— Δεν είναι πολύ συνηθισμένο το έγκλημα που βρίσκεται στο επίκεντρο ενός αστυνομικού μυθιστορήματος να είναι ο βιασμός και ο φόνος να μπαίνει σε δεύτερο πλάνο. Πώς φτάσατε σε αυτή την επιλογή;

Ακριβώς αυτό ήταν το σκεπτικό μου: όταν κάποιος ακούει «αστυνομικό μυθιστόρημα», σκέφτεται μια αφήγηση που έχει ως αφετηρία ή, τουλάχιστον, στην καρδιά της έναν φόνο. Και οι συγγραφείς εγκλωβιζόμαστε σε αυτό το μοτίβο. Όπως εγκλωβιζόμαστε και από το όνομα του είδους – crime fiction, λογοτεχνία του εγκλήματος. Επικεντρωνόμαστε στο έγκλημα, στο κυνήγι του δολοφόνου, και βλέπουμε το θύμα περισσότερο ως αντικείμενο, που είτε προσπαθούμε να ταυτιστούμε μαζί του είτε μας προκαλεί αντιπάθεια (αν δεν είναι τόσο «αθώο» ή «τέλειο»). Θεωρώ πως, ως δημιουργοί, ήρθε η ώρα να ξεφύγουμε από το τριπάκι τού να βρούμε ένα ευφάνταστο έγκλημα, να σκεφτούμε δυο-τρεις ανατροπές, να δημιουργήσουμε έναν αντιήρωα ντετέκτιβ. Το θύμα μιας ανθρωποκτονίας δεν έχει φωνή επειδή είναι νεκρό, το θύμα ενός βιασμού όμως έχει. Στην πρώτη περίπτωση ο θάνατος έχει στερήσει στο θύμα τη φωνή του, στη δεύτερη το στίγμα, το τραύμα. Πλέον έχει έρθει η ώρα να δώσουμε στα θύματα φωνή. 

 

— Η πλοκή της υπόθεσης αρχίζει να εκτυλίσσεται όταν ένα θύμα, η Λινέα Μολίνς, κάνει καταγγελία, δηλαδή αναλαμβάνει δράση για να αντιμετωπίσει το τρομερό που της συνέβη. Εσείς πού δίνετε το προβάδισμα όταν γράφετε;

Στο τυχαίο/μοιραίο ή στην ενεργή συμμετοχή και εμπλοκή του εκάστοτε ήρωα σε ό,τι αφορά τη ζωή του;  Η ζωή περιέχει και τα δύο· υπάρχει και το συγκυριακό αλλά και η συνειδητή δράση. Πώς μπορώ να γράψω κάτι ρεαλιστικό ή, έστω, αληθοφανές, εάν το μυθιστόρημά μου παρουσιάζει μια «μαγική εικόνα»; Όταν γράφω, προσπαθώ να φανταστώ και πώς θα δρούσε/αντιδρούσε κάποιος ήρωας σε μια περίπτωση αλλά και τι απρόοπτα θα μπορούσαν να συμβούν. 

 

Το Ίνκουμπους, παρόλο που είναι ένα φανταστικό πλάσμα, πηγάζει από υπαρκτούς φόβους. Τα σύμβολα δεν δημιουργούνται σε κενό αέρος. Και το γεγονός πως εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα μαρτυρά τον διαχρονικό του χαρακτήρα τους. Το Ίνκουμπους είναι ένας δαίμονας που βιάζει γυναίκες που κοιμούνται. Ο δράστης της ιστορίας κάνει το ίδιο.

 

— Μέσα από τον τρόπο που προβάλλετε το θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης θίγετε και το ζήτημα της γυναικείας ενδυνάμωσης, που πλέον έχει εξελιχθεί σε κίνημα. Πώς πιστεύετε ότι μπορεί η λογοτεχνία να στηρίξει και να ενισχύσει τη θέση της γυναίκας σήμερα;

Θα ακουστώ πολύ κυνικός, αλλά είμαι της άποψης πως το μόνο που μπορεί να ενισχύσει τη θέση της γυναίκας (ή και οποιασδήποτε καταπιεσμένης, μη προνομιούχας ομάδας) είναι οι ίσες ευκαιρίες, η οικονομική ανεξαρτησία και η μισθολογική ισότητα. Όλα τα άλλα είναι εκθέσεις για τη Γ’ Λυκείου, να είχαμε να λέγαμε. Είναι το γνωστό πασπαρτού που λέμε για όλα τα προβλήματα: τα πάντα λύνονται με σωστή παιδεία και με καλλιέργεια της ανάγνωσης. Καλώς ή κακώς, τα κράτη, οι επιχειρήσεις, οι θεσμοί μάς βλέπουν ως αριθμούς και κινητά πορτοφόλια και σε αυτή την αναλογία τα πορτοφόλια των γυναικών είναι πιο λεπτά. Δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ισότητα δίχως οικονομική ισότητα. Αυτήν τη στιγμή στις ΗΠΑ αμφισβητείται η σωματική αυτοδιάθεση των γυναικών. Όχι το 1960, σήμερα, που υπάρχει ισχυρή γυναικεία παρουσία στη λογοτεχνία, που υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλομορφία στη λογοτεχνία. Η λογοτεχνία βοηθά στην ορατότητα ενός προβλήματος. Αυτό πράγματι συμβαίνει.

 

«Πλέον έχει έρθει η ώρα να δώσουμε στα θύματα φωνή»
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.

 

— Πώς σκεφτήκατε να ονομάσετε το βιβλίο σας από το Ίνκουμπους, ένα μάλλον παγανιστικό σύμβολο, δεδομένου ότι η υπόθεσή του είναι σύγχρονη και ρεαλιστική;  

Το Ίνκουμπους, παρόλο που είναι ένα φανταστικό πλάσμα, πηγάζει από υπαρκτούς φόβους. Τα σύμβολα δεν δημιουργούνται σε κενό αέρος. Και το γεγονός πως εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα μαρτυρά τον διαχρονικό του χαρακτήρα τους. Το Ίνκουμπους είναι ένας δαίμονας που βιάζει γυναίκες που κοιμούνται. Ο δράστης της ιστορίας κάνει το ίδιο.

 

— Η προσωπική ζωή του επιθεωρητή Άντερς παίρνει μια αναπάντεχη τροπή. Τι σημαίνει αυτό για την εξέλιξη του ήρωα;

Χωρίζω τα βιβλία της σειράς του Άντερς σε θεματικές τριλογίες, οπότε με την ολοκλήρωση της δεύτερης σχεδίαζα και την ολοκλήρωση ενός κύκλου. Επίπονη και αναπάντεχη ολοκλήρωση, η οποία προετοιμάζει τον επόμενο κύκλο και το reboot, κατά κάποιον τρόπο, της σειράς. Τα υπόλοιπα θα τα πούμε το 2024.

 

— Ένας Έλληνας γράφει αστυνομικές ιστορίες που συμβαίνουν στη Σουηδία με ήρωα έναν Ελληνοσουηδό επιθεωρητή. Ποιες είναι οι ελληνικές και ποιες οι σουηδικές επιρροές στο έργο σας;

Για να πω την αλήθεια, δεν ορίζω τις επιρροές μου χωρικά. Ζούμε σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, η οποία οδηγεί σε μια παγκοσμιοποιημένη λογοτεχνία. Για εμένα δεν υπάρχει ελληνική, ή σουηδική, ή αμερικανική, ή βρετανική αστυνομική λογοτεχνία. Ο χρονικός διαχωρισμός, από την άλλη, θεωρώ πως είναι πιο δόκιμος: οι επιρροές μου προέρχονται κυρίως από έργα των τελευταίων δέκα με δεκαπέντε χρόνων. Ως δημιουργός έχω περισσότερα κοινά με κάποιον άλλο σύγχρονο δημιουργό παρά με κάποιον που άρχισε να γράφει, για παράδειγμα, πριν από είκοσι ή τριάντα χρόνια. 

 

— Για τις ανάγκες του προηγούμενου non-fiction βιβλίου σας, της «Λεωφόρου Αλεξάνδρας 173», περάσατε χρόνο στη ΓΑΔΑ, μιλώντας με αστυνομικούς και βλέποντας πώς λειτουργούν εκ των έσω. Πώς έχει μεταφερθεί αυτή η εμπειρία στο «Ίνκουμπους»;

Με βοήθησε περισσότερο στο κομμάτι της ενσυναίσθησης, θα έλεγα. Με βοήθησε στο να κάνω περισσότερο focus στο θύμα. Επιπλέον, κάποιες ιστορίες και εμπειρίες από τον χρόνο που πέρασα στον ενδέκατο όροφο της ΓΑΔΑ έχουν μεταφερθεί με διακριτικό τρόπο στις σελίδες του «Ίνκουμπους». Αυτές τις κρατάω, για συναισθηματικούς λόγους, δικές μου.

 

Οδηγός Βιβλίου