Ο ερωτικός κοσμοκαλόγερος
Μια διπλή επέτειος έχει επαναφέρει στο προσκήνιο τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη με εκδόσεις, εκθέσεις, εκδηλώσεις και ντοκιμαντέρ. Από τη Δέσποινα Τριβόλη.
Φέτος είναι σίγουρα το έτος Παπαδιαμάντη. Είναι μια διπλή επέτειος στη μνήμη του, μια και το 2011 γιορτάζονται τα 160 χρόνια από τη γέννησή του και τα 100 από τον θάνατό του. Από πέρσι κιόλας άρχισαν οι νέες εκδόσεις αναφορικά με τον Παπαδιαμάντη. Το πολύ ενδιαφέρον ήταν ότι, εκτός από μια συλλογή με τίτλο Ύμνος στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη σε επιμέλεια του Θανάση Νιάρχου (όπου διάφοροι πεζογράφοι, εμπνευσμένοι από το έργο του συγγραφέα, έγραψαν χριστουγεννιάτικα διηγήματα), για πρώτη φορά κάποιοι ανακάλυψαν τον Παπαδιαμάντη ως ερωτικό πεζογράφο - σε άκρα αντίθεση με τη μέχρι τώρα εικόνα του ασκητικού «κοσμοκαλόγερου». Οι εκδόσεις Πατάκη κυκλοφόρησαν το βιβλίο Ο ερωτικός Παπαδιαμάντης του Χριστόφορου Λιοντάκη, με διηγήματά του με ερωτικό θέμα, και οι εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφόρησαν μια παρόμοια έκδοση, Να είχεν ο έρωτας σαΐτες - Επτά αγαπητικά διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σε επιμέλεια Κώστα Ακρίβου. Το Μεταίχμιο γιόρτασε το έτος Παπαδιαμάντη με τρόπο ξεχωριστό: επανακυκλοφόρησαν τη Φόνισσα σε φωτογραφική ανατύπωση της πρώτης έκδοσης (να σημειωθεί ότι η Φόνισσα είχε πρωτοτυπωθεί σε μορφή βιβλίου το 1912 από τις εκδόσεις Φέξη). Το μόνο που έχει προστεθεί στην τωρινή έκδοση είναι ένας πρόλογος του Κώστα Ακρίβου. «Διαλέξαμε τη Φόνισσα γιατί θεωρήσαμε ότι είναι εμβληματικό έργο κι η επέτειος το “σήκωνε”», μας είπαν από τις εκδό- σεις Μεταίχμιο. Μάλιστα, η έκδοση «κινείται πολύ», κάτι που φάνηκε και στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Ο Κώστας Ακρίβος, εξάλλου, επιμελήθηκε και μια ολονυχτία ανάγνωσης στον Πολυχώρο του Μεταίχμιου στις 8 Απριλίου. Διαβάστηκαν ο Ξεπεσμένος Δερβίσης, η Φόνισσα και μια επιλογή από τις ανθολογίες Να είχεν ο έρωτας σαΐτες και Τα σκοτεινά παραμύθια. Το πραγματικά εντυπωσιακό είναι η μεγάλη απήχηση που είχε η εκδήλωση στον κόσμο: από τον χώρο πέρασαν πάνω από 400 άτομα, ενώ πολλοί ήταν εκείνοι που κάθονταν στον κήπο με τα διηγήματα ανά χείρας και παρακολουθούσαν τις αναγνώσεις. Κάποιοι, μάλιστα, έμειναν από τις 8 το βράδυ μέχρι τις 3 το πρωί, που τελείωσε η εκδήλωση. Κάτι αντίστοιχο έγινε και στη Θεσσαλονίκη στις 15 Απριλίου, στο Underground Εντευκτήριο, στον χώρο της Διεθνούς Έκθεσης, με ομιλίες, αναγνώσεις και προβολή ντοκιμαντέρ. Το ΕΚΕΒΙ, πάλι, έχει επανακυκλοφορήσει το λεύκωμα που εξέδωσε για τον Παπαδιαμάντη το 2001 (που εορτάζονταν τα 150 χρόνια από τη γέννησή του). Το λεύκω- μα περιέχει αποσπάσματα από πηγές, κείμενα μελετητών, καθώς και σπάνιο φωτογραφικό υλικό. Έχει επίσης διοργανώσει και μια κινητή έκθεση που γυρνάει την Ελλάδα -από βιβλιοθήκες μέχρι σχολεία- και περιλαμβάνει ταμπλό με αρχειακό υλικό. Η ΕΡΤ, επίσης, ξεκίνησε να προβάλλει από τον Ιανουάριο ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη με τίτλο «Το σκοτεινό τρυγόνι» - ο τίτλος είναι βασισμένος στους δυο πρώτους στίχους του ποιήματος Προς τη μητέρα μου («Μάννα μου, εγώ ’μαι τ’ άμοιρο, το σκοτεινό τρυγόνι / όπου το δέρνει ο άνεμος, βροχή που το πληγώνει»). Έχουμε ήδη φτάσει στο 19ο επεισόδιο και η σειρά παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα βράδυ στις 9, στην ΕΤ1.
Ρουμπινί, όπως λέμε Ντοστογιέφσκι
Η οικονομική κρίση δεν είναι μόνο θέμα στα δελτία ειδήσεων αλλά και στους τίτλους που γεμίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Από τον Σταύρο Διοσκουρίδη.
Αν ήμουν εκδότης ή επιμελητής, θα ήθελα να εκδώσω βιβλία των Στίγκλιτζ, Ρουμπινί ή Κρούγκμαν», λέει στη LifΟ o αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και βιβλιοκριτικός στο «Βήμα», Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος, και συμπληρώνει μια προϋπόθεση: «Σε μια σειρά, όμως, στην οποία θα είχαν ήδη εκδοθεί βιβλία εστιασμένα στη λεγόμενη “ελληνική” κρίση.” Ονόματα οικονομολόγων, πολιτικών επιστημόνων και κοινωνιολόγων έχουν μπει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο κι έχουν δημιουργήσει μια νέα τάση που θέλει τους εκδοτικούς οίκους να βάζουν συνεχώς στον κατάλογό τους βιβλία που αφορούν την κρίση. Παράδειγμα Η Τράπεζα - Πώς η Goldman Sachs κυβερνά τον κόσμο (Μεταίχμιο) του Mark Roche, που θεωρεί πως όλα τα δεινά του κόσμου προέρχονται από τον αμερικανικό κολοσσό που «τζόγαρε» με τα χρέη των κρατών. Μάλιστα, τα ελληνικά Swaps έγιναν αιτία πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης κι αξιωματικής αντιπολίτευσης, αφού ο Roche υποστήριξε πως η Ελλάδα μπήκε στην ΟΝΕ χρησιμοποιώντας τις μεθόδους της Goldman Sachs.
Από το τμήμα Κοινωνικών Επιστημών του βιβλιοπωλείου της Πολιτείας διαπιστώνουν πως, τελευταία, το κοινό του βιβλιοπωλείου έχει προσανατολιστεί στα αμιγώς οικονομικά βιβλία. Εκτός από την Τράπεζα, εξαιρετικά πηγαίνουν τα: Καπιταλισμός Ζόμπι του Νιλ Χάρμαν (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο), το Δόγμα του σοκ (Λιβάνης) της Naomi Klein, που συγχέει της πρακτικές της CΙΑ με αυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας και η Οικονομία της κρίσης των Ρουμπινί και Στίβεν (Πατάκης), όπου ο πρώτος, αφού προέβλεψε τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση, τώρα προτείνει λύσεις για να ξεφύγουμε από αυτή. Λύσεις προτείνουν και οι Ανήσυχοι Οικονομολόγοι στο Μανιφέστο τους από τις εκδόσεις Πόλις. Πάει ήδη σε ανατύπωση. Ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία σημειώνουν οι επανεκδόσεις του Ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα του Νίκου Μπελογιάννη από τις εκδόσεις Άγρα και της Βαριάς Βιομηχανίας στην Ελλάδα του Δημήτρη Μπάτση από τον Κέδρο.
Τέλος, όσον αφορά τις πωλήσεις της Πολιτείας, πολύ καλά πηγαίνει και η μελέτη του SOAS (Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου), όπου μια ομάδα οικονομικών μελετητών υπό τον Κώστα Λαπαβίτσα αναζητά τις αιτίες κρίσεις της Ευρωζώνης. Τι πρέπει να διαβάζουμε εμείς; Ή, καλύτερα, σε ποια βιβλία πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή; Ο κ. Σωτηρόπουλος μας επισημάνει ότι ο συστηματικός αναγνώστης οφείλει «να αναγνωρίσει ότι στη δική μας κρίση υπάρχουν ειδικές διαστάσεις της ιστορικής τροχιάς που ακολούθησαν η ανάπτυξη του ελληνικού κράτους και η ελληνική οικονομία, τουλάχιστον από το 1974 έως σήμερα.
Τέτοιες διαστάσεις δεν καλύπτονται από γενικού τύπου αναλύσεις για την ευρύτερη κρίση του καπιταλισμού στον κόσμο σήμερα». Το μήνυμα της εκδοτικής σειράς που θα επιμελούνταν ο ίδιος θα ήταν το εξής: «Να κατανοήσουμε την τρέχουσα κρίση στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες εκ μέρους όχι μόνο διαδοχικών κυβερνήσεων αλλά και κοινωνικών εταίρων, λαμβάνοντας προφανώς υπόψη ότι η “ελληνική” κρίση δεν θα ήταν τόσο οξυμένη αν δεν συνέπιπτε με τη διαφορετικής προέλευσης παγκόσμια οικονομική κρίση».
Η ανάγνωση των tech lovers
Αν στην Ελλάδα τού σήμερα αγαπάς την τεχνολογία και θες να ενημερωθείς για τις σύγχρονες τάσεις, μην ψάξεις τη λύση στα βιβλιοπωλεία, αλλά στην ίδια την τεχνολογία και στο διαδίκτυο. Από τον Νικόλα Μπογιόπουλο.
Το διάβασμα των βιβλίων και η τεχνολογία είναι σε αντίθετα στρατόπεδα αυτήν τη χρονική στιγμή. Όχι πως αν ασχολείσαι με την τεχνολογία δεν διαβάζεις βιβλία, αντιθέτως. Η διαμάχη γίνεται στη μορφή τους. Τα κλασικά τυπωμένα, δεμένα βιβλία φαντάζουν στα μάτια των απανταχού gadget lovers σαν νεκρά δέντρα, τα οποία μάλιστα έχουν και πολύ βάρος για να τα έχεις μαζί σου, ενώ μπορείς να έχεις εκατοντάδες βιβλία με μερικά γραμμάρια στην τσάντα σου, σε συσκευές όπως το Kindle ή το iPad. Και με τον πιο οικολογικό τρόπο. Μια ξεκάθαρη τάση για το πού οδεύει το μέλλον του βιβλίου, στην οποία, κλασικά, η χώρα μας έχει μείνει πίσω.
Τι γίνεται, όμως, όταν το θέμα δεν είναι η σχέση της τεχνολογίας με τα βιβλία, αλλά τα ίδια τα βιβλία που αφορούν την τεχνολογία; Κι εδώ τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Τουλάχιστον, όσον αφορά τις τάσεις, είναι λες κι είμαστε στην αρχή της χιλιετίας αντί για το ξεκίνημα της δεύτερης δεκαετίας της. Είναι εξέλιξη μεν, είμαστε μία δεκαετία πίσω δε. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς από τους τίτλους που υπάρχουν στο εκάστοτε τμήμα τεχνολογί- ας των βιβλιοπωλείων (όπου αυτά υπάρχουν), σε σχέση με το τι διαβάζει για το ίδιο θέμα ο υπόλοιπος δυτικός κόσμος.
Στα μεγάλα βιβλιοπωλεία της Αθήνας πριν από 10 χρόνια δεν έβρισκες καν βιβλία που αφορούσαν την τεχνολογία. Σήμερα, βλέπεις κυρίως εγχειρίδια και βιβλία προγραμματισμού. Δεν είναι τόσο τμήματα τεχνολογίας όσο τμήματα πληροφορικής. Πώς να γράψεις Java, To internet για ηλίθιους, Το twitter για ηλίθιους, Τα Windows για ηλίθιους είναι μερικοί από τους τίτλους που θα βρεις στα ράφια. Κάτι που στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης διάβαζαν με το μεγάλο boom του διαδικτύου πριν από 10 χρόνια ή που τώρα διαβάζουν γιαγιάδες για να καταλαβαίνουν τι τους λένε τα εγγόνια τους. Μόνες εξαιρέσεις αποτελούν βιβλία για το πώς λειτουργούν διάφορα gadgets όπως το How things work. Είναι καλό που υπάρχουν, αλλά δεν είναι αρκετά, μια κι η τεχνολογία δεν περιορίζεται σε «how to» οδηγούς. Επιπλέον, είναι στην αγγλική γλώσσα. Στα ελληνικά, πέραν κάποιων βιβλίων προγραμματισμού, θα βρεις όσα ο τίτλος τους καταλήγει στο «για ηλίθιους».
Ευτυχώς, όμως, υπάρχουν το διαδίκτυο και βιβλιοπωλεία όπως το Amazon. Φυσικά, μπορείς να παραγγείλεις ό,τι τίτλο θες και στα μεγάλα βιβλιοπωλεία εδώ, θα περιμένεις όμως περίπου έναν μήνα για να έρθει στα χέρια σου. Εκτός αν έχεις την ταμπλέτα του Ιησού (iPad) ή το Kindle, ώστε να κατέβει οτιδήποτε σε δευτερόλεπτά στην οθόνη σου - οι διαδικτυακές παραγγελίες είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσεις για να ενημερωθείς για τη σύγχρονη τεχνολογία.
Η άνοδος κι η άνοδος του ελληνικού κόμικ
5 Έλληνες κομίστες και 2 εκδότες αναλύουν το φαινόμενο της έκρηξης των εικονογραφημένων ιστοριών. Από τον Φώτη Βαλλάτο.
Στο φετινό Comicdom Com της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης παρουσιάστηκαν πάνω από τριάντα νέες εκδόσεις Ελλήνων δημιουργών. Παρόλο το κλείσιμο του ενθέτου «9» της «Ελευθεροτυπίας» (που έβαζε τον κόσμο του κόμικ εβδομαδιαία σε χιλιάδες σπίτια) και της γενικότερης οικονομικής κρίσης, το ελληνικό κόμικ μοιάζει να βρίσκεται στην καλύτερή του φάση. Το παρακάτω ρεπορτάζ βασίστηκε σε μια αρχική, καθολική διαπίστωση ότι βρίσκομαστε στην αυγή του ελληνικού graphic novel, ακολουθώντας το αντίστοιχο αμερικανικό hype των τελευταίων ετών. Η αλήθεια είναι ότι οι ίδιοι οι comic artists κι όσοι ασχολούνται με τον χώρο δεν δέχονται τον όρο graphic novel.
«Το graphic novel είναι ένας αδόκιμος όρος, που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον όρο κόμικ μ’ ένα πιο φανταχτερό “περιτύλιγμα”. Κι ο όρος κόμικ μπορεί να είναι αδόκιμος –όλα τα κόμικς δεν είναι κωμικά- αλλά τουλάχιστον είναι ένα όρος καθιερωμένος κι έχει διαρκέσει σχεδόν έναν αιώνα. Ευτυχώς, αυτή δεν είναι μόνο δική μου θέση αλλά και πολλών σημαντικών δημιουργών, όπως ο Neil Gaiman και ο Alan Moore, καθώς και εκδοτών του χώρου, που δεν ντρέπονται να λένε πως φτιάχνουν ή εκδίδουν κόμικς», λέει ο Λευτέρης Σταυριανός, εκδότης της Jemma Press και ιδιοκτήτης των comic-shops Jemma Books & Comics. Πάντως, όλοι δέχονται ότι τουλάχιστον όταν ένα κόμικ είναι αυτοτελές, μπορεί να θεωρηθεί graphic novel.
«Πλέον, ένας δημιουργός δεν έχει λόγο να κάνει μικρές ιστορίες, αυτοτελείς ή σε συνέχειες, από τις οποίες θα αμειφθεί άμεσα και που κάποια στιγμή θ’ αποτελέσουν ένα πιθανό άλμπουμ. Νομίζω πως θα πάρει ευκολότερα την απόφαση να κάνει μια μεγαλύτερη αυτοτελή ιστορία, να την εκδώσει και να περιμένει από τις πωλήσεις για όποιο κέρδος. Φυσικά, αυτό ακόμα είναι πολύ μικρό για πολλούς λόγους. Εγώ βλέπω πως οι δημιουργοί που ξεπετάχτηκαν την τελευταία δεκαετία στον χώρο των κόμικς στην Ελλάδα, αν επιλέξουν τα graphic novels ως φόρμα αφήγησης, τώρα πλέον είναι έτοιμοι να μας δώσουν αρκετά καλά πράγματα, αρκεί, βέβαια, να στηριχτούν από εκδότες και κοινό», λέει ο κομίστας Γιώργος Γούσης, που πρόσφατα κυκλοφόρησε το καταπληκτικό Ιστορίες απ’ τις αθώες εποχές στις εκδόσεις ΚΨΜ. Το Logicomix των Απόστολου Δοξιάδη, Χρίστου Παπαδημητρίου κι Αλέκου Παπαδά- του, που κυκλοφόρησε στα τέλη του 2008, ήταν στην ουσία αυτό που άρχισε να κινητοποιεί αυτού του είδους την αγορά, βάζοντας ψηλά τον πήχη για τους επίδοξους συνεχιστές του είδους. Ήταν όμως το πρώτο; «Όχι, το ξεκίνημα δεν έγινε με το Logicomix. Υπήρχαν και πιο παλιά ελληνικά graphic novels: Το μαύρο είδωλο της Αφροδίτης του Γιάννη Καλαϊτζή (1990), το Χαμένο Φάσμα του Τάσου Αποστολίδη και της Μαρίας-Ηλέκτρας Ζογλοπίτου (1995), ο Παρίας του Λέανδρου (1999) κι η Γεννήτρια του Βασίλη Λώλου (2004), για να αναφέρω μόνο μερικά.
»Αυτό, όμως, που κατάφερε το Logicomix ήταν να πουλήσει πάρα πολλά αντίτυπα. Αντίτυπα που δεν είχε φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε να πουλήσει κάποιο ελληνικό comic/graphic novel», λέει ο Τάσος Παπαϊωάννου, κομίστας και ιδρυτής της εκδοτικής Giganto Books. «Από τα καλύτερα ελληνικά κόμικς είναι τo Μια καρδιά για τον Λεοντόκαρδο του Ηλία Κυριαζή από την Jemma Press, το Δεν είναι αυτό που νομίζεις του Τάσου Ζαφειριάδη (σε σενάριο του Λουκά Τσουκνίδα και σχέδιο του Παναγιώτη Πανταζή) και το ΖΧ του Ηelm από τις εκδόσεις Comicworld», λέει ο Γιώργος Γούσης. «Εξαιρετικό είναι και το Old city blues του Γιάννη Μιλονογιάννη που μπορείτε να το διαβάσετε και online στο oldcityblues.com», λέει ο Τάσος Μαραγκός (woodencrown.com), που μόλις κυκλοφόρησε το δεύτερο τεύχος του «Swan Songs» με τίτλο Fleeting Feathers.
«Έκτος από τις Αθώες Εποχές και το ZX, το Feathers του Έκτορα είναι ό,τι πιο έξυπνο κι ιδιαίτερο έχω διαβάσει από Έλληνα δημιουργό», λέει ο Παναγιώτης Πανταζής, ο οποίος έχει εκδώσει στη Giganto το Τώρα πια ξυπνάω με τον ήλιο και τα 5 τεύχη του «Common Comics», ενώ λίγο καιρό πριν κυκλοφόρησε απ’ τις εκδό- σεις Jemma το Δεν είναι αυτό που νομίζεις #1. «Εγώ ξεχώρισα, εκτός από το Feathers, το Mars του Χρήστου Σταμπουλή και το καινούργιο κόμικ του Tomek», λέει ο Τάσος Μαραγκός, που βγάζει εδώ και 4 χρόνια το «Krak Κomiks».
«Τα κόμικς έπαψαν σιγά σιγά να απαντώνταιμόνο στα περίπτερα, βρήκαν θέση και σε ράφια βιβλιοπωλείων. Αυτό έχει βοηθήσει στην απενοχοποίηση και την αποδοχή τους από ένα ευρύτερο κοινό που, ίσως, πριν από μερικά χρόνια πίστευε πως το συγκεκριμένο είδος αναγνώσματος απευθύνεται σε παιδιά», συμπληρώνει ο Λευτέρης Σταυριανός.
Ο παράγοντας Ανατολή
Ένα debate για το αν το ελληνικό αναγνωστικό κοινό έχει στρέψει το ενδιαφέρον του σε βιβλία που αφορούν ή διαδραματίζονται στην Τουρκία και στις αραβικές χώρες. Από τον Φώτη Βαλλάτο.
To 2010 συνέβη κάτι πολύ εντυπωσιακό στον ελληνικό εκδοτικό χώρο. Το βιβλίο του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου Το στρατηγικό βάθος: Η διεθνής θέση της Τουρκίας με θέμα τη διεθνή θέση της Τουρκίας και την εξωτερική της πολιτική έγινε μπεστ σέλερ στην Ελλάδα. «Μας εξέπληξε που το βιβλίο αυτό έγινε μπεστ σέλερ το 2010, δηλαδή τη χρονιά που κυκλοφόρησε στα ελληνικά, στις εκδόσεις Ποιότητα. Μετά, ήρθε η τεράστια επιτυχία της διάλεξης του διανοούμενου και συγγραφέα Ορχάν Παμούκ στο Megaron Plus, για να εδραιώσει ίσως την πεποίθηση ότι το ελληνικό κοινό κοιτάζει πια και προς τα ανατολικά. Νομίζω, όμως, ότι αυτό το ενδιαφέρον δεν σχετίζεται με τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή μας. Εδώ και αρκετά χρόνια πολλοί συγγραφείς από την Τουρκία και τις αραβικές χώρες μεταφράζονται και συμβάλλουν στην εξοικείωση, ακόμη και στη συνενοχή του ελληνικού αναγνωστικού κοινού με τον κόσμο αυτών των συγγραφέων», λέει ο Νίκος Μπακουνάκης, αρχισυντάκτης στο «Βήμα της Κυριακής» και διευθυντής στο ένθετο «Βιβλία» της εφημερίδας. «Δεν γνωρίζω εάν υπάρχει αύξηση του ενδιαφέροντος του ελληνικού κοινού για συγγραφείς που προέρχονται από την Τουρκία και τις αραβικές χώρες. Ειδικά όσον αφορά τους Τούρκους συγγραφείς, πέρα από τον Ορχάν Παμούκ, ο οποίος κάνει παγκόσμια επιτυχία και μάλλον οι πωλήσεις του είναι ποσοστιαία πολύ περισσότερες σε άλλες χώρες απ’ ό,τι στην Ελλάδα, δεν έχω υπόψη μου κάποιον άλλον που να κερδίζει στη χώρα μας σημαντικό αριθμό αναγνωστών τα τελευταία χρόνια.
Όσο για τους Άραβες συγγραφείς, πολλοί μεταφράζονται και διαβάζονται από τους Έλληνες αναγνώστες εδώ και δεκαετίες. Το Γυμνό Ψωμί του Μοχάμεντ Σουκρί μεταφράστηκε το 1981, ο Ναγκίμπ Μαχφούζ τουλάχιστον από το 1997, η (ο) Γιασμίνα Χάντρα το 2001 και πόσοι άλλοι», λέει ο Γιάννης Καλπούζος, ο οποίος έχει γράψει το βιβλίο Άγιοι και Δαίμονες (εκδόσεις Μεταίχμιο), μέσα από το οποίο επιχειρεί «την αναπαράσταση της ανθρωπογεωγραφίας, της τοπιογραφίας και του λαογραφικού μωσαϊκού της Πόλης από το 1808 μέχρι το 1831». «Οι μεγάλοι νομπελίστες, όπως ο Ναγκίμπ Μαχφούζ από την Αίγυπτο ή ο Ορχάν Παμούκ από την Τουρκία, αγαπήθηκαν γιατί οι ιστορίες κι η γραφή τους είναι αδύνατον να μην αγγίξουν την ανθρώπινη, και όχι μόνο την ελληνική, ψυχή. Επίσης, και ο αραβικός κόσμος έχει τις δύο τελευταίες δεκαετίες αναδείξει μια νέα λογοτεχνική γενιά, η οποία απειροελάχιστα είναι μεταφρασμένη στη γλώσσα μας», λέει η δημοσιογράφος Ελένη Ψυχούλη και φανατική αναγνώστρια αυτού του είδους της λογοτεχνίας.
Όσο για το αν τα προηγούμενα χρόνια η ανάγνωση Τούρκων συγγραφέων ήταν ταμπού για το ελληνικό κοινό, ο κ. Μπακουνάκης σημειώνει: «Δεν νομίζω ότι ήταν ταμπού. Μην ξεχνάτε ότι γενιές και γενιές Ελλήνων μεγάλωσαν με λαϊκά αναγνώσματα του τύπου Η ωραία του Πέραν. Αλλά τώρα το ενδιαφέρον είναι μεγαλύτερο, και γι’ αυτό ευθύνονται και οι Έλληνες συγγραφείς που για διάφορους λόγους ο καθένας (νοσταλγία, εξωτισμός κ.λπ.) έγραψαν βιβλία… ανατολικά. Θυμίζω την τεράστια επιτυχία του μυθιστορήματος Οι μάγισσες της Σμύρνης της Μάρας Μεϊμαρίδη. Αλλά, κατά τη γνώμη μου, το καλύτερο μυθιστόρημα του είδους είναι ο Τούρκος στον κήπο του Γιάννη Ξανθούλη. Για την αύξηση των τίτλων που κυκλοφορούν στα ελληνικά ευθύνονται και οι… πολιτικές προώθησης. Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στην πολιτική των Τούρκων να χρηματοδοτούν συστηματικά μεταφράσεις συγγραφέων τους».
Τέλος, ως προς το αν οι πρόσφατες εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες έχουν στρέψει το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού σε αναγνώσματα που προέρχονται από αυτές τις περιοχές, ο κ. Μπακουνάκης διατηρεί τις επιφυλάξεις του: «Δεν νομίζω ότι η “αραβική άνοιξη” συνοδεύτηκε και από αύξηση αναγνωστικού ενδιαφέροντος για Άραβες συγγραφείς. Διαβάζαμε -όσο διαβάζαμε- τους Άραβες συγγραφείς από το Μαρόκο, όπως τον Ταχάρ Μπεν Ζελούν, ή από την Αλγερία, όπως τη (τον) Γιασμίνα Χάντρα, επειδή μας έρχονταν από τη Γαλλία, από τα γαλλικά και με γαλλικά πιστοποιητικά ποιότητας. Διαβάζαμε Ναγκίμπ Μαχφούζ επειδή πήρε το Νόμπελ και ήταν η “φωνή της Αιγύπτου”. «Δεν ξέρω αν έπρεπε να γίνουν οι διαδηλώσεις της Ταχρίρ για να καταλάβει ο Έλληνας, που έχει μονίμως στραμμένο το βλέμμα στα Prada, το ΔΝΤ και το Λονδίνο της Δύσης, ότι τις τελευταίες δεκαετίες η Ανατολή ορίζει τον χάρτη του μελλοντικού κόσμου. Εγώ ακόμη τα βιβλία μου τα αγοράζω στο Παρίσι, στα γαλλικά, γιατί η Ευρώπη έχει μια ανυπολόγιστη σε όγκο βιβλιογραφία ανάλυσης του αραβικού κόσμου που ουδέποτε θα περάσει το ελληνικό κατώφλι. Οπότε αυτή η “στροφή” του ενδιαφέροντος μου ακούγεται αστεία», λέει η κ. Ψυχούλη.
σχόλια