Σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε πρόσφατα το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με βάση την απογραφή του 2021 το 50% του πληθυσμού της χώρας είναι συγκεντρωμένο στο 4,3% της επικράτειας της Ελλάδας. Τι σημαίνει αυτό; Υπερσυγκέντρωση σε εξαιρετικά περιορισμένο χώρο στην Αττική με άσχημες συνθήκες διαβίωσης (βλέπε κυκλοφοριακό, στεγαστικό κ.ά.) και ταυτόχρονα ερημοποίηση της περιφέρειας.
Το πρόβλημα έχει πολλαπλά αίτια –ενδεικτικά αναφέρουμε την αστικοποίηση και την εσωτερική μετανάστευση–, που έχουν αναλυθεί από πολλούς, και δύσκολη λύση. Για να αντιστραφεί η τάση, χρειάζονται καταρχάς κίνητρα για να μεταναστεύσει κόσμος από την Αττική στην επαρχία, με επενδύσεις σε υποδομές που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα ενθαρρύνουν τη δημιουργία οικογενείας. Εν αναμονή μιας εθνικής στρατηγικής για την περιφερειακή ανάπτυξη, με αυτήν τη στήλη βάζουμε το λιθαράκι μας στο κομμάτι της ενημέρωσης για τη ζωή στην επαρχία μέσα από την οπτική μόνιμων κατοίκων που έχουν συνειδητοποιημένα επιλέξει την καθημερινότητα εκτός Αθήνας.
Η δουλειά μας κατέληξε στη σύνταξη ενός ολιστιστικού στρατηγικού σχεδίου για την αναβίωση του οικιστικού δίπολου της Βίνιανης. Από δω και πέρα, ο δήμος Αγράφων έχει στα χέρια του το εργαλείο για να προχωρήσει επιμέρους έργα και δράσεις, και να διεκδικήσει χρηματοδοτήσεις.
Αυτή την εβδομάδα μιλάμε με τον Νίκο Μπελαβίλα, καθηγητή Πολεοδομίας και Ιστορίας της Πόλης στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, ο οποίος διευθύνει το Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος και είχε την επιστημονική ευθύνη του προγράμματος «Βίνιανη των Αγράφων - Στρατηγικό σχέδιο για την αναβίωση του ιστορικού οικισμού (2022-2023)». Μπορεί στις μέρες μας να αναβιώσει ένα ορεινό, απομονωμένο χωριό; Ο ίδιος είναι πολύ αισιόδοξος.
— Πείτε μας δυο λόγια για την ιστορία του χωριού.
Η Βίνιανη, ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό στο φαράγγι του Μέγδοβα, υπήρξε το 1944 η πρωτεύουσα της «κυβέρνησης του βουνού», η έδρα της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης. Εκεί είχε πραγματοποιηθεί η συνάντηση των δύο ηγετών της Εθνικής Αντίστασης, του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα, που οδήγησε στο σαμποτάζ του Γοργοποτάμου. Ήταν επίσης ο τόπος της διαμονής των συμμαχικών αποστολών κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ το οροπέδιο της Νεράιδας στα βόρεια χρησιμοποιούνταν για ρίψεις αλεξιπτωτιστών και εφοδίων προς τους αντάρτες.
Η έρευνά μας αποκάλυψε, πέρα από τη γνωστή ηρωική περίοδο του πολέμου, πτυχές ολότελα άγνωστες για το παρελθόν του χωριού. Εντοπίστηκε ο αρχαίος ελληνιστικός πυρήνας σε έναν οχυρό λόφο δίπλα στον σημερινό οικισμό. Το όνομα Βίνιανη ανάγεται στην εποχή της σλαβικής καθόδου στην Ελλάδα, δηλαδή τον 8ο-9ο αιώνα μ.Χ., και έχει λατινική ρίζα σχετιζόμενη με την αμπελοκαλλιέργεια. Από τη μεσαιωνική και βυζαντινή Βίνιανη σώζονται αρχαιολογικά ίχνη. Το 1455, δύο χρόνια μόλις μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, το χωριό εμφανίζεται στα οθωμανικά κατάστιχα. Φορολογείται και έχει εκατοντάδες κάτοικους. Το ξανασυναντάμε τον 18ο αιώνα σε διοικητικά έγγραφα. Λίγα χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση, το παλαιό οχυρό χωριό εγκαταλείπεται μετά από επιδημία πανώλης. Ο 19ος αιώνας και ο Μεσοπόλεμος είναι η εποχή των μεταναστεύσεων. Οι άνδρες φεύγουν προς την Κωνσταντινούπολη, μετά τη δεκαετία του 1880 προς τις ΗΠΑ. Πίσω μένουν οι γυναίκες, οι «Αμερικάνες», που συντηρούν τις οικογένειες με τα εμβάσματα. Αυτοί οι μετανάστες είναι που οικοδομούν τα όμορφα αρχοντόσπιτα, αρκετά από τα οποία σώζονται ως σήμερα.
— Πώς φθάσαμε στην ερήμωση του χωριού;
Μετά τον πόλεμο και τις δύο πυρπολήσεις του από τα στρατεύματα κατοχής, ξαναστήθηκε στα πόδια του. Επισκευάστηκαν τα κατεστραμμένα σπίτια. Όμως ένας μεγάλος σεισμός χτύπησε την Ευρυτανία τον Φεβρουάριο του 1966. Τον προκάλεσε η κατασκευή του νέου φράγματος των Κρεμαστών. Η Βίνιανη ρήμαξε. Το κράτος αποφάσισε να μετακινήσει τους κατοίκους σε νέο οικισμό, σε πιο ασφαλή θέση. Έτσι χτίστηκε η Νέα Βίνιανη και ο παλαιός οικισμός εγκαταλείφθηκε.
— Ποια είναι η κατάσταση σήμερα στη Βίνιανη;
Αυτή η φυσική ατυχία, ο σεισμός και η ερήμωση, έφερε κάτι σπάνιο. Η Βίνιανη διασώθηκε μέσα σε μια χρονοκάψουλα, όπως σχεδόν την άφησε η καταστροφή πριν από έξι δεκαετίες: με λαβωμένα κτίρια, αρκετά εξ αυτών ερείπια, αλλά ελάχιστες ανθρωπογενείς επεμβάσεις έκτοτε. Ένας ανέγγιχτος οικισμός-μνημείο του 19ου και των μέσων του 20ού αιώνα δίπλα σε έναν αρχαιολογικό τόπο συνεχούς κατοίκησης από τον 2ο-3ο π.Χ. αιώνα.
Η Νέα Βίνιανη σήμερα έχει συρρικνωθεί δημογραφικά, όπως και όλα τα Άγραφα. Τα χωριά αυτά είναι αποκλεισμένα σε δύσβατες περιοχές, σε μεγάλες αποστάσεις από τα αστικά κέντρα, τα νοσοκομεία, τη δημόσια διοίκηση. Καταγράφονται τρία εθνικά αρνητικά ρεκόρ, στη γήρανση, στη μόρφωση και στο εισόδημα. Η αγροτική οικονομία, η κτηνοτροφία, η δασοπονία, οι παραδοσιακοί από αιώνες κλάδοι της τοπικής οικονομίας έχουν καταρρεύσει. Είναι ένα χωριό που το 1966 είχε εκατό μαθητές στο σχολείο του και σήμερα δεν έχει κανέναν. Παρ' όλα αυτά, μιλάμε για έναν πανέμορφο τόπο σε ένα συγκλονιστικό τοπίο, με φυσικούς πόρους.
— Πώς προέκυψε η μελέτη για την αναβίωση;
Στα τέλη του 2021 δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον δήμαρχο Αγράφων, τον Αλέξη Καρδαμπίκη. Ζήτησε βοήθεια. Μετά από λίγες εβδομάδες ανέβηκα στη Βίνιανη. Η επιστημονική πρόκληση ήταν πολύ μεγάλη. Του πρότεινα να εμπλακούμε χωρίς οικονομικά ανταλλάγματα. Ήθελα να έχω ευελιξία για να δω πώς θα το χειριστώ, καθώς το πεδίο ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Συμφωνήσαμε να συνυπογράψουμε ένα Μνημόνιο Συνεργασίας μεταξύ ΕΜΠ και δήμου. Από κει και πέρα τα πράγματα κύλησαν κατ’ ευχήν. Μία δεκάδα πανεπιστημιακών, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί και τοπογράφοι, «έβαλε πλάτη». Στην κύρια ομάδα εντάχθηκαν καθηγήτριες και καθηγητές, οι Έλενα Κωνσταντινίδου, Ελευθερία Τσακανίκα, Νίκη Μιλτιάδου, Γιώργος Πανταζής από το Μετσόβιο, Βάσω Τροβά από το Θεσσαλίας και Στέργιος Ταμπέκης από το Γεωπονικό, οι Πολίνα Πρέντου, Μαρία Μπαλοδήμου και Ίρις Πολύζου από το ερευνητικό δυναμικό.
Προσανατολίσαμε τις φετινές ασκήσεις του μεταπτυχιακού «Προστασία Μνημείων» στη Βίνιανη, μια επιλογή win-win, δημοσίου συμφέροντος. Οι φοιτητές και οι φοιτήτριές μας εξασκήθηκαν σε μια πρωτότυπη έρευνα στο πεδίο και η αυτοδιοίκηση παίρνει τα πρώτα απαραίτητα στοιχεία για τις μελέτες. Ο δήμος Αγράφων κάλυψε τη φιλοξενία τεσσάρων αποστολών των επιστημονικών ομάδων οι οποίες σάρωσαν το πεδίο, καταγράφοντας τα πάντα: τα 115 κτίρια του οικισμού, τον αρχαιολογικό χώρο του αρχαίου οικισμού και τη Νέα Βίνιανη. Σχεδιάστηκαν οι προτάσεις αποκατάστασης για επιλεγμένα κτίρια, ανάταξης των δημόσιων χώρων του οικισμού, έργα ανάδειξης του ορεινού ιστορικού τοπίου και των μνημείων. Η δουλειά μας κατέληξε στη σύνταξη ενός ολιστιστικού στρατηγικού σχεδίου για την αναβίωση του οικιστικού δίπολου της Βίνιανης. Από δω και πέρα, ο δήμος Αγράφων έχει στα χέρια του το εργαλείο για να προχωρήσει επιμέρους έργα και δράσεις, να διεκδικήσει χρηματοδοτήσεις.
— Αναλύστε μας το σχέδιό σας για την αναβίωση του χωριού.
Είναι πρωτίστως η αναβίωση μέσω της ανάκαμψης της κοινότητας. Ευτυχώς, εδώ η παλαιά κοινότητα υπάρχει και ζει λίγες εκατοντάδες μέτρα από τον οικισμό. Στηρίζεις τους ανθρώπους, προσελκύεις νέο πληθυσμό, ενισχύεις τις υποδομές που θα κάνουν τους κατοίκους να ζουν με ασφάλεια και δυνατότητα σύνδεσης με τα αστικά κέντρα, τα πολιτιστικά δρώμενα, την αγορά, τη διοίκηση. Δηλαδή οργανώνονται υποδομές και δίκτυα, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρών ψηφιακών συνδέσεων.
Τα νέα ζευγάρια θα μείνουν στα Άγραφα, αν τα παιδιά τους μπορούν να πάνε σχολείο. Οι ηλικιωμένοι θα επιστρέψουν, αν νιώθουν ασφαλείς, αν έχουν πρόσβαση σε μηχανισμούς περίθαλψης. Επομένως, ένα σύστημα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ένας στοιχειώδης μηχανισμός αντιμετώπισης περιστατικών υγείας για όσα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ο αγροτικός γιατρός είναι απολύτως απαραίτητα.
Στη Βίνιανη υπάρχει ένα σημαντικό νεκρό κτιριακό απόθεμα που αποτελείται από μνημειώδη κτίρια στον παλαιό οικισμό και ενδιαφέρουσες διώροφες μονοκατοικίες αγροτικής οργανωμένης δόμησης του ’60 στη Νέα Βίνιανη. Η ανάκαμψη περιλαμβάνει την αξιοποίηση και επανάχρησή τους από νέους και νέες με πρωτοβουλίες της αυτοδιοίκησης σε συνεργασία με τους παλαιούς ιδιοκτήτες τους. Τα μεν παραδοσιακά κτίρια συγκροτούν τη βασική ραχοκοκαλιά της ζωής της Βίνιανης ως ιστορικού πάρκου, ένα open-air museum με βασικές λειτουργίες για το κοινό, η δε Νέα Βίνιανη γίνεται το βασικό κέντρο κατοίκησης, εστίασης και αναψυχής του συμπλέγματος, δίπλα στον εθνικό οδικό άξονα Καρπενησίου - Αγρινίου. Διαθέτει πολύ καλή ρυμοτομία, δημόσιους χώρους, πλούσιο πράσινο. Επομένως μιλάμε για δημιουργία αξιοπρεπών μικρών τουριστικών υποδομών και για μόνιμες ή εποχικές κατοικίες με σύγχρονες ανέσεις, συνδυασμένες με τις αγροτικές μονάδες. Αυτές θα προσελκύσουν νέο πληθυσμό, θα βοηθήσουν στην παραμονή του υπάρχοντος και θα καλύψουν τον ανερχόμενο ορειβατικό, φυσιολατρικό, ιστορικό και θρησκευτικό τουρισμό.
Η στρατηγική του οικοτουρισμού βασίζεται στην ένταξη της Βίνιανης στο δίκτυο των ιστορικών και φυσιολατρικών διαδρομών της Ρούμελης. Το δίκτυο αναπτύσσεται με κορμό το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4. Γύρω από αυτό υπάρχουν οι τόποι του αντάρτικου του 1941-1944, τα βυζαντινά μνημεία, τα εξαιρετικά ορεινά τοπία με τα δάση, τα ποτάμια και την πλούσια άγρια πανίδα και χλωρίδα.
Παράλληλα, το σχέδιο προτείνει την οικονομική ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα σε δύο κατευθύνσεις: ελκυστικά, εξαγώγιμα, ποιοτικά, πιστοποιημένα προϊόντα διατροφής και προϊόντα της δασικής οικονομίας. Μιλάμε για κτηνοτροφία, γαλακτοκομία, μέλι, κρασί και βότανα. Τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος ξαναμπαίνει στα εγκαταλειμμένα δάση με μια ισόρροπη διαδικασία, η οποία μειώνει τον κίνδυνο καταστροφών που έχει προκύψει από την εγκατάλειψη των βουνών. Δίνει τη δυνατότητα εξυγίανσης των δασικών συστημάτων μέσω της υλοτομίας, της ελεγχόμενης κτηνοτροφίας κ.ά. προκειμένου να προστατευθούν από τις πυρκαγιές που η κλιματική κρίση δυστυχώς θα πολλαπλασιάσει.
Η στρατηγική είναι ξεκάθαρη. Ανάκαμψη της αγροτικής οικονομίας με ποιοτικά χαρακτηριστικά παραγωγής και μεταποίησης, υπηρεσίες ποιοτικού τουρισμού μικρής κλίμακας με ταυτόχρονη άρση του γεωγραφικού αποκλεισμού μέσω βασικών κοινωνικών υποδομών εκπαίδευσης, πρόνοιας, υγείας και επικοινωνίας. Το αξίζει η ιστορική Βίνιανη και η ίδια μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για τόσες άλλες περιπτώσεις που έχουμε στον ορεινό ελληνικό χώρο.
— Είναι κάτι που έχετε ξανακάνει ή σκοπεύετε να ξανακάνετε στο μέλλον;
Η Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ έχει μακρά παράδοση σε ανάλογες μελέτες, από την εποχή των δασκάλων μας. Η πρόσφατη δουλειά πολλών συναδέλφων για τις ορεινές περιοχές, τα μνημεία και τους οικισμούς είναι σημαντική. Κορυφαίο σχετικό έργο είναι το Γεφύρι της Πλάκας. Το μεταπτυχιακό κέντρο του ΕΜΠ στο Μέτσοβο ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με την ορεινή ανάπτυξη. Το πρόγραμμα των μνημείων επικεντρώθηκε πρόσφατα στο Σούλι και στα Ζαγοροχώρια. Το εντελώς νέο στη Βίνιανη είναι ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε έναν ολοκληρωτικά εγκαταλειμμένο οικισμό. Το πρόγραμμα στηρίχθηκε τελικά από μια πενηντάδα εθελοντών αλλά και από τις πρυτανικές αρχές του Πολυτεχνείου και την κοσμητεία της Αρχιτεκτονικής. Θεωρώ ότι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό.
Δεν ξέρω αν θα το ξανακάνω. Σίγουρα όμως ήταν μία από τις πιο όμορφες εμπειρίες της πανεπιστημιακής μου δουλειάς. Λίγες φορές έχει κανείς την τύχη να συνομιλεί με την Ιστορία πρόσωπο με πρόσωπο, αγγίζοντας τα ίχνη της, προσπαθώντας να τα αναστήσει και ταυτόχρονα μεριμνώντας ώστε να μην καταστρέψει ένα παρθένο φυσικό τοπίο, αυτό των Αγράφων, από τα πιο σημαντικά που έχουμε στην Ελλάδα, βοηθώντας μια περήφανη τοπική κοινότητα να ξανασταθεί όρθια.
— Στις μέρες μας θεωρείτε ότι είναι πιο εύκολη η αναβίωση χωριών, ειδικά στον ορεινό όγκο της Ελλάδας, απ' ό,τι τις περασμένες δεκαετίες, οπότε εγκαταλείφθηκε ουσιαστικά μεγάλος αριθμός οικισμών;
Ναι, είμαι απολύτως βέβαιος γι' αυτό. Υπάρχουν δύο ισχυρές τάσεις. Η πρώτη είναι η ανάγκη ποιότητας ζωής. Δείτε την έξοδο των νέων ανθρώπων από τις πόλεις και τη συνεχή τάση επιστροφής των απόμαχων στους τόπους τους. Τούτο πάει μαζί με την αναζήτηση ενός ήπιου τουρισμού, περιηγητισμού νέου τύπου, μακριά από το εμπορευματοποιημένο μαζικό μοντέλο. Η δεύτερη δυναμική τάση έχει σχέση με τις δυνατότητες των νέων τεχνολογιών. Σήμερα μπορούμε να επικοινωνούμε, να εργαζόμαστε, να ζούμε σε απόμακρες περιοχές, περιοδικά ή μόνιμα, χωρίς να μας λείπουν η πληροφορία, η ενημέρωση και η δικτύωση με τα αστικά κέντρα. Αυτά τα δύο νέα δεδομένα διαφοροποιούν σημαντικά την κατάσταση από το παρελθόν, από τις δεκαετίες της μαζικής αστικοποίησης και της ερήμωσης των ορεινών οικισμών. Δίνουν τη δυνατότητα αναβίωσης τοπικών οικονομιών μικρής κλίμακας με ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες στον αγροτικό τομέα, με τηλεργασία για νέους, επαγγελματική ζωή που συνδυάζει την πόλη και τους μακρινούς οικισμούς. Οι ψηφιακοί νομάδες της εποχής μας διαλέγουν τέτοιους τόπους για να ζήσουν σε ένα πολύ καλύτερο περιβάλλον από τις αθηναϊκές συνοικίες μας. Και ένας ποιοτικός οικοτουρισμός επάνω στα ιστορικά μονοπάτια των βουνών ήδη υπάρχει. Πρέπει να αναπτυχθεί με προσοχή, με σεβασμό στην άγρια φύση και τους τοπικούς πολιτισμούς αιώνων οι οποίοι επιβιώνουν. Έχουμε το αντιπαράδειγμα νησιών του Αιγαίου, επομένως γνωρίζουμε τι πρέπει να αποφύγουμε.
— Αν θα μπορούσατε να διακρίνετε κάποιους βασικούς πυλώνες που θα 'πρεπε να περιλαμβάνει κάθε αντίστοιχο σχέδιο αναβίωσης, ποιοι θα ήταν αυτοί;
Με έναν γενικό τρόπο μπορούμε να πούμε ότι είναι οι κοινωνικές και τεχνικές υποδομές, όπως οι μηχανισμοί στήριξης τοπικών οικονομιών. Και το πρώτο και το δεύτερο οφείλουν να είναι ενταγμένα στην ιδέα διατήρησης των τοπικών πόρων, αλλιώς δεν έχει νόημα. Χωρίς οι υποδομές να αναπτύσσονται επιθετικά στο περιβάλλον, στην άγρια ζωή, στα μνημεία, στο τοπίο. Αντίστοιχα η οικονομία οφείλει να συνυπάρχει ομαλά με τα πιο πάνω και όχι αντιθετικά. Διότι τότε διαλύεται το «χωρικό προνόμιο», ο ίδιος ο πλούτος του τόπου.