«Ό,τι βλέπεις μέσα σ΄ αυτό το βιβλίο κατοικεί στον πολυσύνθετο κόσμο γύρω από τα τραγούδια», γράφει ο Nick Cave στην εισαγωγή της ανθολογίας με τίτλο "Stranger Than Kindness". «Πρόκειται για το υλικό που γέννησε και ανέθρεψε το επίσημο έργο».
Αυτός ο πολυσύνθετος κόσμος περιλαμβάνει σχέδια, λίστες, κολάζ, σημειώσεις, στίχους, παλιές αδημοσίευτες φωτογραφίες και διάφορα αυτοσχέδια λευκώματα, τσαλακωμένα και λεκιασμένα, κάποιες φορές από το ίδιο το αίμα του δημιουργού τους. Στην έκδοση συνυπάρχουν το ιερό και το ανόσιο, το βιβλικό και το πορνογραφικό, όπως συνυπήρχαν πάντα στα τραγούδια του Cave εδώ και 40 χρόνια.
Ο ίδιος αποκαλεί το υλικό αυτό, «περιφερειακό», απολύτως κρίσιμο όμως για την «μυστική και ασχημάτιστη» δημιουργική διαδικασία. Βλέποντάς το όμως να ξετυλίγεται σ΄ αυτήν την έκδοση, είναι σα να αποκτά την δική του ζωή, αποκαλύπτοντας τον παρορμητικό και ψυχαναγκαστικό συχνά τρόπο εργασίας του δημιουργού, καθώς και τις αιώνιες εμμονές του: πόθος, πίστη, απελπισία, λύτρωση, εξιλέωση, πένθος, έρωτας, και η υπερβατική ώθηση που προσφέρει ο λόγος.
Πρόκειται για το πρωτογενές υλικό από το οποίο προέκυψαν τα τραγούδια και οι ιστορίες του. Πρόκειται επίσης για έναν χαώδη χάρτη μιας δημιουργικής ύπαρξης που για καιρό λειτουργούσε με καύσιμο μια αυτοκαταστροφική σφοδρότητα για να καταλήξει σε μια κατάσταση αποδοχής και χάρης, στοιχεία που χαρακτηρίζουν έντονα το πιο πρόσφατο έργο του.
Ανάμεσα σε άλλα πρώιμα σπαράγματα, υπάρχει κι ένα γράμμα από τον λυκειάρχη του Cave προς τον πατέρα του στο οποίο εκφράζει την έντονη ανησυχία του για κάποια «στοιχεία της συμπεριφοράς του Nick». Η επιστολή γράφτηκε το 1975 όταν ο Nick Cave ήταν 17.
Η διαδρομή ξεκινά με μια φωτογραφία του δάσκαλου πατέρα του, του Colin Cave, ο οποίος κάποτε είχε διαβάσει στον εννιάχρονο γιο του, την πρώτη παράγραφο της «Λολίτας» του Ναμπόκοφ ως υπόδειγμα λογοτεχνικής γραφής. «Ήταν η πιο οικεία στιγμή που πέρασε ποτέ με τον πατέρα μου», θα έλεγε αργότερα ο Nick Cave.
Ανάμεσα σε άλλα πρώιμα σπαράγματα, υπάρχει κι ένα γράμμα από τον λυκειάρχη του Cave προς τον πατέρα του στο οποίο εκφράζει την έντονη ανησυχία του για κάποια «στοιχεία της συμπεριφοράς του Nick». Η επιστολή γράφτηκε το 1975 όταν ο Nick Cave ήταν 17. Μια φωτογραφία της ίδιας χρονιάς, τον δείχνει με βαμμένο πρόσωπο α λα David Bowie να ηγείται μιας σχολικής μπάντας και μια άλλη τον απεικονίζει περιδεή στην πρώτη σειρά μιας συναυλίας του θρυλικού αυστραλέζικου πανκ γκρουπ των Saints, το ύφος των οποίων, όπως γράφει, «άλλαξε τα πάντα» στη ζωή του.
Στη σχολή καλών τεχνών της Μελβούρνης που φοίτησε μετά το σχολείο έγινε αμέσως μέλος μιας ομάδας ατόμων που περιλάμβανε την Anita Lane που θα γινόταν η κοπέλα του – και συνεργάτιδά του – και τον αείμνηστο Rowland S Howard με τον οποίο θα συνεργάζονταν αργότερα στο συγκρότημα των Birthday Party (τίτλος που προήλθε από το ομώνυμο θεατρικό έργο του Χάρολντ Πίντερ).
Ένα από τα τραγούδια τους στίχους του οποίου έγραψε η Lane – και ηχογραφήθηκε για το άλμπουμ του Nick Cave και των Bad Seeds, "Your Funeral, My Trial" – είναι αυτό που δίνει και τον τίτλο σ' αυτή την ανθολογία (ο ίδιος το περιγράφει ως «μια αυτοψία του τέλους μιας σχέσης»), η οποία περιλαμβάνει ένα μέρος μόνο του υλικού της της έκθεσης με το ίδιο όνομα που θα ξεκινούσε αυτές τις μέρες στην Κοπεγχάγη, αναβλήθηκε όμως λόγω της πανδημίας, με την προοπτική να λειτουργήσει αργότερα μέσα στη χρονιά, καλώς εχόντων των πραγμάτων.
Προς το παρόν, θα πρέπει να αρκεστεί κανείς στο βιβλίο, το περιεχόμενο του οποίου, σύμφωνα με τον Cave, «μαρτυρά μια διαφορετική δημιουργική ενέργεια από αυτήν που εμφανίζεται στην τελική μορφή του έργου: ακατέργαστη και άμεση, αλλά όχι λιγότερο συναρπαστική».
Με στοιχεία από τον Guardian
σχόλια