Ξεκίνησε γράφοντας ποίηση και σχεδιάζοντας κόμιξ. Οι γονείς του μάθαιναν τα κατορθώματά του από τις τοπικές εφημερίδες. Φόντο στα έργα του πάντα το αγαπημένο του γοτθικό Εδιμβούργο. Εκεί «γεννήθηκαν» και οι δύο ήρωές του. Τζον Ρέμπους και Μάλκομ Φοξ. Το διαβατήριό του για πολλά βρετανικά σπίτια. Ο ίδιος, αποτελεί, άλλωστε τον πιο ευπώλητο αστυνομικό συγγραφέα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ κατέχει μία θέση στο ρεκόρ Γκίνες, καθώς είναι ο συγγραφέας με τα περισσότερα βιβλία ταυτόχρονα στη λίστα των μπεστ σέλερ. Λίγο πριν την παρουσίαση του τελευταίου του βιβλίου στη Θεσσαλονίκη μας κέρασε την αγαπημένη του μπύρα και μας αφηγήθηκε ιστορίες για «Άγιους και Αμαρτωλούς».
Περνούσα πολύ χρόνο μόνος μου. Είχα ζωντανή φαντασία και προσποιόμουν ότι το σπίτι ήταν ένα διαστημόπλοιο, κάθε δωμάτιο είχε διαφορετική λειτουργία και το τζάκι μου ήταν το χειριστήριο! Έτσι, καθόμουν στο τζάκι και πατούσα διάφορα τμήματα σαν να ήταν κουμπιά για να κάνω το σπίτι να κουνηθεί.
Τι εικόνες και αναμνήσεις έχετε από την παιδική σας ηλικία στη Σκωτία;
Περνούσα πολύ χρόνο μόνος μου. Είχα ζωντανή φαντασία και προσποιούμουν ότι το σπίτι ήταν ένα διαστημόπλοιο, κάθε δωμάτιο είχε διαφορετική λειτουργία και το τζάκι μου ήταν το χειριστήριο! Έτσι, καθόμουν στο τζάκι και πατούσα διάφορα τμήματα σαν να ήταν κουμπιά για να κάνω το σπίτι να κουνηθεί.
Σε νεαρή ηλικία συμμετείχατε σε έναν διαγωνισμό ποίησης, όπου και διακριθήκατε. Κατόρθωμα που οι γονείς σας πληροφορήθηκαν από τις εφημερίδες! Θα είχαν σήμερα κάθε λόγο να είναι υπερήφανοι για εσάς, παρόλο που δεν ακολουθήσατε τα όνειρά τους να γίνετε γιατρός ή δικηγόρος;
Θα ήταν σίγουρα περήφανοι. Η μητέρα μου πέθανε όταν εγώ ήμουν 19, οπότε δεν έζησε να δει κάποιο έργο μου δημοσιευμένο, ενώ ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν 30, όταν είχα ήδη εκδώσει δύο βιβλία με τον Ρέμπους αλλά δεν είχαν κάποια επιτυχία. Το πρώτο βιβλίο του Ρέμπους είχε πουλήσει μόλις 600 αντίτυπα, δεν αναφέρθηκε πουθενά και δεν κέρδισε κανένα βραβείο. Ο πατέρας μου ήταν περήφανος, αλλά λίγο συλλογισμένος καθώς δεν καταλάβαινε τι είναι όλο αυτό και αυτός ο κόσμος του έμοιαζε σαν εξωγήινος. Δύσκολα ο πατέρας μου διάβαζε, παράτησε το σχολείο στα 14 του και οι γονείς μου έπιαναν βιβλίο μόνο στις διακοπές τους. Δε μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία, κανείς πριν από εμένα δεν πήγε πανεπιστήμιο από την οικογένεια μου και όπως είπατε, όταν κάποιος προέρχεται από την εργατική τάξη και αποφασίζει να σπουδάσει είναι λογικό, στο μυαλό πολλών, να γίνει γιατρός ή δικηγόρος για να βγάλει χρήματα. Όταν εγώ αποφάσισα να γίνω συγγραφέας, γύρισε και με ρώτησε: «είσαι τρελός;».
Ζείτε τόσα χρόνια με τον Ρέμπους, τι είναι αυτό που λατρεύετε να μισείτε στη συνύπαρξή σας;
Δεν μοιράζομαι πολλά με τον Ρέμπους. Προερχόμαστε από το ίδιο χωριό, πίνουμε την ίδια μπύρα, συχνάζουμε στο ίδιο μπαρ, αλλά έχουμε διαφορετικές πολιτικές απόψεις, ανήκουμε σε διαφορετικές γενιές. Στα μπαρ με συναντούν αστυνομικοί και με ρωτάνε «γιατί δεν μας συμπαθείς;» και τους απαντώ «εγώ σας συμπαθώ, ο Ρέμπους είναι αυτός που δεν σας συμπαθεί. Ούτε κι αν γνωριζόμασταν θα αντέχαμε ο ένας τον άλλο. Θα μιλούσαμε απλά δέκα λεπτά για μουσική και μετά θα ακολουθούσαμε διαφορετικούς δρόμους γιατί διαφέρουμε σε πολλά. Νιώθω ότι δεν θα με συμπαθούσε. Ο Ρέμπους είναι συντηρητικός, του αρέσει να είναι σταθερός, δεν του αρέσουν οι αλλαγές και θα με αντιμετώπιζε ως ένα άτομο πολύ φιλελεύθερο, επειδή ανήκω σε αυτούς που σπούδασαν και δεν έχω δουλέψει, κατά αυτόν, σε μία πραγματική δουλειά σε ολόκληρη τη ζωή μου.
Οι δύο χαρακτήρες που έχετε παρουσιάσει στην αστυνομική λογοτεχνία λειτουργούν ως αντίβαρο ο ένας στην υπερβολή του άλλου. Από τον ανοργάνωτο Ρέμπους οδηγηθήκαμε στον ψυχαναγκαστικό Φοξ. Που τοποθετείται ο Ράνκιν μέσα σε αυτά τα δύο άκρα;
Τμήματα όλων των χαρακτήρων μου υπάρχουν μέσα μου. Έχω λίγο και από τους τρεις. Αν και σε σύγκριση με τον Ρέμπους είμαι περισσότερο ίδιος με τον Φοξ και τη Σιβόν. Χρησιμοποιώ αυτούς του δύο για να δώσω την άποψή μου στον Ρέμπους για πολλά πράγματα, όπως το γιατί δεν πρέπει να υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι στη φυλακή, το πώς πρέπει να αλλάξει η μεταναστευτική πολιτική.
Ποια ανάγκη σας οδήγησε να τον επαναφέρετε στην ενεργό δράση ύστερα από τη συνταξιοδότηση;
Συνταξιοδοτήθηκε γιατί έφτασε τα 60 και αυτή η ηλικία είναι το όριο συνταξιοδότησης των αστυνομικών στη Σκωτία. Πληροφορήθηκα, αρκετό καιρό αργότερα, ότι υπάρχει στην πραγματικότητα μία ομάδα από τρεις συνταξιούχους και έναν εν ενεργεία επιθεωρητή που λύνουν ανεξιχνίαστες υποθέσεις, οπότε μου ήρθε η ιδέα για μία αντίστοιχη υπόθεση πέντε χρονιά μετά και αναρωτήθηκα αν θα έπρεπε να δημιουργήσω έναν καινούριο ήρωα ή να επαναφέρω τον Ρέμπους. Ήταν μία πολύ αγχωτική διαδικασία στις πρώτες σελίδες γιατί δεν ήξερα αν η φωνή του θα ακουγόταν στο κεφάλι μου μετά από τόσα χρόνια μακριά του. Αλλά στη σκηνή που στέκεται στο νεκροταφείο αποφασίζει πως θέλει να καπνίσει. Έτσι, κατάλαβα πως είναι ακόμα εδώ!
Ποιος θα ήταν για εσάς ο καταλληλότερος ηθοποιός για να υποδυθεί τον Ρέμπους;
Δεν υπάρχει ιδανικός ηθοποιός γιατί πολύ απλά ούτε εγώ έχω φανταστεί τον Ρέμπους. Είναι ουσιαστικά μία οντότητα όπου ο αναγνώστης βλέπει μέσα από τα μάτια της, βρίσκεται μέσα στο μυαλό της και στις σκέψεις της. Να φανταστείς δεν έχω δει ποτέ τις βρετανικές σειρές με τον Ρέμπους, γιατί δεν θέλω να αλλοιωθεί η εικόνα και η φωνή που έχω για αυτόν στο δικό μου μυαλό!
Το τελευταίο σας βιβλίο ονομάζεται «Άγιος ή Αμαρτωλός». Τίτλος εμπνευσμένος πάλι από ένα αγαπημένο σας τραγούδι. Η μουσική και η ποίηση είναι, άλλωστε, μερικές από τις αγαπημένες σας ασχολίες. Ποιες άλλες αγαπημένες ασχολίες του Ράνκιν δε γνωρίζουμε;
Δεν είμαι ο άνθρωπος που έχω χόμπι. Πηγαίνω στα μπαρ και πίνω την αγαπημένη μου μπύρα, λύνω σταυρόλεξα αυξημένης δυσκολίας (προσπαθώ κάθε πρωί να λύσω το σταυρόλεξο στους Times), ενώ, όταν έγινα 50, αποφάσισα να προσέξω τη φυσική μου κατάσταση και ξεκίνησα τρέξιμο. Δεν θα το έλεγα ακριβώς τζόκινγκ, παρά γρήγορο περπάτημα. Αγοράζω βινύλια, πηγαίνω συχνά σε ένα κατάστημα κάθε εβδομάδα και συνεχίζω να υποστηρίζω την ίδια ομάδα. Με λίγα λόγια, είμαι ένας απογοητευμένος ροκ σταρ!
Προτιμάτε να γράφετε με τον παλιό τύπο, σε γραφομηχανή ή στον υπολογιστή;
Έχω τον ίδιο υπολογιστή εδώ και δεκαετίες, με ένα παλιό λειτουργικό σύστημα, τον οποίο δεν έχω αλλάξει. Μόλις πριν από λίγες ημέρες χάλασε η οθόνη και απλά την αντικατέστησα χωρίς να πειράξω οτιδήποτε άλλο.
Υπάρχει κάποια ρουτίνα που ακολουθείτε τις μέρες που γράφετε κάποιο βιβλίο;
Προσπαθώ να δουλεύω εφτά μέρες την εβδομάδα. Οι ώρες ποικίλουν. Άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, πάντοτε, όμως, στο γραφείο μου. Περίπου οκτώ σελίδες την ημέρα. Και πάντα με τη συνοδεία μουσικής, κλασσικής ή τζαζ, οτιδήποτε με ενορχήστρωση. Δεν μπορώ να γράφω στα ταξίδια, ζηλεύω τους συγγραφείς που μπορούν. Δημιουργώ το πρώτο κείμενο στον υπολογιστή, το εκτυπώνω, κάνω χειρόγραφες διορθώσεις και συνεχίζω να γράφω. Το πρώτο κείμενο το διαβάζω μόνο εγώ, το δεύτερο η γυναίκα μου και το τρίτο πηγαίνει στον εκδότη. Όταν δεν έχω ιδέες ή έμπνευση, βγαίνω μία βόλτα, να αλλάξω τον αέρα μου και επιστρέφω.
Ήταν συνειδητή η επιλογή του να γράφετε βιβλία σε πραγματικό χρόνο;
Ξεκάθαρα, για να μπορώ να χρησιμοποιώ πραγματικά γεγονότα, κάτι που βοηθάει τον αναγνώστη να ταυτίζεται περισσότερο με τον ήρωα. Γιατί μεγάλωσαν μαζί με τον Ρέμπους και όλο αυτό το κάνει πιο προσιτό και αληθοφανές.
Δεν είμαι ο άνθρωπος που έχω χόμπι. Πηγαίνω στα μπαρ και πίνω την αγαπημένη μου μπύρα, λύνω σταυρόλεξα αυξημένης δυσκολίας (προσπαθώ κάθε πρωί να λύσω το σταυρόλεξο στους Times), ενώ, όταν έγινα 50, αποφάσισα να προσέξω τη φυσική μου κατάσταση και ξεκίνησα τρέξιμο. Δεν θα το έλεγα ακριβώς τζόκινγκ, παρά γρήγορο περπάτημα. Αγοράζω βινύλια, πηγαίνω συχνά σε ένα κατάστημα κάθε εβδομάδα και συνεχίζω να υποστηρίζω την ίδια ομάδα. Με λίγα λόγια, είμαι ένας απογοητευμένος ροκ σταρ!
Στο βιβλίο οι αστυνομικοί της δεκαετίας του 80', που ήταν ο ίδιος ο νόμος, έρχονται σε κόντρα με το αυστηρό τμήμα εσωτερικών υποθέσεων του σήμερα. Θεωρείτε πως έχουν εξαφανιστεί τελείως τα «αμαρτωλά» φαινόμενα κατάχρησης από τη σκωτσέζικη αστυνομία;
Στο Ηνωμένο Βασίλειο γενικότερα έγιναν γνωστά, το τελευταίο διάστημα, κάποια τέτοια φαινόμενα. Απλά στις μέρες μας είναι πολύ πιο δύσκολο να καταχραστούν την εξουσία οι αστυνομικοί λόγω των μίντια. Υπάρχουν, άλλωστε, τα social media και αν κάποιος αστυνομικός στον δρόμο κακομεταχειριστεί κάποιον, όλο και κάποιος θα υπάρχει να τον τραβήξει με την κάμερα και αυτό να κάνει τον γύρο του διαδικτύου μέσα σε λίγα λεπτά.
Ποιο έγκλημα της πραγματικής ζωής της χώρας σας θα θέλατε να έχει λύσει ο Ρέμπους;
Υπάρχουν δύο υποθέσεις στη Σκωτία, με τις οποίες θα ήθελα να ασχοληθώ. Η μία αφορά τη μαζική δολοφονία, στο Dunblane School, όπου ένας ένοπλος εισέβαλλε και σκότωσε παιδιά. Σκέφτηκα να γράψω κάτι, αλλά ήταν πολύ φρέσκο, πολύ επώδυνο και αφορούσε παιδιά. Δεκαοκτώ άτομα σκοτώθηκαν συνολικά, μίλησα με αστυνομικούς αυτόπτες μάρτυρες για ότι είδανε αλλά είναι πολύ δύσκολο να γράψεις για μία αληθινή υπόθεση. Υπήρχε ακόμα μία υπόθεση, το 1977. Δύο νέες γυναίκες είχαν σκοτωθεί, η αστυνομία προσπάθησε να ασκήσει ποινική δίωξη στον δράστη, αλλά δεν κατάφερε να τον καταδικάσει. Όταν αργότερα, εμφανίστηκαν νέα στοιχεία έπρεπε να αλλάξει ολόκληρη η νομοθεσία για να τιμωρηθεί. Το νέο μου βιβλίο αφορά ακριβώς αυτό.
Δύο ήρωες του βιβλίου παίρνουν θέση για το μεγάλο θέμα της ανεξαρτητοποίηση της Σκωτίας. Συγκεκριμένα, ο Τζέιμς Πέιτζ, διευθυντής του αστυνομικού τμήματος, εμφανίζεται υπέρμαχος στο να μείνει η Σκωτία στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ο Πατ Μακκάσκι, Υπουργός Δικαιοσύνης, αποτελεί πρόσωπο της καμπάνιας του «Ναι» και της Ανεξαρτησίας. Ποια είναι η θέση του Ίαν και ποια η θέση των ηρώων του στο ζήτημα;
Σε όλη τη διάρκεια πριν την ψηφοφορία δεν εξέφρασα ποτέ τη γνώμη μου, γιατί θεωρώ πως ο κόσμος δεν πρέπει να επηρεάζεται από την άποψη των Celebrities, αλλά από τα δεδομένα που έχει διαμορφώσει στο μυαλό του. Μπορώ, όμως, να σου πως τι θα ψήφιζαν οι ήρωές μου. Ο Ρέμπους ξεκάθαρα «ΟΧΙ», γιατί είναι συντηρητικός και δεν του αρέσουν οι αλλαγές, η Σιμόν «ΝΑΙ» γιατί είναι νέα και ιδεολόγος και ο Φοξ θα εξέταζε όλα τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα μέχρι δύο λεπτά πριν το τέλος της ψηφοφορίας, παραμένοντας αναποφάσιστος. Ωστόσο, πρέπει να θεωρηθεί ότι για μία μερίδα των νέων που ψήσιφαν "ΟΧΙ" τα σύνορα στα ουσία δε σημαίνουν τίποτα στον σημερινό κόσμο του διαδικτύου.
Μιλώντας για συνόρα, πως κρίνετε την εκτίναξη της σκανδιναβικής αστυνομικής λογοτεχνίας;
Είναι ένα πραγματικό φαινόμενο. Τους ζηλεύω πραγματικά. Έχουν πολύ καλές δημόσιες σχέσεις και μάρκετινγκ. Πολλά από αυτά τα βιβλία, όμως, δεν είναι πραγματικά καλά. Υπάρχουν πολύ αξιόλογα μυθιστορήματα που εκδίδονται σε άλλες χώρες, αλλά δεν τραβάνε τόσο την προσοχή. Αλλά μόλις αναφερθεί το όνομα ενός Σκανδιναβού αμέσως τα μίντια τρέχουν. Αυτό που πιστεύω ότι κάνουν είναι ότι παίρνουν τα σημαντικότερα στοιχεία του νουάρ, δηλαδή σκοτεινές σκηνές, ψυχολογικές καταστάσεις και τραυματισμένους ήρωες και προσθέτουν πινελιές Χόλυγουντ όπως κατά συρροή δολοφόνους. Κι όλο αυτό δίνει μία υπερβολή, πέρα του εφικτού, στα συγκεκριμένα βιβλία. Είναι κρίμα, πάντως, που δεν έζησε περισσότερο ο Στιγκ Λάρσον για να δούμε τη συνέχεια του έργου του.
Ποιο αστυνομικό μυθιστόρημα θα πρέπει να διαβάσει κανείς οπωσδήποτε πριν πεθάνει;
Θα πρότεινα το «Dr Jekyll and Mr Hyde», όπου μπορεί κάποιος να κατανοήσει γιατί κάποιος κάνει άσχημες πράξεις. Υπάρχει μία χημική επεξήγηση. Αν ξύσεις λίγο κάτω από την επιφάνεια του πολιτισμού, μπορείς να ανακαλύψεις την αλητεία. Κάτι παρόμοιο συνάντησα στο διδακτορικό μου, καθώς μελετώντας την Μιουρέλ Σπαρκ και συγκεκριμένα το έργο της «The Prime of Miss Jean Brodie» ανακάλυψα έναν χαρακτήρα, ο οποίος βασιζόταν σε ένα αληθινό άτομο που ήταν ευγενής το πρωί και διαρρήκτης το βράδυ.
Όλοι οι συγγραφείς έχουν προσδώσει ένα τέλος στους ήρωές τους. Άλλοι τους σκοτώνουν άλλοι τους συνταξιοδοτούν, άλλοι, όπως ο Μάνκελ, τους απενεργοποιούν με ασθένειες όπως το Αλτσχάιμερ. Ποιο τέλος αρμόζει στον Ρέμπους και ποιο στον Φοξ;
Απλά αυτό που μπορώ να αποκαλύψω είναι ότι τα επόμενα δύο βιβλία μου μπορεί να είναι και τα τελευταία του Ρέμπους.
Κλείνοντας, αν ποτέ αποφασίζατε να χρησιμοποιήσετε ένα μέρος της Ελλάδας ως σκηνικό για μία υπόθεση, ποιο θα επιλέγατε και γιατί;
Ολόκληρη η Ελλάδα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για σκηνικό εγκλήματος, γιατί πολύ είναι από τα ελάχιστα μέρη στον κόσμο όπου μπορείς να μπεις σε μία παμπ και να καπνίσεις. Κι αυτό θα ήταν ένα εξαιρετικά ισχυρό κίνητρο για τον μανιακό καπνιστή Ρέμπους να έρθει στην Ελλάδα, αν διέθετε διαβατήριο. Αν και ως δημιουργός του, έχω κάθε λόγο να αμφιβάλω ότι έχει!
*Το τελευταίο βιβλίο του Ίαν Ράνκι, «Άγιος ή Αμαρτωλός», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
*Ευχαριστούμε το City Hotel για τη φιλοξενία.
σχόλια