Ουκρανία. Το βλέμμα του Νόαμ Τσόμσκι.
Μέρος πρώτο
Συνέντευξη του Αμερικανού φιλοσόφου Noam Chomsky στον C.J. Polychroniou
Truthout (μη κερδοσκοπικός ειδησεογραφικός οργανισμός για την παροχή ανεξάρτητων ρεπορτάζ και σχολίων) - 1η Μαρτίου 2022
Αναδημοσίευση από το γαλλικό σάιτ anti-k org.
*
C.J. Polychroniou: Νόαμ, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αιφνιδίασε τον περισσότερο κόσμο. Και προκάλεσε παντού μεγάλο σοκ, παρόλο που υπήρξαν πολλές ενδείξεις ότι ο Πούτιν είχε ενοχληθεί αρκετά από την επέκταση του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή και την άρνηση της Ουάσινγκτον να λάβει σοβαρά υπόψη της τις απαιτήσεις του για την ασφάλεια της Ουκρανίας, που αποτελούσαν "κόκκινη γραμμή". Γιατί νομίζετε ότι αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια εισβολή σε μία τέτοια στιγμή;
Πριν εξετάσουμε αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να δούμε ορισμένα αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Το πιο κρίσιμο είναι ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί μείζον έγκλημα πολέμου, όπως ακριβώς η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ και η εισβολή του Χίτλερ και του Στάλιν στην Πολωνία τον Σεπτέμβριο του 1939 - για να αναφέρουμε μόνο δύο καίρια παραδείγματα. Είναι πάντοτε σοφό να αναζητούμε εξηγήσεις, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία, καμία ελαφρυντική συνθήκη. Και, για να έρθω στο θέμα: υπάρχουν πάρα πολλοί απόλυτοι ισχυρισμοί σχετικά με την διανοητική κατάσταση του Πούτιν. Η συνήθης αφήγηση είναι ότι είναι παγιδευμένος σε παρανοϊκές φαντασιώσεις, ότι ενεργεί μόνος του, περιτριγυρισμένος από υποτακτικούς αυλικούς - σαν αυτούς που γνωρίζουμε εδώ σε ό,τι έχει απομείνει από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που πηγαίνουν στο Mar-a-Lago (τη βίλα του Τραμπ -σ.σ.) για να πάρουν την ευλογία του ηγέτη. Μπορεί αυτές οι ύβρεις που ξεστομίζονται να ανταποκρίνονται σε κάτι, αλλά θα μπορούσε κανείς να εξετάσει και άλλες πιθανότητες: ίσως ο Πούτιν να εννοούσε αυτό που ο ίδιος και οι συνεργάτες του λένε ανοιχτά εδώ και χρόνια.
Θα μπορούσαμε να πούμε, για παράδειγμα, ότι "εφόσον η κύρια απαίτηση του Πούτιν είναι η διαβεβαίωση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα δεχθεί νέα μέλη, και ιδίως όχι την Ουκρανία ή τη Γεωργία, είναι σαφές ότι η σημερινή κρίση δεν θα είχε εμφανιστεί εάν δεν είχε υπάρξει επέκταση της Συμμαχίας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ή εάν η επέκταση ήταν εναρμονισμένη με την οικοδόμηση μιας δομής ασφάλειας στην Ευρώπη που θα περιλάμβανε τη Ρωσία". Η δήλωση αυτή είναι του πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στη Ρωσία Jack Matlock, ενός από τους λίγους σοβαρούς ειδικούς στη Ρωσία στο αμερικανικό διπλωματικό σώμα. Την έκανε λίγο πριν από την εισβολή. Και συνέχισε, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση "μπορεί εύκολα να επιλυθεί με την εφαρμογή της κοινής λογικής... Σύμφωνα με οποιοδήποτε κριτήριο κοινής λογικής, είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να προωθήσουν την ειρήνη και όχι τη σύγκρουση. Η προσπάθεια να αποσυνδεθεί η Ουκρανία από τη ρωσική επιρροή - ο διακηρυγμένος στόχος όσων ανακίνησαν τις "έγχρωμες επαναστάσεις" - ήταν μια ανόητη και επικίνδυνη προσπάθεια. Ξεχάσαμε τόσο γρήγορα το μάθημα της κρίσης των πυραύλων της Κούβας;"
Ο Matlock δεν είναι διόλου ο μόνος με αυτήν την άποψη. Τα απομνημονεύματα του επικεφαλής της CIA William Burns, ενός άλλου από τους λίγους γνήσιους ειδικούς της Ρωσίας, καταλήγουν σχεδόν στα ίδια συμπεράσματα πάνω στα ουσιώδη ζητήματα. Η ακόμη πιο κατηγορηματική θέση του [διπλωμάτη] George Kennan αναφέρθηκε πλατιά, αν και καθυστερημένα. Υποστηρίζεται κι από τον πρώην υπουργού 'Αμυνας των ΗΠΑ William Perry και, έξω από το διπλωματικό σώμα, από τον περίφημο μελετητή των διεθνών σχέσεων John Mearsheimer, καθώς και από πολλές άλλες, ιδιαίτερα mainstream, προσωπικότητες. Επομένως, τίποτα από αυτά δεν είναι στο σκοτάδι. Εσωτερικά έγγραφα των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκαν από το WikiLeaks, αποκαλύπτουν ότι η απερίσκεπτη πρόταση του Bush II στην Ουκρανία για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ προκάλεσε αμέσως έντονες προειδοποιήσεις από τη μεριά της Ρωσίας, η οποία δήλωσε ότι η επέκταση της στρατιωτικής απειλής δεν μπορούσε να γίνει ανεκτή. Αυτό είναι κατανοητό. Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε παρεμπιπτόντως την περίεργη εμφάνιση της έννοιας "αριστερά" όταν πρόκειται να καταδικάζεται κάθε τόσο η "αριστερά" για τον ανεπαρκή σκεπτικισμό της απέναντι στη "γραμμή του Κρεμλίνου". Το γεγονός είναι ότι, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν γνωρίζουμε γιατί ελήφθη αυτή η απόφαση. Ούτε καν γνωρίζουμε αν η απόφαση ελήφθη από τον Πούτιν μόνο του ή από το ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας, στο οποίο ο ίδιος έχει τον κύριο ρόλο. Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένα πράγματα που γνωρίζουμε με αρκετή βεβαιότητα - ειδικά το φάκελο της υπόθεσης που εξετάστηκε λεπτομερώς από τους ανθρώπους που μόλις αναφέραμε, οι οποίοι κατείχαν υψηλόβαθμες θέσεις στον μηχανισμό σχεδιασμού. Εν ολίγοις, η κρίση σοβεί εδώ και 25 χρόνια, με τις ΗΠΑ να απορρίπτουν περιφρονητικά τις ανησυχίες των Ρώσων σε θέματα ασφάλειας, ιδίως τις ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές τους: τη Γεωργία και κυρίως την Ουκρανία.
Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύουμε ότι αυτή η τραγωδία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, ακόμη και την τελευταία στιγμή. Το έχουμε ήδη συζητήσει αυτό αρκετές φορές. Όσο για το γιατί ο Πούτιν εξαπέλυσε αυτή την εγκληματική επίθεση τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, μπορούμε να κάνουμε όσες εικασίες θέλουμε. Αλλά η άμεση συγκυρία δεν είναι ασαφής - την προσπερνάμε, αλλά δεν αμφισβητείται. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί τα θύματα του εγκλήματος μπορεί να θεωρούν απαράδεκτη επιείκεια το γεγονός ότι ζητάμε να μάθουμε γιατί προκλήθηκε το έγκλημα και αν θα μπορούσε να είχε αποτραπεί. Αυτό είναι κατανοητό, αλλά είναι λάθος. Αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στην τραγωδία με τρόπο που να βοηθηθούν τα θύματα και να αποφευχθούν οι ακόμη μεγαλύτερες καταστροφές που διαφαίνονται στον ορίζοντα, είναι σοφό, και μάλιστα απαραίτητο, να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα για το τι πήγε στραβά και πώς θα μπορούσε να είχε διορθωθεί. Οι ηρωικές χειρονομίες μπορεί να μας ικανοποιούν· όμως δεν βοηθούν.
Μου έρχεται συχνά στο μυαλό ένα μάθημα που διδάχθηκα πριν από πολύ καιρό. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, συμμετείχα σε μια συνάντηση στην Ευρώπη με ορισμένους εκπροσώπους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου του Νοτίου Βιετνάμ ("Βιετκόνγκ", στην αμερικανική ορολογία). Αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της σύντομης περιόδου έντονης αντίδρασης στα φρικτά εγκλήματα που διέπρατταν οι ΗΠΑ στην Ινδοκίνα. Μερικοί νέοι ήταν τόσο οργισμένοι που πίστευαν ότι μόνο μια βίαιη αντίδραση ήταν κατάλληλη για τις φρικαλεότητες που γίνονταν: σπάσιμο βιτρίνας στους κεντρικούς δρόμους, επίθεση σε κέντρο εφέδρων... Οποιαδήποτε άλλη αντίδραση ισοδυναμούσε με συνενοχή σε αυτά τα τρομερά εγκλήματα. Αλλά οι Βιετναμέζοι έβλεπαν τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Είχαν αντιταχθεί σθεναρά σε όλες αυτές τις ενέργειες. Είχαν παρουσιάσει το δικό τους μοντέλο αποτελεσματικής διαμαρτυρίας: μερικές γυναίκες που προσεύχονταν σιωπηλά στους τάφους των Αμερικανών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στο Βιετνάμ. Δεν τους ενδιέφερε τι ήταν αυτό που έκανε τους Αμερικανούς κατά του πολέμου να αισθάνονται δίκαιοι και έντιμοι: ήθελαν να επιβιώσουν. Αυτό είναι ένα μάθημα που έχω ακούσει συχνά, με τη μία ή την άλλη μορφή, από τα θύματα των φρικτών δεινών στο Νότο - τον κύριο στόχο της αυτοκρατορικής βίας. Ένα μάθημα από το οποίο θα έπρεπε να διδαχθούμε, προσαρμόζοντάς το στις περιστάσεις. Σήμερα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί συνέβη αυτή η τραγωδία και τι θα μπορούσε να είχε γίνει για να αποφευχθεί. Και να εφαρμόσουμε αυτά τα μαθήματα στα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.
Το ζήτημα είναι κρίσιμο. Δεν έχουμε το χρόνο να αναλύσουμε εδώ αυτό το ζωτικής σημασίας θέμα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις η αντίδραση σε μια πραγματική ή φανταστική κρίση ήταν να αρπάξουμε τα όπλα αντί για το κλαδί ελιάς. Είναι σχεδόν αντανακλαστικό. Οι συνέπειες υπήρξαν συνήθως τρομερές - για τα συνήθη θύματα. Είναι πάντα χρήσιμο να προσπαθούμε να καταλάβουμε, να σκεφτόμαστε ένα ή δύο χρόνια νωρίτερα τις πιθανές συνέπειες της δράσης ή της αδράνειας. Αυτά είναι κοινοτοπίες, φυσικά, αλλά αξίζει να τις επαναλάβουμε γιατί παραμερίζονται τόσο εύκολα σε αυτές τις νόμιμες στιγμές της μεγάλης έντασης.
Από τον ίδιο δημοσιογράφο, στο Truthout, μία παλαιότερη συνέντευξη (στα αγγλικά) του Νόαμ Τσόμσκι: The Empire of Chaos: An Interview With Noam Chomsky
Αύριο, στο Αλμανάκ, το δεύτερο μέρος της συνέντευξης του Νόαμ Τσόμσκι.