ΤΕΛΗ ΜΑΪΟΥ. Ο μήνας των λουλουδιών και της βλάστησης φτάνει στο τέλος του κι εμείς ταξιδεύουμε για τις ανάγκες ενός φωτορεπορτάζ που θα δημοσιευτεί στο διεθνές περιοδικό ΤAVERNA, προς την Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού για να ζήσουμε από κοντά τη διαδικασία της παραγωγής του γλυκού τριαντάφυλλου που φτιάχνεται εξ ολοκλήρου στο μοναστήρι.
Σε απόσταση δύο ωρών από την Αθήνα και αφού διασχίσουμε αμπελώνες, μελίσσια, ρυάκια, πετρόχτιστα ορεινά χωριά, στενά γεφύρια, βαθυπράσινα βουνά, την ελώδη λίμνη της Στυμφαλίας αλλά και τη μεγάλη κοιλάδα του Φενεού συναντάμε την πανέμορφη τεχνητή ορεινή λίμνη Δόξα. Στα σμαραγδένια νερά της καθρεφτίζεται ο επιβλητικός όγκος των βουνών της ορεινής Κορινθίας. Πρόκειται για ένα οικοτουριστικό αξιοθέατο σπάνιας ομορφιάς και φυσικού κάλλους, ένα τοπίο απαράμιλλης φυσικής γοητείας που, όχι τυχαία, έχει γίνει γνωστό με την προσωνυμία «κορινθιακή Ελβετία».
Σύμφωνα με την παράδοση, το Παλιομονάστηρο το έχτισε κάποιος μοναχός από την επαρχία Καλαβρύτων με δικά του έξοδα αλλά και με επαιτεία. Όμως αργότερα, τον 17ο αιώνα, εγκαταλείφθηκε, όταν η λίμνη Φενεού κατέκλυσε ολόκληρη την κοιλάδα, αναγκάζοντας τους μοναχούς να χτίσουν ψηλότερα το νέο μοναστήρι. Ακόμα και σήμερα στα νότια του ναού σώζονται τα ερείπια κτισμάτων που ανήκουν στην αρχική μονή.
Ελάχιστα λεπτά από τη λίμνη στέκει επιβλητικά στη νέα της θέση η Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, σε υψόμετρο που αγγίζει τα 1.000 μέτρα. Το συγκεκριμένο μοναστήρι έχει μακρόχρονη ιστορία, αφού διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Χρησίμευσε ως αρχηγείο της Φιλικής Εταιρείας υπό τις εντολές του ηγούμενου της μονής Ναθαναήλ αλλά και με τη βοήθεια πολλών άλλων ηγουμένων από γειτονικές μονές. Σήμερα ο επισκέπτης αντικρίζει ένα τριώροφο εντυπωσιακό οικοδόμημα που κατασκευάστηκε το 1693, αλλά ανακαινίστηκε λόγω πυρκαγιάς το 1754.
Στο μοναστήρι μάς υποδέχεται ο εκτελών χρέη ηγουμένου πατέρας Αθανάσιος. Η καταγωγή του είναι από ένα παραλιακό χωριό της Κορινθίας, τον Άσσο. Τριάντα ενός ετών, μετρά ήδη οκτώ χρόνια ως μοναχός. Ανθρώπινος, με αγνή ψυχή και φιλόξενη διάθεση.
Η διαμονή μας διήρκεσε 36 ώρες. Και τις δύο μέρες ακολουθήσαμε πιστά το πρόγραμμα της μονής. Εκτός από τον πατέρα Αθανάσιο, εκεί μένει και ο επί τριάντα χρόνια ηγούμενος της μονής ιερομόναχος Γεννάδιος.
Στο κέντρο του μοναστηριού δεσπόζει το καθολικό της Μονής, που είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Περνώντας την πύλη του με την ανάγλυφη παράσταση του Αγίου Γεωργίου, έργο του 18ου αιώνα, παρατηρούμε το εσωτερικό του ναού ― μια βασιλική με τρούλο. Είναι χωρισμένος σε τρία μέρη: στον νάρθηκα, στον κυρίως ναό (διαθέτει τρεις θύρες) και στο ιερό.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακός είναι ο Παντοκράτορας, ενώ το βλέμμα κεντρίζει και ο αγιορείτικης τεχνοτροπίας μεγάλος ξύλινος πολυέλαιος, ο οποίος στολίζεται με μικρές εικόνες εξαιρετικής τέχνης. Αξιοθαύμαστο είναι και το ξυλόγλυπτο τέμπλο που κοσμεί το καθολικό της μονής και φιλοτεχνήθηκε το 1762, επιχρυσώθηκε το 1768 και φέρει εικόνες και παραστάσεις από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, το διπλό δωδεκάορτο και το μαρτύριο του Αγίου Γεωργίου.
Σύμφωνα με όσα μου λέει ο πατέρας Αθανάσιος, «στη δυτική πλευρά του ναού προστέθηκε νεότερο κτίσμα με καταπακτή που οδηγούσε σε μυστικό χώρο τον οποίο οι μοναχοί χρησιμοποιούσαν επί Τουρκοκρατίας ως "κρυφό σχολειό"». Πράγματι, μέσω της μικρής σκάλας μπορεί ο επισκέπτης να το επισκεφτεί― διασώζεται σε άριστη κατάσταση.
Κατά τη διάρκεια του χρόνου οι δύο μοναχοί απασχολούνται με γεωργικές εργασίες, τη συντήρηση του μοναστηριού και τις τροφοδοσίες. Τα έσοδα της μονής προέρχονται και από την πώληση του γλυκού, τον οβολό των επισκεπτών αλλά και την εκμετάλλευση της ξυλείας από δασικές εκτάσεις που ανήκουν στο μοναστήρι.
Αργότερα, θα βρεθούμε στην έκθεση που υπάρχει στο αρχονταρίκι για να ενημερωθούμε για την πορεία του μοναστηριού στο πέρασμα του χρόνου. Ιστορίες από την Επανάσταση, τα χρόνια της Κατοχής και, φυσικά, φωτογραφίες από την παραγωγή του γλυκού τριαντάφυλλου, που μας πληροφορούν ότι δίνει καρπό μία φορά τον χρόνο, η παραγωγή του πραγματοποιείται πάντα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, αναλόγως των καιρικών συνθηκών, ενώ το μάζεμά του διαρκεί 15-20 μέρες.
«Πάντοτε το τριαντάφυλλο είχε ιδιαίτερη σημασία για τον χριστιανισμό κυρίως ως σύμβολο του Παραδείσου και της ουράνιας ευδαιμονίας»
Ο πατέρας Γεννάδιος, πριν από πολλά χρόνια, έφερε ρίζες μαγιάτικου τριαντάφυλλου από τη Μονή Ταξιαρχών στο Αίγιο. Αργότερα πέρασε τριάντα χρόνια ως μοναχός στο Μέγα Σπήλαιο, όπου έμαθε τη διαδικασία παρασκευής του γλυκού. «Εδώ πρόσφεραν στους προσκυνητές μόνο λουκούμι με νερό. Μόλις έφερα τις ρίζες, τις φύτεψα περιμετρικά της μονής. Αυτές άνθισαν και πολλαπλασιάστηκαν με αποτέλεσμα να εδραιωθούν το κέρασμα και η αγορά του γλυκού στο μοναστήρι» αναφέρει.
ΜΕ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ η ώρα περνά γρήγορα και πάμε στο απόδειπνο. Μόλις ολοκληρώνουμε το βραδινό γεύμα, το πρόγραμμα προβλέπει εσπερινό. Είναι 9 το βράδυ και η ιερότητα του χώρου, σε συνδυασμό με το μεγαλείο της φύσης, δημιουργεί μυστηριακή ατμόσφαιρα. Μέσα στον ναό, το λιγοστό μουντό φως, η γλυκιά ευωδιά του λιβανιού, τα αναμμένα καντήλια, το τρεμάμενο φως των κεριών, οι ψαλμωδίες, δημιουργούν συναισθήματα δέους.
Λίγο μετά τις δέκα και μισή δίνεται εντολή από τον ηγούμενο για κατάκλιση. Την ησυχία διακόπτουν μόνο μερικά νιαουρίσματα από τις πάμπολλες γάτες που τριγυρνούν στο μοναστήρι.
Στις έξι το πρωί της επόμενης ημέρας ο πατέρας Γεννάδιος κρούει το τάλαντο, το ξύλινο σήμαντρο, καλώντας τους πιστούς να συμμετάσχουν στα ιερά τους καθήκοντα. Λίγα λεπτά πριν μπούμε στον ναό για τον πρωινό όρθρο ο ηλικιωμένος γέροντας μου εξηγεί με τη βραχνή φωνή του ότι «η κρούση του τάλαντου θυμίζει την κρούση του ξύλου από τον Νώε πριν από τον κατακλυσμό κι έτσι στα μοναστήρια το σήμαντρο συμβολίζει τον ερχομό των πιστών εντός της Νέας Κιβωτού που είναι η Εκκλησία του Χριστού, ώστε να σωθούν από τον κατακλυσμό της αμαρτίας».
Μόλις τελειώνουμε, επισκεπτόμαστε και τον νέο ροδώνα που βρίσκεται δίπλα στη λίμνη, περίπου ένα χιλιόμετρο από τη μονή. Ο συγκεκριμένος ροδώνας θα είναι πλήρως έτοιμος σε περίπου τρία χρόνια, αλλά από τώρα έχει ξεκινήσει να δίνει καρπούς. Όση ώρα μαζεύουμε ροδοπέταλα, δίπλα μας υπάρχουν άλογα που χαλαρώνουν στα λιβάδια, χελώνες και παρυδάτια πουλιά.
RΟSA CENTIFOLIA... Η ποικιλία που καλλιεργείται στη μονή είναι οι εξαιρετικά ανθεκτικές «μαγιάτικες» της Πελοποννήσου.... Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ Taverna
«Κάνουμε το διάλεγμα με ιδιαίτερη προσοχή ώστε μετά να αρχίσει το ζύμωμα, ρίχνοντας αρκετή ποσότητα ζάχαρης. Η διαδικασία απαιτεί γερά χέρια, καθώς στο μείγμα δεν προστίθεται νερό, όπως θα δείτε, και η ζάχαρη λιώνει μόνο με το υγρό που περιέχουν τα ροδοπέταλα» υποστηρίζει ο πατέρας Αθανάσιος που έχει σηκωμένα τα μανίκια και δεν σταματά το ζύμωμα έως ότου το μείγμα να γίνει μια ομοιόμορφη πάστα.
Πηγαίνουμε σε ένα μικρό δωμάτιο που χρησιμεύει για την παρασκευή του γλυκού, παίρνει ένα μεγάλο μαύρο καζάνι και ρίχνει νερό που φτάνει περίπου λίγο πριν από τη μέση. Το αφήνει να βράσει σε υψηλή θερμοκρασία και προσθέτει την ανάλογη ποσότητα της ζάχαρης. Ενδεικτικά, η αναλογία είναι έξι προς ένα, δηλαδή για ένα κιλό φύλλα, απαιτούνται έξι κιλά ζάχαρη και τρία κιλά νερό. Ύστερα,προσθέτει το μείγμα και μετά από δέκα λεπτά, μόλις αρχίσει να δένει, ρίχνει λίγο χυμό λεμονιού. Ανακατεύει αρκετή ώρα, περίπου τριάντα λεπτά, με μια ξύλινη κουτάλα και οι αρωματισμένοι υδρατμοί διαχέονται σε όλο το μοναστήρι. Ελέγχει αν το γλυκό έχει δέσει αρκετά, σβήνει τη φωτιά και το αφήνει να κρυώσει.
ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ της ίδιας μέρας πηγαίνουμε όλοι μαζί για να συσκευάσουμε το γλυκό σε αποστειρωμένα βαζάκια. Ο πατέρας Αθανάσιος κάθεται δίπλα στο καζάνι και με ένα χειροποίητο σκεύος ξεκινά το ισόποσο γέμισμα των βάζων. Με τη σειρά του ο Γεννάδιος τα σφραγίζει και τα τοποθετεί ομοιόμορφα σε ένα καρότσι, ώστε μόλις τελειώσουμε να τα μεταφέρουμε στον ήλιο και να τους ρίξουμε αρκετό νερό. Όταν στεγνώσουν, ξεκινά η διαδικασία της ετικετοποίησης αλλά και της δοκιμής. Καθισμένοι στο τραπέζι έξω από το αρχονταρίκι ανοίγουμε ένα μικρό βαζάκι. Οι μυρωδιές της άνοιξης ξεπηδούν και από πιατάκια παρατεταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο απολαμβάνουμε τη μοναδική γεύση του υπέροχου αρωματικού σιροπιαστού γλυκίσματος.
Αφήνοντας πίσω μας το σημαντικό εκκλησιαστικό μνημείο, όλες οι αισθήσεις σου έχουν υπερκαλυφθεί. Βουνίσιες εικόνες, η απέραντη ομορφιά της λίμνης και τα αρχέγονα συναισθήματα φιλοτεχνούν αυτό τον επίγειο παράδεισο.
Στη μνήμη μου διατηρείται ακόμα η γεύση αυτού του νόστιμου, ιδιαίτερου γλυκού με τη μυρωδιά του τριαντάφυλλου και θυμάμαι τον Νίκο Εγγονόπουλο ο οποίος έγραφε στην «Κοιλάδα με τους Ροδώνες»: «Να ελπίζεις –να ελπίζεις πάντα– πως ανάμεσα εις τους ανθρώπους που τους ρημάζει η τρομερή "ευκολία" θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους που τους διέπει καλοσύνη —πόθος ευγένειας– ηρεμία».
Φεύγοντας, ο πατέρας Γεννάδιος μάς λέει: «Πάντα να είναι γλυκιά η ζωή σας, όπως το τριαντάφυλλο».