Ο Sotheby's πηγαίνει στα δικαστήρια το υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας, επειδή διεκδίκησε ένα αρχαιοελληνικό χάλκινο ειδώλιο αλόγου που επρόκειτο να δημοπρατηθεί.
Οι Financial Times, που αποκαλύπτουν την υπόθεση, επισημαίνουν ότι πρόκειται για μία εξαιρετικά ασυνήθιστη νομική απόπειρα του οίκου δημοπρασιών για «να αποσαφηνίσει τα δικαιώματα των νόμιμων ιδιοκτητών», όπως αναφέρει, εν μέσω μίας αύξησης των διεκδικήσεων από τις χώρες προέλευσης.
Η αγωγή κατατέθηκε σε δικαστήριο της Νέας Υόρκης την Τρίτη, από τον Sotheby's και τους κατόχους του ειδωλίου, την οικογένεια των εκλιπόντων συλλεκτών Howard και Saretta Barnet, οι οποίοι αγόρασαν το χάλκινο άλογο το 1973.
Πιστεύεται ότι είναι η πρώτη φορά που ο οίκος δημοπρασιών καταθέτει αγωγή εναντίον μιας κυβέρνησης.
Το ειδώλιο, ύψους 14 εκατοστών, κορινθιακού τύπου, χρονολογείται στον 8ο αιώνα π.Χ. Η αξία του είχε εκτιμηθεί μεταξύ 150.000 και 250.000 δολαρίων και επρόκειτο να δημοπρατηθεί από τον Sotheby's στη Νέα Υόρκη, στις 14 Μαΐου, μαζί με άλλα αντικείμενα από τη συλλογή των Barnet. Ήταν μάλιστα ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της δημοπρασίας.
Σημειώνεται πως είχε ταυτιστεί από τον αρχαιολόγο και ερευνητή διεθνών αρχαιοκαπηλικών κυκλωμάτων στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, δρ. Χρήστο Τσιρογιάννη, στο κατασχεμένο αρχείο του εμπόρου αρχαιοτήτων Ρόμπερτ Σάιμς -ο οποίος έχει κατηγορηθεί ως οργανωτής ενός μεγάλου κυκλώματος αρχαιοκαπηλίας.
Οι Financial Times αναφέρουν ότι μία ημέρα πριν από τη δημοπρασία, το υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας, με επιστολή του στον δημοπράτη, απαίτησε την απόσυρση του ειδωλίου και ζήτησε την επιστροφή του στην Ελλάδα.
Στη σχετική επιστολή το υπουργείο σημειώνει πως δεν υπάρχει τίποτα στα αρχεία του που να δείχνει πως το αντικείμενο «βγήκε νόμιμα από τη χώρα» και επιφυλάσσεται «του δικαιώματος να λάβει τα απαραίτητα νομικά μέτρα» για τον επαναπατρισμό του.
Ο Sotheby's απέρριψε τις ελληνικές αξιώσεις, υποδεικνύοντας ότι το άλογο είχε πωληθεί το 1967 σε δημοπρασία της Ελβετίας, πριν περάσει στα χέρια του Σάιμς και στη συνέχεια στη συλλογή των Barnets.
Πάντως, ο οίκος απέσυρε την τελευταία στιγμή το ειδώλιο από τη δημοπρασία του Μαΐου, καθώς η διεκδίκησή του από την Ελλάδα έβλαπτε την εμπορική αξία του.
Υποστηρίζοντας ότι το ελληνικό υπουργείο δεν είχε δικαίωμα να παρέμβει στην πώληση και δεν μπορούσε να παρέχει πληροφορίες σχετικά με το πότε ή από ποιον είχε κλαπεί ή απομακρυνθεί από τη χώρα, ο Sotheby's τονίζει ότι ζητά από το δικαστήριο «να διευκρινίσει τα δικαιώματα των νόμιμων ιδιοκτητών αρχαίων έργων τέχνης και να προστατεύσει τους πελάτες έναντι αβάσιμων αξιώσεων».
Είναι εξαιρετικά αντισυμβατικό για τους οίκους δημοπρασιών να μεταφέρουν τέτοιες διαμάχες στα δικαστήρια.
Σε άλλες περιπτώσεις αμφισβητούμενης προέλευσης, οι ιδιοκτήτες και οι οίκοι συνήθως αποσύρουν από δημοπρασίες τέτοιου είδους αρχαιότητες, καθώς δεν μπορούν να τις πωλήσουν, και διαπραγματεύονται πίσω από κλειστές πόρτες με τη χώρα που τις διεκδικεί, προκειμένου να πωλήσουν σε αυτή το σχετικό αντικείμενο.
Το ιστορικό προέλευσης αρχαίων αντικειμένων συχνά εμφανίζεται προβληματικό. Πάντως, ένας βασικός κανόνας που ακολουθείται από εμπόρους, δημοπράτες και μουσεία, είναι πως πρέπει να εγείρει ερωτήματα κάθε περίπτωση αντικειμένου που δεν έχει σαφές ιστορικό ιδιοκτησίας πριν από το 1970. Εκείνη τη χρονιά ήταν που τέθηκε σε ισχύ η συνθήκη της UNESCO σχετικά με τη διακίνηση κλεμμένων αρχαιοτήτων.
Στο ιστορικό προέλευσης του χάλκινου αλόγου, ο Sotheby's ανέφερε τον περασμένο μήνα πως είχε βγει σε δημοπρασία του οίκου Munzen und Medaillen AG στη Βασιλεία της Ελβετίας, στις 6 Μαΐου 1967, από την οποία πιθανώς το απέκτησε ο Ρόμπιν Σάιμς. Από τον Σάιμς το αγόρασαν στη συνέχεια οι Barnets στη Νέα Υόρκη, στις 16 Νοεμβρίου 1973.
Ο δρ. Τσιρογιάννης τονίζει στο LIFO.gr πως «όταν είχα ενημερώσει την Ίντερπολ για την ταύτιση της συγκεκριμένης αρχαιότητος, ήδη από την 1η Μαΐου 2018, δηλαδή σε ανύποπτο χρόνο, είχα υποδείξει (στην Ίντερπολ, στις αμερικανικές δικαστικές αρχές, καθώς και στις ελληνικές και ιταλικές διωκτικές αρχές) και τον ακριβή τρόπο με τον οποίον θα συγκέντρωναν όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία».
Συγκεκριμένα, ο ίδιος είχε αναφέρει τότε στο σχετικό email του ότι «είναι εξαιρετικά σημαντικό να ερευνηθεί ο οίκος "Münzen und Medaillen AG" στη Βασιλεία, προκειμένου να ανακαλυφθεί η ταυτότητα του ατόμου που έστειλε για δημοπρασία το χάλκινο άλογο το 1967 - μία πολύτιμη πληροφορία που θα οδηγήσει τελικά στη χώρα όπου βρέθηκε αρχικά το αντικείμενο».
«Όποιος από τους εμπλεκομένους στη δικαστική υπόθεση ακολούθησε αυτή τη -δημοσιευμένη από τον ελληνικό και διεθνή Τύπο- υπόδειξή μου και συγκέντρωσε τα στοιχεία, θα κερδίσει και την υπόθεση. Το υπουργείο Πολιτισμού ουδέποτε ήρθε σε επαφή μαζί μου, ούτε για αυτή, ούτε για οποιαδήποτε άλλη υπόθεση που έχω αποκαλύψει τα τελευταία 10 χρόνια. Ο καθένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του», επισημαίνει ο ερευνητής και προσθέτει:
«Μόλις πέρυσι, σε αντίστοιχη περίπτωση, σχετικά με την ελληνική μαρμάρινη ταφική στήλη που ταύτισα πάλι στους Sotheby's, ενημέρωσα -όπως κάνω πάντοτε- όλες τις αρμόδιες αρχές, συγκεντρώνοντας ο ίδιος όλα τα αδιάσειστα στοιχεία. Οι Sotheby's, όχι μόνο δεν έκαναν μήνυση, αλλά υποχρεώθηκαν τελικά, πριν από ένα μήνα, να δηλώσουν στους Times του Λονδίνου ότι είχαν ψεύτικο ιστορικό συλλογής για τη στήλη και ότι εθελοντικά (!) και ως ένδειξη καλής θελήσεως (!) επιστρέφουν τη στήλη στην Ελλάδα.
»»Αντίθετα, το υπουργείο Πολιτισμού δεν έκανε ούτε μία ανακοίνωση σχετικά με τον επαναπατρισμό αυτό. Ευτυχώς που προσφάτως ο αρμόδιος Έλληνας εισαγγελέας που χειρίζεται την υπόθεση, με κάλεσε μέσω του ελληνικού προξενείου στο Λονδίνο να καταθέσω σχετικά.
»»Επίσης, ακόμα να ανακοινωθεί εάν το τμήμα της σαρκοφάγου που ταύτισα στη Νέα Υόρκη και παραδόθηκε από τις αμερικανικές αρχές στις ελληνικές τον Φεβρουάριο του 2017, έχει φθάσει στην Ελλάδα.
»»Τέλος, κατά τη διάρκεια της κατάθεσής μου, ως μάρτυρας κατηγορίας, στη δίκη της Σχοινούσας, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέγνωσε στο ακροατήριο και κατέθεσε έγγραφο που είχε εκδώσει η αρμόδια διεύθυνση του ελληνικού υπουργείου το 2011, κατηγορώντας με, επιπλέον, ότι με τη δημοσίευση φωτογραφιών από τα κατασχεμένα αρχεία αρχαιοκαπήλων, κατά τις ταυτίσεις που κάνω, εμποδίζω τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων... Ήδη, εδώ και μήνες, βρίσκομαι στη διαδικασία να λάβω κεκυρωμένο αντίγραφο αυτού του εγγράφου, διότι έχω έννομο συμφέρον.
»»Οι Έλληνες πολίτες που ενδιαφέρονται για την πολιτιστική τους κληρονομιά θα βγάλουν τα συμπεράσματά τους».
Από την πλευρά της πάντως, η οικογένεια Barnet εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία τονίζει ότι «οι γονείς μας ήταν ενθουσιώδεις συλλέκτες που ξόδεψαν δεκαετίες για να φτιάξουν μια εκτεταμένη και πολυποίκιλη συλλογή. Κάθε αντικείμενο που προστέθηκε στη συλλογή τους, συμπεριλαμβανομένου αυτού του αρχαίου χάλκινου γλυπτού, αγοράστηκε καλή τη πίστει».