Δεν είναι ποτέ αργά ν’ ανακαλύψει κάποιος την τζαζ του John Coltrane. Ακόμη κι όσοι ακούν κλασική μουσική, ροκ, φολκ, ορχήστρες, πειραματική, ηλεκτρονική ή ό,τι άλλο κάποια στιγμή στη ζωή τους θα «συναντηθούν» με τον Coltrane, για κάποιο λόγο ή από τύχη, και θα πάθουν.
Προσωπικά, θυμάμαι ν’ ακούω πρώτη φορά Coltrane στο ραδιόφωνο. Ήταν η εισαγωγή, έτσι νομίζω, από το “A Love Supreme” και… μένω ξερός. Ήμουν στα 20. Δεν ήξερα πολλά από τζαζ. Είχα ακούσει λίγο Miles, λίγο Garbarek, κάποια συγκροτήματα (Headhunters, Return to Forever, Soft Machine…), το “Hot Rats” του Frank Zappa, αλλά μάλλον τίποτα ακόμη από τη μεγάλη τζαζ του ’60. Την τζαζ του Coltrane και των συνοδοιπόρων του.
Προσπαθώ ν' ανακαλέσω, τώρα, εκείνη την πρώτη ακρόαση. Να θυμηθώ τι ήταν αυτό που με είχε «στείλει», και που με είχε αναγκάσει να τρέξω στο πιο κοντινό δισκάδικο για ν' αναζητήσω το "A Love Supreme", και αργότερα το "Impressions", και πιο μετά το "Ascension", και στη συνέχεια το "Interstellar Space"...
Σαξόφωνο στρατοσφαιρικό που γέμιζε το χώρο, και που άφηνε ταυτοχρόνως ένταση και πραότητα σε ίσες ποσότητες. Την ίδια ώρα κι ένα απίστευτο πολυρυθμικό παιγνίδι, με τα κρουστά του Elvin Jones να εκμεταλλεύονται κάθε πόντο του ντραμ σετ, με το πιάνο του McCoy Tyner και με το κοντραμπάσο του Jimmy Garrison να φλερτάρουν ταυτοχρόνως με την πειθαρχία και την ελευθερία.
Ήταν κάτι αληθινά συναρπαστικό. Αυτό μπορώ να πω. Ένα… πολύβουο ποτάμι εξωτερικά, με μιαν εσωτερική ηρεμία όμως στον τρόπο που αναπτυσσόταν… και που κατέβαινε για να σε συναντήσει. Σαξόφωνο στρατοσφαιρικό που γέμιζε το χώρο, και που άφηνε ταυτοχρόνως ένταση και πραότητα σε ίσες ποσότητες. Την ίδια ώρα κι ένα απίστευτο πολυρυθμικό παιγνίδι, με τα κρουστά του Elvin Jones να εκμεταλλεύονται κάθε πόντο του ντραμ σετ, με το πιάνο του McCoy Tyner και με το κοντραμπάσο του Jimmy Garrison να φλερτάρουν ταυτοχρόνως με την πειθαρχία και την ελευθερία.
Μια τετράδα που έγραψε ιστορία. Αυτό ήταν το θρυλικό κουαρτέτο του John Coltrane στα sixties. Και η μουσική του… πηγαία, φυσική, αδέσμευτη, ιερή, που στόχευε κατ’ ευθείαν στο «είναι». Σ’ εκείνο το εσωτερικό αδιαίρετο, που συνταυτίζεται, στη μεγάλη κλίμακα, με το σύμπαν. Μια επίκληση. Μια προσευχή. Το Om. Ένα μυστικό πέρασμα στους πνευματικούς πλανήτες.
1.
Όλα ξεκινούν στη Φιλαδέλφεια το 1945, όταν ο John Coltrane δεν ήταν ακόμη 20 ετών. Τότε συμβαίνει η πρώτη του επαγγελματική μουσική συνάντηση. Παράλληλα βλέπει ζωντανό τον Charlie Parker. Δεν χρειαζόταν κάτι άλλο…
2.
Συναντιέται και παίζει με πολλούς μουσικούς, αλλά η επαφή του με τον τρομπετίστα Dizzy Gillespie (από τους «πατέρες» του bebop) και η εμφάνισή του σε διάφορα σέσιον από το 1949 έως το 1951 είναι εμπειρίες. Το ίδιο και οι παρουσίες του δίπλα στους Earl Bostic και Johnny Hodges (1952-54).
3.
Το 1955 συμβαίνει το καλύτερο. Ο John Coltrane γνωρίζει τον Miles Davis και αρχίζει να παίζει με το συγκρότημά του. Έως τότε ήταν άγνωστος, αλλά η κλήση τού Miles τον μετατρέπει αμέσως σε φυσιογνωμία. Και πώς να μην ήταν, όταν βρισκόταν σε μια ομάδα που την αποτελούσαν ο πιανίστας Red Garland, ο μπασίστας Paul Chambers και ο ντράμερ Philly Joe Jones; Το τέλος αυτής της περιόδου μπορεί να βρίσκει τον Coltrane τυλιγμένο στα «λευκά», έχει όμως δείξει το τι θα επακολουθήσει.
4.
Το 1957 κυκλοφορεί από την Prestige το πρώτο προσωπικό άλμπουμ του, που είχε τίτλο το επώνυμό του. Το πνεύμα του Miles μπορεί να είναι παρόν εδώ, αλλά εκείνη την περίοδο ο Coltrane γνωρίζεται με τον πιανίστα Thelonious Monk (παίζουν και ηχογραφούν μαζί) και αυτό είναι από μόνο του ένα σημαντικό γεγονός.
5.
Το “Blue Train”, που κυκλοφορεί τον Φλεβάρη του ’58 από την Blue Note, είναι το πρώτο αριστούργημα του John Coltrane. Το ύφος είναι το hard bop, με τα blues να έχουν τον πρώτο λόγο. Με τα blues, έτσι όπως τα αντιλαμβάνεται και τα μεταπλάθει ο Coltrane στο τενόρο σαξόφωνό του.
6.
Ο Miles μπαίνει και πάλι στη μουσική ζωή του και για κανα-δυο χρόνια, μέχρι την άνοιξη του ’60, οι δυο τους (Miles Davis και John Coltrane) θα συνεργαστούν σε μερικά άλμπουμ που έγραψαν ιστορία. Έτσι απλά. Μάλιστα, αν μιλάει κανείς για το “Kind of Blue” (Αύγουστος του ’59) μιλάει για ΤΗΝ ιστορία. Το τενόρο του Coltrane, δίπλα στην τρομπέτα του Miles, στο πιάνο του Bill Evans, στο άλτο του Cannonball Adderley… Τίποτ’ άλλο.
7.
Τον Ιανουάριο του ’60 ο Coltrane δίνει το “Giant Steps” για την Atlantic, ένα ακόμη ακρογωνιαίο LP. Δίπλα του είναι πάλι σπουδαίοι παίκτες, αλλά εκείνο που ξεχωρίζει τώρα είναι το ρεπερτόριό του, με όλα τα κομμάτια να είναι γραμμένα από τον ίδιο. Καταιγισμός συγχορδιών, πρωτάκουστοι μελωδικοί αυτοσχεδιασμοί και τίτλοι κλασικοί, σαν το φερώνυμο “Giant steps” ή σαν το “Naima”, αφιερωμένο στην τότε σύζυγό του Juanita Naima Grubbs.
8.
Άλλο άλμπουμ της εποχής με ιστορία είναι το “My Favorite Things” (Μάρτης ’61). Το φερώνυμο κομμάτι ανήκε στους Richard Rodgers (μουσική) και Oscar Hammerstein II (στίχοι), και προερχόταν από το μιούζικαλ The Sound of Music, που είχε ανεβεί στο Broadway το 1959. (Φυσικά, πιο γνωστή έγινε η ταινία του Robert Wise, το 1965, με την Julie Andrews να τραγουδά τον δημοφιλή σκοπό, ενώ στην Ελλάδα θυμόμαστε και την παράσταση της Αλίκης Βουγιουκλάκη, τη «Μελωδία της Ευτυχίας», που ήταν το κύκνειο άσμα της). Ο Coltrane πιάνει το “My favorite things” στο σοπράνο του και του αλλάζει τα φώτα. Το έπαιξε δεκάδες φορές, υπάρχει σε κάμποσες ηχογραφημένες εκδοχές, και είναι πάντοτε διαφορετικό, χωρίς ποτέ να είναι κάτι άλλο!
Το "A Love Supreme" είναι το άλμπουμ από το οποίο ξεκινούν όλοι όσοι θέλουν να μπουν στον μουσικό κόσμο του John Coltrane. Ή έστω οι περισσότεροι. Πρόκειται επί της ουσίας για ένα θρησκευτικό ύμνο, στη βάση του οποίου στέκεται η υπέρτατη αγάπη για την ύπαρξη, που για τον Coltrane ήταν το άλλο πρόσωπο του Θεού (όποιο όνομα κι αν είχε Αυτός).
9.
Η εποχή στην εταιρεία Impulse! είναι για όλους η σημαντικότερη στην πορεία του John Coltrane. Και είναι αλήθεια. Η περίοδος αυτή ξεκινά το 1961 και ολοκληρώνεται το 1967. Στην Impulse! ο Coltrane ηχογραφεί όλους τους συναρπαστικούς δίσκους του στα sixties. Είναι η φάση της ζωής του που συμπίπτει με τις γενικότερες πνευματικές και αισθητικές αναζητήσεις του, τις οποίες και φέρνει, όχι χωρίς συνέπειες, σ’ ένα πρώτο (και τελευταίο) τέρμα.
10.
Μέσα στην Impulse! αναπτύσσεται το θρυλικό κουαρτέτο του με τους McCoy Tyner πιάνο, Jimmy Garrison κοντραμπάσο και Elvin Jones ντραμς. Η πρώτη καταγραφή γίνεται στο LP “Coltrane” (Αύγουστος ’62), για ν’ ακολουθήσουν ανάμεσα σε άλλα τα “Ballads” (αρχές ’63), “Impressions” (καλοκαίρι ’63, συμμετέχει και ο Eric Dolphy), “Live at Birdland” (Απρίλης ’64), “Crescent” (Ιούλης ’64), “A Love Supreme” (Φλεβάρης ’65)…
11.
Ο Coltrane μελετά, ειδικά και σε βάθος, τις μουσικές της Ανατολής και κυρίως την ινδική μουσική από νωρίς (από τα τέλη των fifties), πολύ πριν αυτή γίνει μόδα (μετά τους Beatles και μετά το ’65). Το “India”, για παράδειγμα, είναι ηχογραφημένο στο Village Vanguard, στη Νέα Υόρκη, τον Νοέμβρη του 1961. Βασικά ήταν από τους πρώτους που επιχείρησαν να προσαρμόσουν τις ινδικές ragas στην τζαζ, δίνοντας στους αυτοσχεδιασμούς του έναν μακρόπνοο, υπνωτικό χαρακτήρα.
12.
Το “A Love Supreme” είναι το άλμπουμ από το οποίο ξεκινούν όλοι όσοι θέλουν να μπουν στον μουσικό κόσμο του John Coltrane. Ή έστω οι περισσότεροι. Πρόκειται επί της ουσίας για ένα θρησκευτικό ύμνο, στη βάση του οποίου στέκεται η υπέρτατη αγάπη για την ύπαρξη, που για τον Coltrane ήταν το άλλο πρόσωπο του Θεού (όποιο όνομα κι αν είχε Αυτός). Ο Coltrane ήταν ένθεος, πίστευε βαθειά («σε όλες τις θρησκείες» όπως έλεγε), και αυτό του έδινε τη δύναμη να ξεφεύγει από τα ζόρια της ζωής και τις συνήθειες που τον πήγαιναν πίσω (την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, τα σκληρά ναρκωτικά). Κάτι ξεχωριστό για την περίπτωση είχε πει ο πιανίστας Bobby Timmons:
«Θυμάμαι την μητέρα τού Τζων να μου λέει σε σχέση με το A Love Supreme πως ήταν μια παντοτινή επιθυμία της, και πως ήταν εκείνος που δεν είχε πάρει ακόμη την απόφαση να το γράψει. Πολύ παραξενεύτηκα όταν το άκουσα αυτό, και τότε ήταν που μου είπε πως ο Τζων είχε δει σ’ ένα όραμά του το Θεό πριν αρχίσει να συνθέτει το συγκεκριμένο έργο… και πως εν πάση περιπτώσει έβλεπε πολύ συχνά τέτοια οράματα ενώ έπαιζε… “Όταν κάποιος έχει την ενόραση του Θεού σημαίνει πως πρόκειται να πεθάνει…” κατέληγε η μητέρα του».
13.
Το “Ascension” (Ανάληψη) κυκλοφορεί τον Φλεβάρη του ’66 –ένα χρόνο μετά το “A Love Supreme” δηλαδή– και αποτελεί, και αυτό, ένα μνημείο της free jazz των sixties. Στο συγκεκριμένο άλμπουμ, πλην του κουαρτέτου, θα έπαιρναν επιπλέον μέρος τέσσερις σαξοφωνίστες που θα αποτελούσαν στην πορεία τους φορείς του «πνεύματος Coltrane» στα μεταγενέστερα χρόνια. Ήταν ο Marion Brown, ο John Tchicai, ο Pharoah Sanders και ο Archie Shepp –όλοι αυτοί μαζί!– ονόματα, δηλαδή, που μόνο ανατριχίλα μπορεί σήμερα να προκαλέσουν. Όπως ανατριχίλα προκαλεί και το άκουσμα του δίσκου, που ανήκει στις ύστερες μεγάλες στιγμές τού Coltrane.
14.
Το ένα από τα δύο πρόσωπα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο τελευταίο «ανέβασμα» του John Coltrane, μετά τη διάλυση του κλασικού κουαρτέτου του, ήταν ο ντράμερ Rashied Ali. Συναντιούνται για πρώτη φορά στο “Meditations” (κυκλοφορία από τον Σεπτέμβρη του ’66), ενώ μαζί (οι δυο τους) θα κάνουν το εντυπωσιακά σκληρό αβαντγκαρντίστικο “Interstellar Space”, που ηχογραφήθηκε τον Φλεβάρη του ’67 και που βγήκε στο φως επτά χρόνια αργότερα.
15.
Το άλλο πρόσωπο που έπαιξε σημαντικό ρόλο στα τελευταία χρόνια τής ζωής τού John Coltrane ήταν η δεύτερη σύζυγός του, η Alice Coltrane (1937-2007). Παντρεύτηκαν το 1965, έκαναν τρία παιδιά (ο γιος τους Ravi είναι γνωστός σαξοφωνίστας), ενώ συνεργάστηκαν σε live και ηχογραφήσεις.
Η Alice McLeod Coltrane δεν ήταν τυχαία μουσικός. Είχε σπουδάσει κλασική και τζαζ, ήταν πιανίστα, οργανίστα και αρπίστρια, την ώρα που οι πνευματικές ανησυχίες της (που σχετίζονταν πάντα με την Ανατολή) τροφοδοτούσαν το σύζυγό της με συνεχόμενα vibes. John και Alice ακούγονται μαζί σε διάφορα sessions, με το… αποχαιρετιστήριο LP “Expression” να κυριαρχεί.
16.
Ο John Coltrane θα πεθάνει από καρκίνο στο συκώτι (είναι η πιο επίσημη αιτία) την 17η Ιουλίου 1967, μόλις στα 41 του. Η είδηση έπεσε σαν βόμβα στους χώρους των μουσικών και των φαν. Ήταν νέος, και όσοι δεν βρίσκονταν πολύ κοντά του δεν γνώριζαν την κατάπτωση της υγείας του το τελευταίο κρίσιμο διάστημα. Εξάλλου, δύο μήνες νωρίτερα είχε μπει στο στούντιο του Rudy Van Gelder για να ηχογραφήσει…
Δεν χρειάζεται να ειπωθεί πως το έργο του μετέβη από πολύ νωρίς (λίγο καιρό μετά τον θάνατό του εννοούμε) στη σφαίρα του «μύθου», επηρεάζοντας, μέσα στα χρόνια, δεκάδες μουσικούς και όχι μόνο στην τζαζ, αλλά και στο ροκ, και στην πρωτοπορία σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Και δύο ακόμη tips, που έχουν την (ελληνική) σημασία τους.
Ο θάνατος του John Coltrane έγινε γνωστός και στην Ελλάδα (όσο έγινε τέλος πάντων), σε χρόνο πρώτο, μέσω του περιοδικού Μοντέρνοι Ρυθμοί (τεύχος 86, 2/8/1967). Εκεί υπάρχει μία επαρκής θα έλεγα νεκρολογία, με πληροφορίες και φωτογραφία. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο κάτι τέτοιο, και γι’ αυτό το επισημαίνουμε.
Τον Δεκέμβριο του 1993 το περιοδικό Jazz & Τζαζ (τεύχος 9) κυκλοφορεί με εξώφυλλο τον… Άγιο Ιωάνη (Κολτρέιν). Από πολύ νωρίς, από το 1971, είχε ιδρυθεί στο Σαν Φρανσίσκο η Εκκλησία τού St. John William Coltrane, η οποία συνδέθηκε με την Αφρικανική Ορθόδοξη Εκκλησία το 1982. Μάλιστα, τον ναό κοσμούν δύο βυζαντινής τεχνοτροπίας εικόνες τού Άγιου Ιωάνη πλέον δια χειρός του αιδεσιμότατου Mark C. E. Dukes.