Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Συνδέθηκα ιδιαίτερα με τον Μαστρογιάνι, με τις δύο ταινίες που κάναμε με τον Αγγελόπουλο. Ήταν συνέχεια σπίτι μου, κάναμε πολλή παρέα.

Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

0

Η εικόνα που μου έχει μείνει από παιδί είναι ένα ποτάμι και να καίγεται το απέναντι χωριό. Ήταν Εμφύλιος και το είχαν βομβαρδίσει. Δεν ήταν οι Γερμανοί, γιατί στην Κατοχή μόλις είχα γεννηθεί. Θυμάμαι επίσης που μας έβαλαν να φορέσουμε τα καλά μας και χτυπούσε η καμπάνα και πήγαμε όλοι στον Άγιο Σώστη και οι Σουρλαίοι, παραστρατιωτικοί κομμουνιστοφάγοι της περιοχής, είχαν έναν αντάρτη στο κέντρο της πλατείας και τον έδερναν ανελέητα με ρόπαλα ενώ όλο το χωριό καθόταν και κοιτούσε. Παραδίπλα γυρνούσε ο μύλος στο ποτάμι και, όποτε αυτός χανόταν, τον έριχναν στο νερό, τον συνεφέρνανε και ξανά ξύλο.

• Στις πρώτες ελεύθερες εκλογές πήγε ο πατέρας μου να ψηφίσει και οι παραστρατιωτικοί με ένα περίστροφο στο χέρι τού έδωσαν το ψηφοδέλτιο σε σφραγισμένο φάκελο. Γύρισε και είπε στη μάνα μου «εγώ σήμερα δεν είμαι άντρας, δεν μπόρεσα να φέρω αντίσταση, εγώ που πολέμησα και τραυματίστηκα για την πατρίδα μου, να μου πουν τι να ψηφίσω» και έφυγε στο βουνό. Ήταν προοδευτικός άνθρωπος, είχε πολεμήσει στην Αλβανία. Ο πατέρας του είχε κτήματα, ζώα, πρόβατα αλλά, όπως και η μάνα μου, δεν μπορούσε την αδικία, βοηθούσε τον κόσμο. Μια μέρα κατέβηκε από το βουνό για να μας δει. Με κρατούσε στα χέρια και έκλαιγε. Ήμουν πολύ μικρός και κοίταγα τα φισεκλίκια του, αλλά το πρόσωπό του δεν το θυμάμαι.

Με στενοχωρεί ο ελληνικός κινηματογράφος. Συμβαίνουν τόσα γύρω μας και δεν ασχολείται κανείς με αυτά. Τώρα, αντί να ενισχύουν τον ελληνικό κινηματογράφο, δίνουν λεφτά στην τηλεόραση.

• Ήρθαν τέσσερις μέρες μετά και πήραν τη μάνα μου για να δώσει κατάθεση και τη χάσαμε. Πήγε στη Λαμία στρατοδικείο και μετά φυλακές Αβέρωφ. Ο πατέρας σκοτώθηκε στο βουνό. Ήρθε και μας πήρε τα τέσσερα αδέλφια ο αδελφός της μητέρας μου, που είχε ταβέρνα και γαλακτοπωλείο στη Νέα Πεντέλη. Εκείνα τα χρόνια, λόγω κλίματος, ήταν το θέρετρο των φυματικών. Ακόμα θυμάμαι τη ριγέ πιτζάμα και τον βήχα. Άρχισα να βοηθάω από τα έξι μου. Το πρωί μοίραζα στα σπίτια γάλα και γιαούρτι και το βράδυ σερβίριζα στην ταβέρνα. Τα παιδιά των παραθεριστών έπαιζαν, αλλά εγώ έπρεπε να δουλεύω. Δεν πειράζει, κατάλαβα πολλά. Στο σχολείο πήγαινα ξυπόλυτος γιατί είχα μόνο ένα ζευγάρι παπούτσια, που το κρεμούσα στον λαιμό και το φορούσα μέσα στην τάξη. Τέσσερα παιδιά είχε ο μπάρμπας μου, συν τέσσερις εμείς, σύνολο οκτώ που έπρεπε να θρέψει. Αν και ο αδελφός μου ο Θανάσης πήγε στον αδελφό του πατέρα μου που είχε κρεοπωλείο στα Νέα Λιόσια και πέρασε καλύτερα.

Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω» Facebook Twitter
Η Ευρώπη με ανακάλυψε από τον Αγγελόπουλο, από την «Κραυγή γυναικών» του Ζιλ Ντασέν αλλά και από μια ταινία που γύρισε στην Ελλάδα ο παλιός σκηνοθέτης του Χόλιγουντ, Ούγγρος στην καταγωγή, Λάζλο Μπένεντεκ. Όταν γυρίζαμε τον «Θίασο» ήρθε να με βρει ο Βέλγος Ζαν Ζακ Αντριάν, και μου είπε ότι θα με περίμενε να τελειώσω για να ξεκινήσει την ταινία του μαζί μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Δίπλα μας έμενε ένας ηλεκτρολόγος και είπε στον θείο μου «φέρε το παιδί να του μάθω μια τέχνη». Έτσι, μετά το δημοτικό βρέθηκα στη σχολή ηλεκτρολόγων στη Διπλάρειο Σχολή της πλατείας Θεάτρου. Κατέβαινα από τη Νέα Πεντέλη με λεωφορείο, δούλευα σε οικοδομή και μετά πήγαινα στο μάθημα μέχρι τις 9 το βράδυ, για να γυρίσω να πέσω να κοιμηθώ στις 11 και να ξυπνήσω πάλι στις 6 το πρωί. Περπατούσα πολύ, κι όσο περισσότερο τη γνώριζα την Αθήνα τόσο μου άρεσε. Μπήκα μες στην πόλη και με άρπαξε. Μου έκαναν εντύπωση τα νεοκλασικά σπίτια, που είχαν όλα τους πίσω αυλή με φοίνικες, συχνά και με πηγάδια. Οι άνθρωποι ήταν τελείως διαφορετικοί τότε, μου άρεσε να τους παρατηρώ και να φαντάζομαι ιστορίες. Έβλεπα στο λεωφορείο κάποιον λυπημένο και σκεφτόμουν τι μπορεί να έχει στο μυαλό του. Καθώς τα λεφτά μου έφταναν μόνο για το εισιτήριο και δεν μου περίσσευαν, δεν μπόρεσα ποτέ να αγοράσω ένα κουλούρι με τυρί που πουλούσε ο κουλουράς έξω από το σχολείο. Αυτό μου έμεινε απωθημένο. Κάτι τέτοια με πείσμωναν να γίνω ο καλύτερος και να προχωρήσω. Ποτέ δεν ένιωσα μειονεκτικά, έλεγα «είμαι καλύτερος». Αυτό με βοήθησε και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω.

• Για τη μητέρα μου μού είχαν πει, για να μη με στενοχωρήσουν, ότι δούλευε σε μια πολυκατοικία. Όταν βγήκε από τη φυλακή, είδα μια ξένη γυναίκα ντυμένη στα μαύρα. Εγώ ήξερα τη θεία μου σαν μάνα. Μαζί με τον μπάρμπα μου, μού είχαν δώσει πολλή αγάπη, όσο μπορούσαν οι άνθρωποι, γιατί δεν υπήρχε και ο χρόνος να ασχοληθούνε με προσωπικά προβλήματα. Μάλιστα λέγανε «να φάνε πρώτα τα ορφανά και μετά εμείς». Στην αρχή δεν μπορούσα να τη συνηθίσω τη μητέρα μου, αλλά μετά πήγαμε να μείνουμε όλη η οικογένεια στη Ραφήνα όπου ζούσε παντρεμένη η αδελφή της. Σιγά-σιγά ήρθαμε κοντά ο ένας στον άλλον. Έπιασε δουλειά στο λιγνιτωρυχείο. Έσπρωχνε τα βαγόνια με τους λιγνίτες κι εγώ δούλευα στο λιμάνι της Ραφήνας, όπου έβαζα μοτέρ στα καΐκια. Όταν πια παντρεύτηκε η μεγάλη μου αδελφή, μετακομίσαμε στην Αθήνα.

• Από τη Διπλάρειο αποφοίτησα αριστούχος και σύμφωνα με τον κανονισμό είχα δικαίωμα να κάνω αίτηση για υποτροφία στη Γερμανία. Όταν είδαν όμως το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, απέρριψαν την αίτησή μου γιατί ήμουν γιος κομμουνιστή. Στενοχωρήθηκα, αλλά αν είχα φύγει, δεν θα είχα μπει στο σινεμά.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Όταν έκανα το «Οι θαλασσιές οι χάντρες», επηρεασμένος από τη γαλλική νουβέλ βαγκ, όπου είδα τη δουλειά του Ραούλ Κουτάρ, θέλησα να εφαρμόσω κι εγώ τον τρόπο του.
Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
«Αναπαράσταση» του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

• Αρχικά δούλεψα ηλεκτρολόγος στις οικοδομές. Μια πολυκατοικία στους Αμπελόκηπους που έχει στην είσοδό της τρία V την έχω σκάψει από κάτω μέχρι πάνω. Άρχισα να βλέπω κινηματογράφο. Επειδή στο δημοτικό έπαιζα στα σκετσάκια των εθνικών εορτών κι όλοι έλεγαν ότι ήμουν καλός, μου τη σβούρισε να πάω να γίνω ηθοποιός. Υπήρχε μια σχολή στην οδό Ξενοφώντος στο Σύνταγμα, όπου ήρθα σε επαφή με ανθρώπους οι οποίοι με στιγματίσανε: ο Μάριος Βάρβογλης, ο Μάνος Κατράκης, ο Θάνος Κωτσόπουλος. Είχα συμμαθητή έναν ηλεκτρολόγο του κινηματογράφου και τον ρώτησα αν μπορούσα να δουλέψω κι εγώ εκεί. Αυτός με έφερε σε επαφή και δούλεψα στην πρώτη μου ταινία σε παραγωγή Τζανή Αλιφέρη, στον «Τσακιτζή» με τον Μπάρκουλη. Μάζευα τα καλώδια, σκούπιζα το πλατό, πήγαινα τους καφέδες. Είχα ζαλιστεί λίγο, αλλά με το που είδα την κάμερα, κόλλησα. Ρωτούσα τα πάντα, έβλεπα πώς φωτίζανε, μέχρι που δανείστηκα μια μηχανή και έβγαλα μερικές φωτογραφίες τη μάνα μου και την αδελφή μου. Μια μέρα στο καφενείο του ελληνικού Χόλιγουντ, στην Κάνιγγος, εκεί που τις έδειχνα σε κάποιους, ένας οπερατέρ, ο Γιώργος Καβάγιας, με ρώτησε αν ήθελα να δουλέψω βοηθός του. Δέχτηκα και έμεινα δίπλα του μέχρι που πήγα φαντάρος. Έπαιξε μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωσή μου γιατί, καθώς πολλές φορές έμενα σπίτι του για να προλάβουμε το πρωινό γύρισμα, μου έδινε να διαβάσω βιβλία και άκουγα μαζί του κλασική μουσική. Επίσης, τραβούσαμε φωτογραφίες και τυπώναμε μαζί. Προσπαθούσα να μάθω όσα περισσότερα μπορούσα και ό,τι μου αναθέτανε να το κάνω τέλεια.

• Μετά τον στρατό πήγα βοηθός του Νίκου Γαρδέλη, δίπλα στον οποίο έμαθα επίσης πολλά. Στον «Φόβο» του Κώστα Μανουσάκη ανακάλυψα έναν άλλο κινηματογράφο και μια εντελώς άλλη οπτική, τόσο θεματικά όσο και σκηνοθετικά. Μου άλλαξε τη ζωή γιατί κατάλαβα τη σημασία της φωτογραφίας. Ο Γαρδέλης μού είχε μεγάλη εμπιστοσύνη και με έστειλε για να δω τι χρειαζόταν για το γύρισμα της επόμενης μέρας. Μου έδειξε ο Μανουσάκης το πλάνο και είπα «είμαστε εντάξει». Όταν ήρθε η ώρα να το γυρίσουμε, ήταν πράγματι δύσκολο πλάνο, το τι άκουσα από τον Γαρδέλη δεν περιγράφεται. Για να με τιμωρήσει με έβαλε να το φωτίσω μόνος μου. Και το φώτισα. Εκεί ανακάλυψα τι πρέπει να κυριαρχεί σε κάθε πλάνο, πώς εκφράζεις το νόημα μιας κατάστασης. Στο «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» του Τζαβέλλα, όπου επίσης ήμουν βοηθός, όταν ο Γαρδέλης αρρώστησε για δύο μέρες, ανέθεσε σε εμένα να προχωρήσω το γύρισμα. Εκεί έπαιξα και τον φαντάρο που περιμένει έξω από το σπίτι τη Γώγου. Νοσταλγώ την Αθήνα που βλέπουμε στην ταινία εκείνη.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Η Βουγιουκλάκη σαν χαρακτήρας δεν ήταν σωστή. Είχε εκλάβει τελείως λάθος τον ρόλο της ηθοποιού, βεντέτιζε σε τέτοιο βαθμό που ήταν μόνο αυτή, κανείς άλλος.

• Είχε πια ακουστεί ότι ήμουν καλός βοηθός και μια μέρα με καλούν από τη Φίνος Φιλμ, το όνειρο κάθε τεχνικού του κινηματογράφου. Όταν μπήκα στο γραφείο του Φιλοποίμενος Φίνου, μου λέει «σε θέλω για μια ταινία». «Μάλιστα», του λέω εγώ και τον ρωτάω ποιος είναι ο οπερατέρ. Μου λέει «εσύ θα είσαι». Δεν το φοβήθηκα γιατί είχα πάρει τις βάσεις. Κι έτσι έκανα την πρώτη μου ταινία, «Ξυπόλυτος πρίγκιπας», έγχρωμο σινεμασκόπ του Γιάννη Δαλιανίδη. Όταν αμέσως μετά έκανα το «Οι θαλασσιές οι χάντρες», επηρεασμένος από τη γαλλική νουβέλ βαγκ, όπου είδα τη δουλειά του Ραούλ Κουτάρ, θέλησα να εφαρμόσω κι εγώ τον τρόπο του. Ο Δαλιανίδης ήταν ανοιχτός και μου είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Φώτιζα τις σκηνές με τους πρωταγωνιστές συμβατικά και πειραματιζόμουν στις μικρές σκηνές με τους δεύτερους ηθοποιούς. Ακολούθησαν η μία ταινία μετά την άλλη, πολλές με τον Ντίνο Δημόπουλο αλλά και με τον Σταύρο Τσιώλη το «Κατάχρησις εξουσίας».

• Είχα δει μια ξένη ταινία εποχής και αυτό με οδήγησε στην Πινακοθήκη. Σκέφτηκα ότι οι ζωγράφοι ήταν οι πρώτοι φωτογράφοι. Μελετώντας πίνακες, συνειδητοποίησα ότι η προσοχή μου πήγαινε σε ένα σημείο, και έλεγα γιατί δεν πάει παραπέρα; Εκεί ανακάλυψα ότι το φως, το χρώμα και η σύνθεση του κάδρου ήταν τα στοιχεία που οδηγούσαν το βλέμμα μου. Κάτι που μπορούσα να εφαρμόσω στον κινηματογράφο.

• Κοσμική ζωή δεν έκανα. Μου έλεγε ο Καρύδης-Φουξ, «αν έγραφαν για μένα αυτά που γράφουν για σένα, θα ήμουν κάθε βράδυ έξω». Εμένα δεν με ενδιέφερε αυτό. Με τους ηθοποιούς παρέα έκανα μόνο στο πλατό. Η Ζωίτσα ήταν ο «αλήτης», η Βουγιουκλάκη σαν χαρακτήρας δεν ήταν σωστή. Είχε εκλάβει τελείως λάθος τον ρόλο της ηθοποιού, βεντέτιζε σε τέτοιο βαθμό που ήταν μόνο αυτή, κανείς άλλος. Στην αρχή είχαμε καλή σχέση, κάναμε αρκετές ταινίες μαζί, αλλά όταν έκαψε με τσιγάρο το πρόσωπο ενός συναδέλφου, πήγα μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη και κόψαμε τις σχέσεις μας. Η «Αλίκη δικτάτωρ» ήταν η τελευταία μας συνεργασία. Με είχε απογοητεύσει πολύ. Η Χρονοπούλου ξεχώριζε και σαν άνθρωπος και σαν πρόσωπο. Εμένα με μάγευε, τη φωτογράφιζες και έλεγες «μανούλα μου».

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Με τον Αγγελόπουλο μπορεί να είχαμε πολλές διαφωνίες, αλλά ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο ήμασταν 21 χρόνια μαζί. Με συγκλόνισε ο θάνατός του.

• Παντρεύτηκα πρώτη φορά στα 27 μου γιατί, καθώς δεν είχα οικογένεια, ήθελα να κάνω μία. Απεδείχθη ότι δεν ήμουν έτοιμος. Λόγω παρελθόντος δεν μπορούσα να είμαι με τη δεξιά. Όταν ήρθε η δικτατορία, η μητέρα μου μού ζήτησε να μην μπλέξω με τα πολιτικά, έλεγε: «Σε παρακαλώ, μην μπεις πουθενά, εμείς πληρώσαμε». Ήμουν συχνά μπροστά στις διαβουλεύσεις των χουντικών με τον Φίνο, ο οποίος δεν είχε άλλη επιλογή και μας έστελνε να τραβάμε τα «Επίκαιρα».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Ελισάβετ Χρονοπούλου, Γιώργος Αρβανίτης-Μια ζωή στο φως, εκδόσεις Πατάκη

• Είχαμε κάνει μια ομάδα με σκοπό να γυρίσουμε μια σειρά ταινιών μικρού μήκους που θα απάρτιζαν μία σπονδυλωτή ταινία μεγάλου μήκους. Στην ομάδα ήταν ο Παντελής Βούλγαρης, ο Χρήστος Παλιγιαννόπουλος, ο Λάμπρος Λιαρόπουλος. Πιστεύαμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε τον κινηματογράφο. Μπήκε στην ομάδα και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, που είχε έρθει από τη Γαλλία και έγραφε κριτική στη «Δημοκρατική Αλλαγή». Κάτι είχε διακρίνει σε εμένα και μου ζήτησε να κάνω τη φωτογραφία στην «Εκπομπή». Χρειάστηκαν δύο χρόνια για να την ολοκληρώσουμε. Δέσαμε, και μου πρότεινε την «Αναπαράσταση».

• Στη Βίτσα, στο Μονοδένδρι, στα Ζαγοροχώρια, ξαναβρήκα το φως των παιδικών μου χρόνων. Ορεινό χωριό, πέτρα πάνω στην πέτρα, μαύρες σκεπές από τη βροχή, πέτρινο και το καλντερίμι, λέω «αυτό είναι το χωριό μου». Εν τω μεταξύ, όταν κάναμε την «Υπολοχαγό Νατάσα», γυρίσαμε σκηνές στον σιδηροδρομικό σταθμό του Μονάχου. Είχαν φτάσει δύο τρένα με εργάτες από την Ιταλία και τη Γιουγκοσλαβία. Έτσι πως ήταν, με τα μπογαλάκια τους, θύμιζαν τις μεταγωγές των Εβραίων στα στρατόπεδα.  Όταν είδα τον άντρα που μπαίνει στο χωριό με τη βαλίτσα, σκέφτηκα ότι ήταν ίδιος με εκείνους που είχα δει στη Γερμανία.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Από το γύρισμα της ταινίας Οι υπερήφανοι, του Ανδρέα Λαμπρινού, 1962. Δίπλα από την Αλεξάνδρα Λαδικού και τον Γιάννη Βόγλη, ο Γιώργος Αρβανίτης ως βοηθός του Γιώργου Καβαγια.

• Όταν γυρίζαμε τις «Μέρες του ‘36» συνέβη το εξής: Ο Φίνος έλεγχε τα φίλτρα που του έστελνε η Kodak, το καθένα ξεχωριστά. Είχε πετάξει στο καλάθι ένα που έβγαζε περισσότερα καφέ και κίτρινα. Το πήρα και έκανα μια δοκιμή που ενθουσίασε τον Θόδωρο. Με αυτό το φίλτρο κάναμε όλη την ταινία και όλοι αναρωτιόντουσαν πώς το πέτυχα. Εντωμεταξύ έπρεπε να κάνω μια κωμωδία του Σακελλάριου με τη Βλαχοπούλου. Πήγα στο στούντιο και βλέπω πράσινους τοίχους, πράσινο καναπέ και εκείνη με πράσινο εμπριμέ ρούχο. Πήγα να πεθάνω. Προσπάθησα μια ολόκληρη μέρα και δεν μπορούσα να το φωτίσω. Πήγα στον Φίνο και παραιτήθηκα. Η απάντησή του ήταν: «Παιδί μου, θα πεινάσεις». Είχα αφιονιστεί με το νέο είδος κινηματογράφου, δεν με ενδιέφερε τίποτα. Ο ομφάλιος λώρος με το εμπορικό είχε κοπεί. Αναγκάστηκα να κάνω διάφορες δουλειές για να μην πεινάσω.

• Είχα την τύχη να βρίσκομαι πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος κι εν τέλει να περάσω από όλα τα είδη. Η πρώτη μου ταινία εκτός Φίνου ήταν ο «Ιωάννης ο βίαιος» της Τώνιας Μαρκετάκη. Με σημάδεψε, φοβόμουν ότι δεν θα τα βγάλω πέρα, ότι δεν ήμουν στο ύψος της. Ήταν ακόμα δικτατορία, αλλά δεν μας ενοχλούσαν. Στον «Θίασο» είχαμε επεμβάσεις. Αλλά εκεί που σπάσαμε πλάκα ήταν που όταν γυρίζαμε στην Καρδίτσα την παράδοση των όπλων από τους αντάρτες, πίσω από την κάμερα ήταν όλοι οι προύχοντες της πόλης νομίζοντας ότι έβλεπαν την ήττα της αριστεράς. Ο «Θίασος» είναι η ιστορία της Ελλάδας. Η σκηνή στο Ναύπλιο με τις σημαίες και τους πυροβολισμούς, που μετά η κάμερα γυρίζει και βλέπουμε μόνο κόκκινες σημαίες, είναι η ιστορία όλης εκείνης της περιόδου.

• Είχα βρει ένα ημερολόγιο των τσιμέντων ΗΡΑΚΛΗΣ με ζωγραφιές του Τσαρούχη. Το Λαύριο, το καφενείο το Νέον, και συνειδητοποιώ ότι αυτά είναι ο «Θίασος». Ο Θόδωρος δεν ήθελε ήλιο, ίσως και κάπως συμβολικά, να δείξει την Ελλάδα σκοτεινή. Η παλέτα χρωμάτων του Τσαρούχη ήταν καθοριστική. Τον ίδιο δεν τον γνώριζα, αλλά εκείνα τα χρόνια σχετιζόμουν με την Αλίκη Γεωργούλη, η οποία και μου τον σύστησε. Ένα βράδυ στη 1 χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν αυτός από το Παρίσι, είχε δει τις «Μέρες του ‘36» και ήθελε να αναλύσει μαζί μου το φως της ταινίας. Αργότερα του φώτισα τις «Τρωάδες» της οδού Καπλανών. Βλέπω τώρα τον «Θίασο» και λόγω έλλειψης μέσων έχει πολλά τεχνικά προβλήματα. Αλλά εξακολουθώ να βλέπω την Ελλάδα του Τσαρούχη. Μια πραγματική Ελλάδα.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Στα γυρίσματα της ταινίας «Κραυγή γυναικών» του Ζιλ Ντασέν.

• Όταν γυρίζαμε τον «Μεγαλέξανδρο», κάναμε μια σκηνή κοντά στην Κατερίνη και μείναμε σε ένα ξενοδοχείο στον Παλιό Παντελεήμονα, το οποίο ήταν του πατέρα της γυναίκας μου, της Αγγελικής. Εκεί γνωριστήκαμε και μέσα σε επτά μήνες παντρευτήκαμε. Είμαστε 45 χρόνια μαζί.

• Η Ευρώπη με ανακάλυψε από τον Αγγελόπουλο, από την «Κραυγή γυναικών» του Ζιλ Ντασέν αλλά και από μια ταινία που γύρισε στην Ελλάδα ο παλιός σκηνοθέτης του Χόλιγουντ, Ούγγρος στην καταγωγή, Λάζλο Μπένεντεκ. Όταν γυρίζαμε τον «Θίασο» ήρθε να με βρει ο Βέλγος Ζαν Ζακ Αντριάν, και μου είπε ότι θα με περίμενε να τελειώσω για να ξεκινήσει την ταινία του μαζί μου. Με περίμενε σχεδόν έναν χρόνο. Αργότερα βρισκόμουν στο Παρίσι για την επεξεργασία του «Australia» με τον Τζέρεμι Άιρονς και τη Φανί Αρντάν, με το οποίο βραβεύτηκα στη Βενετία, και κατάλαβα ότι το όνομά μου κυκλοφορούσε πολύ. Είπα να κάνω μια δοκιμή για έναν χρόνο και να δουλέψω στη Γαλλία. Άλλωστε, μετά από τέσσερις βραβεύσεις στη Θεσσαλονίκη, το τηλέφωνο είχε πάψει να χτυπάει. Είχα πια τρία παιδιά και έπρεπε να το σκεφτώ σοβαρά. Την τελική απόφαση την πήρε η γυναίκα μου, λέγοντας «θα στήσω ένα αντίσκηνο στον δρόμο κι εσύ θα κάνεις αυτό που πρέπει να κάνεις». Και φύγαμε. Δεν χρειάστηκε να στήσει αντίσκηνο, αλλά έκατσε σπίτι δέκα χρόνια να μάθει στα παιδιά ελληνικά.

• Σε μια γαλλική ταινία δεν έκανα αυτά που έκανα στον Αγγελόπουλο. Έβλεπα πολύ γαλλικό κινηματογράφο ώστε να καταλάβω τους ανθρώπους, την κουλτούρα, τη ζωή. Στην αρχή την αντέγραφα, αλλά τελικά άρχισα να την καταλαβαίνω. Έκανα κάποιες ταινίες που πήραν καλές κριτικές και πήγα στην Αμερική για μια γαλλική ταινία με τον Χάρβεϊ Καϊτέλ και την Εμανουέλ Μπεάρ που τη γυρίσαμε Νοέμβριο. Διαπίστωσα ότι το φως της Νέας Υόρκης ήταν πάρα πολύ μπλε. Έδωσα αυτό που έβλεπα και έγραψαν ότι κανείς δεν την είχε φωτογραφίσει ξανά έτσι.   

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Έχω δουλέψει και με τον Κλάιβ Όουεν.

• Στην Ισλανδία, όπου επίσης έκανα μια ταινία, το φως είναι ένα παγωμένο, ψυχρό, γυάλινο φως. Το φως το χωρίζω σε τρεις κατηγορίες: το μεσογειακό, το βορειοευρωπαϊκό και το αφρικανικό. Εννοώ της Σαχάρας, όπου το φως διαλύει τα πάντα. Νωρίς το πρωί υπάρχουν κάποιες φωτοσκιάσεις και βλέπεις τους αμμόλοφους, αλλά μόλις ανέβει ο ήλιος είναι ένα ίσιο τοπίο όπου δεν υπάρχει τίποτα. Προχωράει ο άνθρωπος μέχρι που χάνεται, γίνεται μια κουκκίδα. Έχω δουλέψει στο Μαρόκο, στην Τυνησία και στην Αλγερία, όπου όμως το φως είναι σαν της Ελλάδας. Παρατηρώντας τους ανθρώπους καταλαβαίνεις πόσο τους επηρεάζουν το φως και οι κλιματικές συνθήκες.

• Στην «Ιφιγένεια» του Κακογιάννη, επειδή το δράμα παιζόταν μεταξύ της Κλυταιμνήστρας και του Αγαμέμνονα, ήθελα να γυρίσω τη σκηνή τους στη σκιά και πίσω να καίγεται το σύμπαν από το φως. Δεν με άφησε ούτε δοκιμή να κάνω και έσκασα. Για το «Κουράστηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου» του Νίκου Παναγιωτόπουλου με κατηγόρησαν ότι έκανα ευρωπαϊκή φωτογραφία. Τους ρώτησα, υπάρχει κάτι ελληνικό στην Αθήνα σήμερα; Το φως χτυπάει στην τζαμαρία, διαθλάται, αν προσθέσεις και το νέφος, πού είναι η ελληνική φωτογραφία; Το αττικό φως δεν υπάρχει πια. Κάθε φορά που τέλειωνα μια ταινία, είχα αγωνία αν τα κατάφερα, δεν έπαιρνα χαμπάρι τι είχα κάνει. Με ρώτησε ο Κουροσάβα στη Βενετία πώς έβγαλα το μαύρο στα κοστούμια του «Μεγαλέξανδρου» και δεν ήξερα τι να του πω. Κάτι είχε ωριμάσει μέσα μου και με οδηγούσε στον σωστό δρόμο. Αλλά δεν ήξερα τι ήταν αυτό, και ακόμα δεν το ξέρω.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Όταν έκανα με την Ανιέσκα Χόλαντ το «Total Eclipse», ο Ντι Κάπριο ήταν 20 χρονών, πριν από τον «Τιτανικό». Τον έβλεπα πριν από το γύρισμα να κάνει τρέλες και νόμιζα ότι είχα μπλέξει με παιδάκι. Όταν στήθηκε μπροστά από τη μηχανή, έμεινα με τον επαγγελματισμό του.

• Δούλεψα με πολλούς και σπουδαίους ηθοποιούς. Όταν έκανα με την Ανιέσκα Χόλαντ το «Total Eclipse», ο Ντι Κάπριο ήταν 20 χρονών, πριν από τον «Τιτανικό». Τον έβλεπα πριν από το γύρισμα να κάνει τρέλες και νόμιζα ότι είχα μπλέξει με παιδάκι. Όταν στήθηκε μπροστά από τη μηχανή, έμεινα με τον επαγγελματισμό του. Έχω δουλέψει με τον Κλάιβ Όουεν, με τον Ίαν ΜακΚέλεν, με τον Μικ Τζάγκερ, όλοι τους τρομερά επαγγελματίες. Είδα τη διαφορά από τους Γάλλους ηθοποιούς, που δεν μου αρέσουν. Οι Εγγλέζοι δουλεύουν πολύ σοβαρά. Στο διεθνές σινεμά δεν κάνεις εύκολα φιλίες, όλοι συνεχώς ταξιδεύουν, τους ψάχνεις και τους βρίσκεις στην άλλη άκρη της γης. Συνδέθηκα ιδιαίτερα με τον Μαστρογιάνι, με τις δύο ταινίες που κάναμε με τον Αγγελόπουλο. Ήταν συνέχεια σπίτι μου, κάναμε πολλή παρέα. Όταν τελειώσαμε τον «Μελισσοκόμο», πήγαμε με την Αγγελική και μας φιλοξένησε στη Ρώμη, στο σπίτι του. Μόλις είχε ξεκινήσει το «Τζίντζερ και Φρεντ» με τον Φελίνι και πήγα στο γύρισμα. Μετά βγήκαμε όλοι μαζί να φάμε και ζωγράφισε όλη την παρέα επάνω σε ένα τραπεζομάντιλο, που το κράτησα. Έμαθα τον θάνατο της μητέρας μου στην Ισπανία, όπου γύριζα μια ταινία του Πατρίς Βιβάνκος. Δεν είχα διαθέσει μισή ώρα να πάω να τη δω πριν ταξιδεύσω. Μου έχει μείνει η πίκρα.

811
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Τη χρονιά που είχα πάρει τα βραβεία στη Βενετία, στο Σικάγο και έχασα για μία ψήφο το ευρωπαϊκό Όσκαρ, με πλησίασε ένας ατζέντης από την Αμερική. Αλλά μόλις είχα εγκατασταθεί στη Γαλλία. Η γυναίκα μου με πίεζε να πάω, αλλά σκέφτηκα ότι δεν θα δουλέψω αμέσως με τον Σκορσέζε ή τον Κόπολα, θα χρειαστεί να κάνω ταινίες καταστροφής. Προτίμησα να μείνω στην Ευρώπη και να δουλεύω σε μικρές παραγωγές, όπου θα ήμουν μέσα στην ταινία. Εξάλλου στην Αμερική είσαι ένα γρανάζι μιας μηχανής. Θα σου δώσουν τα πάντα, αλλά ο παραγωγός έχει το final cut μιας ταινίας στην οποία έχεις δώσει την ψυχή σου.

• Με τον Αγγελόπουλο μπορεί να είχαμε πολλές διαφωνίες, αλλά ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο ήμασταν 21 χρόνια μαζί. Με συγκλόνισε ο θάνατός του. Ο Θόδωρος έφυγε από το Εγώ του. Ένα Εγώ τεράστιο. Είναι εγωιστικό αυτό που θα πω, αλλά αν ήμουν στο γύρισμα δεν θα γινόταν, δεν θα τον άφηνα να πάει απέναντι χωρίς γιλέκο. Δεν έπρεπε να του το επιτρέψουν.

Γιώργος Αρβανίτης Facebook Twitter
Η Αθήνα έχει γίνει μια βρόμικη και αφιλόξενη πόλη. Οι άνθρωποι είναι επιθετικοί και συχνά ανάγωγοι. Δεν μπορείς να μιλήσεις σε άνθρωπο πια. Όταν λείπω από εδώ μου λείπει και όταν είμαι εδώ με εκνευρίζει. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Με στενοχωρεί ο ελληνικός κινηματογράφος. Συμβαίνουν τόσα γύρω μας και δεν ασχολείται κανείς με αυτά. Τώρα, αντί να ενισχύουν τον ελληνικό κινηματογράφο, δίνουν λεφτά στην τηλεόραση. Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου σε λίγο διαλύεται, θα αφομοιωθεί από το ΕΚΟΜΕ, όπου είναι όλοι λογιστές και δεν έχουν ιδέα από κινηματογράφο. Θα το εξαφανίσουνε.

• Με έκαναν επίτιμο διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, κι έτσι θα διδάξω για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Δουλεύω πια λιγότερο, γιατί δεν με ασφαλίζουν λόγω ηλικίας. Έχω κοντά μου τον μικρότερο γιο μου, τον Λεωνίδα, ο οποίος αυτή την περίοδο δουλεύει εδώ για μια σειρά. Έχω κάνει αρκετά, θέλω πια να ησυχάσω.

• Η Αθήνα έχει γίνει μια βρόμικη και αφιλόξενη πόλη. Οι άνθρωποι είναι επιθετικοί και συχνά ανάγωγοι. Δεν μπορείς να μιλήσεις σε άνθρωπο πια. Όταν λείπω από εδώ μου λείπει και όταν είμαι εδώ με εκνευρίζει.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Καραΐνδρου

PORTRAITS 2022 / Ελένη Καραΐνδρου: «Σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο φρόντιζα να επιβάλλομαι με τη δουλειά μου»

Η σημαντικότερη Ελληνίδα συνθέτρια έχει ξεπεράσει εδώ και πολλά χρόνια τα ελληνικά σύνορα με την κινηματογραφική της μουσική, αγγίζοντας τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Η Ελένη Καραΐνδρου, στα ογδοηκοστά της γενέθλια, έχοντας διανύσει μια ζωή γεμάτη μελωδίες, ήταν φέτος το τιμώμενο πρόσωπο στα World Soundtrack Awards του Φεστιβάλ της Γάνδης, λαμβάνοντας την κορυφαία διάκριση του Lifetime Achievement Award.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Κωνσταντίνα Βούλγαρη: «Ζούμε σε μια εποχή που κυριαρχεί τρομερή βιασύνη παντού»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνα Βούλγαρη: «Ζούμε σε μια εποχή που κυριαρχεί τρομερή βιασύνη παντού»

Γεννήθηκε στα Πατήσια, ζει στο Παγκράτι. Κόρη του σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη και της συγγραφέως Ιωάννας Καρυστιάνη, έχει ασχοληθεί με την κινηματογραφία και το σενάριο, αλλά πλέον την έλκουν περισσότερο η Iστορία και η ερευνητική δημοσιογραφία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ο Αγγελόπουλος δεν έκανε έκπτωση στη δουλειά του»

Ανδρέας Σινάνος / «Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος διαρκεί και θα διαρκεί»

Με αφορμή την επέτειο θανάτου του μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη μάς μιλάει ο σταθερός του συνεργάτης και κορυφαίος διευθυντής φωτογραφίας με διεθνή καριέρα και μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, Ανδρέας Σινάνος.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
κακογιάννης

Ημερολόγιο / Κύριε Κακογιάννη, μού είπαν ότι είστε μόνος. Αληθινά μόνος.

Αυτή η συνέντευξη δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 1986 στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. Είχα συναντήσει τον Κακογιάννη στο σπίτι του, στου Φιλοπάππου. Ψηφιοποιείται πρώτη φορά. 
ΣΤΑΘΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Οθόνες / Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Όταν μια μέρα συναντήθηκαν τυχαία στον δρόμο, ο Παπατάκης ήταν νηστικός δύο ημέρες. Ο Ζενέ έβγαλε από το πορτοφόλι του και του έδειξε, με περιφρόνηση, μια δεσμίδα χαρτονομισμάτων. Ο Παπατάκης θέλησε να του ρίξει μια γροθιά.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
The Boy

Οθόνες / The Boy: «Δεν χαίρομαι όταν κυκλοφορεί μια ταινία μου, περισσότερο φοβάμαι»

Στο «Πολύδροσο» η σχέση μάνας και κόρης γίνεται ο καμβάς για μια ιστορία υπερβολικής αγάπης και τρυφερότητας, με ιμπρεσιονιστικά χρώματα και «παραμυθένια» μουσική. Παρότι μισεί τις συνεντεύξεις, μας μίλησε για τη νέα του ταινία.
M. HULOT
Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Pulp Fiction / Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Τη στιγμή που οι δύο υποψήφιοι Πρόεδροι, ο Μπάιντεν χιουμοριστικά και ο Τραμπ απειλητικά, επικαλούνται την προτίμησή της για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι των προεδρικών εκλογών, η Τέιλορ Σουίφτ ξεφουρνίζει ένα ακόμα μουσικό ημερολόγιο με επικάλυψη μελαγχολικής εκδίκησης έναντι των πρώην της και την ίδια synthpop μονοτονία που επιμένει να σπάει ρεκόρ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ