Είμαστε στο πεζοδρόμιο, στα όρθια, ενώ η συνέντευξη έχει τελειώσει κι οι Θεσσαλονικείς περνούν βιαστικοί γύρω μας. Υποτίθεται ότι πρέπει να χαιρετηθούμε και να τραβήξει ο καθένας το δρόμο του, όμως συνεχίζουμε να μιλάμε, χωρίς δυστυχώς να ηχογραφώ πια.
Τότε είναι που συνειδητοποιώ πλήρως πόσο τον άλλαξε η διάγνωση. Δεν ήταν, μου λέει, και ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου. Την εποχή που είχε διαφημιστική εταιρία υπήρξε δυσάρεστος σε πολλούς ανθρώπους. Αγχωμένος, απότομος, αδιάφορος για τους άλλους, αδιάφορος και για τον εαυτό του. Μαθαίνοντας πως έχει καρκίνο του πνεύμονα, πριν αρκετά χρόνια, αναγκαστικά άλλαξε ζωή. Στην αρχή επειδή ήταν αναγκασμένος - πήγε στη Γερμανία για θεραπείες, έκοψε ταχύτητα, πέρασε ατελείωτες μέρες παρατηρώντας τους άλλους.
«Με τους ρυθμούς που ζούσα πριν, δεν είχα ποτέ το χρόνο να παρακολουθώ τους ανθρώπους σαν ξεχωριστές οντότητες» μου είχε πει νωρίτερα. «Τους παρακολουθούσα πάντα με το δικό μου φίλτρο, αν ο ένας είναι δημιουργικός και μπορώ να συνεργαστώ μαζί του, αν η άλλη είναι ερωτική και μπορώ να ερωτοτροπήσω μαζί της - τέλος πάντων παντού έψαχνα μια χρησιμότητα στις σχέσεις μου. Αδιαφορούσα κατά βάθος για αυτές.»
Αρχίζοντας τα νοσοκομεία και τις θεραπείες, ο χρόνος απέκτησε άλλη μορφή γι' αυτόν: «Δεν υπήρχε καμία άλλη πίεση εκτός απ' το να είσαι εκεί και να στάζουν οι σταγόνες μέσα σου. Τότε άρχισα να προσέχω στ' αλήθεια τους ανθρώπους, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και τις συμπεριφορές τους. Και για πρώτη φορά άρχισαν... Να το πω; Άρχισαν να μ' αρέσουν οι άνθρωποι (γέλια). Έπαψα να σκέφτομαι "αυτός δε μου κάνει τη δουλειά, ο άλλος μ' ενοχλεί".
Τους παρατηρούσα απλώς, και αυτό μου γεννούσε μια γλύκα. Δεν φανταζόμουν πριν πως θα ένιωθα κάποτε *αυτήν* την έννοια της αγάπης για έναν άγνωστο. Πονούσα με τους δικούς τους πόνους, χαιρόμουν με τις δικές τους χαρές.»
Όταν μπήκε σε πιο ήπιο ρυθμό θεραπειών στη Γερμανία, και είχε χρόνο, κράτησε τις πρώτες σημειώσεις σχετικά με όσους γνώριζε, είτε στο νοσοκομείο ή στο ξενοδοχειάκι που έμενε. Κι όταν τέλειωσε κι επέστρεψε στην Ελλάδα, αποσύρθηκε στη Βουρβουρού Χαλκιδικής. «Ξαφνικά, από εκεί που έτρεχα σαν τρελός κάνοντας δουλειές στη Θεσσαλονίκη, τώρα είχα απόλυτη ηρεμία και άπλετο, πλέον, χρόνο», λέει. Και σιγά-σιγά άρχισε να γράφει. «3-4 ιστορίες είχαν ήδη δημοσιευτεί στο ίντερνετ κι η -εκ των υστέρων- εκδότριά μου είχε ενθουσιαστεί. Μου είπε "γράψε, καλό σου κάνει" και σιγά σιγά μαζεύονταν κείμενα. Κι έπειτα, μια μέρα μου είπε: "Είμαστε έτοιμοι".»
Το αποτέλεσμα είναι το EXTRA BALL που κυκλοφορεί απ' τις εκδόσεις Ποταμός. Τον γνώριζα, από μακριά, ως σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ και δημιουργό διαφημίσεων και viral βίντεο (η αυτοσχέδια καμπάνια "Μακάρι Μπουτάρη" για τον νυν Δήμαρχο Θεσσαλονίκης έχει μείνει κλασική), όμως το βιβλίο του είναι κατά τη γνώμη μου ό,τι καλύτερο έχει κάνει ποτέ.
Χωρίς καμία λογοτεχνικότητα και συναισθηματισμό ο Βαλτής γράφει λογοτεχνία που κατευθείαν συγκινεί και ταράζει. 28 κείμενα πυροδοτημένα από την εμφάνιση της ασθένειας στη ζωή του ακροβατούν μεταξύ κυνισμού και χαδιού, λυγμού και ανάλαφρου σφυρίγματος. Στήνει έναν κόσμο πικρό και διασκεδαστικό, θαυμαστά ολοκληρωμένο, όπου η ανάγκη της ελευθερίας, η γλώσσα των αισθημάτων έχουν τον κύριο λόγο. Είναι μια συλλογή αυτοβιογραφικών ιστοριών που σε βάζουν βίαια μες τη ζωή του και σε τραβούν σ' ένα ταξίδι συναρπαστικό, κωμικοτραγικό, αισιόδοξο και τελικά δυνατό.
Στην ουσία φοβόμαστε μόνο τον θάνατο, αλλιώς τι έχουμε να φοβηθούμε; Αν καταφέρουμε να συμβιβαστούμε με την ιδέα του τον έχουμε σχεδόν νικήσει.
— Σ' αυτήν την λοξή ματιά στην καθημερινότητά σου δεν προσπάθησες καθόλου να ωραιοποιήσεις καταστάσεις ή τον εαυτό σου. Αντίθετα, έβαλες και εξαιρετικά ντροπιαστικές για σένα σκηνές...
Η ανάγκη μου ήταν να μεταφέρω την αλήθεια μου, κι αν θες και την ξεφτίλα μου. Δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή "βρε αυτό μήπως να το μαλακώσω, ή το άλλο να το παραλείψω...". Σκέφτηκα βέβαια, πχ. γράφοντας το κείμενο για το σεξ "ωχ ωχ, τώρα αυτό θα το διαβάσει η κόρη μου", αλλά μετά είπα τι να κάνουμε, θα το καταπιεί.
— Ήταν κάπως σαν ψυχοθεραπεία δηλαδή; Που για να δουλέψει πρέπει να πεις όλη την αλήθεια;
Ναι, είχα αυτό το κίνητρο. Ήξερα πως μόνο αν ξεγυμνωθώ πραγματικά θα δουλέψει η αποθεραπεία μου. Δεν ήθελα να κρατήσω τίποτα προσωπικό και κρυφό.
Το οικογενειακό σπίτι στο συνοικισμό των καθηγητών στη Βουρβουρού οι αδερφές του το χρησιμοποιούσαν πιο πολύ ως καλοκαιρινό σπίτι διακοπών. Αυτός όμως για χρόνια πήγαινε και χειμώνες - το είχε φτιάξει έτσι ώστε να μπορεί να μένει κανείς όλο το χρόνο, άσχετο που επειδή είχε τη διαφημιστική στη Θεσσαλονίκη πήγαινε μόνο κάποια Σαββατοκύριακα. Μετά τις θεραπείες στο Έσσεν της Γερμανίας, γύρισε ξανά στην Ελλάδα, όμως ποτέ δεν κατάφερε να ξαναμείνω στην Θεσσαλονίκη από τότε. Ακόμα και την αποθεραπεία του, λέει, την έκανε στη Μηχανιώνα, ζώντας σ' ένα φίλο. «Τι σε έπνιγε στη Θεσσαλονίκη;» ρωτάω κι αυτός το σκέφτεται. «Νομίζω οι αναμνήσεις της» λέει τελικά.
Στην Χαλκιδική έχει όση μοναξιά θέλει (πόσο μεγάλη αλλαγή απ' την αναγκαστική, συνεχή κοινωνικότητα της πρότερης καριέρας του) ένα ωραίο σπίτι, ωραία θέα, ανοιχτωσιά. Σ' αυτή τη φάση δεν θα μπορούσε να ζητήσει τίποτα παραπάνω.
— Ο φόβος για την υγεία σου παραμένει;
Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει μια μέρα που θα καταφέρω να μην έχω φόβο. Ας πούμε, την περασμένη εβδομάδα είχε υγρασία και, είμαι και κάποιας ηλικίας, με πόνεσε έντονα η μέση. Απ' το μυαλό μου πέρασε και η σκέψη, "ωχ, λες να πήγε κάπου αλλού τώρα ο καρκίνος; Πού πήγε; Μήπως στα οστά; Στο συκώτι;"
Αναγκαστικά θα πάει το μυαλό σου εκεί. Όσο περνάει ο καιρός όμως, τόσο γίνονται δύο πράγματα. Το ένα είναι πως μπορώ να περνάω γρήγορα απ' αυτή τη σκέψη σε άλλη, να εκλογικεύω τα πράγματα και να ξεχνάω το φόβο. Το δεύτερο, πως όσο περνάει ο καιρός, τόσο λιγότερο με ταράζει η έννοια του θανάτου.
— Μεγάλη κουβέντα αυτή...
Μεγάλη αλλά αληθινή. Εξάλλου, γενικά, τι είναι ο φόβος; Στην ουσία φοβόμαστε μόνο τον θάνατο, αλλιώς τι έχουμε να φοβηθούμε; Αν καταφέρουμε να συμβιβαστούμε με την ιδέα του τον έχουμε σχεδόν νικήσει. Θέλω να ελπίζω πως το ίδιο θα μπορώ να σου πω και σε δύο χρόνια, που ενδεχομένως να έχω κάνει, ας πούμε, μετάσταση στον εγκέφαλο. Πάντως αυτήν την περίοδο έτσι νιώθω: μεγάλωσαν τα παιδιά, έκανα ωραία πράγματα, κάνω και σήμερα ωραία πράγματα και θα τα συνεχίσω για όσο με παίρνει... Δεν θεωρώ πως θα χαθεί και το σύμπαν αν φτάσει κάποια στιγμή που θα πρέπει να φύγω...
— Γράφεις κάτι τώρα;
Γράφω πολλά, αλλά δεν ξέρω ακόμα αν είναι καλά. Το EXTRA BALL μου βγήκε οργανικά, και ενθουσιάστηκα με το γράψιμο. Ως νεόπλουτος της γραφής χαίρομαι που δε χρειάζεται να συνεννοείσαι μ' άλλους χίλιους ανθρώπους αλλά δουλεύεις μοναχικά. Κι όταν διαπίστωσα πως δεν χρειάζεται να μαζέψεις χρήματα, όπως ας πούμε όταν θες να κάνεις μια ταινία, είπα αμάν, εδώ είμαστε! Πολύ ωραίο μέσο. Αλλά ακόμα δεν έχω πειστεί ότι μπορώ να γράψω για κάτι άλλο πέρα απ' τη ζωή μου...
— Γιατί να πρέπει να γράψεις για κάτι άλλο;
Ξέρω κι εγώ; Δοκιμάζω τα πάντα τώρα. Αυτή τη στιγμή γράφω δύο πράγματα ταυτόχρονα, και είναι σε προχωρημένο στάδιο. Δεν ξέρω πού να το πάω όμως. Πάντως μου αρκεί που το πάω. Όπου και να το πάω, εμένα με γεμίζει...
σχόλια