Put the Gods beyond belief, there where
Their chariots rumble in a long parade,
All on their way to where the sun sets
Among bright clouds, and as they ride
Invoke in them a spirit that will survive
Their going, you standing on a mountain top
To see them as they go, to hear them sing
Their dying song, a song still heard
After they have gone, accompanied by
An Aeolian harp played by the winds
That harmonise the universe,
And keep them in your prayers.
Ντέιβιντ Πλαντ
____________
Γνώρισα τον Νίκο στο Λονδίνο, το ’65, μέσω ενός κοινού Ελληνοαμερικανού φίλου – είχε μόλις τελειώσει τις σπουδές του στο Χάρβαρντ και δούλευε στην Ελληνική Πρεσβεία.
Υπήρξε έλξη αμοιβαία και την επομένη με κάλεσε σπίτι του, στο Wyndham Place, για τσάι, στις 4 μ.μ. Έφτασα, χτύπησα, ξαναχτύπησα, καμιά απόκριση.
Απογοητευμένος, έκανα μια μεγάλη βόλτα, επέστρεψα σε κάνα δίωρο, ξαναχτύπησα και τότε, ναι, μου άνοιξε!
«Κάτι είχε πάθει το κουδούνι και δεν άκουγα τίποτα… Στεκόμουν, φαντάσου, στο παράθυρο και είδα κάποιον στο κατώφλι, όμως δεν κατάλαβα ότι ήσουν εσύ… ευτυχώς που ξαναγύρισες, εγώ δεν θα το ’κανα ποτέ!» μου είπε.
Ούτε εγώ το συνήθιζα – και αν δεν είχα ξαναδοκιμάσει να χτυπήσω, η ζωή μου σήμερα θα ήταν τελείως διαφορετική.
Για πολλά μπορείς να κατηγορήσεις την αγάπη. Για αναξιοπιστία, υποκρισία, παρανόηση κ.λπ. Επιμένω, όμως, πως στην ουσία της είναι άσπιλη, αγνή, γιατί με το να υπάρχει απλώς συνιστά μια ολόκληρη αξιολογική κατηγορία από μόνη της, δίχως να χρειάζεται αυτοεπιβεβαίωση
Αν ήταν, οπότε, «γραφτό» να βρεθούμε; Κοίτα, δεν πιστεύω στο πεπρωμένο, σύμπτωση όμως απλή σίγουρα δεν ήταν – ίσως ο Απόλλωνας ή κάποιος άλλος αρχαίος θεός να έκανε το θαύμα του! Πιστεύω, ξέρεις, στους αρχαίους σας θεούς, όχι κυριολεκτικά αλλά κάπως εθιμικά, τους έχω μάλιστα αφιερώσει και κάποια ποιήματα… Ναι, γράφω και ποίηση, χρόνια τώρα, δεν σκοπεύω όμως να την εκδώσω. Το κάνω αποκλειστικά για μένα, έτσι, ως θεραπεία ψυχής. Δεν είναι, ξέρεις, απαραίτητο να «αξιοποιεί» κανείς το οτιδήποτε. Με τα χρόνια κατάλαβα πόσο μεγάλο προσόν είναι η έλλειψη ματαιοδοξίας…
Ποίηση πραγματικά υπέροχη έγραφε ο Νίκος, ποίηση που εν πολλοίς παραμένει ανεξερεύνητη! Αλλά υπήρξε, βλέπεις, κι εκείνος άνθρωπος που δεν έπαιρνε τίποτα σπουδαιοφανές στα σοβαρά.
Όταν έγινε χούντα στην Ελλάδα ο Νίκος, αριστερών πεποιθήσεων –νεότερος ήταν κιόλας οργανωμένος στο ΚΚΕ– έχασε τη δουλειά του στην πρεσβεία και έχοντας για αβαντάζ τις τεράστιες γνώσεις του σε φιλοσοφία, ποίηση και λογοτεχνία επιχείρησε να βρει δουλειά σε κάποιο βιβλιοπωλείο. Εν τέλει, σε κάποιο dinner party του πρότειναν να απευθυνθεί στον εκδοτικό οίκο Penguin. Και ναι, τον προσέλαβαν, και μάλιστα ως επιμελητή βιβλίων ποίησης και τέχνης, παρότι ξένος και με τα αγγλικά δεύτερη γλώσσα. Κράτησε τη θέση ως το ’74, οπότε, βρίσκοντας ότι ο Penguin είχε πάρει μια πολύ εμπορική στροφή, μεταπήδησε στις εκδόσεις Thames & Hudson. Εργάστηκε εκεί ως υπεύθυνος για τις σειρές τέχνης ως το 2004, χρονιά που παραιτήθηκε παραπονούμενος ότι και εκείνες οι εκδόσεις είχαν «παραγίνει» εμπορικές. Ήταν έξι μήνες πριν από τον θάνατό του…
Πώς ήταν να είσαι ομοφυλόφιλος στην Αγγλία όταν γνωριστήκαμε; Μα, θεωρούμασταν εγκληματίες – μπορεί και να πηγαίναμε φυλακή γι’ αυτό! Σύντομα, βέβαια, τα πράγματα επρόκειτο να αλλάξουν, η γκέι απελευθέρωση, κομμάτι μιας συνολικότερης αλλαγής ηθών και αντιλήψεων που συνέβη μέσα στη δεκαετία του ’60, βρισκόταν καθ’ οδόν, για να λάβει, σήμερα, διαστάσεις αδιανόητες για τη δική μας νεότητα. Ποιος να φανταζόταν τότε ότι θα ερχόταν καιρός που οι γκέι θα παντρεύονταν, που φίλοι θα μου σύστηναν τον «σύζυγό τους», που θα υπήρχε τόση «χύμα» ελευθεριότητα! Ωστόσο, ακόμα και στις πιο συντηρητικές τους μέρες, οι Άγγλοι ανέχονταν πολλά, αρκεί να γίνονταν πίσω από κλειστές πόρτες. Στο Λονδίνο της βικτωριανής εποχής π.χ. λειτουργούσαν κανονικά πορνεία γυναικών αλλά και ανδρών. Σπίτι σου, λοιπόν, έκανες ό,τι ήθελες, αν όμως σε έπιαναν να ψωνίζεσαι δημόσια, είχες προβλήματα – υπήρχαν, μάλιστα, αστυνομικοί ειδικά επιφορτισμένοι με αυτό το «καθήκον». Περισσότερο, βέβαια, σκανδαλίζονταν οι μικροαστοί, οι κατώτερες και οι μεσαίες τάξεις – η ανώτερη τάξη ήταν ανέκαθεν πιο απελευθερωμένη, εξού και την αποκαλούσαν «διεφθαρμένη» οι λαϊκιστές. Η «γκέι σκηνή» μάς ήταν, ωστόσο, σχεδόν άγνωστη – ο δικός μας κύκλος ήταν διανοούμενοι, ποιητές, συγγραφείς, καλλιτέχνες, ο Φράνσις Μπέικον, ο Τζάσπερ Τζόουνς, ο Χόκνεϊ, ο Κιτάι, ο E.M. Φόρστερ, ο Τζον Λέιμαν, ο κύκλος του Μπλούμσμπερι…
Είμαι αναρχικός, όχι όμως με τη στενή πολιτική έννοια αλλά με αυτήν του ανθρώπου που εναντιώνεται σε κάθε σύμβαση. Είχε συμβεί παλιότερα να ερωτευθώ μια γυναίκα, ήθελα να κάνω μαζί της και παιδί, ο Νίκος συγκατένευσε, αλλά μου είπε ότι ούτε νονός του θα γινόταν, ούτε θα τον κληρονομούσε! Τότε, βέβαια, αγνοούσαμε πως και οι γκέι θα μπορούσαν να έχουν ή να υιοθετούν παιδιά. Εδώ, πάλι, στα Εξάρχεια, όπου μένω, βλέπω συχνά συνθήματα στους τοίχους που λένε «Γάμα την αστυνομία». Εγώ, λοιπόν, θα τα άλλαζα σε «Αγάπα την αστυνομία», μου κάνει πιο επαναστατικό! Ένα άλλο σύνθημα που θα έγραφα παντού είναι «Πλήρωνε τους φόρους σου!». Γιατί αν ήσασταν συνεπείς στις υποχρεώσεις σας ως πολίτες, η κρίση δεν θα ερχόταν ποτέ ή, τουλάχιστον, θα ήταν ηπιότερη. Θα πρέπει, βέβαια, να έχουν αντίκρισμα αυτοί οι φόροι, πράγμα που στην Ελλάδα δεν συμβαίνει – στην Αγγλία φορολογούμαστε βαριά, όταν όμως ο Νίκος χρειάστηκε περίθαλψη και φάρμακα, τα είχε δωρεάν.
Είμαι, επίσης, με τη Μέρκελ, γιατί πιστεύει στην Ενωμένη Ευρώπη όπως κι εγώ! Μολονότι Αμερικανός, έχω έντονη ευρωπαϊκή συνείδηση. Δακρύζω όταν ακούω το τελευταίο απόσπασμα της 9ης του Μπετόβεν, τον ύμνο της Ε.Ε. Στην ήπειρο αυτή χύθηκε πολύ αίμα τον προηγούμενο αιώνα – από το Λονδίνο μέχρι την Καλαμάτα, παντού αντικρίζεις διάσπαρτα πολεμικά μνημεία. Ο τρόμος, η πείνα και τα εγκλήματα δύο παγκοσμίων πολέμων υπαγόρευσαν την αναγκαιότητα της ένωσης. Εντάξει, υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών, ιστορικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές κ.λπ., τέτοιες όμως, συν οι έντονες φυλετικές αντιπαραθέσεις, υπάρχουν επίσης στις ΗΠΑ, να όμως που εκεί τα κατάφεραν να συνυπάρχουν παρά τα προβλήματα – γιατί όχι κι εδώ; Αυτό που χρειάζεται είναι μια νέα ενωτική μυθολογία… Χρειάζεται να βλέπουμε την Ευρώπη ως ολότητα, όπως κάνουμε στις ΗΠΑ – δεν είναι καλή η κατάσταση σε κάποια Πολιτεία, μετακομίζουμε σε άλλη, παραμένουμε όμως Αμερικανοί.
Η εξιδανικευμένη εικόνα που είχαν, ειδικά παλιότερα, οι (βόρειοι, κυρίως) Ευρωπαίοι αλλά και οι Αμερικανοί για την Ελλάδα ελάχιστη σχέση είχε, βέβαια, με την πραγματικότητα. Ήταν, μάλιστα, μια λατρεία ιδιαίτερα «ομοερωτική» – μια βουκολική Αρκαδία όπου περιφέρονται βαθυστόχαστοι φιλόσοφοι και διονυσιασμένοι έφηβοι, όπου μπορείς να έχεις ό,τι θες με αντάλλαγμα λίγα μπιχλιμπίδια! Την ίδια, εξάλλου, ιδέα είχα, , πάνω-κάτω, κι εγώ για τη χώρα προτού γνωρίσω τον Νίκο. Στην πορεία, όμως, γνώρισα κι αγάπησα την αληθινή Ελλάδα, με όλα τα καλά και τα στραβά της – και δεν το μετάνιωσα ποτέ.
Για πολλά μπορείς να κατηγορήσεις την αγάπη. Για αναξιοπιστία, υποκρισία, παρανόηση κ.λπ. Επιμένω, όμως, πως στην ουσία της είναι άσπιλη, αγνή, γιατί με το να υπάρχει απλώς συνιστά μια ολόκληρη αξιολογική κατηγορία από μόνη της, δίχως να χρειάζεται αυτοεπιβεβαίωση. Αν τη δεχτείς ως απόλυτο μέγεθος, τα υπόλοιπα περιττεύουν – σε αυτό μοιάζει πολύ με τη θρησκευτική πίστη, η έκσταση άλλωστε που σου προκαλεί είναι αντίστοιχου μεγέθους. Η αγάπη συγχωρεί, συμβιβάζει, διευκολύνει, ελευθερώνει – ακόμα και ο «αρτηριοσκληρωτικός» Παύλος έγραψε λόγια αξεπέραστα γι’ αυτήν στην προς Κορινθίους επιστολή. Ναι, είναι πολύ σκληρό να βλέπεις τον άνθρωπό σου να καταρρέει καθημερινά μπροστά σου, να αδυνατίζει, να ασχημαίνει, να παραληρεί, στιγμή όμως δεν λιποψύχησα, γιατί πολύ απλά τον αγαπούσα.
Ναι, είναι πολύ σκληρό να βλέπεις τον άνθρωπό σου να καταρρέει καθημερινά μπροστά σου, να αδυνατίζει, να ασχημαίνει, να παραληρεί, στιγμή όμως δεν λιποψύχησα, γιατί πολύ απλά τον αγαπούσα.
Είμαι ευτυχής που μπορώ να μοιράζω τον χρόνο μου ανάμεσα σε Αγγλία, Ιταλία και Ελλάδα. Μου αρέσουν οι αθηναϊκοί περίπατοι, τα παλιά αντικείμενα, έχω, δε, αποκτήσει μια ακόμα μεγαλύτερη, και γι’ αυτό σωτήρια, εμμονή με το γράψιμο – ήταν ο Νίκος που έσωσε τη συναισθηματική μου ζωή παλιότερα, είναι η γραφή τώρα. Ο πόνος για τον χαμό του επί σαράντα χρόνια αγαπημένου μου δεν έχει σβήσει, είναι όμως κάτι πολύ προσωπικό. Επισκέπτομαι συχνά το μνήμα του, το περιποιούμαι, κάθομαι και κουβεντιάζω μαζί του, του γράφω ποιήματα… Καμιά φορά νιώθω ότι είναι πράγματι εκεί, με παρηγορεί και με ακούει. Έρωτες άλλους, βέβαια, δεν αναζητώ εδώ και πολλά χρόνια, μεγάλωσα βλέπεις – αν και οι επιθυμίες δεν γερνάνε, δυστυχώς, μαζί σου! Η καλή υγεία, σωματική και πνευματική, είναι πια η προτεραιότητα.
____________
Info: Ο Αγνός Εραστής του Ντέιβιντ Πλαντ κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εστία.
σχόλια