[Αποστολή: Aργυρώ Μποζώνη]
Tον Ιούλιο του 2012 πέντε Έλληνες, μέλη της Ρωμαίικης κοινότητας της Πόλης αποφάσισαν να ιδρύσουν έναν ελληνικό εκδοτικό Οίκο, στην Κωνσταντινούπολη, στην καρδιά του Κάρακιόϊ. Ο εκδοτικός οίκος ονομάζεται «Ιστός» και έχει σαν βασικό στόχο την προώθηση έργων σχετικών με την πολίτικη ιστορία, τον πολιτισμό και το σύγχρονο αστικό βίο. Αναβιώνοντας μια πλούσια εκδοτική παράδοση, ύστερα από μια διακοπή μισού σχεδόν αιώνα, φιλοδοξεί να αντικαταστήσει το υπάρχον «ρεύμα νοσταλγίας» για τους Ρωμιούς με μια ουσιαστική και σύγχρονη πολιτιστική παραγωγή. Στον ενάμισι χρόνο της λειτουργίας του έχουν εκδοθεί εικοσιπέντε βιβλία, Μαρτυρίες, Ελληνική Λογοτεχνία και Ιστορικά Πολίτικα. Ο Ιστός ειδικεύεται στην έκδοση έργων στα ελληνικά, τα τουρκικά καθώς και σε δίγλωσσες εκδόσεις. Ενας από τους σκοπούς του ιστού είναι να καταστήσει προσβάσιμα στο τουρκόφωνο αναγνωστικό κοινό κλασικά έργα της ελληνικής γραμματείας και πρωτογενείς ιστορικές πηγές.
Συναντήσαμε στα γραφεία τους, που στεγάζονται στο παλιό μοναστήρι του Αγίου Ανδρέα, το οποίο χρησιμοποιούσαν Ρώσοι προσκυνητές πηγαίνοντας προς τα Ιεροσόλυμα, την Άννα Μαρία Ασλάνογλου, εκ των ιδρυτών του εκδοτικού οίκου και τον Φοίβο Νομικό, επιμελητή των εκδόσεων του Ιστού.
Αυτός ο οίκος πώς ξεκίνησε;
Ξεκίνησε επειδή έλειπε. Επειδή υπάρχουν πράγματα που η τουρκική κοινωνία δεν τα ξέρει και δεν υπάρχει κανένας που να βγάζει βιβλία στα ελληνικά. Το πρώτο έχει να κάνει με την τουρκική κοινωνία καθαρά. Τουλάχιστον ένα κομμάτι αυτής της κοινωνίας κοιτάζει την ιστορία και θέλει να δει με καλύτερο μάτι την ιστορία της Πόλης. Ιδιαίτερα αυτό το κομμάτι είναι δύσκολο να το προσεγγίσει κάποιος όταν του λείπουν βασικές πηγές της ιστορίας του 19ου αιώνα, αφού είναι γραμμένες στα ελληνικά. Συνεπώς πρέπει να του το δώσεις στα τουρκικά. Είναι ένας μεγάλος στόχος μας να μεταφράζουμε στα τουρκικά πράγματα, τα οποία είναι σημαντικά. Υπάρχει ένα κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας που ψάχνεται και διψάει για πηγές.Το δεύτερο είναι ότι μια ομάδα ανθρώπων όταν δεν παράγει πολιτισμό πεθαίνει. Αυτός είναι ένας πολύ πιο γρήγορος θάνατος από το να διαλυθεί δημογραφικά. Και εδώ για πάρα πολλούς λόγους, για μισό αιώνα σταμάτησε η παραγωγή. Δε βγαίνουν ελληνικά βιβλία στην Πόλη και υπάρχουν δυο εφημερίδες οι οποίες φυτοζωούν.
Πώς χρηματοδοτείσθε;
Πουλάμε βιβλία και προσπαθούμε να επιβιώσουμε.
Ο Καβάφης και ο Καζαντζάκης που εκδώσατε πήγαν καλά;
Ο Καβάφης πολύ καλά. Ο Καζαντζάκης επίσης καλά, δεδομένης της δυσκολίας, επειδή είναι δίγλωσσο. Και η "Φαχισέ Τσίκα" του Θωμά Κοροβίνη πήγε καλά. Αυτά είναι τα τρία βιβλία που βγάλαμε πρώτα.
Πώς διαλέγετε τους συγγραφείς;
Υπάρχουν πολλά κριτήρια. Υπάρχει η σειρά Μαρτυρίες. Εδώ πρέπει να πέσει στα χέρια μας ένα τέτοιο κείμενο. Το «Μπαμπά μπορώ να μιλήσω» , του Μασσαβέτα το οποίο ανήκει στα πολιτικά ιστορικά ή τα πολίτικα ιστορικά, έχει να κάνει με την Πόλη και την ιστορία της. Με γειτονιές, με την ιστορία κοινοτήτων και γενικώς είναι μια πιο βαριά σειρά. Το ημερολόγιο που εκδίδουμε είναι ετήσια έκδοση και είναι μια επετηρίδα. Συγκεντρώνει στοιχεία που δε μαζεύει κανένας άλλος για την κοινότητα και σε λίγο καιρό θα είναι ιστορικά. Είναι «η φωτογράφηση» της χρονιάς από γεννήσεις και βαπτίσεις μέχρι άρθρα για πολιτικά, κοινωνικά ζητήματα.
Από το 2012 που ξεκινήσατε πόσα βιβλία έχετε εκδώσει;
Τα πρώτα βιβλία βγήκαν τον Ιούνιο του 12. Από τότε έχουμε βγάλει 16 βιβλία στην αγορά και διάφορες ειδικές εκδόσεις και ιδιωτικές ανάμεσα σε αυτές, στο σύνολο 25. Δεν δεν είναι μικρός αριθμός και είναι μια τολμηρή κίνηση και επενδυτικά.
Υπάρχει ανταπόκριση και σε ποιές κατηγορίες βιβλίων περισσότερο;
Τα περισσότερα βιβλία έχουν βγει στη σειρά Ελένικα. Είναι είτε ελληνική λογοτεχνία, είτε μεταφρασμένη στα τουρκικά, απευθείας από το πρωτότυπο.
Στην Τουρκία έχει μεταφραστεί η ελληνική λογοτεχνία;
Αρκετά. Υπάρχουν πολλοί τίτλοι, αλλά οι μεταφράσεις έχουν γίνει από τρίτη γλώσσα . Το ψώνιο μας και η μανία μας είναι να μεταφράζουμε ακόμα και βιβλία που έχουν ήδη κυκλοφορήσει, απευθείας από τα ελληνικά στα τουρκικά. Επίσης μας ενδιαφέρει να έχουμε μια εκ των έσω παραγωγή εκδίδοντας Ρωμιούς συγγραφείς.
Τώρα τι ετοιμάζετε;
Βγάζουμε το ημερολόγιο του Μάρκαρη από την ταινία «Η αιωνιότητα και μια μέρα». Επίσης προχωράμε το «Συννεφιάζει» του Μενέλαου Λουντέμη, -είναι από τα κλασικά που δεν έχουν κυκλοφορήσει, στη συνέχεια το «Φως που καίει» του Βάρναλη και το βιβλίο του Πάνου Τζελέπη "Ιστορίες του Νταή-Σταβρή στον καιρό των Σουλτάνων", από τη ζωή των ταπεινών και καταφρονεμένων στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα.
Οι εκδόσεις σας πώς φτάνουν στην Ελλάδα;
Το καλοκαίρι που μας πέρασε ξεκινήσαμε μια συνεργασία με τα βιβλιοπωλεία του ΜΙΕΤ και το δίκτυό του. Μέχρι τότε ταχυδρομούσαμε. Πριν ένα μήνα πραγματοποιήσαμε μια συνεργασία με τις Εκδόσεις Τσουκάτου για μια ευρύτερη διανομή, επειδή για να φτάσουν τα βιβλία μας στην Ελλάδα πρέπει να κάνουμε εξαγωγή και είναι μια πολύπλοκη διαδικασία.
Υπάρχει κάτι που προς το παρόν σας δυσκολεύει;
Το μεγάλο μας ντέρτι είναι οι μεταφραστές. Οι άνθρωποι που μπορούν να μεταφράσουν από τα ελληνικά στα τουρκικά είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο από μεταφραστές. Τα περισσότερα βιβλία από τη σειρά Ελένικα τα έχουν προτείνει μεταφραστές. Κυρίως Τούρκοι. Αλλά το να δημιουργήσεις μια γενιά καινούργιων μεταφραστών -γιατί αυτοί που το κάνουν είναι λίγοι και μεγάλοι και κάποιος πρέπει να τους διαδεχθεί- πρέπει να τους δώσεις την ευκαιρία. Όταν το καταφέρουμε αυτό ο Ιστός αποκτά και την κυριολεκτική του σημασία. Γίνεται δίκτυο.
Πόσοι άνθρωποι εργάζεστε εδώ;
Είναι πέντε άνθρωποι που δουλεύουν στο γραφείο, ο σκληρός πυρήνας του Ιστού είναι εννέα και ο ευρύτερος κύκλος συνεργατών είναι αρκετές δεκάδες.
Μας δίνετε μια εικόνα για το βιβλίο στην Τουρκία;
Το βιβλίο στην Τουρκία είναι περιορισμένη γεωγραφικά υπόθεση. Γεωγραφικά και όχι κοινωνικά. Βιβλίο υπάρχει στην Πόλη, στην Άγκυρα, στην Σμύρνη, στο Εσκί Σεχίρ και στο Ντιαρμπακίρ, όπου κατοικούν οι Κούρδοι και υπάρχει μια μεγάλη πιάτσα του βιβλίου. Στην υπόλοιπη Τουρκία δεν υπάρχουν βιβλιοπωλεία. Εδώ υπάρχει επίσης μια μεγάλη αγορά στο θρησκευτικό βιβλίο. Το Κοράνι σταθερά πουλάει εκατομμύρια. Υπάρχει ένα αναγνωστικό κοινό που είναι μικρό σε ποσοστό πληθυσμού αλλά είναι κάποια εκατομμύρια. Αν διαβάσει το 5% του αναγνωστικού κοινού, το νούμερο είναι πελώριο.
Συνήθως τι τιράζ κάνουν οι εκδοτικοί οίκοι;
Οι περισσότεροι τίτλοι βγαίνουν σε 1000 έως 2000 κομμάτια. Υπάρχουν και ονόματα που βγαίνουν σε 50.000 αντίτυπα εξαρχής. Αυτά τα βιβλία είναι προγραμματισμένα για μπεστ σέλλερς , λόγω ονόματος.
Εσείς;
Βγάζουμε 1000 κομμάτια. Είναι μεγάλη έκδοση αν σκεφτεί κανείς ότι εκδίδουμε στα ελληνικά σε μια χώρα που τα μιλάνε 1500 άνθρωποι. Είναι συμβολικό.
Υπάρχουν πολλοί μεγάλοι οι εκδοτικοί οίκοι στην Τουρκία;
Βέβαια, υπάρχουν πολύ μεγάλοι οίκοι. Οι εκδοτικοί οίκοι των τραπεζικών ιδρυμάτων για παράδειγμα, είναι πολύ μεγάλοι. Απευθύνονται σε μεγάλη αγορά και εκδίδουν πολλά βιβλία. Σήμερα, υπάρχει μια πίεση στην αγορά επειδή κλείνουν τα βιβλιοπωλεία και δεν υπάρχουν σημεία πώλησης. Τους παίρνουν τα κτίρια για να τα κάνουν ξενοδοχεία. Εδώ, ας πούμε, στις γειτονιές, δεν υπάρχουν βιβλιοπωλεία.
Κινούνται διαδικτυακά τα βιβλία;
Πάρα πολύ. Η μεγαλύτερη αγορά είναι πια εκεί. Δεν είναι τα ράφια. Η τεχνολογία είναι πολύ ανεπτυγμένη εδώ. Γενικά κινούνται τα βιβλία, κάθε εβδομάδα μπαίνουν 100 τίτλοι στην αγορά. Υπάρχει κοινό μεγάλο και για ειδικά ενδιαφέροντα. Στα βιβλιοπωλεία εδώ υπάρχει Τμήμα Ατατούρκ, όπως υπάρχει σε άλλα βιβλιοπωλεία Τμήμα ποίηση. Αυτό υπάρχει μόνο στην Τουρκία. Κάθε μήνα βγαίνουν 5 τίτλοι για τον Κεμάλ.
Μπορείτε να μου το εξηγήσετε αυτό;
Είναι ένα σημείο αναφοράς, μια άγκυρα. Είναι ένα σύμβολο διαταξικό, διακομματικό και ο καθένας βρίσκει τη δική του σημασία.
Σας έχουν αποδεχθεί στην αγορά, πώς σας αντιμετωπίζουν οι υπόλοιποι εκδοτικοί οίκοι;
Πήγαμε φέτος για πρώτη φορά στη διεθνή έκθεση βιβλίου στην Πόλη και για μας ήταν σημαντικό και μόνο που βρεθήκαμε ανάμεσα σε αυτά τα τέρατα των τουρκικών εκδόσεων. Ήταν και συμβολικό. Κοινωνικά και επικοινωνιακά.
Η τέχνη στην Τουρκία σε ποιο σημείο βρίσκεται; Έχετε εικόνα;
Υπάρχει κινητικότητα, αλλά όχι αυτή που υπήρχε πριν 10 χρόνια. Τότε η τέχνη ήταν αληθινά υπερβολική, ειδικά όταν έγινε εδώ η πολιτιστική πρωτεύουσα. Άπειρες γκαλερί, άπειροι χώροι εκθεσιακοί. Υπάρχει μια πολύ δυνατή Μπιενάλε στην οποία φτάνουν πολύ σημαντικοί καλλιτέχνες, υπάρχει κινηματογράφος και εμπορικός και καλλιτεχνικός, αλλά η χρηματοδότηση του ανεξάρτητου κινηματογράφου είναι πια πολύ δύσκολη.
Η μουσική;
Η μουσική είναι λίγο περίεργη υπόθεση. Υπάρχουν πολύ καλοί μουσικοί που κάνουν πολύ ενδιαφέροντα πρότζεκτ αλλά τους τρώει το σκοτάδι, γιατί δε βρίσκουν χώρους να παίξουν. Με τη μουσική οι Τούρκοι έχουν πολύ καλή σχέση. Υπάρχουν πολλές μικρές σκηνές με ολόκληρες ορχήστρες που παίζουν καλή μουσική. Η μουσική συνδέεται με το αλκοόλ. Με τους περιορισμούς στην κατανάλωση, την απαγόρευση των διαφημίσεων και των χορηγιών για το αλκοόλ και τους μεγάλους φόρους που έχουν επιβληθεί, δύσκολα θα έρθει ένα συγκρότημα, όταν απαγορεύεται να πιεις μια μπύρα. Έτσι πεθαίνουν και τα φεστιβάλ που σπονσοράρουν αυτές οι βιομηχανίες, αλλά και οι πιο μικρές σκηνές. Έχετε δει να γίνεται πουθενά πάρτι με κόκα κόλα; Οικονομικά επίσης δε μπορείς να πληρώνεις 15 λίρες για είσοδο και άλλες 30 για ένα ποτό. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το Γκεζί πώς το βλέπετε; Ήταν μια σημαντική υπόθεση;
Το Γκεζί ήταν μια πολύ σημαντική υπόθεση. Δεν έχει ξαναγίνει ποτέ να μαζευτούν τόσο ετερόκλητες ομάδες για τόσο μεγάλο διάστημα και να διαδηλώσουν πάνω- κάτω με κοινά αιτήματα χωρίς να έχουν καθόλου κοινές αναφορές και να συμβιώνουν στον ίδιο χώρο. Είναι αξιοθαύμαστο από μόνο του, άσχετα με τον ήταν ώριμα τα αιτήματα, αν πετύχανε ή δεν πετύχανε, αν έχει ένα πολιτικό αποτέλεσμα εκ των υστέρων. Αυτό δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει το ότι βρέθηκε ένα τόσο μεγάλο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας στο δρόμο. Αυτό δείχνει ότι κάτι μπορεί να αλλάξει στο μέλλον. Οι νέοι που βγήκαν στο δρόμο, οι φοιτητές, οι νέοι επαγγελματίες είναι η γενιά του ΑΚεΠε. Μια γενιά απολιτίκ και βουτηγμένη στον καταναλωτισμό. Ξαφνικά βγήκε στο δρόμο για μερικά δέντρα και αυτό δεν ήταν το σύμβολο, ήταν η αφορμή και για πολλούς η αιτία. Το «μου στερείς τη σκιά μου». Ειδικά το δέντρο έχει μια σημασία, όπως και ο δημόσιος χώρος, με τον οποίο έχουν μια ξεχωριστή σχέση.
Δημιουργεί συνείδηση το Γκεζί;
Είναι επικίνδυνες οι συγκρίσεις. Εδώ η πρώτη που έγινε ήταν με τον Δεκέμβρη στην Αθήνα. Εγώ τη βρήκα πολύ ατυχή. Αλλά βέβαια, βγήκαν στο δρόμο μαθητές μεγαλωμένοι με τηλεόραση και το ίντερνετ. Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο πως πολιτικοποιείται η τουρκική κοινωνία. Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν πολύ καλά τι συμβαίνει αλλά δε μιλάνε. Στην Ελλάδα δε συμβαίνει αυτό. Είναι πολύ πιο ανοιχτά τα πράγματα. Εδώ δε μιλάνε, αλλά όταν φτάσει η ώρα να ρίξει το «κουκί του» ο ψηφοφόρος, το ρίχνει πολύ διαφορετικά. Κόμματα που ήταν πολλά χρόνια στην εξουσία πέσανε, δε μπήκαν καν στη Βουλή μέσα σε μια τετραετία. Εδώ δεν υπάρχει πυρήνας κομματικός. Δεν είναι πιστοί ψηφοφόροι για δεκαετίες, δεν είναι αυτός ο κανόνας. Από κυβέρνηση μπορεί να βρεθείς τελευταίο κόμμα.
Έχει αφήσει παρακαταθήκη το Γκεζί;
Η παρακαταθήκη που έχει αφήσει το Γκεζί είναι ότι πολλοί άνθρωποι αντιδρούν στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η εξουσία. Δηλαδή, με το τι περιορισμούς μπορεί να έχει αυτό το κράτος. Δεν κατάφεραν να συσπειρωθούν σε μια πλατφόρμα με τα ελάχιστα οι άνθρωποι που έφτασαν στο Γκεζί. Αλλά αυτός ο κύκλος δεν έχει κλείσει.
Οι εκλογές;
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές εδώ, είναι όπως και στην Ελλάδα. Καρναβάλι των ζώων. Είναι μια πρόβα για τις γενικές εκλογές, παρόλο που οι δήμοι εδώ κάνουν πολύ μεγάλο κουμάντο στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου και έχει μεγάλη σημασία το τι πολιτική θα ακολουθήσει ένας δήμαρχος. Τα περισσότερα πρότζεκτ ανάπτυξης που βλέπετε είναι δημοτικά. Αν πάτε στο Μπεσίκτας που έχει δήμαρχο του Λαϊκού Κόμματος, είναι πολύ διαφορετικά απ ότι στο Μπέογλου που έχει δήμαρχο του ΑΚεΠε. Είναι σημαίνουσες οι εκλογές αλλά βγαίνουν κάτω από τη σημαία "είμαστε με ή κατά του Ερντογάν". Και υπάρχει μεγάλη αναταραχή στο πολιτικό σύστημα.
Με την εδώ κοινότητα πώς συνδέεστε;
Με την κοινότητα συνδεόμαστε σιγά – σιγά. Εμείς κάνουμε κάτι πολύ ανοιχτό, η κοινότητα έχει μάθει να φοβάται, αλλά αποκτάμε μια σχέση. Μια από τις κοινότητες χρηματοδότησε το βιβλίο για τα Ταταύλα και έχει και τα δικαιώματα. Δίνουμε αρκετή βάση στο ότι είμαστε ανεξάρτητοι. Γενικά έχουμε καλές σχέσεις, πολλοί δε μας ξέρουν ακόμα αλλά και αυτοί που μας ξέρουν δεν είναι και λίγοι. Υπάρχουν πολλές νοοτροπίες σε αυτούς που αγαπούν την Πόλη και για να δώσεις έναν ελάχιστο παρονομαστή πρέπει να του δώσεις κάτι που να είναι κοντά του. Με εμάς θέλουμε να δούν κάποια πράγματα διαφορετικά. Το βιβλίο για παράδειγμα του Μασσαβέτα λέει ρηξικέλευθα πράγματα. Μιλάει για τους Εβραίους και τους Αρμένηδες. Αυτά ήταν ταμπού εδώ. Και για τους Ρωμιούς δεν είναι κτήμα κοινό.
Ιnfo:
Την 1η Απριλίου στο βιβλιοπωλείο Ιανός και στις 3 Απριλίου στο Κολλέγιο Αθηνών, θα γίνει η παρουσίαση του νέου βιβλίου του Αλέξανδρου Μασσαβέτα "Διαδρομές" Στο Φανάρι, τον Μπαλατά και τις Βλαχέρνες, από τις εκδόσεις Ιστός. Ο συγγραφέας ξεναγεί τον αναγνώστη, βήμα προς βήμα, σε τρεις από τις ιστορικότερες γειτονιές, της Επταλόφου: το Φανάρι, το πνευματικό και εθνικό κέντρο του Ελληνισμού με τις εκκλησίες του, τα Πατριαρχεία και τα φημισμένα σχολεία του· τον Μπαλατά με τις εβραιογειτονίες του και τις θρυλικές, Ρωμαίικες ταβέρνες και τέλος τις Βλαχέρνες με το μακραίωνο βυζαντινό παρελθόν και τον αέναο συμβολισμό τους. Πρόκειται για ένα οδοιπορικό στο χώρο και το χρόνο, μια ανασκόπηση των μνημείων και της δαιδαλώδους κοινωνικής ιστορίας των διαφορετικών πληθυσμών που διαμόρφωσαν τον αστικό ιστό των γειτονιών του Κερατίου. Έμφαση δίνεται στα ρωμαίικα μνημεία και την ιστορία των τοπικών ρωμαίικων κοινοτήτων, πάντοτε όμως υπό το πρίσμα της ένταξής τους στο γενικότερο καλειδοσκόπιο της πολυπολιτισμικής κληρονομίας της Πόλης από τη βυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα.
σχόλια