Ο χλομός Δασκαλάκος –με χιλιοτριμμένο ρούχο, καρδιά, σώμα και μυαλό. Ακόμα τον βλέπω. Ξεσκόνιζε διαρκώς τα παλιά λεξικά και τις γραμματικές του, μ’ ένα παράξενο μαντήλι, στολισμένο κοροϊδευτικά με όλες τις χαρούμενες σημαίες απ’ όλα τα γνωστά έθνη του κόσμου. Του άρεσε να ξεσκονίζει τις παλιές του γραμματικές. Tου θύμιζε κάπως μαλακά το μελλοντικό θάνατό του.
(Από την «εισαγωγή» του Μόμπι Ντικ)
-Με έναν τρόπο είστε ένας χρονικογράφος της Νέας Υόρκης. Τι είναι αυτό που κάνει την αμερικανική μητρόπολη ιδανικό σκηνικό για την αλλόκοτη -όπως τη χαρακτηρίζετε- μυθοπλασία σας;
«Χωρίς να γίνεται το κεντρικό μου θέμα, η αλήθεια είναι πως η Νέα Υόρκη κάπως καταφέρνει και επιστρέφει ξανά και ξανά στα βιβλία μου. Ο προφανής λόγος είναι βεβαίως πως αυτήν την πόλη γνωρίζω καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη. Όμως η αλήθεια είναι πως η Νέα Υόρκη είναι ένας πολύ ιδιαίτερος τόπος, η πιο κοσμοπολίτικη πόλη στον πλανήτη, μια πόλη που σου δίνει την αίσθηση πως εδώ τα πάντα μπορούν να συμβούν. Θα έλεγα πως πρόκειται για μια μικρογραφία του κόσμου, γιατί εδώ είναι συγκεντρωμένοι περισσότεροι άνθρωποι από περισσότερες διαφορετικές χώρες, από ό,τι οπουδήποτε αλλού. Η εμπειρία μιας απλής βόλτας σε έναν δρόμο της Νέας Υόρκης, της πατρίδας όλων, προσφέρει ισχυρά ερεθίσματα. Κι έπειτα, όσο όμορφη κι αν είναι η εξοχή, πόση ποίηση τελικά κλείνει μέσα του ένα βουνό; Οι άνθρωποι που συγκροτούν την ψυχή της πόλης, θα είναι πάντα πολύ πιο ποιητικοί».
-Στο έργο σας εκείνο που τελικά μοιάζει να κρατάει πρωταγωνιστικό ρόλο είναι το τυχαίο, το απρόοπτο. Εκείνα τα γυρίσματα της μοίρας που ανατρέπουν τα σχέδιά μας. Το μυθοπλαστικό σας σύμπαν στηρίζεται λοιπόν στην υποψία πως τελικά δεν είμαστε παρά έρμαια της τύχης;
«Δεν είμαστε; Νομίζω πως γράφοντας προσπαθώ να μιλήσω μάλλον για την έκπληξη που είναι η ζωή, να την αποδεχτώ γι' αυτό που είναι - απρόβλεπτη. Φυσικά έχουμε ελεύθερη βούληση και κάνουμε σχέδια για το μέλλον, έχουμε επιθυμίες, φιλοδοξίες. Πολύ συχνά, όμως, εκεί που κατηφορίζουμε έναν δρόμο με το μυαλό μας στον στόχο που πάμε να κατακτήσουμε, κάτι απρόσμενο θα συμβεί για να μας οδηγήσει σε άλλη κατεύθυνση. Ας πούμε ότι υπάρχει ένας νεαρός άνδρας που βαδίζει στον δρόμο. Πηγαίνει στην Ιατρική Σχολή για να δώσει εξετάσεις για το πτυχίο του. Ξαφνικά ένα μεγάλο δέντρο πέφτει κάτω και του κλείνει τον δρόμο. Για να συνεχίσει, πρέπει να ακολουθήσει ένα μονοπάτι μέσα από το δάσος. Κι εκεί θα τον περιμένει μια περιπέτεια που ίσως αλλάξει την πορεία της ζωής του, ίσως αυτό που θα του συμβεί μέσα στο δάσος τον κάνει να αλλάξει και στόχο ζωής. Θα γίνει γιατρός τελικά; Εκείνο το πεσμένο δέντρο που τον έβγαλε από τον δρόμο του είναι που ενδιαφέρει εμένα ως συγγραφέα. Πολλά από τα βιβλία μου αρχίζουν σε αυτό το σημείο, έπειτα από το οποίο ο ήρωας πρέπει να αναμετρηθεί με μια νέα πραγματικότητα».
(απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε ο Πολ Όστερ στην Κατερίνα Οικονομάκου)
"Οι συμπτώσεις παίζουν καίριο ρόλο στο σύμπαν του Όστερ με τη μοίρα να ρίχνει παντού βαριά της σκιά της. Χαρακτήρες που ξαναβρίσκουν τυχαία τους χαμένους γονείς τους, τυχαίες συναντήσεις που καταλήγουν σε κοσμογονικές αλλαγές ζωής, η ζωή τυλιγμένη στην μπίλια της ρουλέτας…
Θυμάμαι, κάποια στιγμή του διηγήθηκα μια απίστευτη ιστορία που μου συνέβη κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου μου «Μπαρ Φλωμπέρ», ενός βιβλίου που μιλά ουσιαστικά για την αναζήτηση του πατέρα, όταν, εντελώς τυχαία, μέσω της προτροπής ενός αγνώστου, τοποθέτησα την τελική σκηνή - όπου ο κεντρικός ήρωας επιτέλους λύνει τα της καταγωγής του και βρίσκει τον βιολογικό αλλά και πνευματικό του πατέρα - στα Λαγκάδια Αρκαδίας. Τα Λαγκάδια εντέλει αποδείχτηκε πως ήταν ο τόπος της δικής μου καταγωγής, κάτι που έμαθα συγκλονισμένος αφού είχα γράψει το βιβλίο… Την «δύναμη» αυτή την ονόμασα, κάπως ρομαντικά, «ο Άγγελος της Αφήγησης». Όμως ο Όστερ με διόρθωσε: «Δεν είναι συμπτώσεις αυτά, είναι η ‘Μηχανική της Πραγματικότητας’, έτσι δουλεύει ο κόσμος».
Με μια φράση η συμπύκνωση της πεζογραφίας του."
Για το ΔΙΑΒΑΖΩ, Αλέξης Σταμάτης
σχόλια