Το Amphicar Studio παρουσιάζει την ομαδική έκθεση “Studio Encounters” σε επιμέλεια της Οντέτ Κουζού
Η έκθεση με τίτλο “Studio Encounters” συγκεντρώνει έργα από εικοσιένα εικαστικούς και διερευνά ζητήματα οικειότητας επικεντρώνοντας στη σχέση των καλλιτεχνών με τα στούντιο τους.
Το Amphicar Studio είναι ένας artist-run χώρος που ιδρύθηκε από την εικαστικό Μαριλία Κολυμπίρη, και με τον οποίο στοχεύει να δημιουργήσει μία ανοιχτή σε συνεργασίες πλατφόρμα καλλιτεχνών ώστε να προσεγγίσει την εγχώρια σύγχρονη εικαστική σκηνή.
Συμμετέχοντες/ουσες εικαστικοί: Αντωνάκης, Σοφία Στέβη, Πάνος Παπαδόπουλος, Μαριλία Κολυμπίρη, Σωκράτης Φατούρος, Μαρία Λουίζου, Ευγενία Βερελή, Σοφία Γκααφάρ, Αλέξανδρος Σιμόπουλος, Ελένη Τσαμαδιά, Οδυσσέας Μουρέλλος, Μαρία Παρασχίδου, Δανάη Κωτσάκη, Γιώργος Σταματάκης, Νεφέλη Τσαντάκη, Κυριάκος Μητρόπουλος, Βανέσσα Παπανδρέου, Δήμητρα Ζερβού, Έλλη Φωτοπούλου, Αλεξάνδρα Μάντζου-Σακελλαριάδου, The Krank.
Η έκθεση με τίτλο “Studio Encounters” συγκεντρώνει έργα από εικοσιένα εικαστικούς και διερευνά ζητήματα οικειότητας επικεντρώνοντας στη σχέση των καλλιτεχνών με τα στούντιο τους. Με έμφαση σε αυτή την ιδιάζουσα σχέση, οι χώροι εργασίας μετατρέπονται σε μία συνεκτική έκθεση η οποία πλέον λειτουργεί αναφορικά ως προς τον προσωπικό χώρο του στούντιο των καλλιτεχνών. Σε αυτό το πλαίσιο, έννοιες όπως η οικειότητα/εξοικείωση είναι έντονα προσδιορισμένες και παρούσες στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την αίσθηση του χώρου της έκθεσης. Η επιλογή των έργων μέσω της επιμελητικής έρευνας έρχεται να ακολουθήσει μία σειρά από αφηγήσεις των συναντήσεων με τους καλλιτέχνες, καθώς και των συζητήσεων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης των στούντιο, και της παρατήρησης τόσο του χώρου εργασίας όσο και της δουλειάς τους. Στο βαθμό που θέλουμε να ξεπεράσουμε το παθητικό βλέμμα του/της θεατή και να κατανοήσουμε τα έργα τόσο ως προς τις οπτικές τους ιδιότητες όσο και ως προς τη σημασία τους, γίνεται επιτακτική η ανάγκη να ακούσουμε τι λένε οι ίδιοι/ες οι καλλιτέχνες γι αυτά. Ερχόμενοι/ες σε επαφή με τις διαφορετικές καλλιτεχνικές πρακτικές, μεθοδολογίες και διαδικασίες που ακολουθούνται στους τρόπους παραγωγής των έργων, ζητήματα οικειότητας με αυτές εμφανίζονται στο προσκήνιο με σκοπό να αποτελέσουν την παράμετρο γύρω από την οποία το κοινό θα βιώσει χωρικά την έκθεση.
Ο Αντωνάκης ακολουθεί μία επίμονη αρχειακή καταγραφή και αποθήκευση υλικού, σχεδόν εμμονική όπως την χαρακτηρίζει και ο ίδιος. Το αρχείο του, το οποίο χτίζει ανά τα χρόνια, υπόκειται σε μία διαρκή εξέλιξη και αποτελεί συνεχή πηγή στην οποία επιστρέφει ξανά και ξανά και από την οποία αντλεί τα θέματα του. Αυτά προέρχονται κυρίως από τηλεοπτικές σειρές, reality shows, το YouTube, και την πορνογραφία. Οτιδήποτε μπορεί να αφορά αυτό που αποκαλεί “μυθολογία της οθόνης”.
Η Σοφία Στέβη σχεδόν εξισώνει τον τρόπο σκέψης της με το χώρο εργασίας της, επινοώντας μία σύνδεση τόσο δυνατή που η ίδια της η εαυτή εναρμονίζεται με το χώρο. Η δουλειά της αφορά τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στο φαντασιακό και την πραγματικότητα, αποτυπώνοντας καταστάσεις που θα μπορούσαν να έχουν συμβεί στο φάσμα του πραγματικού όμως κάτι πάντα φαίνεται να διαφεύγει. Βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε προφορικές παραδόσεις, διηγήσεις και λογοτεχνικές αναφορές.
Ο Πάνος Παπαδόπουλος αντιμετωπίζει τη διαδικασία της δημιουργίας των έργων του ως μία μορφή διαλογισμού. Η επαναληπτικότητα της προετοιμασίας του καμβά και της παραγωγής του τελικού αποτελέσματος είναι πάντα η ίδια. Τα θέματά του αφορούν την ποιότητα της σύγχρονης καθημερινότητας, τον χώρο, τα αντικείμενα, τους ανθρώπους και την αγάπη.
Μέσω της νέας σειράς των έργων της, η Μαριλία Κολυμπίρη θέτει ερωτήματα σχετικά με την καθημερινότητα και την οικιακή ζωή θίγοντας έτσι τον εφήμερο χαρακτήρα της ζωής εν γένει καθώς και της ρουτίνας που επιλέγουμε να μας καθορίζει. Η σχέση ανθρώπου και αντικειμένου τίθεται υπό αμφισβήτηση και η εικαστικός αναρωτιέται κατα πόσο προσδίδεται πολύ μεγαλύτερη σημασία στα αντικείμενα έναντι του ανθρώπου, και κατά πόσο ο άνθρωπος παίρνει τη θέση του αντικειμένου.
Ο Σωκράτης Φατούρος ανασύρει και ανασυνθέτει εικόνες από τόπους που είτε έχουν ήδη αφανιστεί ή φέρουν την ένταση μιας επικείμενης καταστροφής. Κύρια βάση των έργων του αποτελεί η χρήση μονωτικών, δομικών υλικών, όπως η πολυουρεθάνη και οι ασφαλτικές μεμβράνες, υλικά που συνήθως προορίζονται για κατασκευαστικούς σκοπούς. Πρόκειται για μια πρακτική που βασίζεται στη διάρκεια του χρόνου (time-based) και επιχειρεί διαρκώς να ανακατασκευάζει τους τρόπους εμπειρίας και θέασης του κόσμου, αλλά και του ίδιου μας του εαυτού.
Η Μαρία Λουίζου εξερευνά ξεχασμένες παραδόσεις και οπτικές φόρμες του παρελθόντος με στόχο τη δημιουργία μιας οπτικοακουστικής εμπειρίας. Τα έργα της αποτελούνται από γλυπτικές εγκαταστάσεις οι οποίες φιλοξενούν φωνητικές συνθέσεις, αντιμετωπίζοντας τις γλυπτικές μορφές και τον ήχο σαν δύο κομμάτια που συνθέτουν ένα νέο σώμα. Διερευνά περιοχές όπως είναι η κατοίκηση του χώρου ερμηνείας, ο προσδιορισμός της ταυτότητας και η σχέση με την παράδοση, ο ερμηνευτής ως ζωντανό ηχείο και η απουσία σύγχρονων μηχανισμών έκφρασης της απώλειας είτε αυτή αφορά έναν άνθρωπο είτε έναν τόπο.
Επηρεασμένη από ζητήματα όπως η ταυτότητα, το φύλο, το κοινωνικό status, και η σεξουαλικότητα, η Ευγενία Βερελή χρησιμοποιεί παραδοσιακά μέσα όπως τα κεραμικά και το σχέδιο για να μεταφέρει προκλητικές εικόνες συνδεδεμένες με παραδοσιακές-φολκλορ αφηγήσεις και μορφές που απεικονίζουν κλασικούς μύθους και επικές μάχες ως σχόλια πάνω στη σύγχρονη κοινωνία με τις απολαύσεις και τις ατέλειές της. Τα έργα της προκύπτουν αδρά σαν να ξεπηδούν ακαριαία από έναν κόσμο εσωτερικό και αδιατάρακτο, πλασμένο όχι από αδιαφορία, αλλά από μια αδιάκοπη θέληση για αναζήτηση και παρατήρηση, ελεύθερης από τη σκοπιμότητα της συμμετοχής.
Η Σοφία Γκααφάρ διερευνά την καθημερινότητα των ανθρώπων, τις σχέσεις τους και τις «κοινωνικές κατασκευές» που παίρνουν γι’ αυτή μία άλλη μορφή. Οι φωτογραφικές της εικόνες καθορίζονται από το φαγητό, τη μόδα, το περιβάλλον, πάντα σε συνάρτηση με την επικαιρότητα και την κοινωνική πραγματικότητα που ζούμε.
Ο Αλέξανδρος Σιμόπουλος πραγματεύεται ζητήματα σχετικά με τον δημόσιο χώρο, τη φύση, την προφορική παράδοση, τη λαϊκή μυθολογία και το μύθο, τη λαϊκή τέχνη, το αφελές και το χιουμοριστικό σε σχέση με την ανθρώπινη κατάσταση και το τρέχον κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Τα ζωγραφικά έργα του αφορούν συλλογικές και προσωπικές εμπειρίες και εικόνες που αποτυπώνονται με αρκετά αμφίσημο τρόπο, αφελή, χιουμοριστικό, τρυφερό, αλλά κυνικό και σκοτεινό την ίδια στιγμή.
Η Ελένη Τσαμαδιά αντιμετωπίζει την καλλιτεχνική της πρακτική ως έναν συνεχή πειραματισμό με στόχο την παράθεση διαφορετικών στρωμάτων πληροφορίας σε μία μοναδική εικόνα. Για τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών γι΄αυτή τη στιγμιαία εικόνα χρησιμοποιεί το σώμα και τις ψυχο-βιολογικές του εμπειρίες ως το βασικό εικονογραφικό της μέσο.
Τα έργα του Οδυσσέα Μουρέλλου προκύπτουν μέσα από μια χειρονομιακή ζωγραφική βασισμένη στον αυθορμητισμό, τον αυτοσχεδιασμό και την οργανικότητα της κίνησης. Η διαδικασία της ζωγραφικής του είναι μια διεργασία εναλλασσόμενων καταστάσεων όπου η δημιουργία είναι αλληλένδετη με την καταστροφή.
Τα έργα της Μαρίας Παρασχίδου είναι επηρεασμένα από τον υλισμό και το ναρκισσισμό που επικρατεί στην εποχή μας καθώς και από τους σύγχρονους εθισμούς. Η παραμόρφωση της πραγματικότητας είναι συχνά παρούσα στους πίνακες της αφού ακολουθούν την παραμορφωμένη πραγματικότητα που προβάλλεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα οποία κυριαρχούν στις σύγχρονες κοινωνίες. Εμπνευσμένη από τον σαρωτικό βομβαρδισμό πληροφοριών μέσω των ΜΜΕ, τα έργα της στοχεύουν να επηρεάσουν τη φαντασία των θεατών και να λειτουργήσουν ως κίνητρο για προσωπική έκφραση.
Η δουλειά της Δανάης Κωτσάκη περιστρέφεται γύρω από ένα εύρος γλυπτικών και άλλων εκφραστικών μέσων. Κύριο υλικό της είναι το μέταλλο, με το οποίο κατασκευάζει κινητικά γλυπτά σε κλίμακα ανάλογη με αυτή του ανθρώπινου σώματος. Οι υβριδικές εγκαταστάσεις που συνθέτει παράγουν ήχο είτε μέσω της κίνησής τους είτε μέσω των performance της εικαστικού επενδύοντάς τες από δικές της μουσικές συνθέσεις και ηχητικά περιβάλλοντα. Στοχεύοντας στην ενεργοποίηση αισθητηριακών μηχανισμών και συναισθημάτων μέσω της αλληλεπίδρασης με το εικαστικό της έργο, ο/η θεατής καλείται να αποκομίσει μια εμπειρία.
Τα ζωγραφικά έργα του Γιώργου Σταματάκη αποσκοπούν σε μία διαδικασία καταγραφής (documentation) της σύγχρονης απομόνωσης και αποξένωσης από το δημόσιο χώρο σε συσχέτιση με την ομορφιά την οποία ο ίδιος αντιλαμβάνεται στην τέχνη. Κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός έργου θεωρεί απαραίτητο να βρεθεί ισορροπία μεταξύ της έρευνας και των τυχαίων συνθηκών, από τις οποίες θα προκύψει το έργο.
Η έννοια του ανιμισμού και του οικοκεντρισμού, οι λατρευτικές πρακτικές και η πολιτισμική κουλτούρα γηγενών πολιτισμών σε διάφορα μέρη του κόσμου είναι από τις βασικές πηγές που τροφοδοτούν την έμπνευση των έργων της Νεφέλης Τσαντάκη. Παρουσιάζοντας την κρισιμότητα της φυσικής ποικιλομορφίας λόγο της ανθρώπινης παρέμβασης, στοχεύει στην ευαισθητοποίηση ως προς τα δικαιώματα των ζώων, το σεβασμό του οικοσυστήματος και της βιοποικιλότητας, καθώς και της υποστήριξης της περιβαλλοντικής φιλοσοφίας.
Οι γλυπτικές εγκαταστάσεις του Κυριάκου Μητρόπουλου έχουν ως αφετηρία προσωπικές αφηγήσεις που φέρουν πολλαπλές αναγνώσεις. Στο έργο του πραγματεύεται θέματα σχετικά με την σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, την ανθρώπινη κατάσταση και ιδιότητα, μέσα από το άγγιγμα και τα ίχνη του.
Η Βανέσσα Παπανδρέου επικεντρώνεται σε ζητήματα που αφορούν την κίνηση της φιγούρας μέσω της σχεδιαστικής της εργασίας.
Η καλλιτεχνική πρακτική της Δήμητρας Ζερβού βασίζεται στην αποτύπωση της μνήμης και την έννοια του χρόνου. Ο γύψος αποτελεί βασικό υλικό των έργων της καθώς η σκληρότητα που αποτυπώνεται σε αυτόν με το πέρασμα του χρόνου έρχεται σε σύγκρουση με την υδατοδιαλυτή ιδιότητα του μεταφέροντας έτσι εννοιολογικά την εικόνα της ακινησιας.
Η Έλλη Φωτοπούλου χρησιμοποιεί ως βασικό της εργαλείο την παρατήρηση τόσο του περιβάλλοντος όσο και του ίδιου του εαυτού. Μέσα από την ενασχόληση της με το χώρο και τη γλυπτική διερευνά έντονες αντιθέσεις μεταξύ των στοιχείων όπως η ύλη και το άυλο, και θέτει ερωτήματα ως προς την ενσάρκωση μιας ιδέας σε μορφή, τη μεταμόρφωση της ύλης σε ήχο και πώς αυτά μπορούν να αποδοθούν είτε μορφοπλαστικά μέσω της φόρμας είτε αισθητηριακά.
Η Αλεξάνδρα Μάντζου-Σακελλαριάδου ακολουθεί μία ημερολογιακή καταγραφή των καθημερινών της παρατηρήσεων, σκέψεων, συναισθημάτων, στιγμών και εικόνων, τα οποία στη συνέχεια μεταφέρει στον καμβά. Με σκοπό παραμείνουν ζωντανά αναζητά εικαστικές μεθόδους για να τα οπτικοποιήσει έτσι ώστε να μη χαθούν με την πάροδο του χρόνου.
Ο The Krank δημιουργεί μια βαθιά εικαστική γλώσσα επηρεασμένη από τον αντίκτυπο της σύγχρονης ζωής στην ανθρώπινη ψυχολογία και την ευρύτερη κοινωνία. Με τη χρήση του γραπτού λόγου στα έργα του συνθέτει το συνειδητό με το υποσυνείδητο, επενδύοντας τα με πολλά επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας. Παραστατικές φιγούρες, σιλουέτες και νοητοί ορίζοντες συνυπάρχουν μέσα σε ένα αφαιρετικό περιβάλλον που πολλές φορές πλημμυρίζει από κρυπτογραφημένα μηνύματα με στόχο να καλλιεργηθεί μια ηθική υπόσταση μέσα στην περίπλοκη δομή της σύγχρονης ζωής.
Διάρκεια: έως Κυριακή 13 Ιουνίου
Μέρες και ώρες: Δευτέρα έως Παρασκευή 16.00-20.00 και Σάββατο-Κυριακή 12.00-20.00
Διεύθυνση: Εκάτης 7 Γαλάτσι