, προβολές ταινιών κ.λπ.–, ενώ στο δεύτερο (21:00) θα παρουσιαστούν χαρακτηριστικά έργα του στη Μικρή Σκηνή, από σολίστες και σύνολα (6daEXIt Improvisation Ensemble, Open Score Project, Σύνολο Πειραματικής Μουσικής του Μουσικού Λυκείου Παλλήνης).

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως ο Stockhausen υπήρξε μία από τις «εικόνες» των Beatles, όταν οι Βρετανοί άρχισαν να αλλάζουν την κατεύθυνση της δικής τους μουσικής και κατ' επέκταση ολάκερης της ποπ, μετά τα μέσα του '60.

Δεν είναι εύκολο να προσεγγιστεί, με απλές γραμμές, η «περίπτωση Stockhausen», επειδή το έργο τού φυσικού ηγέτη της Σχολής του Darmstadt είναι και τεράστιο, απλωμένο σε περισσότερο από 50 χρόνια προτάσεων και δράσεων, και πολλάκις επιδραστικό, όχι μόνο στο χώρο της «σύγχρονης μουσικής» και της πρωτοπορίας (ηλεκτρονικής ή άλλης), μα ακόμη και σ’ εκείνο της ποπ. Και τούτο, το τελευταίο, είναι επίσης σημαντικό.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Για παράδειγμα δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως ο Stockhausen υπήρξε μία από τις «εικόνες» των Beatles, όταν οι Βρετανοί άρχισαν να αλλάζουν την κατεύθυνση της δικής τους μουσικής και κατ’ επέκταση ολάκερης της ποπ, μετά τα μέσα του ’60, τιμώντας τον όχι μόνο με την παρουσία του στο εξώφυλλο του «Sgt. Pepper's Lonely Hearts Club Band» (1967), αλλά και με τις ολοφάνερες αναφορές στη μουσική του στο «A day in the life» και στο «Revolution 9» (από το «White Album»). Επίσης ο Frank Zappa και οι Mothers of Invention μνημονεύουν το όνομά του στο μέσα μέρος του cover του «Freak Out!» (1966), ως έναν από τους ανθρώπους που έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση της μουσικής τους, ενώ στο μίνι βιογραφικό του Pete Townshend των Who στο οπισθόφυλλο της αμερικάνικης έκδοσης του «Happy Jack» (1967) διαβάζουμε: «He is very talented musician and an outspoken person with an interest in Stockhausen, brandy and painting». Περαιτέρω οι αναφορές στη μουσική του από τους «ήρωες» του ’60 (Jefferson Airplane, Grateful Dead…), μέχρι τον Aphex Twin και την Björk και βεβαίως η καθοριστική συμβολή του στη γέννηση και την εξέλιξη του krautrock συνηγορούν και αυτές στην πλατιά επίδραση και σημασία του έργου του.

Καθοριστικό σημείο για την πορεία του Karlheinz Stockhausen αποτέλεσε η ίδρυση του πρώτου ηλεκτρονικού στούντιο (του Δυτικογερμανικού Ραδιοφώνου) στην Κολωνία το 1951 από τους Herbert Eimert, Robert Beyer και Werner Meyer-Eppler. Εκεί δεν βρήκε χώρο μόνο ο Stockhausen για να ξεδιπλώσει τις απόψεις του για τον «νέο ήχο», αλλά και μια σειρά άλλων συνθετών (Henri Pousser, Maurizio Kagel, György Ligeti, Nam June Paik κ.ά.), διαμορφώνοντας όλοι μαζί και καθένας μόνος του μια νέα ηχητική πραγματικότητα.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Προσπαθώ να φανταστώ, για παράδειγμα, την έκπληξη κάποιου που θ’ άκουγε το «Studie Nr.1» του Stockhausen, το 1953. Θα ήταν αδύνατον ν’ αντιληφθεί τι ακριβώς ήταν εκείνο που έφθανε στ’ αυτιά του. Τώρα μπορεί να είναι αλλιώς, ok… αλλά εκείνη την εποχή μιλάμε για το αδιανόητο. Χρησιμοποιώντας μία ημιτονική γεννήτρια συχνοτήτων, ο γερμανός συνθέτης κατέγραφε σε tape τους παραγόμενους ηχητικούς κυματισμούς (λέγεται ότι κατέγραψε με overdub 12 ημιτονικές σ’ ένα tape recorder) και από ’κει και κάτω, με συνεχές μανιπουλάρισμα (πίσω-μπρος, αλλαγές στην ταχύτητα, δύο ταινίες να παίζουν ταυτοχρόνως, παράγοντας μία τρίτη κ.ο.κ. – ο τρόπος χρήσης δεν διέφερε από εκείνον του πατέρα της concrète μουσικής, του Pierre Schaeffer), κατόρθωσε να παράξει έναν ήχο που δεν δαμάστηκε από το χρόνο.

Ακόμη πιο προχωρημένη ήταν η «Studie Nr.2» από το 1954. Αρνούμενος την πρωτόλεια εκείνη μείξη των ημιτονικών, ο Stockhausen επεξεργάστηκε με μεγαλύτερη φαντασία τις… καμπύλες του, ενώνοντάς τες διαδοχικά, προβάροντας επί της ουσίας μία λούπα. Φαίνεται πως εκείνη τη λούπα την πέρασε στη συνέχεια μέσα από echo chamber, δημιουργώντας ένα αρχέτυπο αναδράσεως. Απίστευτο άκουσμα.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Σε μία άλλη ιστορική σύνθεσή του από το 1955-56, την «Gesang der Jünglinge», ο Stockhausen συσσωματώνει στο γεννητριακό καμβά του (επεξεργασμένη φυσικά) τη φωνή ενός 12χρονου. Όχι όμως ως «ανεξάρτητη-μεμονωμένη», αλλά ως «ένα και το αυτό» με το ηλεκτρονικό του υλικό.

Αν στα χρόνια του '50 ο Stockhausen απέκτησε τεράστια φήμη στο χώρο της πρωτοπορίας, για να γίνει «όνομα» πρώτα-πρώτα μεταξύ των ομοτέχνων του, στη δεκαετία του '60 θα τον γνωρίσει πλατύτερα το μουσικόφιλο κοινό μέσα από μια σειρά έργων, που θα επηρεάσουν καθοριστικά και τον κόσμο της ευρείας ποπ.

 

Την ίδια εποχή (1955-57) ολοκληρώνει μία από τις σημαντικότερες συνθέσεις του, την «Gruppen», για τρεις ορχήστρες και 109(!) συνολικά μουσικούς κινούμενος στο πνεύμα του σειραϊσμού. Το «Kontakte» του 1958-60, πάντα σε παραγωγή του στούντιο της Δυτικογερμανικής Ραδιοφωνίας (Westdeutscher Rundfunk - WDR) είναι ένα από τα τελευταία έργα του για μαγνητοταινία, στα οποία ο σειραϊσμός (έτσι όπως τον «διδάχθηκε» ο Stockhausen, και οι πάντες, από τον Arnold Schoenberg) είχε τον πρωτεύοντα ρόλο.

Αν στα χρόνια του ’50 ο Stockhausen απέκτησε τεράστια φήμη στο χώρο της πρωτοπορίας, για να γίνει «όνομα» πρώτα-πρώτα μεταξύ των ομοτέχνων του, στη δεκαετία του ’60 θα τον γνωρίσει πλατύτερα το μουσικόφιλο κοινό μέσα από μια σειρά έργων, που θα επηρεάσουν καθοριστικά και τον κόσμο της ευρείας ποπ. Τα έργα αυτά ήταν, βασικά, το «Hymnen» (σύνθεση του 1966-67), το «Stimmung» (1968) και το «Aus den sieben Tagen» (Μάιος του ’68).

 

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Στο πρώτο, έργο με ισόποσα ηλεκτρονικά και concrète στοιχεία, ο Stockhausen, με τη βοήθεια κάποιων σολίστ (ανάμεσά τους και ο Αμερικανός David Johnson, πρωταρχικό μέλος των CAN), θα παραλλάξει σε τέσσερα μέρη μια σειρά ύμνων και «εθνικών ύμνων» (από την Διεθνή και τη Μασσαλιώτιδα, μέχρι τον ισπανικό, τον αμερικανικό και τον ελβετικό) δημιουργώντας ένα masterpiece. Κάποιοι θα στηλίτευαν τις επιλογές του κατηγορώντας τον για μεγαλοϊδεατισμό και πως έκλεινε το μάτι προς τα… δεξιά, ενώ κάποιοι άλλοι θα ισχυρίζονταν το ακριβώς αντίθετο.

Ο Stockhausen φαίνεται πως είχε μία περίεργη ψυχοσύνθεση και αυτή δεν ήταν άμοιρη, ενδεχομένως, της δύσκολης παιδικής και εφηβικής του ηλικίας που συνέπεσε με διάφορα οικογενειακά προβλήματα και κυρίως με το ναζισμό. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία μουσικοί του krautrock (όπως ο Hans Joachim Roedelius π.χ., που είχε γεννηθεί το ’34), αλλά και οι… καθοδηγητές της σκηνής, όπως ο ίδιος ο Stockhausen ή ο εικαστικός Joseph Beuys είχαν υπάρξει στα μικράτα τους μέλη της Hitler-Jugend, της χιτλερικής νεολαίας δηλαδή. Δίπλα στον Beuys ανατράφηκε ο Conrad Schnitzler (από τους Tangerine Dream, τους Eruption και τους Kluster) και δίπλα στον Stockhausen οι Holger Czukay, Irmin Schmidt (αμφότεροι στους CAN) και Peter Michael Hamel (των Between). Φαίνεται, λοιπόν, πως οι άνθρωποι που είχαν γνωρίσει το ναζιστικό πλέγμα από τα μέσα (στην παιδική ή την εφηβική τους ηλικία) ήταν εκείνοι που σκόρπισαν στους μαθητές τους τις πιο ριζοσπαστικές μουσικές ιδέες – έχοντας ήδη, οι ίδιοι, αλλάξει πορεία στη ζωή μέσα από την τέχνη τους. Παράξενα πράγματα μα τω θεώ. Άβυσσοι οι ψυχές των... Γερμανών.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Να πούμε επί τη ευκαιρία πως το πιο «στοκχαουζεν-ικό» άλμπουμ που παρήχθη ποτέ από την ομήγυρη του krautrock ήταν το «Canaxis 5» (1969) των Technical Space Composer’s Crew (Holger Czukay, Rolf Dammers), που χρωστούσε τα πάντα στο «Telemusik» του 1966. Το έργο, ένα μεγαλεπήβολο ηχογραφικό επίτευγμα που συνέπιπτε με το όραμα ενός μελλοντολόγου, έφερνε τον Stockhausen (για ακόμη μία φορά) έτη μπροστά από την εποχή του. Οι αποσπασματικές καταγραφές «όλων» των μουσικών του κόσμου (από κάθε γωνιά της γης) και η περαιτέρω ηλεκτρονική επεξεργασία τους μετέτρεπε το «Telemusik» σε μια… κιβωτό της μουσικής διαθήκης.

Στο «Stimmung», για έξι τραγουδιστές (τρεις άντρες, τρεις γυναίκες) και έξι μικρόφωνα, ο Stockhausen πειραματίζεται με τη φωνή (ακούγονται από βόμβοι έως overtone singing) δημιουργώντας καινοφανείς αρμονικές καταστάσεις. Το έργο φαίνεται να έχει μία μυστικιστική/τελετουργική χροιά (πιθανώς αυτή να περιστρέφεται γύρω από τη φιλοσοφία του «τέλειου τόνου», που πρέσβευε τότε ο La Monte Young και οι Theater of Eternal Music), όμως από την άλλη μπορεί να έχει και πιο πεζή αφετηρία, που να άρχεται από την «προγλώσσα» των νεογέννητων και την «άναρθρη» επικοινωνία.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Στο «Aus den Sieben Tagen» οι… επτά μέρες του τίτλου έχουν να κάνουν με το διάστημα 7-13 Μαΐου 1968. Δεν είναι σίγουρο πως ο Stockhausen είχε πάρει χαμπάρι ή εν πάση περιπτώσει είχε εμπνευστεί το έργο από τα διαδραματιζόμενα στη γαλλική πρωτεύουσα τον Μάη του ’68. Παρά ταύτα κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει εντελώς ακούγοντας τούτο το θαυμάσιο free-improv έργο, που καταγράφηκε με την βοήθεια ορισμένων προσωπικοτήτων της γαλλικής τζαζ σκηνής, όπως του κλαρινετίστα, τενορίστα κ.λπ. Michel Portal, του μπασίστα Jean-François Jenny-Clark κ.ά.

Ο Stockhausen ήταν βαθιά επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Νίτσε. Πίστευε πως η μουσική του εκπαίδευε ένα νέο είδος ανθρώπου, που δεν είχε έως τότε υπάρξει, και πως η καθημερινή μουσική ήταν τόσο «φυσική» που δεν θα μπορούσε να αφορά, με τίποτα, στον... υπεράνθρωπο που είχε στο νου του.

Στα seventies πια ο Stockhausen συνεχίζει να συνθέτει μανιωδώς, αν και νεότεροι συνάδελφοί του αρχίζει σιγά-σιγά να τον αμφισβητούν. Από τα πάμπολλα έργα αυτής της δεκαετίας σημειώνω δύο από εκείνα που, σαν σύμβολο, την ανοίγουν και την κλείνουν – το «Mantra» (1970) για δύο πιανίστες (Alfons Kontarsky, Aloys Kontarsky) και ηλεκτρονικά, καθώς και το «Der Jahreslauf» για ιαπωνική ορχήστρα Gagaku ή για ανάλογα «δυτικά» όργανα με neo-classical/avant περιεχόμενο (πρώτη παρουσίαση στο WDR της Κολωνίας, το 1979).

Στις πιο πρόσφατες δεκαετίες ο Stockhausen φαίνεται πως βρέθηκε κάπως στο περιθώριο των ουσιαστικών μουσικών εξελίξεων, πράγμα που αντανακλά και στα έργα του αυτής της περιόδου. Πρόκειται συχνά για συνθέσεις μεγαλεπήβολες, στα όρια της μεγαλομανίας ή και της εξτραβαγκάντζας –ας θυμηθούμε το «Helikopter-Streichquartett» του 1995 για κουαρτέτο εγχόρδων, τέσσερα ελικόπτερα(!) κ.λπ.–, οι οποίες συνδέονται και με τις γενικότερες θεωρητικές και φιλοσοφικές απόψεις του.

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Ο Stockhausen ήταν βαθιά επηρεασμένος από τη φιλοσοφία του Νίτσε. Πίστευε πως η μουσική του εκπαίδευε ένα νέο είδος ανθρώπου, που δεν είχε έως τότε υπάρξει, και πως η καθημερινή μουσική ήταν τόσο «φυσική» που δεν θα μπορούσε να αφορά, με τίποτα, στον… υπεράνθρωπο που είχε στο νου του. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε κάποιος να εντάξει κι εκείνες τις αμετροεπείς (τουλάχιστον) δηλώσεις του μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη, όταν μίλησε… για το μεγαλύτερο έργο Τέχνης που θα μπορούσε ποτέ να συμβεί! Ο Stockhausen αντιμετώπισε την σώριασμα των Διδύμων Πύργων του WTC και το θάνατο των 3000 ανθρώπων σαν μια… παράσταση, σαν μια απόδειξη της θεωρίας της καταστροφής υψηλού αισθητικού κύρους, που δεν θα μπορούσε ποτέ να την ονειρευτεί και να την υλοποιήσει κανένας συνθέτης επί γης. Συμπληρώνοντας, δε, πως επρόκειτο περί εγκλήματος, και τούτο επειδή οι άνθρωποι που «συμμετείχαν» δεν θα το έπρατταν, αν γνώριζαν πως θα πέθαιναν… μάλλον το έκανε χειρότερο. Ήταν σαν να ισχυριζόταν πως η «επιτυχία» της «παράστασης» οφειλόταν στο γεγονός πως οι «συμμετέχοντες» ήταν επί της ουσίας αναλώσιμο υλικό, κάτι δηλαδή σαν… πρόβατα επί σφαγήν! Τι να πει κανείς…

Στην Ελλάδα ο Karlheinz Stockhausen είναι γνωστός στους κύκλους της πρωτοπορίας ήδη από τα μέσα του ’60. Το «Εργαστήρι Σύγχρονης Μουσικής» σε μια σειρά εκδηλώσεων για την ηλεκτρονική μουσική παρουσιάζει στο αθηναϊκό κοινό (στο Ινστιτούτο Γκαίτε) τον Karlheinz Stockhausen το 1965. Για το έργο του είχε μιλήσει ο Γερμανός συνάδελφός του Günther Becker. Στην «3η Ελληνική Εβδομάδα Σύγχρονης Μουσικής» (15-22/12/1968) ο Γερμανός συνθέτης Josef Anton Riedl (που είχε υπάρξει και διευθυντής τού στούντιο ηλεκτρονικής μουσικής της Siemens) παρουσιάζει επίσης έργα Stockhausen, Cage, Kagel κ.ά., πράγμα που συμβαίνει και στην «4η Εβδομάδα» (19-26/9/1971), ενώ είχε προηγηθεί και σχετική εκδήλωση με τον Γ.Γ. Παπαϊωάννου να παρουσιάζει επίσης έργα Stockhausen κ.ά. την 18/3/1970.  

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Στα χρόνια που ακολούθησαν το κοινό θα μεγαλώσει, καθότι ο Stockhausen δεν θα απασχολεί μόνο τους Έλληνες συνθέτες ηλεκτρονικής και σύγχρονης μουσικής, και βεβαίως ένα περιορισμένο αριθμό ακροατών, αλλά και τους φαν του «προχωρημένου» ροκ, που θα τον γνωρίσουν μέσα από τους CAN, τους πρώιμους Tangerine Dream και τους υπόλοιπους krautrockers, μα ακόμη και από τα γραπτά του Julian Cope, τα αφιερώματα στα περιοδικά («The Wire») κλπ. Νέα (ελληνικά) συγκροτήματα θα ερμηνεύουν έργα του, όπως οι Ergon Ensemble (και όλα τα υπόλοιπα που συμμετέχουν στην εκδήλωση της Στέγης), ενώ το Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής υπό τον Θόδωρο Αντωνίου (από το 1967 ήδη) θα φροντίζει να μεταφέρει την ουσία και το πνεύμα των μουσικών του Stockhausen μέχρι τις μέρες μας. Μαζί με όλα τούτα και οι εκδόσεις των δικών του έργων στην Deutsche Grammophon, την Harmonia Mundi και αλλού, που θ’ αρχίσει κάποια στιγμή να φθάνουν και στην Ελλάδα, θα βοηθήσουν στη σχετική εξάπλωση.

Ο Δημήτρης Τερζάκης ήταν ένας από τους λίγους Έλληνες συνθέτες που γνώρισε τον Stockhausen στα χρόνια του ’60 (ένας άλλος ήταν ο Αντωνίου), όταν ο Γερμανός ήταν παγκόσμιο είδωλο και σχεδόν απλησίαστος. Στο περιοδικό «μουσικής πολύτονο» (τεύχος 26, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2008) υπάρχει μία σχετική μαρτυρία, που έχει ιδιαίτερη αξία και τη μεταφέρω. Γράφει ο Τερζάκης:

«Ήταν μια μέρα του 1966. Φρέσκος ακόμα στην Κολωνία, το κέντρο τότε της σύγχρονης μουσικής. Έκανα μάθημα με τον Bernd Alois Zimmermann. Σαν τελειώσαμε με παρακάλεσε να πάω στο ηλεκτρονικό στούντιο της WDR να του φέρω μια μαγνητοταινία, κόπια ενός έργου που έγραφε. Πρόθυμος ξεκίνησα, χαρούμενος να δω επιτέλους το θρυλικό στούντιο, όνειρο όλων των συνθετών που περίμεναν ουρά για να φτιάξουν έργο. Κέρβερος στη θύρα του στεκόταν ο διευθυντής του, τότε, Karlheintz Stockhausen, που έδινε τις άδειες σύμφωνα με τις συμπάθειες ή (συχνότερα) σύμφωνα με τις αντιπάθειες του. 

Χτυπάω την πόρτα και ανοίγει ο ίδιος! Τα ’χασα… Μπροστά μου στεκόταν ένας θρύλος, αλλά κι ένας ανελέητος εχθρός του δασκάλου μου. Μ’ ένα πλατύ χαμόγελο ανθρώπου που ήξερε τη μεγάλη του ακτινοβολία μου λέει: “Περάστε. Έρχεστε σε μία πολύ ωραία στιγμή. Σήμερα τελειώνω ένα μέρος των Ύμνων [Hymnen, 1966-67]. Θέλετε να ακούσετε;”. Πριν προλάβω να απαντήσω: “Μπορώ να κάνω κάτι για σας;”.

Κατάλαβα. Είχε ήδη αρχίσει την τακτική του πολέμου του με τον δάσκαλό μου: να παίρνει τους μαθητές του με δελεαστικές υποσχέσεις εκτελέσεων των έργων τους. Αρκετοί είχαν τσιμπήσει το δόλωμα.

“Όχι ευχαριστώ” του λέω, “είμαι βιαστικός”.

“Ξέρω” μου λέει, “σας περιμένει ο δάσκαλός σας”.

Που το ήξερε; Ήμουν τότε ένα άγραφο χαρτί. Πήρα την ταινία και το ’βαλα στα πόδια…

Η περίπτωση του Karlheinz Stockhausen Facebook Twitter

Η δεύτερη συνάντηση ήταν στο σπίτι του. Πήγα γιατί το Ινστιτούτο Γκαίτε στην Αθήνα ήθελε να τον καλέσει. “Στον καναπέ που κάθεστε” μου λέει, “κοιμήθηκε 24 ώρες συνέχεια ο Ligeti, όταν ήλθε πάμπτωχος από τη Βιέννη, αυτοεξόριστος μετά την ουγγρική επανάσταση”. “Εγώ” συνέχισε “δεν έχω πολιτικές ιδεολογίες. Είδα πολλούς στη ζωή μου να αλλάζουν στρατόπεδο ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Δεν εκτιμώ τους πολιτικούς. Δεν έχουν ιδέα από Τέχνη. Είχα παίξει κάποτε στο σπίτι του Βίλλυ Μπραντ (ήταν τότε καγκελάριος). Δεν κατάλαβε τίποτα. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι από κακούς πίνακες”.

Άρχισε κατόπιν να κατηγορεί τον Kagel, που του είχε μπει στο ρουθούνι…

Έφυγα σκεπτόμενος. Τι επικίνδυνη γοητεία είχε αυτός ο άνθρωπος! Και πράγματι πήρε πολλούς στο λαιμό του, που πίστεψαν ότι τους δείχνει το δρόμο του μέλλοντος. Είχε εξαιρετικά πρωτότυπες ιδέες. Η εφαρμογή τους στην πράξη με άφηνε πάντα σκεπτικό.

Τώρα που έφυγε από τη ζωή θυμάμαι και τη φράση του, όταν έμαθε πως ο άσπονδος εχθρός του, ο δάσκαλός μου Zimmermann είχε αυτοκτονήσει (σ.σ. τον Αύγουστο του ’70). “Και σε αυτό ακόμα με πρόλαβε…” μου είχε πει».

Τον Δεκέμβριο του 2007 ο Karlheinz Stockhausen θα πεθάνει από καρδιά στο σπίτι του, στην πόλη Kürten της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας (ήταν 79 ετών). Ένα μεγάλο μέρος του έργου του δεν θα παραμείνει απλώς αθάνατο, αλλά και αξεπέραστο, φάρος παντοτινός για κάθε νεότερο που θα θελήσει να βαδίσει στο δικό του δρόμο.

Info:

Αφιέρωμα στον συνθέτη Karlheinz Stockhausen
Open Day
7 Δεκεμβρίου 2014
16:00-20:30 Δράσεις με ελεύθερη είσοδο σε όλους τους χώρους της Στέγης
21:00 Συναυλία στη Μικρή Σκηνή

1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ

σχόλια

1 σχόλια
Δεν είμαι σίγουρος αν ο Stockhausen είχε έλθει τελικά στην Ελλάδα, στο Γκαίτε, στα χρόνια της καγκελαρίας του Willy Brandt (1969-1974). Έψαξα, ρώτησα, αλλά δεν βρήκα άκρη… Πάντως μας επισκέφθηκε σίγουρα το 1978, όταν παρουσίασε στο Ηρώδειο το «Inori», ένα παράξενο (εν μέρει μουσικό) και κάπως μυστικιστικό έργο του.