O Φοίβος Δεληβοριάς γράφει για τον Τομ Γουέιτς

O Φοίβος Δεληβοριάς γράφει για τον Τομ Γουέιτς Facebook Twitter
0

Ο Τοm Waits περνούσε απ’ το δωμάτιό μου και δεν με άγγιζε γι’ αρκετό καιρό. Δεκατριών χρόνων, το ‘86, πήρα το «Heart of the Saturday night» από το Happening (γιατί τον είχα μόλις δει στην Παγίδα του Νόμου και διάβαζα γι’ αυτόν παντού), δεν κατάλαβα τίποτα όμως, δεν μ’ άρεσε. Τότε ήθελα να εμβαθύνω στην ποιητική του ροκ, με είλκυε η φαντασίωση του ‘60, κάποια εξουσία, κάπου, ήθελε και το δικό μου κακό, τα ηχειάκια μου έπρεπε να εκραγούν επάνω στον πατέρα μου. Πώς να αισθανθώ αυτό τον τύπο που τριγυρνούσε στη μετά το ‘60 ηλεκτρική (και ηλεκτρονική) αρένα, μεταμφιεσμένος «Αμερική του ‘40 και του ‘50»; Που έγραφε τραγούδια αλό Cole Porter, τραγουδούσε αλά Louis Armstrong και από πίσω οι μουσικοί μιμούνταν τους δίσκους του Mose Alison;

Μετά από κάνα δυο χρόνια που το ροκ με είχε μπουχτίσει, αποφάσισα ν’ ανακαλύψω τους γονείς μου.Οι δίσκοι του Χατζιδάκι, του Θεοδωράκη και του Σαββόπουλου, η ελληνική εκδοχή του ‘60, το αληθινό τραύμα που με γέννησε, εκλιπαρούσε το δικό μου βλέμμα, γιατί το ΠΑΣΟΚ το είχε αφήσει ανοιχτό και αθεράπευτο, το είχε εξοντώσει με την ικανοποίηση των αιτημάτων του. Πάλι κάπου συνάντησα τον Waits και πάλι δεν έκατσα μαζί του περισσότερο από ένα απόγευμα.

To 1993 ήρθε η εποχή που τον αγάπησα. Τότε δεν άκουγα πια μουσική ούτε για ν’ αντιτεθώ, ούτε για να κατανοήσω. Άκουγα για να δυναμώσω τον εαυτό μου που μόλις είχα βρει και που προσπαθούσα να σώσω από πραγματικές πλέον απειλές. Και όταν ένας φίλος μού έδωσε όλα τα βινύλια του Waits και κάθισα σε μια νύχτα να τα ακούσω με τη σειρά, τον εαυτό μου αισθάνθηκα πολύ βαθιά.

Τώρα, τι ήταν αυτό που έκανε εμένα αλλά και χιλιάδες ακόμα Έλληνες συνομηλίκους μου ν’ αγαπήσουμε τόσο -και ιδιαίτερα- τον Tom Waits; Ίσως το ότι, όπως κι εκείνος 20 χρόνια πρωτύτερα, ζούσαμε κι εμείς πιο καθυστερημένα στο μεταίχμιο μεταξύ της «εθνικής» και της «πολυεθνικής» εποχής. Νοσταλγούσαμε κάτι που μόλις προλάβαμε να δούμε, ξέραμε όμως πως ήταν ήδη «πόλη-φάντασμα», πως για τους επόμενους θα ήταν ένα ακατανόητο -και όχι ελκυστικό- παρελθόν.

Μεταμφιεζόμασταν, λοιπόν, «Ελλάδα του ‘50 και του ‘60», αποστηθίζαμε ατάκες από παλιές ταινίες, μιμούμασταν τις διφωνίες των λαϊκών τραγουδιών, ανακαλύπταμε τον Χατζή και τον Ιωάννου και ταυτοχρόνως συνδεόμασταν πρώτοι και βουλιμικά στο ίντερνετ, συχνάζαμε στα καινούργια εμπορικά κέντρα και τα multiplex, καίγαμε αυτοβιογραφικά CD με «θέματα» από τηλεοπτικές σειρές.

Κάπως έτσι φανταζόμουνα τον Waits στην Αμερική των corporations του ‘70. Να τριγυρνάει στο τοπίο που άλλαζε για πάντα και ν’ αποθησαυρίζει τελευταίος τη φωνή της πουτάνας από τη Μινεάπολη, του παγωτατζή, της σερβιτόρας του Schwab’s drug store, του φαντασιόπληκτου αλογομούρη. Και όλα αυτά, υιοθετώντας τον ήχο των πρώτων LP της δεκαετίας του ‘50, σαν ένας αργοπορημένος μουσικός υπαρξιστής, γέρνοντας όμως λίγο παραπάνω προς την πλευρά του αισθήματος.

Φυσικά, οι συγγένειες τελειώνουν εδώ. Μπορεί εμείς να τραβηχτήκαμε σ’ αυτόν από μια κοινωνιολογική σύμπτωση, εκείνος όμως είναι κάτι πολύ παραπάνω, είναι ένας μείζων καλλιτέχνης του τέλους μιας εποχής και ως τέτοιος μπορεί ν’ αφορά πολύ διαφορετικούς ανθρώπους, για πολύ διαφορετικούς λόγους. Ειδικά από το ‘83 και μετά, έπαψε να μιμείται τον ήχο μιας εποχής κι έφτιαξε -διαστρέφοντας ένα σωρό παλιά μουσικά υλικά- έναν ήχο μοναδικό, ενα κυβιστικό vintage, κάτι που δεν χρειαζόταν πια τα λόγια για ν’ αναδείξει τόσο την αδιέξοδη αρρώστια της νοσταλγίας, όσο και την ανελευθερία των «μοντέρνων καιρών».

Στο «Rain Dogs», το αριστούργημα της δεύτερης περιόδου του, η μουσική τόλμη είναι τόσο ασταμάτητη, που ισχύει μέχρι σήμερα ως ένα σύνορο που δεν μπόρεσε να ξεπεραστεί ούτε απ’ τους underground συνεχιστές του ούτε απ’ τον ίδιο τον Waits. Σε όλους τους μεταγενέστερους δίσκους του μένει στατικός, λιγότερο ή περισσότερο, στο τοπίο που ο ίδιος ανακάλυψε. Και οι κριτικοί -τώρα που δεν τους χρειάζεται πλέον- τον αποθεώνουν.

Κάτι τέτοιο συμβαίνει με το άρτι αφιχθέν «Bad as me». Η ηχογράφηση του Waits-ικού ήχου έχει αγγίξει πραγματικά την τελειότητα, οι στίχοι είναι εκείνοι ακριβώς που θα περιμέναμε, μην περιμένετε όμως κανένα σκίρτημα απ’ αυτά που πάνε τον εαυτό μας λίγο μακρύτερα. Και πάλι, όμως, δεν μπορούμε να μη χαρούμε που οι ήρωες της υπόγειας, παλιάς Αμερικής είναι ακόμη ζωντανοί μέσα του και σχολιάζουν το ανελέητο παρόν, όπως στο εναρκτήριο «Chicago» ή στο μελαγχολικό «Talking at the same time». Δεν ξέρω πόσες γενιές ακόμα θ’ απασχολεί η Αμερική ως ένα βίαιο, αλκοοολικό κι εξαρτημένο από την τύχη και το χρήμα όνειρο. Κάθε μυθολογία κάνει τον κύκλο της κι έτσι και αυτή η συγκεκριμένη -σίγουρα όχι η πιο ενδιαφέρουσα που γέννησε ποτέ ο κόσμος- θα μας αποχαιρετήσει κάποια μέρα οριστικά. Όταν όμως κάποιος μελετητής θα γυρίζει το κεφάλι προς το μέρος της, στην πρώτη δεκάδα των αληθινών ποιητών που εκείνη γέννησε (μαζί με τον Ηopper, τον Κασσαβέτη, τον Τσάντλερ, τον Charlie Parker) θα συναντάει στο τελευταίο κάθισμα τον Waits, τον τελευταίο που πρόλαβε να φορέσει τη στολή της, να χαλάσει τη φωνή του απ’ τα τσιγάρα της, να χάσει και τα τελευταία του δολάρια στο πιο κουτσό άλογό της.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κοντσέρτο του Αρανχουέθ: Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από αυτό το κοντσέρτο;

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ποιος μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από το Κοντσέρτο του Αρανχουέθ;

Σχεδόν έναν αιώνα μετά τη δημιουργία του το «Κοντσέρτο του Αρανχουέθ» του Χοακίν Ροντρίγκο παραμένει η μουσική στην οποία όλοι με κάποιο τρόπο παραδινόμαστε. Η Ματούλα Κουστένη αποκρυπτογραφεί τη μελαγχολία, τη σπαρακτική μελωδία, τη δύναμη της κιθάρας και τη μοναδική του ενέργεια.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

The Review / Μας αφορά σήμερα η Lady Gaga;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος Γιάννης Τσιούλης aka Cartoon Dandy συζητούν για την πορεία και τα τελευταία βήματα στη μουσική και κινηματογραφική βιομηχανία μιας από τις μεγαλύτερες ποπ σταρ της τελευταίας 15ετίας και για το πόσο relevant είναι σήμερα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
10 χρόνια μετά, ακόμη μας στοιχειώνει το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι»

Μουσική / Το «Ταπεινοί Και Πεινασμένοι» του ΛΕΞ ακόμη μας στοιχειώνει

Πέρασαν 10 χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου προσωπικού δίσκου του «Τ.Κ.Π.», που δεν ήταν απλώς ένα σημείο τομής για την εγχώρια ραπ σκηνή. Ήταν κάτι που σε άρπαζε και σε προσγείωνε με το ζόρι στην καθημερινότητα.
ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ
Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

Μουσική / Η Bipolia δεν φοβάται να παίζει μουσική στον δρόμο

«Είναι σίγουρα πιο χαλαρά στην Κυψέλη, πιο γειτονιά σε σχέση με την Ερμού»: Η νεαρή μουσικός φέρνει αναζωογονητική αύρα στα ελληνικά ροκ και ποπ δεδομένα με το ντεμπούτο άλμπουμ της και τις εμφανίσεις της στους δρόμους της Αθήνας.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού ‘666’, του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Μουσική / «Βλάσφημο, σατανιστικό, πορνογραφικό»: Η ιστορία του θρυλικού «666», του άλμπουμ που σήμανε το τέλος των Aphrodite’s Child

Οι εξωφρενικές ιδέες του Νταλί, τα λάγνα φωνητικά της Ειρήνης Παπά και οι διαμάχες του Βαγγέλη Παπαθανασίου με τη δισκογραφική εταιρεία ήταν μόνο μερικά από τα επεισόδια της δημιουργίας ενός μνημειώδους άλμπουμ που επανακυκλοφορεί αυτές τις μέρες σε deluxe έκδοση.
THE LIFO TEAM
«Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Μουσική / «Μόλις νιώσεις σιγουριά ως γυναίκα, θα προσπαθήσουν να σε σπρώξουν προς τα κάτω»

Aφήνοντας πίσω της την προηγούμενη ζωή της ως νοσοκόμα, μετά από παρότρυνση των ασθενών της να κυνηγήσει τα όνειρά της, η παραγωγός και καλλιτέχνιδα Kelly Lee Owens μιλά για την τελευταία της δουλειά, τις σημαντικές συνεργασίες της και τη μουσική που διαμορφώνει συνειδήσεις και επηρεάζει συναισθήματα.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Η σπουδαία επανεκκίνηση της Καμεράτα ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών

Μουσική / Η συγκινητική επανεκκίνηση της Καμεράτας

Τέσσερα χρόνια, δύο νομοθετικές παρεμβάσεις, τρεις υπουργικές αποφάσεις και μία εκκαθάριση χρειάστηκαν ώστε να μπορέσει η Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής να κάνει restart και να επανέλθει ως Ορχήστρα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Μουσική / Beyoncé εναντίον Beatles: Τα βραβεία Grammy ξεπέρασαν κάθε όριο φαιδρότητας

Η υποψηφιότητα ενός ξεχασμένου και μάλλον αδιάφορου κομματιού του Τζον Λένον για το βραβείο του δίσκου της χρονιάς φαίνεται να συμπυκνώνει όλη την σύγχυση και την έλλειψη σοβαρότητας που διακρίνει τον κουρασμένο μηχανισμό κύρους των Grammy.
THE LIFO TEAM
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Μουσική / Stilpon: Η επιστροφή ενός Έλληνα κοσμοπολίτη του σύγχρονου ροκ

Ο Στίλπων Νέστωρ μαζί με εκλεκτούς καλεσμένους παρουσιάζουν αυτή την Πέμπτη στην Αθήνα τη νέα του δουλειά που έχει τίτλο «The Second Cloud Commission» και αποτελεί το απόγειο μιας δημιουργικής πορείας στο σύγχρονο ροκ που διανύει τέσσερις δεκαετίες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Το κονσέρτο που σφράγισε μια βαθιά φιλία

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Το κονσέρτο που σφράγισε μια βαθιά φιλία

Η Ματούλα Κουστένη βουτά στα άδυτα μιας βαθιάς φιλίας, αυτής των Γιόζεφ Γιόακιμ και Γιοχάνες Μπραμς, που στηρίχτηκε στην καλλιτεχνική ιδιοφυΐα και τη χημεία αυτών των δύο μουσικών, αφήνοντας ένα μοναδικό ενθύμιο, το Κοντσέρτο για Βιολί και Ορχήστρα που υπογράφει -ποιος άλλος;- o Γιοχάνες Μπραμς.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ