Τολμηρό και εξαιρετικά φιλόδοξο το διπλό φετινό σκηνοθετικό χτύπημα του Κωνσταντίνου Χατζή. Το πολυμορφικό υπόγειο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη ετοιμάζεται να υποδεχθεί δύο σκηνικές μεταφορές έργων του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, σε κυλιόμενο πρόγραμμα, τους εμβληματικούς Δαιμονισμένους και τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή, με μια δυναμική, πρωτότυπη σκηνογραφική εγκατάσταση που περιλαμβάνει μετακινούμενα κεκλιμένα επίπεδα και θα προσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε παράστασης. Στην πρώτη ο σκηνοθέτης έχει εμπιστευθεί τη διανομή σε μια ομάδα νεαρών, ταλαντούχων ηθοποιών, ενώ στη δεύτερη τον μονόλογο έχει αναλάβει η πάντα εξαιρετική Λυδία Κονιόρδου. Έπειτα από πρόβες που διήρκεσαν όλο το καλοκαίρι, ο εμψυχωτής του όλου εγχειρήματος δείχνει σίγουρος για τις προθέσεις του και ενθουσιασμένος με το ανέβασμα δύο εκ των αγαπημένων του κειμένων του μεγάλου Ρώσου λογοτέχνη, τα οποία θεωρεί πως είναι εξαιρετικά επίκαιρα, όπως μας εξηγεί στη συζήτηση που είχαμε στο δροσερό υπόγειο του ιδρύματος. Παρούσα και η Λία Ασβεστά, σκηνογράφος των παραστάσεων, παρεμβαίνει για να περιγράψει τις αναπάντεχες επιλογές της στη σκηνική προσέγγιση των έργων.
— Γιατί αποφάσισες να ανεβάσεις παράλληλα δύο διαφορετικές παραστάσεις;
Έχω πάρα πολλή μεγάλη αγάπη στον Ντοστογιέφσκι, έχω μεγαλώσει μαζί του. Ξεκίνησα με τους Δαιμονισμένους, που είναι ατελές έργο, και κατάλαβα ότι δημιουργεί μόνο ερωτήματα, χωρίς να τα απαντάει. Και ξαφνικά, διαβάζοντας τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή, που θέλαμε να τον κάνουμε χρόνια με τη Λυδία και απλά δεν είχαμε προλάβει, είδα ότι στην πραγματικότητα απαντά στους Δαιμονισμένους.
— Οπότε βρέθηκε μια σύνδεση.
Ναι και μάλιστα το έχει πει και ο ίδιος, χωρίς να το ξέρω.
— Και αποφάσισες να τα ανεβάσεις σαν ένα άτυπο δίπτυχο. Παρασκευή το ένα, Σάββατο το άλλο και Κυριακή και τα δύο.
Ακριβώς, για να μπορεί ο κόσμος να έχει το περιθώριο να φάει το δυομισάωρο της Κυριακής, συνολικά.
Καταλαβαίνω τους Ρώσους. Έχουν πολύ συγκεκριμένη ψυχολογία. Από τη μία μπορεί να τους βλέπεις να ουρλιάζουν και την επόμενη στιγμή να βάζουν τα κλάματα επειδή αισθάνονται απίστευτη ενοχή. Αυτό το καταλαβαίνω πολύ καλά.
— Αγαπάς γενικά τους Ρώσους συγγραφείς.
Ήμουν 11 χρονών όταν η μαμά μου διάβαζε το Υπόγειο. Έλεγε με τη φίλη της πόσο σπουδαίο ήταν το έργο και είχα μια τρομερή ζήλια, ως μοναχοπαίδι κιόλας. Θυμάμαι να είμαι στην παραλία προσπαθώντας να το διαβάσω. Τελικά τα κατάφερα, μετά κόπων και βασάνων. Κάτι μου είχε δημιουργηθεί, κάτι είχα ψιλοκαταλάβει και μετά άρχισα σε όλη μου την εφηβεία να διαβάζω Ντοστογιέφσκι, συνέχεια. Είναι τεράστιος συγγραφέας και πολύ προφητικός. Ήμουν πολύ φίλος με την Αναγνωστάκη. Κάποια στιγμή της είχα πει «Λούλα μου, Λούλα μου, τι σπουδαίος συγγραφέας είναι ο Ντοστογιέφσκι!». «Μην είσαι ανόητος» μου απαντά. «Ο Ντοστογιέφσκι δεν είναι συγγραφέας. Ο Ντοστογιέφσκι είναι ο Ντοστογιέφσκι».
— Δεν κατηγοριοποιείται δηλαδή.
Όχι, είναι από μόνος του μια δύναμη της φύσης. Όπως ο Πικάσο. Καταλαβαίνω τους Ρώσους. Έχουν πολύ συγκεκριμένη ψυχολογία. Από τη μία μπορεί να τους βλέπεις να ουρλιάζουν και την επόμενη στιγμή να βάζουν τα κλάματα επειδή αισθάνονται απίστευτη ενοχή. Αυτό το καταλαβαίνω πολύ καλά.
— Ποια μετάφραση χρησιμοποιείς εδώ;
Είναι μια δική μας απόδοση και στα δύο έργα που την κάνουμε μαζί από τα ρωσικά με τη Βιολέτα Ιωαννίδου. Επίσης στους Δαιμονισμένους έχω κρατήσει την τετράδα της οργάνωσης και είναι όλο γύρω από τον Σταυρόγκιν, χωρίς να χάνεται ούτε το πολιτικό ούτε το φιλοσοφικό και θρησκευτικό περιεχόμενο.
— Η συνεργασία με την Κονιόρδου πώς εξελίσσεται;
Τέταρτη φορά! Με τη Λυδία πια συνεννοούμαστε απόλυτα με τα μάτια.
— Ξέρεις, όλα είναι κάπως διαφορετικά μετά τη θητεία της ως υπουργού. Νομίζω ότι το κάθε της βήμα είναι πολύ συγκεκριμένο και όλοι την περιμένουν.
Έτσι. Η γιαγιά της Λυδίας ήταν από τη Ρωσία, οπότε έχει λίγο ρωσικό αίμα. Είπαμε ότι τώρα είναι η στιγμή να το κάνουμε. Κάθεσαι και της λες «θέλω αυτό κι αυτό», ανεβαίνει και το κάνει. Ακούει απόλυτα.
— Δηλαδή παρά τα τόσα χρόνια εμπειρίας είναι και πολύ εύπλαστη;
Ναι, απίστευτα. Βάζει φυσικά τον εαυτό της μέσα και την εμπειρία της, αλλά είναι ένα εργαλείο πολύ εύκολο, εύπλαστο, το κάνεις ό,τι θέλεις.
— Από τη μία έχεις τον θρύλο Κονιόρδου και από την άλλη νεαρούς ηθοποιούς. Πώς λειτουργεί αυτό σε επίπεδο προβών;
Επίτηδες το ήθελα. Να έχω νέους ηθοποιούς, να ξεκινήσουμε από την αρχή και να τα ψάξουμε μαζί. Οι πρόβες εξελίσσονται παράλληλα, μας βλέπει και η Λυδία, είμαστε παρεάκι. Οι νέοι ηθοποιοί έχουν το άλλο, δεν έχουν μανιέρες, είναι εύπλαστοι με άλλο τρόπο. Είναι πολύ δύσκολοι ρόλοι αυτοί για να παιχτούν από παιδιά 22-23 χρονών, αλλά όλοι έχουν δουλέψει πολύ σκληρά, έχουν διαβάσει πολύ. Επίσης, όσο θεατρικά κι αν γράφει ο Ντοστογιέφσκι, είναι λογοτεχνικοί οι ήρωές του, οπότε οι ηθοποιοί πρέπει να φέρουν τον εαυτό τους μαζί με την ιδέα του ήρωα. Δεν μπορείς να παίξεις τον Πιοτρ, δεν γίνεται. Πρέπει να καταλάβεις αυτό που εκπροσωπεί τι σου δημιουργεί μέσα σου, με όση αλήθεια έχεις. Επίσης παίζω κι εγώ, μετά από καιρό!
— Πώς νιώθεις γι' αυτό;
Πολύ ωραία. Παλιά φοβόμουν να το κάνω, τώρα αισθάνθηκα μεγάλη ασφάλεια. Ήθελα να δώσω λίγο τον τόνο.
— Πολλά διαφορετικά επίπεδα προετοιμασίας.
Παίζω και πιάνο ζωντανά. Το πρελούδιο του Ραχμάνινοφ σε ντο δίεση μινόρε. Και στην παράσταση της Κονιόρδου έχουμε Μπαχ, από την πέμπτη σουίτα, ο Ευγένιος Βούλγαρης παίζει γυαλί ταμπούρ.
— Πώς ήταν το καλοκαίρι σου;
Μόνο πρόβες. Αλλά τον μελετάω καιρό τον Ντοστογιέφσκι. Είναι ενάμισης χρόνος δουλειάς, ξέρω όλο το έργο απ' έξω.
— Ποια θέση πιστεύεις ότι έχουν αυτά τα τόσο κλασικά κείμενα στη θεατρική Αθήνα του 2019; Γιατί κάποιος να έρθει να τα δει;
Γιατί είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει τώρα. Ο Μέγας Ιεροεξεταστής λέει κάποια στιγμή ότι εμείς θα σας κάνουμε ό,τι θέλουμε. Μας προσκυνάτε, είστε μια αγέλη κι εμείς θα σας πάμε όπου θέλουμε, γιατί εμείς το θέλουμε. Οι επαναστάσεις δεν υπάρχουν.
— Θα είναι κάπως σαν meta σχόλιο να τα ακούμε αυτά από το στόμα της Κονιόρδου, που συμμετείχε στην αριστερή κυβέρνηση της προηγούμενης τετραετίας.
Ακριβώς. Και όλα αυτά που γίνονται με τα κινητά, που μας παρακολουθούν, όλοι κάνουμε τα ίδια πράγματα, ντυνόμαστε το ίδιο. Όλη αυτή η αποξένωση. Είμαστε μια αγέλη και πάμε. Στους Δαιμονισμένους, σε έναν μονόλογο, ο Πιοτρ λέει «θα βάλουμε φωτιά γιατί η φωτιά είναι η πιο διαδεδομένη λαϊκή λύση για ψήφους και καταστροφή». Πολύ επίκαιρο με αυτό που συνέβη στο Μάτι. Επίσης αναπτύσσει θέματα ναζισμού, απολυταρχίας, τα πάντα. Απλά σε πηγαίνει από το κακό για να δεις την αλήθεια. Είναι πολύ σκοτεινή η διαδρομή.
— Το υπόγειο του Κακογιάννη είναι πάντα ένας χώρος πρόκληση στη θεατρική του εκμετάλλευση. Πώς καταλήξατε σε αυτή τη σκηνογραφία;
Ήθελα να έχω πολλά επίπεδα παταριών, να παίζουν διαφορετικά ύψη και να δημιουργήσω μια απόσταση. Ένα εντελώς άδειο πράγμα που να σου επιτρέπει να φαντάζεσαι. Είναι πολύ αποστασιοποιημένη η κίνηση και ο λόγος. (Οι κεκλιμένες πλατφόρμες) μετακινούνται, αλλάζουν θέση, σκάνε κάτω με δύναμη όταν αυτοκτονούν οι ήρωες ή πεθαίνουν, και στο τέλος δημιουργείται ένας σταυρός πάνω στον οποίο παίζει η Λυδία. Επίσης οι φωτισμοί θα είναι με φακούς, χειροποίητοι, ο ένας θα φωτίζει τον άλλο. Παίζω χρόνια με τις σκιές και το σκοτάδι.
Λία Ασβεστά: Θα βάλουμε πούδρα καουτσούκ από κάτω, που να θυμίζει κάτι γήινο και μη γήινο, κάτι λιτό, που να μην ενοχλεί αλλά να δίνει και την αίσθηση ότι κάτι συμβαίνει, χωρίς να τραβά την προσοχή και τη σκέψη από όλες αυτές τις διαστάσεις που έδωσε ο Κωνσταντίνος. Είναι ανακυκλώσιμο το υλικό, σύγχρονο, μπαίνουμε σε νέα κατάσταση. Ταυτόχρονα δίνει την ψευδαίσθηση του χώματος χωρίς να είναι χώμα. Η επαφή με τη φύση και την πραγματικότητα έχουν μία συνάφεια αλλά τόσο ώστε να μην παρασύρουν παραπέρα.
— Πώς βλέπεις την πρόσφατη αλλαγή ηγεσίας στους μεγάλους καλλιτεχνικούς μας θεσμούς, Φεστιβάλ Αθηνών και Εθνικό Θέατρο;
Κατ' αρχάς θεωρώ πολύ σημαντικό το γεγονός ότι μπήκε μια γυναίκα στο Φεστιβάλ Αθηνών. Η Κατερίνα (Ευαγγελάτου) είναι ένα πλάσμα που μπορεί να τα καταφέρει πολύ καλά – όπως και ο Δημήτρης (Λιγνάδης) το ίδιο. Ξέρει καλά το Εθνικό, έχει δουλέψει χρόνια. Είναι καλά πρόσωπα και τα δύο. Και η Μενδώνη το ξέρει το υπουργείο. Γενικά θεωρώ ότι πάντα έκανε καλές επιλογές η Νέα Δημοκρατία, επί Λούκου κ.λπ. Είναι πολύ σημαντικές αυτές οι δύο θέσεις και νομίζω ότι αυτοί που επελέγησαν θα τα πάνε καλά.
Info
Μέγας Ιεροεξεταστής – Δαιμονισμένοι
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Χατζής
Πρεμιέρα: Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019
Παραστάσεις: 4/10/2019 - 1/12/2019
Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (Πειραιώς 206, Ταύρος) - Υπόγειος Χώρος
Παρασκευή: Δαιμονισμένοι, 21.00
Σάββατο: Ο Μέγας Ιεροεξεταστής, 21.00
Κυριακή: Δαιμονισμένοι & Ο Μέγας Ιεροεξεταστής, 18:00 (ενιαία παράσταση με ενδιάμεσο διάλειμμα)
Μέγας Ιεροεξεταστής
Διασκευή-Απόδοση-Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Χατζής
Σκηνική Εγκατάσταση: Λία Ασβεστά – Κωνσταντίνος Χατζής
Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλέκτρα Καρτάνου
Γυαλί Ταμπούρ: Ευγένιος Βούλγαρης
Μέγας Ιεροεξεταστής: Λυδία Κονιόρδου
Δαιμονισμένοι
Διασκευή-Απόδοση-Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Χατζής
Διεύθυνση Παραγωγής: Κωνσταντίνα Αγγελέτου
Σκηνική Εγκατάσταση: Λία Ασβεστά – Κωνσταντίνος Χατζής
Ζωγραφικά πορτραίτα: Βαγγέλης Κοτσολάκος
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Αλέξανδρος Μέντης
Κίνηση: Άγγελος Παπαδόπουλος
Ακροβατικά: Ηλέκτρα Καρτάνου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαρίλια Μητρούση – Ηλέκτρα Καρτάνου
Ειδικό μακιγιάζ: Λιλά Μαρή
Κοστούμια: Miranda Dempsey
Παίζουν: Θεοχάρης Ιωαννίδης, Ηλέκτρα Καρτάνου, Νίκος Λεκάκης, Νίκος Μάνεσης, Κωνσταντίνος Χατζής
Τιμές εισιτηρίων:
Παραστάσεις Παρασκευής και Σαββάτου: προπώληση 12€ - στην είσοδο 15€, μειωμένο: 12€
Ενιαία παράσταση Κυριακής: γενική είσοδος: 20€