Στα ’50s, όταν ο φόβος της χρήσης πυρηνικών όπλων και των μεταλλάξεων ήταν διαδομένος, τα έντομα προκαλούσαν πανικό στις αίθουσες σε γιγάντια συσκευασία. Με τον καιρό τα έντομα της μεγάλης οθόνης επέστρεψαν στα συνήθη, φυσιολογικά, μα διόλου καθησυχαστικά για μεγάλη μερίδα του ανθρώπινου γένους μεγέθη τους. Στη σκέψη της εμφάνισής τους και μόνο κάποιοι νιώθουμε τρόμο και αηδία, αν και συνήθως καθόλου βλαβερά δεν είναι και, σε αντίθεση με διάφορα κυνοειδή, δεν θέλουν καν «να παίξουν μόνο», αδιαφορούν για μας, απλώς έτυχε να μοιραστούμε τον ίδιο χώρο.

 

Αν και συνήθως μετέχουν σε έργα τρόμου και αγωνίας υποστηρικτικά, για να εντείνουν την αίσθηση αποστροφής και αηδίας, κάποτε αποκτούν και δική τους ταινία. Στη συνείδηση ενός κοινού μεγαλύτερης ηλικίας, το δίδυμο αραχνών και σινεμά παραπέμπει στην Αραχνοφοβία, που στοίχειωσε τον προγραμματισμό των ιδιωτικών ελληνικών καναλιών στα ’90s και τα ’00s και ανάγκασε αρκετούς να ελέγχουν δύο και τρεις φορές μια παντόφλα προτού βάλουν το πόδι τους μέσα. Το Infested έχει υπόψη του αυτήν τη σκηνή που συναντάμε συχνά σε ευφάνταστες λίστες με τίτλο «οι τρομακτικότερες σκηνές όλων των εποχών», και τη μεγεθύνει φρικαλέα.

 

Οι αράχνες του Infested πολλαπλασιάζονται άμεσα, αναπτύσσουν άγρια επιθετικότητα και χρησιμοποιούν το ανθρώπινο σώμα ως ξενιστή. Νεαρός που εμπορεύεται λαθραία σπάνια είδη φέρνει μια τέτοια σε συγκρότημα πολυκατοικίας σε γκέτο, με φονικά αποτελέσματα. Η αστυνομία κλείνει τις εισόδους και απαγορεύει την έξοδο των ενοίκων και η κοινωνική συνοχή καταρρέει με τη βοήθεια ενός μεσήλικα που απεχθάνεται τους ξένους, μα η απόπειρα πολιτικού σχολιασμού μένει στην επιφάνεια, δεν ενσωματώνεται δραματολογικά ούτε αναπτύσσεται νοηματικά. Στις απολαυστικά αποκρουστικές βινιέτες τρόμου κρύβονται οι αρετές αυτού του σκηνοθετικού ντεμπούτου που αργεί λίγο να πάρει μπρος, στρέφεται ενίοτε και στο μελόδραμα για να πείσει για τη «σοβαρότητά» του, αλλά κατορθώνει να κερδίσει τις τσιρίδες στην αίθουσα με το σπαθί του ή, μάλλον, με τον κεφαλοθώρακά του.