11:30
11:45
12:00
12:15
15:00
17:00
18:00
18:30
18:40
19:00
19:20
20:00
21:00
21:30
21:50
21:50
21:55
22:00
00:00
00:15
00:15
00:15
00:15
00:15
00:15
 
 
Το 24ωρο
της Fruit Gillette
Ακροβατώντας μεταξύ fiction και reality.

Η Fruit Gillette είναι εικαστικός με κατεύθυνση στην performance. Μόλις κυκλοφόρησε τον πρώτο της προσωπικό δίσκο με τίτλο «Kosta Bota». Πρόκειται για μια ωδή στα queer άτομα και τις καταπιεσμένες θηλυκότητες της επαρχίας. Αυτό το 24ωρο ακροβατεί μεταξύ fiction και reality, όπως άλλωστε και η ίδια.

Από τη Μίνα Καλογερά

 

06:00

Καλημέρα, είναι καλά η μέρα; Βρίσκομαι στα ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης, ταυτόχρονα είναι και αεροδρόμιο, ταυτόχρονα σιδηροδρομικός σταθμός. Κάπου εκεί συμβαίνει μια πορεία, επιθετική, με πολύ κόσμο να ανάβει φωτιές και να σπάει τζάμια... Αλλά τα μέσα λειτουργούν κανονικά, ελληνικά, πατροπαράδοτα, αποτυχημένα. Εγώ ξέρω ότι κάπου έχω να πάω και ότι από κάπου πρέπει να φύγω. Φέρτε την κάψουλα, είτε με ρόδες είτε με φτερά, εγώ πρέπει να φύγω. Μέσα σε μια αποθήκη ένα γνώριμο πρόσωπο, το αγαπημένο, το τρομακτικό, με τη μορφή του μπαμπά! Το χωρίζω. Ξανά. Βιάζομαι, το τρένο φεύγει στις πέντε, άλλη μια φορά ετοιμάζομαι να χάσω την ταχεία της καρδιάς μου και ξεκινά. Τρέχω ανάμεσα σε πρόσωπα που δεν είναι πια στη ζωή μου. Εγώ, πάντα ανάμεσα σε παρελθόν και μέλλον.

13:00

Κάποιες άλλες, έξω από ένα ΚΤΕΛ, με κοιτάνε όσο προσπαθώ να βάλω τα Τσακίρης Μαλλάς τρίποντά μου που έχουν κολλήσει στο κουτεπιέ. Πατάω μια κραυγή (επιτέλους μήπως και με ακούσω), εκείνες γυρνάνε επιθετικά: είναι η Καβογιάννη, η Παναγιωτοπούλου και η Αδαμάκη με λάτεξ τουαλέτες και φτερά, μία ροζ, μία κίτρινη και μία πορτοκαλί, σαν καούρα μετά από φρουλάϊτ με τσιγάρο, μεσημέρι Σεπτεμβρίου στην Αθηνάς, που ψάχνεις απεγνωσμένα ένα συρματόπλεγμα από τα κατασκευαστικά είδη για να κλειστείς μέσα σαν κότα που είσαι, μόνη, απογοητευμένη, να πεθάνεις να ησυχάσεις. Με κράζουν που φωνάζω, εγώ για άλλη μια φορά ζητάω συγγνώμη ενώ βράζω... Κάποια στιγμή θα λιώσω, θα εξαϋλωθώ.

Και ξυπνάω, γιατί βλέπω όνειρο προφανώς, συχνά με σελέμπριτι. Mου μιλάνε πνεύματα, τα είδωλα του 20ού αιώνα σε πτώση...

13:25

Σηκώνομαι από την καργιόλα μου απ’ τα Λερόι, τρυπάω το λάμινεϊτ με το νοητό στιλέτο που και στον ύπνο μου φορώ, αφήνω ίχνη προς την κουζίνα, να με βρει κάποιος, ίσως το πνεύμα της Μαντόνα που τη βλέπω κι αυτή στον ύπνο μου, μαζί με τη γιαγιά μου κάθε νέα σελήνη, να με προλαβαίνει, κάτι να μου λέει...

13:30

Κουζίνα. Πού είναι το βζου; Χτυπάω τον φραπέ μου μέσα σε χιλιάδες άλφα τέσσερα γραμμένα, σημειωμένα, θέλω φραπέ! Έτσι έπινε η μαμά, το βράδυ μπίρες, το πρωί φραπέ. «Πού να ‘ναι η μαμά;». Για μένα θα 'ναι πάντα στο μπαλκόνι, να μου εξομολογείται τα βράδια ιστορίες της, σαν να θέλει να μου πει «φύγε, μην εγκλωβιστείς, θα σε φάνε», όπως έφαγαν εκείνη, όπως τους βοήθησε να το κάνουν. Είχε μάθει βιωματικά τι καλούμαστε να ζήσουμε ως θηλυκότητες σ’ αυτόν τον κόσμο, ήξερε ότι θα το ζήσω κι εγώ, για άλλους λόγους, με άλλους τρόπους... «Ήμουν θρυλική» γράφω σ’ ένα κομμάτι. Είναι ύμνος προς τη μαμά-τέρας. Φοβάται για μένα, προσπαθεί να με σκληραγωγήσει, αλλά το στομάχι μου εμένα έχει αντέξει, είναι ατσάλινο, έχει μάθει να χωνεύει τα πάντα αλλά όχι εμένα. Δυσφορώ, ανοίγω λάπτοπ...  

14:00

Επιφάνεια εργασίας. Βλέπω φάκελο «Fruit Gillette», τον ανοίγω να πάρω μια δόση επιβεβαίωσης ότι η δουλειά μου είναι εκεί και δεν την είδα κι αυτήν στον τελευταίο διετή ύπνο μου − τι ήταν η καραντίνα; Υπήρξε; Γιατί εγώ μια ζωή σε καραντίνα; «Θέλω να γίνω software, θέλω να γίνω σπαμ» γράφω σε μια σελίδα. «Και να πάω παντού». Είναι οι στίχοι της «Cyborg Tsiftetelou», του πρώτου μου single. Το έγραψα όταν διάβαζα το «Cyborg Manifesto» της Haraway. Τα μωρά μου το αγάπησαν, το ένιωσαν. Δεν ήθελα να έχω σώμα, γιατί δεν μπορούσα να το ζήσω. Δεν επιτρεπόταν, «ήταν κλεμμένο» ή πολύ ευάλωτο, κινδύνευε. Ταυτίστηκαν όλες... Ήθελα να είμαι πληροφορία, να μπορώ να βρίσκομαι παντού, να μην μπορούν να με πιάσουν ποτέ. «Είμαι αρχεία, φάκελοι». Υπάρχουν φάκελοι! Υπάρχει Θεός!

14:15

Στο άρλεκιν σαλόνι... Αρχίζω να δουλεύω τα κομμάτια του άλμπουμ, δεν μπορώ να σταματήσω να γράφω, παράλληλα ανοιχτό photoshop, παραδίπλα παράθυρο −You Tube: Στέλλα Μπεζαντάκου− «One night stand up», για όταν βαρεθώ με τα μελό που γράφω.

15:00

Όμως δεν είμαι χαζή, ξέρω πως σε λίγο θα έρθει η ώρα για τη μεσημεριανή βόλτα μέσα στο σπίτι όπου θα χαϊδεύω έπιπλα και θα θυμάμαι και θα νιώθω ηλίθια και μετά ένοχη και μετά θυμωμένη και ξανά ηλίθια, για να καταλήξω ότι αυτό το σπίτι έχει ψυχή. Και τους διώχνει όλους, εκτός απο μένα, εμένα με θέλει μόνη, για πάρτη του, το σπίτι μου είναι ο εμμονικός εραστής μου, οικογενειακή παράδοση; Γι’ αυτό γράφω στο skoni.mp3, ένα βράδυ σ' ένα Νεοσέτ σπίτι που τρώει μια εγκλωβισμένη γυναίκα του ‘58, «τα χείλη μου πατικωμένα σε γυάλινο τραπέζι, από κάτω θεατές, από κάτω σκόνη, που με αγχώνει»... «Και τι περιμένεις;» τη ρωτάω. «Κάποιον, κάτι... Έζησα τα πάντα, έζησα το ‘80, τα λεφτά, τον απόλυτο έρωτα που με έφαγε και μου άφησε ένα παιδί, μόνο αυτό έχω... και τη σκούπα, θα την ανοίξω και θα απορροφηθώ...». Μήπως είναι ένα διαστρεβλωμένο Cinderella syndrome που κληροδοτείται; Σκέφτομαι...

15:25

Ένα πρώτο διάλειμμα, να διαλογιστώ; Δεν ξέρω. «Γιατί περσόνα;», με έχουν ρωτήσει. Δεν πρόκειται να απαντήσω. Η «αλήθεια» είναι ότι το Fruit Gillette ξεκίνησε από ιντερνετική περσόνα, μετά έγινε μπραντ αλλά έχει καταλήξει να είναι κόνσεπτ. Τη βλέπω σαν ritual πλέον, βίωση ή επαναβίωση. Χρησιμοποιώ το σώμα μου ή σώματα άλλων και οι περσόνες ή οι προσωπικότητες που φτιάχνω είναι τοτέμ μιας εποχής, ενός γενεαλογικού τραύματος ή ιστορικός υλισμός βιωμάτων. Το οικογενειακό άλμπουμ με κοιτάει απ’ τη βιβλιοθήκη... Αρχίζω και βαριέμαι με τον διαλογισμό.

15:35

Μιλάω μόνο μου στους τοίχους και στον τεράστιο καθρέφτη που έχω στο σαλόνι. Όταν στέκομαι μπροστά του, ευθυγραμμίζεται σε τέλεια ευθεία το είδωλό μου με το αναμένο τσιγάρο που σιγοκαίγεται μέσα στο Kosta Boda τασάκι της μαμάς, εκεί να μου θυμίζει ότι η ζωή περνάει κι εγώ τι κάνω; Ακολουθώ σημάδια...

15:37

Το άλμπουμ ονομάζεται «Kosta Bota», αναφορά στην εταιρεία παραγωγής γυαλικών ημι-πολυτελείας Kosta Boda, που σημάδεψε κάθε ΠΑΣΟΚ νοικοκυριό κατά τα ελληνικά ‘90s. Το «Bota» χρησιμοποιείται ως υβρίδιο πολλών νοηματοδοτήσεων. Έχουμε την «μπότα» που υπερισχύει στον ήχο του άλμπουμ, τη συντομία της λέξης μπότομ και την «άσχημη γυναίκα» (η σημασία της λέξης στην ελληνική slang). Η αλλαγή του d σε t είναι αναφορά στα μαϊμού προϊόντα που αλλάζουν γράμματα της επωνυμίας που μιμούνται για να καλυφθούν νομικά. Ως DIY pop star, ταυτίζομαι. Ο τίτλος για μένα τα λέει όλα: queer τραύμα στην ελληνική επαρχία, εν μέσω φούσκας, νεοπλουτισμού, αργότερα της παρακμής με την κρίση.

16:00

Χτυπάει το τηλέφωνο. Βεβαιώνομαι ότι δεν είναι η Vodafone, είναι τ@ συνεργατ@ μου ευτυχώς... Οι καλύτεροι εραστές, που μου δίνουν προσοχή χωρίς να περιμένουν ότι θα κάνω σεξ μαζί τους. Το σηκώνω και λέω κάτι από τη νύχτα μου: "Ναι; Έλα, είδα σεξ ντριμ με τον Τζίμη Πανούση, τι σημαίνει;».

16:20

Μετά κανονίζουμε συναντήσεις για ηχογραφήσεις, φωτογραφήσεις, καθυστερήσεις... «Πού θες να καθυστερήσουμε απόψε; Γκάζι, Αλεπότρυπα, Πατήσια;». «Έλα να καθυστερήσουμε σπίτι, μωρέ», απαντάω κι εγώ. Προσπαθώ να αργώ γιατί όλοι το κάνουν, αλλά δεν τα καταφέρνω γιατί τρέχω, τρέχω να γλιτώσω απο τον εραστή-σπίτι. Ύστερα, «τρώω σωθικά και συνεχίζουμε... άνοιξα εξέλ». Λίστες, λίστες, λίστες...

16:45

Ντύνομαι. Θέλω κάτι που να με βλέπεις και να λέει: «Απασχολημένη Γυναίκα». Το αγαπημένο μου γκρι ταγερωτό σετ-κάργκο (για τον πόλεμο που με περιμένει εκεί έξω), δυο πέρλες στο αυτί, παπούτσι κατσαριδοκτόνο, μαύρα γυαλιά γιατί κλαίω σε λεωφορεία και μετρό και τέλος άλλη μια καμπαρντίνα, μέχρι τον αστράγαλο, ν' ανεμίζει όσο τρέχω το queer walk μου στην Πλατεία Αμερικής. Το σινεμά μάς έμαθε ότι η δημόσια κατάρευση είναι πιο καύλα με πανωφόρι, παιδί των 2010s, γκλαμουροποίησε τo τραύμα! Μου έχουν πει ότι μένω Λάνα και Στανίση γωνία. Ντράμα!

17:00

Πηγαίνω προς τ@ Αντρέα, τ@ κυριότερ@ συντελεστ@ του άλμπουμ. Μπαίνω στο σπίτι-στούντιο, ευθυγραμμίζω το τραπεζάκι του καφέ με τον καναπέ και κάθομαι. Ανοίγω μια χρυσή κασετίνα, παρατάω το σελοφάν επί ξύλου σουηδικού και ερωτώ... Πολλά, πάρα πολλά, όσο μιλάω, τ@ Αντρέα γράφει. Όσο μιλάω η γάτα παίζει με το σελοφάν απ’ τα τσιγάρα. Όσο ρωτάω, καταλαβαίνω πόσο emotional junkie είμαι, οπότε πιάνω και μιλάω στο μικρόφωνο. Τα λέω με ραδιοφωνικό voice acting, σαν διαφημίσεις που ανοίγονται, σαν να σου λέει τον πόνο της η κοπέλα του αποσμητικού, αυτό θέλω, κι από πίσω να παίζουν φτηνά μπιτ, είμαι η INNA σε αρχαίο δράμα.

19:00

Κάνουμε διάλειμμα για καφέ, να χύσουμε τσαγάκι... Η ομάδα μας αποτελείται απο άτομα διαλεγμένα, σαν ένα καστ. Διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, διαφορετικές ιστορίες που μου αφηγούνται όταν ακούνε ή διαβάζουν αυτό που τους δίνω, διαφορετικές οπτικές που με αφορούν. Μπούμερ γυναίκες της ελληνικής επαρχίας, κουήρια, κάποιοι στρέιτ άντρες, κάποια bi-curious αγόρια που τριγκάρονται με την περσόνα, φασαίες και φασαίοι που ενθουσιάζονται με τον ποιητικέξ στίχο μου, χαζές-έξυπνες, όλες είμαστε ένα. Κάπου ανάμεσα εγώ που νιώθω ότι είμαι όλα αυτά και τίποτα παράλληλα.

22:00

Ο δρόμος για το σπίτι. Γυρίζω πίσω αλλά ξεχνάω ποιο είναι το σπίτι... Γι’ αυτό παίρνω τηλέφωνο τη φιλενάδα και συνερ-γάτα μου, τον Πάνα, που μένει δίπλα στ@ Αντρέα. Χτυπάω κουδούνια, στραμπουλάω τους αστραγάλους μου στα σπασμένα πεζοδρόμια, ψωνίζω μαντσίλες απο τα 24ωρα στην Αχαρνών και φτάνω στη φίλη. Ανεβαίνω. Τρώμε η μία τα βάιμπς της άλλης. Βλέπουμε κάποια ‘00s σειρά, να νιώσουμε λίγο παιδιά, λίγη ασφάλεια. Της μιλάω, την έχει πάρει ο ύπνος...

00:00

Τότε γυρνάω στον εραστή-σπίτι, γιατί αύριο έχω σόου και πρέπει να κοιμηθώ νωρίς... κατά τις πέντε. Στους άδειους δρόμους της Αχαρνών ακούω μουσική στις ψείρες μου.

00:20

Κάνω το προσωπικό-ιδιωτικό μου ritual μπροστά στο pc, ακούω σκυλάδικα, κάνω έρευνα για την Τζούλια Αλεξανδράτου και καπνίζω.

02:00

Αφήνω τον θεό μου, τον υπολογιστή, και ξεκινάω πρόβα. Μπροστά στον καθρέφτη με το τσιγάρο, ντύνομαι, φοράω την περούκα, τα γυαλιά μου, γίνομαι μια y2k νύφη και βάζω το κομμάτι μου. Αγχώνομαι, όχι μήπως δεν βγει καλά η χορογραφία ή η φωνή, μήπως δεν βγει το βάιμπ.

02:55

Φτιάχνω τσάι βανίλια με γάλα και μέλι...  

03:00

Βγαίνω λίγο στο μπαλκόνι μέχρι το τσάι να κρυώσει... Σκέφτομαι τα παραπάνω. Ασχολούμαι τον τελευταίο χρόνο με αυτήν τη μουσική εξομολόγηση. Έχω βγάλει το στομάχι μου στο ableton. Έχω γράψει για τις πιο τρομακτικές εικόνες του παιδιού που δεν είμαι πια, ποιος ο λόγος; Ορκίστηκα κάποτε να τα πω όλα... Για το κρυφό ντραγκ στο παιδικό δωμάτιο τις νύχτες, όπως αναφέρω στο «Eleni Fountain», το απόλυτο «POV: queer teen στην ελληνική επαρχία»... Self-hate, φόβος, φετιχοποίηση του bullying −έλα τώρα καταλαβαίνεις τι λέω−, βόλτες στη γειτονιά −τρεις το ξημέρωμα− κρυφά, μέσα στο σκοτάδι, τότε ένιωθα ασφαλής, δεν το φοβόμουν το σκοτάδι, τη μέρα φοβόμουν, τότε σε έβλεπαν όλοι και τους άκουγες να κρυφομιλάνε για σένα. Αναρωτιόμουν τι είμαι, οι γύρω απαντούσαν: «λάθος της φύσης», «ανώμαλος», «επικίνδυνος». Αργότερα σταμάτησα να τους ακούω, βρήκα τους λίγους στους οποίους μπορούσα να απευθυνθώ. Ποτέ δεν ήμουν παιδί των πολλών, δεν μου αρκούσαν...

03:15

Work smart, not hard. Δεν ισχύει. Δουλεύω πολύ με την αφαίρεση. Είναι το πιο δύσκολο, προσπαθώ να κρατήσω στα live μου ή στη μουσική μου τα απολύτως απαραίτητα. Παίρνει χρόνο και πονάει να απορρίπτεις. Ιδέες που δεν μου σφίγγουν το στομάχι τις αφήνω πίσω. Αυτή πιστεύω ότι είναι η δουλειά μου σ’ αυτό το πρότζεκτ, να αναπαράγω την απόρριψη, αυτή είναι η ενέργεια, γι’ αυτό είναι queer. Όλα τ’ άλλα είναι μέσα επικοινωνίας.

03:30

Μετά την υπερανάλυση επιστρέφω στον υπολογιστή. Συρράπτω βιντεοκλίπ για να χαλαρώσω. Θα μπορούσα να κάνω βιντεοκλίπ για όλα. Είναι το αγαπημένο μου μέσο. Έχω μεγαλώσει με γυναίκες που τις κόβει και τις ράβει ο φακός, το male gaze, θέλω να εξυμνήσω αυτές τις κατακρευργημένες. Στο βιντεοκλίπ του «ΣΑΡΑ» έχω εμπνευστεί από το «Beethoven» των Eurythmics. Αναπαράγω το αρχέτυπο της Ελληνίδας νοικοκυράς, προσπαθώ να προσεγγίσω το βίωμα, το τραύμα μέσα από τη δική μου θέση: μια αδερφή που μεγάλωσε ακούγωντας ιστορίες κακοποίησης και καταπίεσης, μεγαλώνοντας σε ένα αποτέλεσμα. Στο τέλος τα βροντάει όλα. Καταστρέφει το ΠΑΣΟΚ σπίτι, φεύγει.

03:31

«Μπαίνει στη Σιτροέν και γκαζώνει, την επαρχία γαζώνει, τα κεφάλια τους λιώνει» και στο τέλος σκοτώνεται, γίνεται μνημείο, σε μια βιτρίνα, ως προϊόν, ως αντικείμενο, πάλι! Ήρωας αναλώσιμος, στο πολιτικοκοινωνικό σύστημα που την έβαλε εξαρχής εκεί. Ματαίωση, όλες μας. Κάνω διάλειμμα, κοιτάω πάλι να μάθω για την Τζούλια. Σχετικό. Φίλη μου πολύ, κανείς δεν θα την αποκρυπτογραφήσει, κι όμως νομίζουν ότι το έχουν κάνει.

05:00

Έχω υπερφορτιστεί, τελειώνω το τσιγάρο και σκοπεύω να κοιμηθώ ελπίζοντας σε ένα καλύτερο όνειρο... ξέρω ότι θα μου πάρει ώρα.

 
 

Credits

original photos: puta harmuta, mariza kefala, fruit gillette, lilly dick, andreas vasilikos, dimitris prezas, karolina kakotariti
digital painting: fruit gillette

 

 

 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Scroll to top icon