Από πολύ νωρίς η Κική Μορφονιού ανακάλυψε ότι η μουσική θα επηρεάσει όλη την ζωή της. Όπως και έγινε, αφού κάποιες συμπτώσεις, τύχη και πρόσωπα που την καθόρισαν ήταν οι λόγοι που την οδήγησαν στα μεγαλύτερα σαλόνια της όπερας. Γνώρισε σπουδαίους ανθρώπους, τραγούδησε δίπλα στο ίνδαλμά της, την Μαρία Κάλλας και τιμήθηκε (το 2015) από την Ακαδημία Αθηνών κερδίζοντας αυτό που επιθυμούν όλοι οι καλλιτέχνες, την ανταμοιβή. Συναντηθήκαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό στο σπίτι της στα Βόρεια Προάστια. Μας υποδέχεται με ένα υπέροχο χαμόγελο μαζί με τον σύζυγο της, τον κ. Αριστομένη. Είναι παντρεμένοι από το 1962, γνωρίστηκαν στο Ωδείο και όταν οι δρόμοι τους ξανασυναντήθηκαν τυχαία μέσω ενός τηλεφωνήματος, ενώθηκαν για πάντα. Μπροστά μου έχω μια γυναίκα που λατρεύει να διηγείται ιστορίες. Το σπίτι είναι πλημμυρισμένο από αντικείμενα που θυμίζουν μέρες και στιγμές του παρελθόντος. Βραβεία, φωτογραφίες και αντικείμενα μιας ζωής είναι τα υλικά του πολύτιμου θησαυρού στο κουτί των αναμνήσεων της. Μια από τις σημαντικότερες φωνές της Λυρικής τέχνης η μεσόφωνος, Κική Μορφονιού, αφηγείται τη ζωή της.
Στην ζωή πρέπει να είσαι πάντα συνεπής και να έχεις ήθος. Μόνο έτσι θα πάμε ως χώρα μπροστά. Η μουσική είναι ένας τρόπος να επικοινωνούμε και η μόνη μας ελπίδα είναι η παιδεία και ο πολιτισμός.
«Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στα Πατήσια. Από πολύ μικρή ηλικία ήρθα σε επαφή με την όπερα, ακούγοντας από ένα γραμμόφωνο δίσκους με όπερες στο σπίτι ενός φιλόμουσου γείτονα. Θυμάμαι όταν ήμουν τριών ετών και άκουγα το Ριγκολέτο έτρεχα στο σπίτι του κ. Μήτσου για να με βάλει πάνω στην μηχανή- ήταν ράφτης- και να κάθομαι αρκετές ώρες να ακούω. Αργότερα, στο δημοτικό, είχα δύο δασκάλους μουσικούς που με ξεχώρισαν για την χορωδία. Την ίδια εποχή ξεκίνησα και μαθήματα πιάνου. Στο Γυμνάσιο ήμουν στην χορωδία του σχολείου και ασχολήθηκα με τις εορτές, τραγουδώντας και παίζοντας στα σκετς. Είχα την τύχη ο Γυμνασιάρχης κ. Παπαθανασόπουλος- ένας ιδιαίτερα αυστηρός άνθρωπος- να είναι φιλόμουσος και λάτρης της όπερας. Όταν με άκουσε με ρώτησε 'Μορφονιού, πηγαίνεις στο Ωδείο;'. 'Όχι, κ. Γυμνασιάρχα, ο πατέρας μου δεν με αφήνει να σπουδάσω κλασικό τραγούδι, έλεγε ότι δεν ήθελε να με κάνει ταραντέλα'. Πήγαινα όμως σε μια υπέροχη γυναίκα και δασκάλα, την Ειρήνη Σκέπερς, η οποία μου έκανε μαθήματα στο σπίτι της. Ο Γυμνασιάρχης έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην μόρφωσή μου, ζήτησε να δει τον πατέρα μου και όταν συναντήθηκαν στο σχολείο του είπε ότι κάνει μεγάλο λάθος που δεν με αφήνει να πηγαίνω στο Ωδείο. Ευτυχώς, τον έπεισε και το 1956 πήρα το δίπλωμά μου με άριστα καθώς και πρώτο αριστείο εξαιρετικής επιδόσεως.
Το 1957 η Λυρική Σκηνή προκηρύσσει διαγωνισμό για χορωδούς, Δίνω εξετάσεις, περνάω, υπογράφω συμβόλαιο χορωδού και ένα χρόνο μετά, αφού δοκιμάζομαι, γίνομαι σολίστ. Τραγούδησα έναν από τους πιο δύσκολους ρόλους για μια μεσόφωνο, την Αζουτσένα από τον Τροβατόρε του Βέρντι. Είχα επιτυχία, όπως είπαν οι κριτικοί, με αποτέλεσμα από τότε να τραγουδώ μεγάλους ρόλους. Στην καριέρα μου έχω τραγουδήσει περίπου 40 ρόλους. Το 1960 γίνονται οι παραστάσεις στην Επίδαυρο με την Μαρία Κάλλας. Τότε είχα ένα μικρό ρόλο και θα έπαιζα την Κλοτίλντε.
Ένα ζεστό μεσημέρι του Αυγούστου μου τηλεφώνησαν από την Λυρική Σκηνή ότι έρχεται ένας κλητήρας με ένα ταξί για να με πάει στο σπίτι του γενικού διευθυντή της Λυρικής, Κωστή Μπαστιά. Η ανησυχία μου ήταν μεγάλη, δεν ήξερα τι ακριβώς συμβαίνει για το απρόοπτο ραντεβού. Μπαίνω στο γραφείο του, μου λέει κάθισε και μην ανησυχείς. Ξέρεις τον ρόλο της Ανταλτζίζα; 'Βέβαια', του απαντώ σαν χαμένη. 'Ωραία, φεύγεις σε τρεις μέρες για Ρώμη'. Ακόμα δεν μπορούσα να καταλάβω, 'Τι να κάνω κ. διευθυντά στην Ρώμη;', τον ρωτώ. Λοιπόν, η Λατζαρίνι αρρώστησε και μαζί με τον μαέστρο, Τίνο Καραλίβανο, σκεφτήκαμε να πας στην Ρώμη για να σε ακούσει ο Τούλιο Σεραφίν. Βεβαίως, δεν θα το ξέρει κανείς γιατί μπορεί να μην αρέσεις. Τα έχασα, ένας κρύος ιδρώτας με έλουσε. Έφυγα αεροπορικώς και πετούσα από χαρά, γιατί δεν ήμουν παρά ένα κορίτσι άπειρο, αλλά με πολύ πάθος για αυτό που άρχισα να υπηρετώ. Ανοιγόταν μπροστά μου ένα άπιαστο όνειρο, ανάμεικτα συναισθήματα χαράς, υπευθυνότητας και φόβου. Έπρεπε να τα πάω καλά, να μην απογοητεύσω αυτούς που μου έδειξαν αυτή την τόση εμπιστοσύνη. Όλα αυτά ήταν σαν ένα όνειρο. Ακρόαση στον μεγαλύτερο μαέστρο;
Φτάνω στο σπίτι του μαέστρου με ένα αυτοκίνητο της ελληνικής πρεσβείας και με υποδέχεται ο ίδιος. Έτρεμα. Όρθιος στο πιάνο με συνόδεψε σε όλο τον ρόλο. Μόλις τελείωσα μου λέει 'μπράβο σου, ωραία φωνή'. Εκείνη την στιγμή χτυπά το τηλέφωνο και τον ακούω να λέει "είμαι σύμφωνος να τραγουδήσει η μικρή, ξέρει πολύ καλά τον ρόλο, αλλά θα πρέπει να την ακούσει και η Μαρία (Κάλλας)". Τότε η Μαρία ήταν στο Μιλάνο και θα έπρεπε να με ακούσει στην Αθήνα. Έκατσα στη Ρώμη μια εβδομάδα, κάνοντας πρόβες με τον μαέστρο. Στην Αθήνα, όταν θα επέστρεφα, με περίμεναν άλλες αγωνίες, πιο μεγάλες. Έπρεπε να με ακούσει και η Κάλλας. Για μένα, όταν ακόμα ήμουν μαθήτρια του Ωδείου, η Κάλλας ήταν το ίνδαλμά μου. Τη θαύμαζα απεριόριστα, δεν φανταζόμουν ποτέ ούτε καν ότι θα της μιλήσω, όχι ότι θα τραγουδήσω μαζί της.
Η Μαρία Κάλλας ήταν η φωνή του αιώνα. Η συνεισφορά της αναμφισβήτητη. Μαγευτική σκηνική παρουσία και μαζί με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής της ήταν αρκετά για να συναρπάσουν το κοινό και να το γοητεύσουν.
Ένα πρωινό, συνοδευόμενη από τον μαέστρο Καραλίβανο, φτάνουμε στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Έτρεμα σαν το ψάρι. Ανεβαίνουμε στην σουίτα της, ανοίγει η πόρτα και βλέπω την Κάλλας να με υποδέχεται με ένα γλυκό χαμόγελο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την στιγμή. Ήταν πολύ όμορφη, ήρεμη και γλυκιά. Δεν πρόφτασα να της δώσω το χέρι μου, που έτρεμε, μου δίνει το δικό της και μου λέει 'κάθισε λίγο στο καναπέ, ηρέμησε'. Αυτή η ζεστή καλοσυνάτη φωνή της και η γλυκιά αύρα της με ησύχασαν λίγο. Αρχίσαμε να τραγουδάμε το ντουέτο. Αφού τελειώσαμε, με χτυπά απαλά στην πλάτη και μου λέει 'θα τραγουδήσεις μαζί μου, μου αρέσει η φωνή σου και ταιριάζουν οι φωνές μας'. Δεν ήξερα τι να πω, πιάνω το χέρι και αυθόρμητα της το φιλάω. Την ευχαρίστησα και της είπα ότι 'η επιτυχία μου εξαρτάται από εσάς'. 'Δεν χρειάζεται, δεν σου κάνω χάρη, ούτε συγγενής μου είσαι, ούτε φίλη μου', μού απάντησε. Στην Επίδαυρο μου έδινε συμβουλές, έμαθα πολλά μυστικά που μου χρησίμευσαν στην καριέρα μου. Με αντιμετώπιζε σαν να με ήξερε χρόνια. Το ενδιαφέρον της όμως δεν σταμάτησε στις παραστάσεις της Επιδαύρου, αλλά και στο εξωτερικό, όπου είχα κρατική υποτροφία για τρία χρόνια στο Μιλάνο. Μου έδωσε την κάρτα της και μου ζήτησε να την ειδοποιήσω όταν φτάσω στο Μιλάνο.
Μετά από λίγες μέρες της στέλνω ένα μπουκέτο λουλούδια με την κάρτα μου και τα στοιχεία της πανσιόν που έμενα. Το ίδιο βράδυ χτυπά το τηλέφωνο και μου λένε ότι είναι για μένα. "Γεια σου Κική, εδώ Μαρία'. Μου πέφτει το ακουστικό από το χέρι. Λέω, ποια Μαρία; Γελάει και απαντά 'η Κάλλας. Πήρα να σε ευχαριστήσω για τα ωραία σου λουλούδια και να σου πω ότι έχω κάνει τις ενέργειές μου με τον μαέστρο Τονίνι για να σε αναλάβει". Την ευχαρίστησα για άλλη μια φορά και μου υποσχέθηκε ότι θα τα πούμε σύντομα. Τον Μάιο του 1962 μου έστειλε ένα γράμμα που μου ανακοινώνει ότι έχει κανονίσει μια ακρόαση για 'μένα με όλα τα έξοδα πληρωμένα. "Πρόσεχε τον εαυτό σου και μελέτα με σοβαρότητα, σε φιλώ, Μαρία Κάλλας", κλείνει το γράμμα. Επίσης μου έκλεισε ακρόαση στην Σκάλα του Μιλάνου όπου θα τραγουδούσα μαζί της στην τελευταία παράσταση της Μήδειας. Δυστυχώς, αρρώστησε και δεν έγιναν οι παραστάσεις. Επιπλέον, μου έδινε θέση στο δικό της θεωρείο για να παρακολουθώ όσες παραστάσεις ήθελα.
Η Μαρία Κάλλας ήταν η φωνή του αιώνα. Η συνεισφορά της αναμφισβήτητη. Μαγευτική σκηνική παρουσία και μαζί με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής της ήταν αρκετά για να συναρπάσουν το κοινό και να το γοητεύσουν. Το μυστικό της μαγείας της πηγάζει από την ικανότητα της να μεταφέρει στο μουσικό πλάνο της τον πόνο του προσώπου που υποδύεται, την νοσταλγική επιθυμία μιας χαμένης ευτυχίας, την αγωνιώδη αμφιβολία ανάμεσα στην ελπίδα, την υπερηφάνεια, την ειρωνεία και την μεγαλοψυχία. Φιλοδοξίες, παθιασμένη τρυφερότητα, όλα τα βάσανα της ψυχής αποκτούν με το τραγούδι της μια μυστηριώδη αλήθεια. Η παρουσία της αποτέλεσε κανόνα και άνοιξε νέους δρόμους ενώ η όπερα ξαναζωντάνεψε, χωρίς να είναι μόνο μουσική αλλά και θέατρο. Η προσφορά της ανανεώνει και το ενδιαφέρον του κοινού για την Λυρική τέχνη. Πρόσεχε τα πάντα και τραγουδούσε υπακούοντας την μουσική.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ στη γενική δοκιμή της Μήδειας την στιγμή που ο Ιάσονας πηγαίνει με την Γλαύκη στο ναό για να γίνει ο γάμος τους, εμείς παρακολουθούσαμε κρυμμένες πίσω από μια κολώνα. Ξαφνικά, βλέπω να συσπάται το πρόσωπό της και δάκρυα να κυλούν από τα μάτια της. Φανταστείτε, αν κατά την διάρκεια της πρόβας βίωνε τόσο πολύ το ρόλο της, πώς έμπαινε στο πετσί των ρόλων στις επίσημες πρεμιέρες. Μιλάμε για μια υπέροχη ψυχή, μια γενναιόδωρη φύση, προικισμένη από το θείο δώρο της δημιουργίας. Όταν έμαθα ότι πέθανε, παρόλο που δεν είμαι ποιήτρια, αισθάνθηκα την ανάγκη να γράψω τρεις γραμμές «Τραγούδα, τραγούδα, πέρα εκεί στο σύμπαν, το άπειρο, πρώτη εσύ ανάμεσα στον ουράνιο χορό των Αγγέλων και με το μήλο, την πνοή του τραγουδιού σου, γαλήνιο θα απλωθεί ατέλειωτο φως, σαν το τραγούδι δυνατή, ουράνιε και ανθρώπινε μαζί, η φωνή σου και ο μεγάλος πόνος, Μαρία».
Η ζωή μου έχει μάθει να αγαπώ και να συγχωρώ. Ένας άνθρωπος προχωρά μόνο αν βλέπει τα ελαττώματά του, αν θεωρείς ότι είσαι τέλειος, δεν κάνεις βήμα, θα είσαι πάντα σημειωτόν
Μια άλλη μεγάλη προσωπικότητα που θα θυμάμαι για πάντα στην ζωή μου ήταν ο αγαπημένος μου φίλος, Μάνος Χατζιδάκις. Ένας άρχοντας, η μεγαλύτερη μουσική διάνοια που έχει περάσει από την Ελλάδα. Είχε ευαισθησία, αισθητική, ήταν ποιητής και πάντα βρισκόταν σε συνεχόμενο πόλεμο με τον λαϊκισμό. Αναμορφωτής, φιλεύσπλαχνος, σοφός, πρωτοπόρος και ασυμβίβαστος στην ζωή του. Ο Μάνος, γεννήθηκε για να μαγεύει και να ταξιδεύει τους άλλους μαζί του.
Δεν φταίει το κοινό που η όπερα δεν είναι τόσο διαδεδομένη στην Ελλάδα. Ανεξαρτήτως ιδιότητας και επιπέδου, όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση στην όπερα και όχι μόνο στα καλά ιδιωτικά σχολεία. Γιατί να στερηθεί το παιδί του χωριού μια τέτοια απόλαυση; Όλα τα παιδιά πρέπει να αποκτούν την ίδια παιδεία. Στην Γιουγκοσλαβία όταν είχα τραγουδήσει τα παιδιά ήταν υποχρεωμένα κάθε Κυριακή να παρακολουθούν όπερα. Έτσι διαμορφώνεται το κοινό, πρέπει να εθίζεται.
Στην ζωή πρέπει να είσαι πάντα συνεπής και να έχεις ήθος. Μόνο έτσι θα πάμε ως χώρα μπροστά. Η μουσική είναι ένας τρόπος να επικοινωνούμε και η μόνη μας ελπίδα είναι η παιδεία και ο πολιτισμός.
Αγάπη είναι να μην περιμένεις τίποτα από τον άλλο, είναι η ανιδιοτέλεια. Βέβαια, ως άνθρωπος έχεις την ανάγκη να έχεις ανταπόκριση, υπάρχει ένα παράπονο στον ανθρώπινη ύπαρξη. Νομίζω η λέξη αγάπη τα λέει όλα. Εν αντιθέσει με τον έρωτα που ναι μεν είναι παντού και είναι το ωραιότερο συναίσθημα στην γη, αλλά δυστυχώς δεν κρατάει πολύ. Ειδικά σε αυτή την εποχή, μπλέκουν πολύ οι εγωισμοί, τα συμφέροντα και όλα έχουν γίνει πιο πολύπλοκα. Στην δική μου γενιά ερωτευόμασταν με μια ματιά, δεν θέλαμε κάτι άλλο.
Ανήκω στους ανθρώπους που παράτησαν μια καριέρα για την οικογένεια. Άφησα ένα πενταετές συμβόλαιο για ένα και μόνο λόγο, την οικογένεια και αυτό γιατί δεν ήμουν ποτέ ο άνθρωπος της βαλίτσας, του ξενοδοχείου και του αεροπλάνου.
Το τραγούδι για μένα είναι η ζωή μου, η τροφή μου. Ακόμα και σήμερα τραγουδάω μέσα στο σπίτι. Φέτος με τίμησε η Ακαδημία Αθηνών, χάρηκα πολύ, αυτό είναι που θέλει ένας καλλιτέχνης, την ανταμοιβή. Πρέπει να χαίρεσαι με αυτά που έχεις και να εξελίσσεσαι για αυτό θεωρώ ότι ευτυχία είναι η αρμονία και αν κάτι φοβάμαι είναι ο θάνατος, γιατί μου αρέσει πολύ η ζωή.
Η ζωή μου έχει μάθει να αγαπώ και να συγχωρώ. Ένας άνθρωπος προχωρά μόνο αν βλέπει τα ελαττώματά του, αν θεωρείς ότι είσαι τέλειος, δεν κάνεις βήμα, θα είσαι πάντα σημειωτόν».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο ΓΚΡΕΚΑ το 2015
σχόλια