ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Ο Γρηγόρης Τσακνάκης και ο Γιάννης Κουρούδης μιλούν στο LIFO.gr για όλα όσα χαρακτηρίζουν τον όρο ελληνικό design, τα προβλήματα, τις νέες δυνατότητες, το μέλλον.
Από την Ματίνα Καλτάκη

Για δεύτερη χρονιά το Mousegraphics, το packaging design studio του Γρηγόρη Τσακνάκη, διακρίθηκε με ένα από τα πλέον έγκυρα βραβεία που δίνονται στον χώρο του design, της ιντερνετικής πλατφόρμας Dieline (www.thedieline.com), ως στούντιο της χρονιάς. Η Semiotik Design Agency από τη Θεσσαλονίκη πήρε πριν από λίγες ημέρες στη Βιέννη δύο διακρίσεις από τα European Design Awards. Συχνά, τα τελευταία χρόνια, ελληνικά γραφεία design, όπως η ομάδα Beetroot (επίσης από τη Θεσσαλονίκη) και η ΜΝΡ, έχουν διαγωνιστεί με τους καλύτερους designers από όλο τον κόσμο κι έχουν διακριθεί. Φαίνεται πως το ελληνικό design γνωρίζει μια περίοδο άνθησης, παρά την οικονομική κρίση που δυσκολεύει όλο τον κύκλο της παραγωγής. Ή, μήπως, πρόκειται για άνθηση εξαιτίας της κρίσης; Συνομήλικοι, φίλοι και συνεργάτες, ο Γρηγόρης Τσακνάκης και ο Γιάννης Κουρούδης (που πρώτος έκανε το «μπαμ» στο ελληνικό packaging στα μέσα των ’90 s με τις καινοτόμες ως προς την αισθητική τους συσκευασίες των καλλυντικών Κορρέ) λύνουν όλες τις απορίες μας μέσα από την προσωπική διαδρομή τους

Γρηγόρης Τσακνάκης / Μοusegraphics

Όταν έκανα τα πρώτα βήματα στον χώρο, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, δεν ήταν πολλοί αυτοί που είχαν όνομα στο graphic design. Ήταν ο Φρέντυ Κάραμποτ και ο Μιχάλης Κατζουράκης, που είχαν κάνει τις βραβευμένες αφίσες του ΕΟΤ της δεκαετίας του ’60, και –νεότερός τους αυτός– ο Δημήτρης Αρβανίτης. Πηγή έμπνευσης ήταν για μένα η τυπογραφία και τα εξώφυλλα βιβλίων και δίσκων. Πήγα στη σχολή γραφιστικής των ΤΕΙ, καινούργια ακόμη τότε. Αλλά το ειδικό πτυχίο δεν αποτελεί τεκμήριο επάρκειας για να ασχοληθεί κανείς με το graphic design. Εγώ δεν τελείωσα τις σπουδές μου γιατί άρχισα να δουλεύω πολύ νωρίς και γρήγορα ξεπέρασα την πληροφορία που έπαιρνα από τη σχολή. Kάποιοι από τους νέους designers που δουλεύουν στη Μousegraphics δεν έχουν πτυχίο στις γραφικές τέχνες, έχουν όμως ταλέντο και προδιάθεση για να ξεχωρίσουν στον χώρο.

Η εποχή εκείνη ήταν αναλογική, πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Πρόλαβα και δούλεψα με την κλασική μέθοδο λιθογραφικής παραγωγής. Έζησα τη μετάβαση της εκτύπωσης της συσκευασίας από τη χημική βαθυτυπία (τρόπος εκτύπωσης στο εύκαμπτο υλικό, όπως είναι οι συσκευασίες π.χ. στα πατατάκια) στην ψηφιακή. Η βαθυτυπία γινόταν τότε από δύο μαγαζιά που δούλευαν με χημική χάραξη, του Καραγιάννη και του Ιωάννου, που ακόμη και σήμερα είναι οι μεγάλες εταιρείες, οι μεγαλύτεροι στον χώρο, γιατί πέρασαν στη νέα τεχνολογία και σήμερα ασχολούνται και τα παιδιά τους.

Ο Γρηγόρης Τσακνάκης

Μεταπήδησα από την αναλογική στην ψηφιακή τεχνολογία στις αρχές της δεκαετίας του ’90, κρατώντας την πληροφορία της προηγούμενης τεχνικής, γιατί εξακολουθεί να είναι χρήσιμη. Ας πούμε, ένα πρόβλημα για τα νέα παιδιά είναι ότι αντιμετωπίζουν τη δουλειά στο παραπλανητικό περιβάλλον της ψηφιακής οθόνης. Αυτό που κάνει ο γραφίστας είναι το ενδιάμεσο στάδιο, δεν είναι αυτό που παράγεται, το απτό υλικό στη φυσική του διάσταση. Ένα σύνηθες λάθος στο packaging design είναι να ξεκινάμε να σχεδιάζουμε στην οθόνη χωρίς να έχουμε εποπτεία του μεγέθους. Γι’ αυτό και λέω πάντα στους νεότερους «δουλεύουμε τη συσκευασία στο φυσικό της μέγεθος», ώστε να ξέρουμε αν τα στοιχεία που βάζουμε, η τυπογραφία κυρίως (που είναι μετρήσιμη), ταιριάζει σ’ αυτό που κάνουμε.

Ήταν ενδιαφέρουσα και ευτυχώς ανώδυνη για τους γραφίστες η προσαρμογή στην ψηφιακή τεχνολογία. Γιατί υπήρξαν επαγγέλματα που σ’ ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα έμειναν εκτός αγοράς, π.χ. όσοι ασχολούνταν με τη φωτοσύνθεση και τα φιλμ. Θυμάμαι πόση αίγλη είχαν στον χώρο οι μοντέρ, που μοντάρανε τα φιλμ και ετοίμαζαν τους τσίγκους. Ήταν πολύ καλά αμειβόμενοι και κυρίαρχοι στον κύκλο των τυπογραφικών εργασιών, γιατί αυτό που γίνεται τώρα με ελάχιστες γνώσεις σ’ έναν υπολογιστή ήταν μια πολύ υψηλή τεχνική που προϋπέθετε λιθογραφική κουλτούρα κι εμπειρία. Ήταν κλειστό επάγγελμα και δεν μετέδιδαν εύκολα την πληροφορία τη σχετική με τη δουλειά τους. Τον πρώτο καιρό, όντας νεαρός, για να μιλήσω στον μοντέρ, στεκόμουν προσοχή – έπρεπε να δηλώσεις σεβασμό και να κερδίσεις τη συμπάθειά του! Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους από τη μια μέρα στην άλλη.Στην Ελλάδα
δεν υπήρξε ποτέ κυρίαρχο
το καλό design,
το αντίθετο.
Η κακογουστιά κυριαρχεί
στο ευρύτερο περιβάλλον
όπου ζούμε
και εργαζόμαστε
Ο προσδιορισμός «ελληνικό» δίπλα στο design χρειάζεται διευκρίνιση. Αυτό που συνέβη σ’ εμένα, και νομίζω και σε άλλους που έχουν διακριθεί στο graphic design, είναι ότι μέσα από τους αυτοματισμούς της δουλειάς και τις διαρκείς πληροφορίες που δεχόμαστε τα στοιχεία που ορίζουν την έννοια της ελληνικότητας (τα οποία δεν ξέρω αν τα κουβαλάμε στο DNA μας ή αν συνδέονται με το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε και ζούμε) εξελίσσονται και μετασχηματίζονται σε κάτι καινούργιο και σύγχρονο. Δεν είναι σαφώς διαχωρισμένα τα όρια, ούτε μπορεί να πει κανείς ότι η Ελλάδα της δεκαετίας του 1980 ή του 1990 είχε μια σαφή αισθητική και εικαστική κυρίαρχη γλώσσα. Με το Διαδίκτυο η αισθητική ομογενοποιήθηκε, η νέα πραγματικότητα είναι αυτή μιας ενιαίας, παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Να σας πω ένα παράδειγμα: δούλευε μαζί μας ένας Ολλανδός γραφίστας και μαζί σχεδιάσαμε μια συσκευασία για ένα προϊόν στην Κίνα. Τρεις διαφορετικές κουλτούρες συναντήθηκαν στην ίδια συσκευασία. Δηλαδή, δεν υπάρχουν πια εμπόδια στη συνεργασία ανάμεσα σε ανθρώπους που προέρχονται από τις πιο διαφορετικές χώρες και κουλτούρες. Ένα νησί στον Καναδά που καλλιεργεί αστακούς μάς ανέθεσε το branding! Ο κύκλος και η ανάμειξη είναι η νέα πραγματικότητα του design. Σήμερα, τα επιδραστικά «κέντρα» δεν είναι χώρες, είναι γραφεία-κράτη.. Είναι μικροί θύλακες διασκορπισμένοι σε όλες τις χώρες του κόσμου. Θεωρώ ότι η προοπτική που ανοίγεται είναι θετική, αλλά είτε θετική είτε αρνητική, αυτό είναι το πλαίσιο όπου καλούμαστε σήμερα να υπάρχουμε και να δημιουργούμε. Σήμερα, κρινόμαστε σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ κυρίαρχο το καλό design, το αντίθετο. Η κακογουστιά κυριαρχεί στο ευρύτερο περιβάλλον όπου ζούμε και εργαζόμαστε. Για να ξεπεραστεί το αισθητικό έλλειμμα, απαιτείται περισσότερη προσπάθεια και ενημέρωση ως προς το τι συμβαίνει εκτός Ελλάδας. Ευτυχώς, σήμερα η πληροφορία έρχεται από παντού, δωρεάν και άμεσα. Η διαφορά με άλλοτε είναι τεράστια, αν σκεφτείς ότι όταν ξεκινούσα, προσπαθούσα να ενημερωθώ αγοράζοντας με δυσκολία (γιατί ήταν ακριβά) ξένα περιοδικά και βιβλία γραφιστικής. Η μέρα μου, ας πούμε, ξεκινά με ενημέρωση από το Dieline, που δημοσιεύει τις καλύτερες δουλειές στο package design απ’ όλο τον κόσμο. Αυτή η άμεση πληροφόρηση για το τι γίνεται στον χώρο είναι το μεγάλο πλεονέκτημα αυτής της εποχής κι αυτό που καταργεί το άλλοθι της μίζερης ελληνικής πραγματικότητας. Δεν δικαιολογείται το κακό design με επιχειρήματα τύπου «είχα χαμηλό budget» ή «δεν είχε ο πελάτης μου καλή αισθητική».

 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για το μέλι The Family Beez

Η συσκευασία ήταν ανέκαθεν η αιχμή της δραστηριότητάς μου, αλλά πριν από 6-7 χρόνια αποφάσισα να την κάνω αποκλειστικό αντικείμενο – πλέον η Mousegraphics δηλώνει ειδικευμένο packaging design studio. Ένα αρνητικό γεγονός (έχασα έναν μεγάλο πελάτη) με κινητοποίησε και επανεκκίνησα στον χώρο με άλλους όρους – κυρίως με εξωστρέφεια. Η προβολή μας έγινε μέσα από τη δημοσίευση της δουλειάς μας στα sites του χώρου (και στο δικό μας). Αν είναι καλή η δουλειά σου, κυκλοφορεί από το ένα ειδικό site στο άλλο και η αύξηση της προβολής είναι γεωμετρική. Πλέον, μέσω Ίντερνετ υπάρχει ένα πλαίσιο παγκόσμιας δικαιοσύνης, αν όχι και δημοκρατίας. Επιπλέον, με τη συμμετοχή μας σε σημαντικούς, έγκυρους διεθνείς διαγωνισμούς και με τα βραβεία με τα οποία επανειλημμένως έχουμε διακριθεί, η Mousegraphics απέκτησε φήμη που επιτρέπει να διεκδικούμε ισότιμα με άλλους αξιόλογους designers δουλειές σε όλο τον κόσμο.

Η βασική αντίφαση που βιώνω τα τελευταία τριάντα χρόνια που κάνω αυτήν τη δουλειά είναι η εξής: οι πελάτες ενδιαφέρονται για το καινοτόμο, αισθητικά προχωρημένο packaging, αλλά κλίνουν στο τετριμμένο και κοινότοπο. Θεωρητικά, θέλουν κάτι διαφορετικό, στην πράξη το φοβούνται. Αυτή την αντίφαση πρέπει να βρεις τρόπους να τη διαχειριστείς. Δεν κάνεις design για το design αλλά με συγκεκριμένη σκοπιμότητα. Ας πούμε, κάναμε μια πολύ αφαιρετική συσκευασία για ζυμαρικά που βασίζονται στη ζέα. Αποφύγαμε την πυκνή πληροφορία στη συσκευασία κι έτσι το προϊόν ξεχωρίζει στο ράφι, άρα μπορεί να διαμορφώσει ισχυρό brand. Γιατί αυτό που συνήθως συμβαίνει είναι η συσκευασία να μην προβάλει την πληροφορία αλλά τον θόρυβο, με στοιχεία που να τραβούν την προσοχή στην προσπάθεια να επιβληθεί το προϊόν ως προς το διπλανό του, μια αισθητική φασαρία που ξέρουμε καλά από τα ράφια των σούπερ-μάρκετ και η οποία τελικά προκαλεί αδιαφορία ή απώθηση. Πρέπει να αποφύγεις, βέβαια, την άλλη παγίδα, μη σου βγει το design πολύ έξυπνο ή δύσκολο, να μη σνομπάρει τον καταναλωτή. Nα μην είναι «υπεροπτικό» – εκτός κι αν αφορά προϊόντα που απευθύνονται σε ειδικό κοινό. Οι πελάτες ενδιαφέρονται για το καινοτόμο, αισθητικά προχωρημένο packaging, αλλά κλίνουν στο τετριμμένο και κοινότοπο. Θεωρητικά, θέλουν κάτι διαφορετικό, στην πράξη το φοβούνται Είναι πολύ θετικό για τη δουλειά μας το γεγονός ότι υπάρχουν πια πολλοί νέοι επιχειρηματίες των οποίων η αισθητική είναι εξελιγμένη. Μας εξασφαλίζουν πολύ περισσότερη ελευθερία απ’ ό,τι οι μεγάλες εταιρείες, που αντιστέκονται στο καινούργιο από φόβο μη μειωθούν οι πωλήσεις τους. Αν και συμβαίνει μερικές φορές οι μεγάλες εταιρείες να «ζηλεύουν» το package design των μικρών, που είναι πιο φρέσκο. Ένα πολύ μεγάλο μέρος της δουλειάς μου αφορά πια πελάτες από την Κίνα. Αυτό που συμβαίνει εκεί μου θυμίζει τη ραγδαία ανάπτυξη που είχε η Ελλάδα τη δεκαετία του ’80. Διαφέρουν, βέβαια, τα μεγέθη, αν σκεφτείς ότι τα προϊόντα των κινέζικων εταιρειών απευθύνονται σε αγοραστικό κοινό 1,5-2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Όταν η αγορά είναι τόσο μεγάλη, τότε το προϊόν έχει πολύ μεγαλύτερο budget και πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις και από τον σχεδιαστή και απ’ όλα τα μέρη που συμβάλλουν στην προώθησή του. Δεν σκεφτόμαστε διαφορετικά, επειδή οι πελάτες μας είναι Κινέζοι. Απλώς προσαρμοζόμαστε σε κάποια δεδομένα διαφορετικά, ας πούμε στην κινέζικη τυπογραφία, τα κινέζικα γράμματα. Πώς γίνεται να δουλέψω με κινέζικα γράμματα; Τα αντιμετωπίζω ως… ελληνικά. Ο γραφίστας, ξέρεις, δεν διαβάζει, βλέπει το σχήμα του γράμματος και αυτό είναι το κριτήριό του, είτε είναι ελληνικό είτε κινέζικο. Μας μεταφράζουν, βέβαια, τις λέξεις, αλλά γενικά η συνθήκη εργασίας δεν είναι τόσο διαφορετική, όσο φαντάζεται κανείς. Το ενδιαφέρον είναι ότι όποτε προτείναμε κάτι «κινέζικου» ύφους, το απέρριψαν αμέσως. Ξεχάστε τους κινέζικους δράκους, τους κάνει «τσαρούχι» δικό μας. Όσο πιο δυτική η αισθητική, τόσο πιο καλά. Αυτό που συνειδητοποιήσαμε, από τη στιγμή που εκείνοι μας επέλεξαν βάσει της αισθητικής που εκφράζει η δουλειά μας, είναι ότι πρέπει να κάνουμε αυτό που αρέσει σ’ εμάς. Δεν πετυχαίνει πάντα, ούτε και είναι πάντα εύκολο. Πετυχαίνει όμως στο 50% (να βγει η δουλειά όπως ακριβώς μας αρέσει) κι αυτό είναι ένα πολύ καλό ποσοστό – το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα, με ελληνικές εταιρείες, είναι μικρότερο. Το υπόλοιπο 50% αφορά αξιοπρεπείς δουλειές που, όμως, δεν είναι ακριβώς της αρεσκείας μας (γιατί παρεμβαίνει ο πελάτης) και δεν τις δείχνουμε στο site μας.

Το άνοιγμα προς το εξωτερικό ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία, αλλά έχει ενταθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αυτήν τη στιγμή το 90% των πελατών μας είναι εκτός Ελλάδας και μόνο το 10% αφορά ελληνικά προϊόντα. Η αλλαγή αυτή υπήρξε δραματική για τη ζωή μου γενικά – μια αλλαγή που συνεχίζω να την «παρατηρώ» (δεν ξέρω ακόμη αν είναι καλύτερα ή όχι). Εκεί που είχα κάθε μέρα εδώ δέκα ραντεβού και 100 τηλέφωνα, τώρα έρχομαι με τη φόρμα στο γραφείο γιατί η επικοινωνία με τους πελάτες γίνεται μέσω Skype και mail. Δεν είναι πιο εύκολη η συνεννόηση, γιατί πολλές φορές τα αγγλικά από την άλλη πλευρά είναι google translate, δεν καταλαβαίνεις πάντα τι λένε. Είναι άλλο πράγμα η άμεση επαφή.

 
 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για το μέλι Food Croos
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για λάδι και ξύδι GAEA για την κινέζικη αγορά
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
 
Συσκευασία για το έτοιμο τσάι Nongfu Spring
 
 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για τα γαλακτοκομικά προϊόντα της εταιρείας Aplos
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για τους χυμούς Nongfu
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
 
Συσκευασία για κατεψυγμένες αγκινάρες για την εταιρεία LIDL
 
Γιάννης Κουρούδης

Ξεκίνησα τις σπουδές μου στο ΤΕΙ Γραφιστικής τη δεύτερη χρονιά που λειτούργησε. Κανονικά, θα έπρεπε να είναι ενταγμένο στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες. Οι καθηγητές τότε έκαναν πολύ καλή δουλειά γιατί η σχολή ήταν φρέσκια και είχαν μεγάλη όρεξη. Ξεχωρίζω τον Δημήτρη Γιαννόπουλο, ο οποίος είχε σπουδάσει στη Γερμανία κι ενώ δεν είχε δουλέψει σχεδόν ποτέ ως γραφίστας, επειδή είχε τελείωσε και τη Δραματική Σχολή του Καρόλου Κουν, έκανε πολύ ωραίο μάθημα. Δίδασκε και ήταν σαν να έδινε παράσταση. Ο Γιαννόπουλος μετέφερε στην τάξη γενικότερες έννοιες και πληροφορίες για τις τέχνες, πράγματα που στην ηλικία των 18 χρόνων μού φαίνονταν μαγικά. Μη ξεχνάς ότι τότε δεν υπήρχε όλη αυτή η διάχυση της πληροφορίας μέσω Διαδικτύου, είχαμε άγνοια του τι σημαίνει αυτό που επιλέξαμε να σπουδάσουμε. Ο Τάκης Κατσουλίδης ήταν σεβαστός, αγαπητός δάσκαλος, αλλά με τον Γιαννόπουλο μπήκα στο παιχνίδι πιο ουσιαστικά.

Η επαγγελματική μου καριέρα ξεκίνησε σε εφημερίδες και περιοδικά. Έκανα εικονογραφήσεις και γελοιογραφίες γιατί σχεδιάζω καλά κι αυτό την εποχή που ξεκινούσα ήταν μεγάλο προσόν: αν δεν ήξερες να σχεδιάζεις, δεν μπορούσες να υπάρξεις στον χώρο. Σήμερα, και να μην ξέρεις να σχεδιάζεις (ας είν’ καλά οι υπολογιστές), αν έχεις καλή αίσθηση των πραγμάτων, μπορείς πολύ άνετα να προχωρήσεις στον χώρο του design.Τα pictograms, τα εικονογράμματα που σχεδίασα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, τα σχεδίασα στο χέρι, αλλά μετά τα επεξεργάστηκα στον υπολογιστή. Ακόμα και σήμερα, κατά 80% με το χέρι δουλεύω, σχεδιάζω, αλλά όχι στο χαρτί, στον υπολογιστή, με ψηφιογραφίδα.

Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη συσκευασία το 1989. Ιδεολογικά, τα πρώτα χρόνια ήμουν αντίθετος στο σύστημα της εμπορικής προώθησης που οδηγεί στο να καταναλώνουμε περιττά και άχρηστα προϊόντα. Γι’ αυτό και δεν μπήκα αμέσως στον χώρο της διαφήμισης και του package design. Στην πορεία οι ανάγκες της επιβίωσης ήταν ισχυρότερες των ιδεολογικών μου κωλυμάτων κι έτσι άλλαξα ρότα. Σήμερα πιστεύω ότι μπορούν να γίνονται καλά πράγματα, που και να αποφέρουν κέρδη και να είναι χρήσιμα.

Ο Γιάννης Κουρούδης

Ανέκαθεν μου άρεσαν οι συσκευασίες των τσιγάρων, μολονότι δεν έχω καπνίσει ποτέ στη ζωή μου. Τότε δεν υπήρχαν οι πινακίδες με τους κινδύνους του καπνίσματος και πολλά πακέτα ήταν πραγματικά πολύ όμορφα. Από ελληνικά προϊόντα δεν θυμάμαι και πολλά, αν εξαιρέσεις τον Ακάκιο της Μiskο, τις σοκολάτες ΙΟΝ και Παυλίδη, τις κονσέρβες «Κύκνος», ξέρεις, όλα αυτά που σήμερα πια θεωρούνται cult. Mετά τα 50 χρόνια όλα γίνονται cult (γέλια). Σ’ αυτό βασίζεται η σημερινή τάση με τα vintage που αντλεί από το design μιας ευρύτατης περιόδου με αφετηρία τη βικτωριανή εποχή και φτάνει μέχρι τα ’70s και τα ’80s.

Ναι, το γούστο μεταλλάσσεται από εποχή σε εποχή. Αλλά σε σχέση με το vintage, το κρίσιμο δεν αφορά το γούστο αλλά το συναίσθημα. Το παλιό και γνωστό προκαλεί αίσθημα ασφάλειας, οικείες εικόνες και συναισθήματα που μας κάνουν να νιώθουμε χαλαροί και ήρεμοι. Επιπλέον, προκαλεί εμπιστοσύνη το ότι κάποια πράγματα θα μείνουν σταθερά, δεν θα αλλάξουν, δεν θα διαλυθούν, κι αυτό είναι σημαντικό σε εποχές κρίσης και αστάθειας. Ναι, το γούστο μεταλλάσσεται από εποχή σε εποχή. Αλλά σε σχέση με το vintage, το κρίσιμο δεν αφορά το γούστο αλλά το συναίσθημα. Καλό είναι κάποιες συσκευασίες να μην αλλάζουν. Δεν χρειάζεται όλα να ακολουθούν την τελευταία μόδα στο design. Αν έρχονταν από την ΙΟΝ να μου πουν να κάνουμε από την αρχή τη συσκευασία της ΙΟΝ Αμυγδάλου, θα τους έλεγα «Απαγορεύεται». Δεν αλλάζεις το σήμα και τη συσκευασία της Coca-Cola. Δεν αλλάζει το σήμα του ΟΤΕ. Είναι δυνατόν να αλλάζει ο Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος το λογότυπό του και να το αντικαθιστά με το άθλιο σημερινό; Έγινα έξαλλος όταν το είδα! Υπάρχουν κάποιες αξίες που πρέπει να μείνουν ανέπαφες. Στο ελληνικό design δεν υπάρχουν πολλά πράγματα για να κρατήσει κανείς. Ξεχωρίζει η δουλειά του Μιχάλη Κατζουράκη και του Φρέντυ Κάραμποτ για τον ΕΟΤ και το Φεστιβάλ της Επιδαύρου τη δεκαετία του ’60. Μετά το ’70, ωστόσο, ελάχιστα φωτεινά παραδείγματα υπάρχουν. Ας πούμε, οι δουλειές του Δημήτρη Αρβανίτη, που ανήκει στην προηγούμενη γενιά από τη δική μου (γνωριστήκαμε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και γίναμε πολύ φίλοι, και κουμπάροι), εξέφρασαν μια αισθητική που ήταν απόλυτα μέσα στην εποχή της. Αλλά δεν υπήρξε συγκροτημένη παράδοση ή «σχολή» που να μπορούσε να λειτουργήσει ως βάση για τη δουλειά των νέων δημιουργών του χώρου. Με τα παλιά και κλασικά που λέγαμε πριν είχα μεν «συναισθηματικό» δέσιμο άλλα όχι αισθητικό – δεν μου έχουν ορίσει δρόμους και συμπεριφορές ως προς τη δουλειά μου. Ουσιαστικά, ασχολούμαι κανονικά με τη συσκευασία όταν εμφανίζεται ο Κορρές. Ξεκίνησα να σχεδιάζω για τα προϊόντα του από το 1994, αλλά η γνωστή εικόνα των καλλυντικών βγήκε στην αγορά από το 1996 και μετά. Μέχρι τότε, και στην Ελλάδα και στην παγκόσμια αγορά, οι συσκευασίες των φυτικών καλλυντικών παρέπεμπαν στη σχέση με τη φύση. Είχα πει τότε στον Κορρέ ότι για να ξεχωρίσουν τα δικά του προϊόντα έπρεπε να κάνουμε κάτι διαφορετικό, υψηλής αισθητικής.

 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για σειρά προϊόντων περιποίησης σώματος Korres

Του Κορρέ στην αρχή δεν του άρεσαν καθόλου οι προτάσεις μου. Στους περισσότερους ανθρώπους αρέσουν πράγματα που έχουν ξαναδεί, όταν τους δείχνεις κάτι καινούργιο και περίεργο, το φοβούνται. Η πρώτη αντίδραση είναι ένα βήμα πίσω και το ερώτημα: «Τι είναι, τώρα, αυτό; Είναι όμορφο ή άσχημο;». Πόσο μάλλον όταν μια συσκευασία προορίζεται να εισαγάγει ένα προϊόν στην αγορά. Μου λέει, λοιπόν, ο Κορρές: «Θα τα δείξω σε μερικούς φαρμακοποιούς που θα τα πουλάνε και θα δούμε». Έπειτα από 15 μέρες έρχεται και μου λέει ότι όχι μόνο δεν άρεσαν αλλά ότι τα βρήκαν απαράδεκτα! Άρχισα να επιχειρηματολογώ ότι θα είναι μοναδικά όχι μόνο στην ελληνική αγορά αλλά και στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο. Επειδή αντιστεκόταν, άφησα τις ευγένειες και άρχισα τα «γαλλικά» – γιατί ήμασταν και οι δύο νέοι, εγώ στα 30, εκείνος δυο-τρία χρόνια πιο μικρός. Στο τέλος είπε: «Τι έχω να χάσω; Δυόμισι εκατομμύρια δραχμές, άντε, κάν’ το να τελειώνουμε!». Κι έτσι βγήκαν αυτές οι συσκευασίες που ακόμη και σήμερα (και το λέω όχι για να ευλογήσω τα γένια μου, το συζητούσαμε τις προάλλες με τον φίλο μου Γρηγόρη Τσακνάκη) είναι μοντέρνες. Η αισθητική που πρότεινα πριν από 20 χρόνια εξακολουθεί σήμερα να κερδίζει βραβεία: μικρά γράμματα, πολλά λευκά, μια έξυπνη φωτογραφία. Το απλό concept, που έχει δουλευτεί σωστά, είναι κυρίαρχο. Ο Γρηγόρης αυτό το κάνει άριστα.

Η ουσία της δουλειάς μου δεν άλλαξε με τους υπολογιστές – για μένα είναι απλώς εργαλεία. Στοχεύω περισσότερο στην τυπογραφία (με την έννοια που χρησιμοποιείται στη διεθνή ορολογία: typography είναι τα γράμματα όχι η εκτύπωση, για την οποία χρησιμοποιείται η λέξη printing). Το παιχνίδι του design είναι για μένα η τυπογραφία (δηλαδή πώς είναι τα γράμματα σχεδιασμένα και τοποθετημένα πάνω σ’ ένα κουτί ή σ’ ένα μπουκάλι), η εικονογράφηση (σχέδιο ή φωτογραφία) και μια ιδέα που να κλείνει το μάτι στον καταναλωτή. Η παγκοσμιοποίηση έχει ακυρώσει όρους «εντοπιότητας» στο design. Σήμερα ξεχωρίζουν προσωπικότητες και ομάδες που προκαλούν συζήτηση με τη δουλειά τους, ασχέτως της χώρας στην οποία βρίσκονται. Άλλωστε, όταν τα προϊόντα προορίζονται για διαφορετικές αγορές, τι «εθνικά» χαρακτηριστικά να έχει η συσκευασία τους; Ας πούμε, δεν μπορούσα να μη λάβω υπόψη ότι οι χυμοί της Οικογένειας Χριστοδούλου εξάγονται σε όλο τον κόσμο όταν σχεδίαζα τις συσκευασίες τους. Στους περισσότερους ανθρώπους αρέσουν πράγματα που έχουν ξαναδεί, όταν τους δείχνεις κάτι καινούργιο και περίεργο, το φοβούνται.
Η πρώτη αντίδραση είναι ένα βήμα πίσω και το ερώτημα: «Τι είναι, τώρα, αυτό; Είναι όμορφο ή άσχημο;».
Υπάρχουν νέοι επιχειρηματίες που προχωρούν πολύ καλά γιατί η κρίση μάς αναγκάζει να γίνουμε πιο ευρηματικοί, δημιουργικοί και εξωστρεφείς. Εννοείται πως το μεγάλο μέρος των πελατών μας αφορά τρόφιμα και ποτά, λάδια, ξίδια, χυμούς, ξηρούς καρπούς κ.ο.κ. Τα budgets έχουν πέσει, κάτι που δυσκολεύει όλο τον σχετικό κύκλο (από την παραγωγή έως την προώθηση του τελικού προϊόντος). Οι δουλειές με εταιρείες εκτός Ελλάδας είναι μια λύση για μας, αλλά εγώ δεν έχω ανοιχτεί αρκετά. Δεν έχω τον βαθμό εξωστρέφειας που απαιτείται, ίσως και τη δομή που θα μου επέτρεπε να δικτυωθώ εκτός Ελλάδας. Ο Κώστας Γκόμπλιας, από τους πιο γνωστούς διαφημιστές της δεκαετίας του ’80, που έχει γράψει μερικά ενδιαφέροντα βιβλία, έλεγε ότι μπαίνοντας σε μια διαφημιστική εταιρεία όλοι οι εργαζόμενοι μοιάζουν νέοι, ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Είμαστε υποχρεωμένοι να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στο γενικότερο πολιτιστικό περιβάλλον, να είμαστε updated. Είναι αλήθεια ότι η σύγχρονη κουλτούρα αμβλύνει το περίφημο «χάσμα των γενεών», αλλά ειδικά στον δικό μας χώρο επιβάλλεται να παρακολουθείς τους νέους για να αντιλαμβάνεσαι τις αλλαγές που σημειώνονται και να μπορείς να είσαι καίριος στις σχεδιαστικές σου προτάσεις. Με τους νεότερους εδώ μέσα (k2 design) δεν νιώθω αφεντικό, είμαστε συνεργάτες, μου φέρνουν προτάσεις, τις συζητάμε και αποφασίζουμε, οπότε έτσι λειτουργούν τα πράγματα καλά και ισορροπημένα. Έχω σχεδιάσει γράμματα, αλλά για να κάνω καλύτερα τη δουλειά μου, από αισθητική ανάγκη, όχι για ευρεία τυπογραφική χρήση. Ουσιαστικά, ξεκίνησα να εξελληνίζω ξένες γραμματοσειρές που μου άρεσαν. Τώρα τελευταία ασχολούμαι και πάλι, πιο σοβαρά.

Δεν μου αρέσει να κακοποιούνται κάποια ιδιαίτερα ελληνικά γράμματα σαν το ξ και το ζ, όπως συμβαίνει με τη γραμματοσειρά της εφημερίδας «Βήμα», στην οποία έχει κοπεί το μέρος των γραμμάτων κάτω από τη γραμμή. Θα σου πω ένα «μυστικό»: όταν διαβάζουμε ένα κείμενο με λατινικό αλφάβητο, η εικόνα της σελίδας μάς φαίνεται πιο ισορροπημένη σε σχέση με ένα κείμενο στα ελληνικά. Ο λόγος είναι ότι τα λατινικά γράμματα έχουν λιγότερα ανωφερή και κατωφερή στοιχεία και λιγότερους οφθαλμούς, δηλαδή έχουν λιγότερα στρογγυλά γράμματα, που ασυναίσθητα δημιουργούν πολλές «τρύπες». Η σελίδα με τα ελληνικά, όταν την κοιτάς, δεν σου βγάζει «ένα συμπαγές και στιβαρό γκρι», έτσι το λέμε, δηλαδή δεν υπάρχει καλή ισορροπία μεταξύ του λευκού της σελίδας και του μαύρου του γράμματος. Γι’ αυτό και όταν σχεδιάζω προσπαθώ να υπάρχει κατά το δυνατόν ισορροπία και προτιμώ το λατινικό x ή το z, από τα ελληνικά χ και ζ που είναι κατωφερή – παρότι το ζ, όπως και το ξ, είναι γράμματα που μου αρέσουν πολύ. Θεωρώ ότι τα γράμματα εξελίσσονται, όπως και η γλώσσα.

 
 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για τα ελληνικά ζυμαρικά Adamantias House
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για σειρά αρωμάτων Korres
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για το ελαιόλαδο KREENES
 
 
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για τα κρασιά – απεριτίφ του Οινοποιείου Τσιλιλής
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για τις βαφές για τα χρώματα σπρέυ COSMOSLAC
Η εντυπωσιακή άνοδος του ελληνικού package design
Συσκευασία για το κρασί Θεόπετρα του Οινοποιείου Τσιλιλής
 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Scroll to top icon