Η εικόνα – ως γνωστόν – είναι κλέφτρα. Με την εικόνα, την εικόνα του διαφορετικού, του νέου, του όχι ξύλινου και ντιστεγκέ ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του και πρωθυπουργός συγκυβέρνησης έκανε καριέρα. Πολλοί, ψηφοφόροι και μη, πείστηκαν πριν από λίγα χρόνια, ότι με τον Αλέξη Τσίπρα, τον πολέμιο της γραβάτας, τον όχι από τζάκι, θα «ραγίσει» το πολιτικό κατεστημένο, θα ανανεωθεί η κεντρική πολιτική σκηνή, θα, θα, θα.
Αλλά η εικόνα είναι εικόνα και η ιστορία της συγκεκριμένης εικόνας είναι γνωστή και πικρή. Η ελπίδα και η ανάπτυξη και το αριστερό όραμα συνοδεύονται πλέον από το hashtag #fygete και ο cool Alexis αποδείχθηκε πιο ξύλινος, ανέμπνευστος και φοβισμένος απ’ όλες τις φουρνιές των πολιτικών τζακιών μαζί. Τα παλιά γοητευτικά βίντεο του νεαρού κάποτε προέδρου του 15μελους που η προφητεία (ήμαρτον) τον έκανε πρωθυπουργό, να μιλά σε δημοσιογράφους του ’90 προκαλούν την ίδια θλίψη με αρχαία footage από παιδιά – θαύματα στα πρώτα τους βήματα.
Και τώρα που ο κόσμος αγρίεψε, γιατί δεν πάει άλλο και τώρα που και η τελευταία πέτρα σοβαρεύτηκε και δε στέκεται ούτε σε γραβάτες ούτε σε ψόφιες υποσχετικές, τώρα που κάθε συζήτηση – κι η πιο σαχλή – είναι αριστοτελικά πολιτική, καθ’ ό,τι κάηκε η καλύβα όλων, αναφαίνεται μια δεξιά που μιλάει την αριστερή γλώσσα και κάπως το θέαμα σοκάρει.
Και ξαφνικά η δεξιά άρχισε να μιλάει γλώσσα αριστερή – και απολύτως τηλεοπτική- και η αποδόμηση, ενός στα λόγια αριστερού πολιτικού, να αποκτά μια κάπως ενδιαφέρουσα τροπή στην άνυδρη, αναμενόμενη και σίγουρα πικρή πολιτική επικαιρότητα.
Δεν ήταν τυχαίο το κάλεσμα μιας lifestyle εκπομπής στον Κώστα Μπακογιάννη, δεν ήταν τυχαία και η αποδοχή του καλέσματος. Δεν ήταν καθόλου πολιτικό το πλαίσιο της εκπομπής, αλλά και ήταν. Το έλεγες και promo, το έλεγες και πλήγμα στον Τσίπρα, ίσως το πιο βαρύ και μάλιστα από έναν πολιτικό που ούτε καν ανέφερε το όνομα του.
Χαλαρός προσήλθε ο κύριος Μπακογιάννης στο σαλονάκι του βραδινού ανάλαφρου τοκ σόου και χαλαρός αποχώρησε. Και χαλαρά – χαλαρά, με ελάχιστη τη συμβολή και την προώθηση από την πλευρά του δημοσιογράφου συστήθηκε σε ένα πιο ευρύ κοινό, που μέχρι σήμερα για εκείνον ξέρει ότι ήταν Δήμαρχος Καρπενησίου, νυν περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας και πολύ αγαπητός. Ίσως ο μόνος (νέος και) αγαπητός από ένα τζάκι, όχι ακριβώς αναμάρτητο.
Και κάπως έτσι, με χαλαρή τεχνική, μάθαμε χθες ότι έκανε και στις Ειδικές Δυνάμεις, ότι πηγαίνει και στα μπουζούκια, ότι διαβάζει για το διδακτορικό του και θα κάνει υποστήριξη το καλοκαίρι, αλλά, χωρίς άγχος, χαλαρά, ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα με το να παντρέψει γκέι ζευγάρια (αρκεί να είναι δημότες του), ότι δεν θέλει να βιαστεί για το επόμενο σκαλοπάτι, γιατί έχει ακόμη δουλειά να κάνει στην Περιφέρεια κι ότι στο σπίτι είχαν πολύ πιο σοβαρά πράγματα για να τσακωθούν από την αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας. Το θέμα είναι τα λιπαρά και τα βαριά γεύματα και όχι αν η Ντόρα Μπακογιάννη έκανε πίσω για να βγει μπροστά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Χαλαρά και εξωθεσμικά, ο κ. Μπακογιάννης, δεν χλώμιασε, όταν ο παρουσιαστής αναφέρθηκε στον αστικό θρύλο, που θέλει τον παππού του γκαντέμη, δεν απέφυγε να σχολιάσει τα μέχρι τώρα πεπραγμένα του θείου του (κολακευτικά, είναι η αλήθεια), δεν παρέμεινε για πολύ στο πάντα ευαίσθητο ζήτημα της δολοφονίας του πατέρα του, Παύλου Μπακογιάννη και τελοσπάντων– με δασκάλεμα ή χωρίς – το πέρασε το μήνυμα εναντίον των κλισέ και εναντίον των βραδύκαυστων, μωροφιλόδοξων υπουργών που αδιαφορούν για την περιφέρεια.
«Γουστάρω», ήταν το ρήμα που χρησιμοποίησε για τη δουλειά του, «με σκίζει», ήταν ο τρόπος που περιέγραψε τις επιδόσεις του θείου του στο μπάσκετ, αλλά το έσπαγε με μία εσάνς πολιτικών ελιγμών, όταν ερωτάτο ευθέως για τον Δήμο της Αθήνας…
Και ξαφνικά η δεξιά άρχισε να μιλάει γλώσσα αριστερή – και απολύτως τηλεοπτική- και η αποδόμηση, ενός στα λόγια αριστερού πολιτικού, να αποκτά μια κάπως ενδιαφέρουσα τροπή στην άνυδρη, αναμενόμενη και σίγουρα πικρή πολιτική επικαιρότητα.
Φυσικά, ο κ. Μπακογιάννης, όπως κι ο cool Alexis, όταν ανοίξει ο δρόμος για την κεντρική πολιτική σκηνή, μπορεί να ξεχάσει τα όσα έλεγε στα σημερινά 38 του. Αλλά το χθεσινό ήταν ένα καλό μάθημα διαβασμένου πολιτικά και σημειολογικά ανθρώπου, που τουλάχιστον ήξερε σε ποιο κοινό απευθύνεται και τι data να χρησιμοποιήσει.