Ο ΠΑΤΡΙΚ ΣΤΙΟΥΑΡΤ ΞΕΚΙΝΑ τα απομνημονεύματά του, που φέρουν τον τίτλο “Making It So”, με ένα επίγραμμα από το «Τέλος καλό, όλα καλά» του Σαίξπηρ: «Το υφαντό της ζωής μας είναι από ανακατωμένα νήματα, καλά και κακά μαζί».
Ο πατέρας του Στιούαρτ, ο Άλφρεντ, ήταν ένας βετεράνος της μάχης της Δουνκέρκης που μαστιζόταν από μετατραυματικό στρες και αλκοολισμό, και η κτηνώδης συμπεριφορά του σημάδεψε τον Πάτρικ και τον μικρότερο αδελφό του Τρέβορ για χρόνια. Ο μικρός Πάτρικ Στιούαρτ κόντευε να γίνει κι ο ίδιος νταής: στο βιβλίο περιγράφει τον τρόπο που χλεύαζε κακόβουλα έναν συμμαθητή του με παραμορφωμένο χέρι.
Υπήρχαν όμως και στιγμές ευδαιμονίας στα μαθητικά του χρόνια. Γράφει για την απόδρασή του την ημέρα των εξετάσεων, για το περπάτημα σε ένα δάσος με θέα το σχολείο, για τον υπαίθριο ύπνο του στη λιακάδα του Μαΐου. Αργότερα θα πήγαινε τις φίλες του στο ίδιο μέρος. Και υπήρξαν πολλές. Ακόμα και όταν ο Στιούαρτ έχασε πρόωρα τα μαλλιά του, διατήρησε ακέραιο τον τρόπο που κέρδιζε τα κορίτσια.
Ο Στιούαρτ διαθέτει σαφώς ένα χάρισμα στη φιλία και μια αγάπη για τους συναδέλφους του ηθοποιούς που θαυμάζει περισσότερο – τη Βίβιαν Λι, τον Ίαν Χολμ ή τον Ίαν ΜακΚέλεν, τον οποίον δεν γνώριζε ουσιαστικά μέχρι που τους έδωσαν τον ρόλο των δύο αντιπάλων (Καθηγητής Χ και Μαγκνέτο) στους X-Men, ξεκινώντας έτσι, όπως γράφει, έναν διάλογο ανάμεσά τους «που συνεχίζεται, λίγο πολύ χωρίς παύση, επί 23 χρόνια».
Σύμφωνα με την αφήγηση του βιβλίου, η διαδρομή του ως γυναικοκατακτητή κατέληξε σ’ αυτό που περιγράφει ως «αληθινή αγάπη» με την τρίτη (και νυν) σύζυγό του, την τραγουδίστρια Sunny Ozell. Όχι ότι ο πρώτος γάμος του με τη Sheila Falconer που διήρκεσε 23 χρόνια περιγράφεται ως σφάλμα, απλώς ως μια περίπτωση «αγαπημένου ζευγαριού που σταδιακά έχασε τον δεσμό του» και έληξε με απιστία εκ μέρους του (με την ηθοποιό Jennifer Hetrick) και πολύ πόνο για τα δύο παιδιά του.
Η δεύτερη σύζυγός του Wendy Neuss, η τηλεοπτική παραγωγός με την οποία παντρεύτηκε το 2000 αλλά χώρισε το 2003, ελάχιστες αναφορές κερδίζει στο βιβλίο, προτού εκδιωχθεί από μια άλλη ηθοποιό, την 23χρονη τότε Lisa Dillon. Όπως ευθέως δηλώνει ο Στιούαρτ, «είχα απατήσει τη γυναίκα μου με μια νεότερη γυναίκα – ξανά».
Σε άλλα σημεία κυριαρχούν αστραφτερές ανεκδοτολογικές αναμνήσεις από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Όπως όταν συμπρωταγωνιστούσε σε μια κωμωδία με την ηθοποιό Τζέιν Άσερ, σύντροφο τότε του Πολ Μακάρτνεϊ και ο διάσημος Beatle του έδωσε τα κλειδιά της Aston Martin του για μια βόλτα αλλά εκείνος κράτησε το αμάξι για ένα βραδινό ραντεβού.
Υπάρχει επίσης μια αθυρόστομη ιστορία με πρωταγωνιστή ένα αδέσποτο σκυλί ονόματι Blackie, το οποίο ο Stewart βρήκε το 1970 και τον κράτησε για υποδυθεί επί σκηνής τον σκύλο στους «Δύο κυρίους της Βερόνας» της Royal Shakespeare Company. Μια βραδιά, υπήρξε έντονη αναστάτωση από το κοινό όταν ο σκύλος εντοπίστηκε να γλείφει τη (δική του) «μεγάλη, ροζ στύση» παρεμποδίζοντας τον μεγάλο μονόλογο του Στιούαρτ.
Ο Στιούαρτ διαθέτει σαφώς ένα χάρισμα στη φιλία και μια αγάπη για τους συναδέλφους του ηθοποιούς που θαυμάζει περισσότερο – τη Βίβιαν Λι, τον Ίαν Χολμ ή τον Ίαν ΜακΚέλεν, τον οποίον δεν γνώριζε ουσιαστικά μέχρι που τους έδωσαν τον ρόλο των δύο αντιπάλων (Καθηγητής Χ και Μαγκνέτο) στους X-Men, ξεκινώντας έτσι, όπως γράφει, έναν διάλογο ανάμεσά τους «που συνεχίζεται, λίγο πολύ χωρίς παύση, επί 23 χρόνια» – μεταξύ άλλων και επί σκηνής, όπως στην παράσταση του «Περιμένοντας τον Γκοντό» το 2013 στο Μπρόντγουεϊ.
Πιο επιφυλακτικός –με χιούμορ πάντα όμως– φαίνεται να είναι απέναντι στον Τζιν Μπράντμπερι, τον δημιουργό του Star Trek που δεν είχε δει με καλό μάτι την ανάθεση στον Στιούαρτ του ρόλου του Πλοίαρχου Ζαν-Λικ Πικάρ που θα τον έκανε διάσημο ανά τον πλανήτη, ή απέναντι στην ίδια τη Βασίλισσα, η οποία έμοιαζε μην τον αναγνωρίζει όταν τον έχρισε Ιππότη το 2010.
Με στοιχεία από The Telegraph