«Την απέκτησα με αίμα, στερηθείς διά την αγοράν ενός βιβλίου και αυτού του ψωμιού… Τη χαρίζω στην Ένωση με την ελπίδα να αποτελέσει την βάσιν της μελλούσης βιβλιοθήκης της», αναφέρει ο ετοιμοθάνατος νεαρός δημοσιογράφος Γρηγόρης Βασιλάς στο σύντομο γράμμα με το οποίο στις 8/6/1915 κληροδοτούσε στη νεοσύστατη, τότε, ΕΣΗΕΑ –το επαγγελματικό σωματείο των δημοσιογράφων της Αθήνας είχε ιδρυθεί σχεδόν έξι μήνες νωρίτερα, στις 14/12/1914‒ τη μικρή του βιβλιοθήκη, η οποία αποτέλεσε τη βάση του εγχειρήματος.
Η Βιβλιοθήκη θα εμπλουτιστεί τα επόμενα χρόνια με διάφορες δωρεές, με σημαντικότερες αυτές του Ιωάννη Δαμβέργη, στενού συνεργάτη του Ελευθερίου Βενιζέλου, και του Ντόλη Νίκβα (Απόστολου Βασιλειάδη), που προσέφερε μέχρι και τα έπιπλα του γραφείου του, όμως την προσπάθεια διακόπτει ο Β’ Παγκόσμιος.
Οι κατοχικές αρχές όχι μόνο επιτάσσουν το κτίριο αλλά χρησιμοποιούν πολλά βιβλία και αρχεία που θα βρουν εκεί ως καύσιμη ύλη! Αρκετά απ’ όσα πρόλαβαν να μεταφέρουν αλλού μέλη της Ένωσης θα φθαρούν ή θα καταστραφούν από τις ακατάλληλες συνθήκες φύλαξης.
Στα βιβλιοστάσια του αναγνωστηρίου τοποθετήθηκαν περί τους 10.000 τόμους βιβλίων, από λεξικά και παντός είδους ειδικές θεματικές μελέτες, μεγάλες εγκυκλοπαίδειες και παλιές εκδόσεις του ημερήσιου Τύπου μέχρι ιστορικά βιβλία για την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία.
Η αναδιοργάνωση της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου Τύπου ξεκινά ουσιαστικά το 1966 χάρη στον ζήλο του Παναγιώτη Πατρίκιου – θα εγκατασταθούν στον δεύτερο όροφο του νέου κτιρίου της ΕΣΗΕΑ, Ακαδημίας 40 και Βουκουρεστίου, στο Κολωνάκι, όπου βρίσκονται σήμερα. Το αρχείο της Ένωσης και αρκετό ακόμα αρχειακό και άλλο υλικό που δεν έχει ακόμα ξεκαθαριστεί φιλοξενούνται στον έβδομο όροφο, οιονεί προέκταση της Βιβλιοθήκης.
«Τα σωζόμενα έγγραφα είναι πολύτιμα όχι μόνον διά την ιστορίαν της Ενώσεώς μας αλλά και διά την καθόλου πολιτικήν, πνευματικήν και πολιτιστικήν ιστορίαν... Από αυτά παρελαύνουν όχι μόνον η ζωή, η δραστηριότης και η προσφορά των επαγγελματιών συντακτών εις τας μεγάλας ώρας του Έθνους αλλά και αι σκληραί ημέραι των στερήσεων, των διωγμών και της εγκαταλείψεως, αυτή η τραγική μοίρα του δημοσιογράφου, ενώ θυσιάζει τα πάντα εις τον καιάδα της επικαιρότητος και αναλίσκεται καθημερινώς υπέρ των κοινών, δεν κρατεί τίποτε δι’ εαυτόν», σημείωνε τότε σε έκθεσή του προς το Δ.Σ. ο Πατρίκιος.
Στα εγκαίνια παρευρέθηκε, διαβάζουμε, σύσσωμη η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία του τόπου. Τα επόμενα χρόνια θα πραγματοποιηθούν εκεί διάφορες εκθέσεις και εκδηλώσεις και η συλλογή θα εμπλουτιστεί με νέες δωρεές βιβλίων και αρχείων, θα ενισχυθεί δε οικονομικά και από το Λαχείο Συντακτών, όμως τόσο ο όγκος του υλικού, που μεγάλωνε διαρκώς, όσο και η έλλειψη κατάλληλων αποθηκευτικών χώρων και εξειδικευμένου προσωπικού οδήγησαν σταδιακά σε μια παραμέληση.
Η Βιβλιοθήκη «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας», όπως ονομάζεται σήμερα –η οικογένεια του εκλιπόντος το 2007 δημοσιογράφου, συγγραφέα και πρώην προέδρου της ΕΣΗΕΑ ανέλαβε το 2018, μετά από πρόταση της νυν προέδρου Μαρίας Θ. Αντωνιάδου, την αποκατάσταση της υποδομής της βιβλιοθήκης, του αναγνωστηρίου, του αρχείου και του Μουσείου Τύπου– ανακατασκευάστηκε και τακτοποιήθηκε από τον αρχιτέκτονα και ιστορικό του βιβλίου Κωνσταντίνο Στάικο, υπάγεται δε πλέον στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ.
Στη βιβλιολογική επιμέλεια, την οργάνωση και την ταξινόμηση σπουδαία είναι η συμβολή του επίσης ιστορικού και ομότιμου διευθυντή Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Τριαντάφυλλου Ε. Σκλαβενίτη, που συνεχίζει να κάνει μια αξιέπαινη δουλειά, στην οποία συνδράμει από πέρσι και η βιβλιοθηκονόμος Όλγα Παρασκευά. Την ταυτοποίηση και ταξινόμηση του αρχείου της ΕΣΗΕΑ και των αρχειακών συλλογών ανέλαβε η Ευτυχία Λιάτα, διευθύντρια Ερευνών του ΕΙΕ στον τομέα των Νεοελληνικών Σπουδών.
Νέα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 2/12/2018, με την πρόεδρο της Ένωσης να δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία στην ανάδειξη και την προβολή της –η ίδια εξάλλου μάς ξενάγησε στους χώρους της‒, όμως δεν ήταν επισκέψιμη επί μακρόν εξαιτίας της πανδημίας. Πλέον όμως είναι ξανά ανοιχτή για το κοινό, εφαρμόζοντας, εννοείται, όλα τα σχετικά υγειονομικά πρωτόκολλα.
Το κύριο σώμα της Βιβλιοθήκης διαθέτει σήμερα δεκάδες χιλιάδες τόμους υλικού, με την καταλογογράφησή του να είναι σε εξέλιξη. Περιλαμβάνει πάνω από 25.000 τόμους βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών –ανάμεσά τους αρκετές σπάνιες εκδόσεις, καθώς και παλαιότυπα‒, πλήθος εγγράφων της περιόδου 1821-1945, εικόνες, λιθογραφίες, χειρόγραφα, σειρές ελληνικών εφημερίδων του Αγώνα (1824-1830), καθώς και τα ελληνικά προεπαναστατικά περιοδικά της Βιέννης.
Στο Μουσείο Τύπου, εκτός των σπάνιων εκδόσεων που χρονολογούνται από τον δέκατο έκτο αιώνα, φυλάσσονται έγγραφα του 1821 και της εποχής του Όθωνα, το πρώτο βιβλίο του Ρήγα, οι μεγάλες εκδόσεις των ελληνικών τυπογραφείων σε Βενετία και Βιέννη, ένα αποθησαύρισμα πανηγυρικών φύλλων εφημερίδων από την Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και τις επαρχίες και 320 τεύχη με έγχρωμες λιθογραφημένες γελοιογραφίες του «Αριστοφάνη» (1885-1892), τυπωμένες στην Ιταλία.
Σε ειδικές θήκες έχει τοποθετηθεί πλήθος επιστολών λογίων, ποιητών, λογοτεχνών, πολιτικών, δημοσιογράφων και επιστημόνων, όπως και αναμνηστικά προσωπικοτήτων, κυρίως από τον χώρο της πολιτικής.
Ο φιλομαθής επισκέπτης θα ανακαλύψει, ακόμη, σειρά χειρόγραφων εφημερίδων του Μικρασιατικού Μετώπου αλλά και εκατοντάδες φύλλα του παράνομου Τύπου της Κατοχής (1941-1944), μονόφυλλα, προκηρύξεις, αφίσες κ.ά. που αποτελούν ένα ιδιαίτερο τμήμα της βιβλιοθήκης, μαζί με 3.500 τίτλους ελληνικών εφημερίδων από τον περασμένο αιώνα έως σήμερα. Μεγάλης αξίας είναι και το τμήμα θεατρικών και κινηματογραφικών προγραμμάτων, βιβλίων, περιοδικών και χιλιάδων μονόφυλλων.
Στα βιβλιοστάσια του αναγνωστηρίου τοποθετήθηκαν περί τους 10.000 τόμους βιβλίων, από λεξικά και παντός είδους ειδικές θεματικές μελέτες, μεγάλες εγκυκλοπαίδειες και παλιές εκδόσεις του ημερήσιου Τύπου μέχρι ιστορικά βιβλία για την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία. Αρκετοί τόμοι περιέχουν ιστορικά κείμενα σχετικά με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, πεζογραφικές και ποιητικές συλλογές όπως και πολλά αντίτυπα ξενόγλωσσων εκδόσεων, κυρίως αναφορικά με την ιστορία της Ελλάδας αλλά και την πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών, υπάρχει δε ακόμα αρκετό ανεξερεύνητο υλικό.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, τέλος, οι πίνακες που κοσμούν τη Βιβλιοθήκη και το Μουσείο Τύπου. Πρόκειται κυρίως για πορτρέτα δημοσιογράφων, λογοτεχνών-δημοσιογράφων, λογίων και πολιτικών (Δ. Πουρνάρας, Σ. Σκίπης, Ι. Κονδυλάκης, Κ. Παλαμάς, Ι. Μάγερ, Α. Παπαδιαμάντης, Κ. Βάρναλης, Π. Νιρβάνας, Γ. Σουρής, Σ. Μυριβήλης, Σολωμός κ.ά.), στην πλειοψηφία τους έργα του Γεωργίου Ν. Ροϊλού, κι ακόμα χάρτες εποχής, πόστερ της Ένωσης, όπως και κάποια ιδιαίτερα κομμάτια της επίπλωσης.
«Άμα δεν παινέψεις το σπίτι σου –την επαγγελματική σου ένωση, στην προκειμένη περίπτωση‒, θα πέσει να σε πλακώσει», λέει η παροιμία, όμως και η Βιβλιοθήκη και η δουλειά που γίνεται γύρω από αυτήν αξίζουν πράγματι τον έπαινο.
Στους θησαυρούς της συγκαταλέγονται η «Βιβλιοθήκη» (γνωστή και ως «Μυριόβιβλος») του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου, εξέχουσας εκκλησιαστικής προσωπικότητας του Μεσαίωνα, οι «Δειπνοσοφισταί» του ρήτορα Αθήναιου Ναυκρατίτη (3ος αι. μ.Χ.) σε μια επανέκδοση μεταφρασμένη στα λατινικά από τον Ισαάκ Καζαμπόν και τυπωμένη το 1657 στη Λυών, το «Προσκυνητάριο Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης», χειρόγραφο που τυπώθηκε στη Βιέννη με το κείμενο χαραγμένο σε πλάκες χαλκού το 1749 από τον ιεροδιάκονο Χριστόφορο Ζεφάρ. Ακόμα, το «Εγχειρίδιον περί της των σφαιρών χρήσεως... και το Πόνημα του Πρόκλου, Σφαίρα», τυπωμένο άπαξ στη Βενετία από τον Νικόλαο Γλυκύ (1790), το «Λαυσαϊκόν, ήτοι Βίβλος περιέχουσα Διηγήσεις Ασκητικάς Ανδρών και Γυναικών», που τύπωσε στη Βενετία ο Αντώνιος Βόρτολι το 1758, το «Στοιχείων Μαθηματικών εκ Παλαιών και Νεωτέρων Συνερανισθέντων από του Πανιεροτάτου Αρχιεπισκόπου πρώην Αστραχανίου κυρίου Νικηφόρου (Θεοτόκη)», εκδοθέν από την Κοινοτική Τυπογραφία της Μόσχας το 1798.
Τρία πονήματα του Ρήγα Φεραίου («Φυσικής Απάνθισμα», Βιέννη, Θωμάς Τράττνερ, 1790 / «Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών», Βιέννη, Ιωσήφ Βαουμάιστερ, 1790 / «Ολυμπιάς», Μαρκίδες Πούλιου, Βιέννη 1797), το ιστορικό φιλολογικό περιοδικό «Ερμής ο Λόγιος» που εμπνεύστηκε ο Αδαμάντιος Κοραής και υλοποίησε ο Άνθιμος Γαζής το 1811 (τυπωνόταν στην αυστριακή πρωτεύουσα), ο «Ελληνικός Τηλέγραφος», η μακροβιότερη προεπαναστατική ελληνική εφημερίδα (Βιέννη, 1812-1836), τα περίφημα «Ελληνικά Χρονικά» του πολιορκημένου Μεσολογγίου, εκδότης και διευθυντής των οποίων ήταν ο Ελβετός φιλέλληνας Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ (δική του είναι η ρήση «Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» που δεσπόζει στην αίθουσα συνεδριάσεων της ΕΣΗΕΑ).
Η «Γενική Εφημερίς της Ελλάδος», επίσημη εφημερίδα της προσωρινής κυβέρνησης που εκδόθηκε το 1825 στο Ναύπλιο με διευθυντή τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, για να μετονομαστεί μετά την ανεξαρτησία σε «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», τίτλο που διατηρεί μέχρι σήμερα, αλλά και ο «Απόλλων», η πρώτη αντιπολιτευόμενη και φιλολογική ταυτόχρονα εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Ύδρα το 1831 ο πολυπράγμων δημοσιογράφος, συγγραφέας, πολιτικός και δικαστικός Αναστάσιος Πολυζωίδης – ο ίδιος, την επόμενη χρονιά, ως πρόεδρος του πενταμελούς δικαστηρίου του Ναυπλίου, θα αρνηθεί να υπογράψει τις θανατικές καταδίκες των κατηγορούμενων για εσχάτη προδοσία Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα.
Η μοναδική σωζόμενη ακέραια σειρά της ιστορικής «Εφημερίδος» του Κορομηλά (1873-1922), η τυπωμένη σε λινό ύφασμα(!) εφημερίδα της Σμύρνης «Αμάλθεια» (το φύλλο της 25ης Ιουλίου 1888, ένα πραγματικό τυπογραφικό επίτευγμα της εποχής), καθώς επίσης μια χάλκινη αναμνηστική πλάκα της εφημερίδας «Εστία» (το φύλλο της 6ης Μαρτίου 1894).
Δεν είναι όμως μόνο η «μουσειακή» της αξία, η Βιβλιοθήκη προμηθεύει υλικό και για σύγχρονες εκδόσεις ιστορικού και άλλου ενδιαφέροντος. Μια τέτοια επετειακή έκδοση-σύμπραξη της ΕΣΗΕΑ και της Ελληνογερμανικής Αγωγής, που αφορά τον επαναστατικό Τύπο στην Ελλάδα την περίοδο 1821-1830, πρόκειται να κυκλοφορήσει τέλη Σεπτεμβρίου προς μέσα Οκτωβρίου.
«Σαν να βρίσκονται σε ένα τραπέζι και να συνομιλούν οι δημοσιογράφοι του χθες με τους δημοσιογράφους του σήμερα, η εν λόγω έκδοση δομείται μέσα απ’ αυτόν τον διάλογο, περιλαμβάνοντας στο κυρίως σώμα της φωτογραφικές ανατυπώσεις από τα πρωτότυπα φύλλα εφημερίδων της περιόδου που βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη της ΕΣΗΕΑ, συνοδευόμενα από άρθρα δημοσιογράφων που σχολιάζουν τον Τύπο της εποχής», λέει η Κατερίνα Λυμπεροπούλου, μέλος του Δ.Σ. του Μορφωτικού Ιδρύματος της Ένωσης. Τα φύλλα αυτά παρατάσσονται με χρονολογική σειρά και ανά θεματικές ενότητες έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η αφήγηση της ιστορίας της Επανάστασης μέσα από πρωτογενείς πηγές.
Μέσα από την τότε εκδοτική παραγωγή και την οργάνωσή της, που είναι αποτέλεσμα συνεργασίας πολλών διαφορετικών ανθρώπων, αναδεικνύονται «διαμάντια» της συλλογής της Βιβλιοθήκης που έμενε για δεκαετίες κλειστή. Υπάρχουν, επίσης, αναφορές στους πρωταγωνιστές του Τύπου της εποχής, όπως ο Άνθιμος Γαζής, πρώτος διευθυντής του «Λόγιου Ερμή», ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, διευθυντής της «Σάλπιγγος Ελληνικής», που τυπωνόταν σε τυπογραφείο του Δημήτριου Υψηλάντη, και ο Ελβετός φιλέλληνας Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ, εκδότης των «Ελληνικών Χρονικών» του Μεσολογγίου που σκοτώθηκε στην έξοδο. Άλλες πρωτότυπες, πέραν των παραπάνω, πηγές απ’ όπου αντλήθηκε υλικό είναι ο «Φίλος του Νόμου» και η «Γενική Εφημερίς», συνεχίζει.
Η έκδοση αναπτύσσεται γύρω από δέκα θεματικές: χειρόγραφες και οι πρώτες εφημερίδες του Αγώνα, Κήρυξη του Αγώνα, Ελληνική Επανάσταση και Τύπος, Λόρδος Βύρων και φιλελληνισμός, Περί ελευθερίας, Τα οικονομικά του Αγώνα, Διπλωματικές προσπάθειες, Διοίκηση - διχόνοια κι εμφύλιος πόλεμος, Μεσολόγγι, Ιωάννης Καποδίστριας. Γράφουν οι Τίτος Αθανασιάδης, Πέτρος Ευθυμίου, Παύλος Τσίμας, Έλενα Χουζούρη, Νικόλας Βαφειάδης, Άγγελος Στάγκος, Κώστας Ιορδανίδης, Σωτήρης Μανιάτης, Χρήστος Μπάρλας, Δημήτρης Ψυχογιός και Φανή Πετραλιά (επίμετρο).
Δείτε μερικές ακόμα σπάνιες εκδόσεις και έγγραφα που βρίσκονται στην Βιβλιοθήκη της ΕΣΗΕΑ
Περισσότερες πληροφορίες, ο αναλυτικός κατάλογος, το οπτικοακουστικό αρχείο και επιπλέον ενημερωτικό υλικό για τη Βιβλιοθήκη «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας» στο vivliothikiesiea.gr