«Στο σπίτι δεν μιλούσαμε πολύ ελληνικά. Η μητέρα μου, παρ' ότι Σκανδιναβή, έκανε προσπάθειες να μας μάθει τη μητρική γλώσσα του μπαμπά, αλλά, δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, έχω μείνει στα βασικά: "Θέλω ένα ποτήρι κράσι παρακάλω", "Δεν μιλάω ελλήνικα κατόλου". Μπορώ, όμως, να σας τραγουδήσω στα ελληνικά το αγαπημένο τραγούδι του μπαμπά μου». Μισό λεπτό να πατήσω το record, της λέω, και ξεκινά: «Αγκάπα με, με όλα τα λάθη που 'χω κάνει, κράτα με... λα λα λα». Και κάπως έτσι, ένα απόγευμα που στην Αθήνα ρίχνει καρέκλες, ένα κορίτσι αστείο και όμορφο πολύ με ψάχνει στο Skype, μου τραγουδά με το «καλημέρα» Πουλόπουλο, γεμίζει την οθόνη με την ενέργεια και το χαμόγελό της, τσαλακώνεται και κάνει γκριμάτσες, μου διηγείται απίθανες ιστορίες, ενώ, στο βάθος της οθόνης του υπολογιστή, χαζεύω το Λος Άντζελες.

 

«Απέναντί» μου έχω την Αριάνα Σαβάλας, μικρότερη κόρη του Τέλι Σαβάλας και της ηθοποιού-τραγουδίστριας Τζούλι Χόβλαντ, που από τα πρώτα κιόλας λεπτά της κουβέντας σού δείχνει ξεκάθαρα πως τα γονίδια που κληρονόμησε έχουν κάνει πάρτι. Φαμ φατάλ και σέξι πολύ, προσγειωμένη και καλοσπουδαγμένη, με φωνή αισθαντική και φλέβα κωμική, είναι μια τρομερή περφόρμερ και τραγουδίστρια της παγκόσμιας burlesque σκηνής που όταν ανεβαίνει στη σκηνή τρελαίνεται να ερμηνεύει παλιά κομμάτια αλλά και να διηγείται ιστορίες. Πόσο λάγνα, προκλητική και χειμαρρώδης μπορεί να γίνει θα το διαπιστώσουμε την Τετάρτη 28 Ιουνίου που η 30χρονη έρχεται στην Αθήνα με τους Postmodern Jukebox για μία συναυλία στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων, και μια ακόμα την επομένη (29 Ιουνίου), στη Μονή Λαζαριστών Θεσσαλονίκης. 

 

Κοιτάξτε, όσο δεν σου επιβάλλει κάποιος το τι θα κάνεις, είναι όλα αποδεκτά. Δέχομαι να κάνεις το σώμα σου ό,τι θες, αλλά όχι να σου λέει ο άλλος πότε να γδυθείς.

 

«Ανυπομονώ να διασκεδάσω τους Ελληνες. Ολη μου τη ζωή το περιμένω» λέει και οι αποκαλύψεις συνεχίζονται με τους ίδιους ρυθμούς. Μέσα σε λίγα λεπτά θα μάθω ότι αγαπά την Αννα Βίσση και λιώνει για τoν τσαμπουκά της Μέι Γουέστ, ότι καμαρώνει όταν της λέμε ότι μοιάζει με το είδωλο Μπέτι Μίντλερ, ότι προτιμά τη Θεσσαλονίκη από τη Σαντορίνη. Συχνά στην κουβέντα φωνάζει «Oh my goodness», έχει γέλιο γάργαρο και πρόσωπο λαμπερό που γεμίζει ενέργεια την οθόνη του υπολογιστή με το που ανοίγει το Skype. Είναι η ίδια οθόνη την οποία κουνάει πέρα δώθε για να μου δείξει τα καινούργια κοστούμια και καπέλα που έχει απλώσει στον καναπέ πλάι της και για να με ξεναγήσει στο σπίτι που διατηρεί στο Λος Άντζελες. 

 

Έχει μόλις επιστρέψει εκεί από τη Νέα Υόρκη και μετράει ώρες για να ξαναδεί την Ελλάδα. «Πόσο θα 'θελα να κάτσω μία εβδομάδα, αλλά, δυστυχώς, είμαι σε περιοδεία. Τουλάχιστον, θα δω επιτέλους την Αθήνα. Όλο στα νησιά πάω και στην πρωτεύουσα δεν έχω καταφέρει ακόμα να έρθω. Τη Σαντορίνη, τη Μύκονο και τη Θεσσαλονίκη τις ξέρω καλά. Επίσης, τον Οκτώβριο κανονίσαμε να επισκεφθούμε όλη η οικογένεια τη γενέτειρα του μπαμπά μου στη Λακωνία. Είναι κάτι που του το χρωστάμε. Βλέπετε, την πρώτη φορά που επισκέφθηκα την Ελλάδα, ήρθα ως "νύφη". Το αγόρι μου τότε ήταν Έλληνας και με ξενάγησε στην πατρίδα του, τη Θεσσαλονίκη. Το πρώτο που έκανα ήταν να κάτσω σε ένα καφενείο και να ζητήσω γιαούρτι με μέλι. Θεέ μου, τι σπουδαία ανακάλυψη» λέει γελώντας.

 

Έκτοτε, η σχέση της με την πατρίδα του μπαμπά της έχει κάνει άλματα. Ό,τι ξέρει για τη χώρα, όμως, είναι βιωματικό και δεν περνά από τις αφηγήσεις του Τέλι, καθώς, όταν εκείνος έφυγε από τη ζωή, η Αριάνα ήταν μόλις επτά ετών. «Οσο ζούσε, δεν καταφέραμε ποτέ να έρθουμε στην Ελλάδα. Καταρχάς, ο μπαμπάς μισούσε το αεροπλάνο, το φοβόταν. Επίσης, για κάποιον λόγο δεν ένιωθε άνετα να είμαστε όλοι εκεί. Είχε τόσο μεγάλο καμάρι για την πατρίδα του. Το διαπίστωσα όταν, μεγαλώνοντας, άρχισα να παρακολουθώ παλιές συνεντεύξεις του για να μη χάνω επαφή μαζί του. Ελεγα: "Θεέ μου, τι τρέλα είχε με αυτήν τη χώρα!». 

 

«Ανυπομονώ να διασκεδάσω τους Έλληνες. Το περιμένω μια ζωή»
H AΡΙΑΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΗΣ ΤΕΛΙ ΣΑΒΑΛΑΣ: «Βλέποντας τις ταινίες του, τον τρόπο που κοιτούσε κι έπαιζε με την κάμερα, ακόμα και στον "Κότζακ", καταλαβαίνω ότι είχε την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται το καλό χιούμορ. Κι αυτό ήταν που τον έκανε και σέξι, νομίζω».

 

Η μικρότερη κόρη του «Κότζακ», βέβαια, γνωρίζει καλά πως ο μπαμπάς της ήξερε πώς να αγαπά ολοκληρωτικά. «Ηταν το είδος του πατέρα που δεν έλεγε ποτέ "όχι". Η μαμά μου πάντοτε ανησυχούσε, αλλά εκείνος ήταν πάντα το ακούραστο και ήρεμο αφεντικό του σπιτιού. Μας άφηνε να περνάμε τον δρόμο, αλλά ήταν πάντα δύο βήματα πίσω για να προλάβει οτιδήποτε μπορούσε να συμβεί. Ήθελε να είμαστε ελεύθεροι και ασφαλείς ταυτόχρονα. Τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής μου ζούσαμε σε ένα ξενοδοχείο, το Sheraton των Universal Studios. Και παρόλο που σχεδόν μεγάλωσα εκεί, δεν ένιωσα ότι μου έλειπε το οικογενειακό περιβάλλον. Η μητέρα μου, βλέπετε, είχε υιοθετήσει απολύτως τον ελληνικό τρόπο ζωής: μπορούσε στις 3 το πρωί να ετοιμάζει pancakes για τα ξαδέρφια μου που ήρθαν απροειδοποίητα. Ή το Πάσχα να μαγειρεύει για όλο το σόι, συμπεριλαμβανομένων και των πρώην του μπαμπά!».

 

—Μάλλον τον αγαπούσε πολύ.

Χα χα χα, αλήθεια είναι αυτό. Αλλά κι εκείνος ήταν τόσο γλυκός άνθρωπος με όλους, ακόμα και με εκείνους που είχε χωρίσει. Τα Χριστούγεννα, για παράδειγμα, αποκλείεται να μην τρώγαμε όλοι μαζί. Με τη μαμά είχαν μεγάλη διαφορά, αλλά εκείνη έμαθε πολύ γρήγορα τρόπους να γεφυρώνει τον Βορρά με τη Μεσόγειο. Σε πείσμα όλων των προβλέψεων έμειναν μαζί είκοσι χρόνια σχεδόν, μέχρι την ημέρα που πέθανε.

 

—Κι όταν εκείνος έφυγε, πώς κρατήθηκε όλο αυτό το οικοδόμημα;

Δεν ήταν εύκολο. Χάσαμε όλοι το κέντρο του κόσμου μας. Εγώ ήμουν επτά, ο αδερφός μου εννέα και η μητέρα μας αποφάσισε πως θα έκανε τα πάντα για να έχουμε μια κανονική ζωή. Γλυκιά και προστατευτική, όπως και ο αδερφός μου, όταν μεγάλωσε, έγιναν η αιτία που τα καταφέραμε. Το πρώτο πράγμα που έκανε προκειμένου να μας εξασφαλίσει μια κανονική ζωή, μακριά από το lifestyle των διασημοτήτων, ήταν να μετακομίσουμε στη Μινεσότα. Στο Χόλιγουντ, χωρίς τον μπαμπά, δεν θα τα καταφέρναμε ποτέ. Μπορεί έντεκα χρόνια που μείναμε εκεί να μη συνήθισα το κρύο, αλλά μπορούσα να παίζω στην αυλή του σπιτιού, πράγμα αδιανόητο για το Λος Άντζελες, όπου όλοι τρέμουν τις απαγωγές.

 

—Μια γυναίκα τόσο προσγειώμενη σαν την μητέρα σας πώς αντέδρασε όταν της ανακοινώσατε ότι θα γίνετε καλλιτέχνις;

Πατάει πολύ γερά στη γη, αλλά είναι και καλλιτέχνις και η ίδια. Χάρηκε πολύ που σπούδασα θέατρο κι έπειτα ασχολήθηκα με το τραγούδι. Ούτε που θα μπορούσα να διανοηθώ τι θα είχε πάθει αν της έλεγα ότι θα ασχολιόμουν με τα οικονομικά. Αυτό που σίγουρα θα κάνω κάποια στιγμή, ακόμα κι αν χρειαστεί να φτάσω στα 80, είναι να πάρω το πτυχίο μου από το πανεπιστήμιο. Το χρωστάω στον πατέρα μου που πάντοτε ήθελε να σπουδάσουμε. 

 

—Τι άλλο κληρονομήσατε από εκείνον; 

Το χιούμορ του, αδιαμφισβήτητα. Η μαμά, για παράδειγμα, όταν πρωτοείδε τα σόου μου, μου είπε: «Αυτό το μπρίο και τη διάθεση για πλάκα δεν τα έχεις πάρει από μένα». Αλλά βλέποντας τις ταινίες του, τον τρόπο που κοιτούσε κι έπαιζε με την κάμερα, ακόμα και στον «Κότζακ», καταλαβαίνω ότι είχε την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται το καλό χιούμορ. Κι αυτό ήταν που τον έκανε και σέξι, νομίζω.

 

—Σπουδάσατε υποκριτική στο Royal Academy of Dramatic Art στο Λονδίνο. Νιώθετε πως αφήσατε την ηθοποιία για το τραγούδι; 

Όχι, κάθε άλλο. Αισθάνομαι ότι η υποκριτική υπάρχει παντού γύρω μου. Υποδύομαι χαρακτήρες. Άλλωστε, το μπουλβάρ και το burlesque τι είναι; Μουσικό θέατρο. Η γυναίκα που θα με εμπνέει πάντα περισσότερο από καθετί είναι η Μέι Γουέστ. Τύπισσα συγκλονιστική, που σε κάνει να κοκκινίζεις ακόμα και τώρα. Σκεφτείτε τι επανάσταση έφερε στην εποχή της. Όπως και η Μπέτι Μίντλερ. Κι οι δυο τους καταφέρνουν αυτό που θεωρώ σπουδαίο: να κάνουν τον κόσμο να γελά και να σκέφτεται συγχρόνως. 

 

—Αυτός είναι ο λόγος που αγαπάτε το καμπαρέ;

Φυσικά. Δεν μπορώ να αγνοήσω τον ρόλο που αυτό το είδος θεάτρου έπαιξε στις κοινωνίες της Ευρώπης σε συνθήκες τραγικά δύσκολες για όλους. Δεν υποτιμώ οτιδήποτε μπορεί να κάνει τον κόσμο να χαμογελάσει, έστω και στιγμιαία. Εγώ, για παράδειγμα, το έχω ανάγκη στους... βαρβάτους χωρισμούς. Μακάρι να υπάρξουν στιγμές που και τα δικά μου τραγούδια θα λειτουγούν έτσι για κάποιους. Όποιος θέλει ρεαλισμό, υπάρχει το CNN. Εγώ θέλω να σας παίρνω μακριά από αυτόν.

 

—Σε ένα σόου σας που παρακολούθησα σάς άκουσα να λέτε: «Με αηδιάζουν οι γυναίκες που χρησιμοποιούν τη σεξουαλικότητά τους». Το πιστεύετε;

Ναι, αλλά, επειδή είστε ευγενική, δεν λέτε ότι αυτές τις διακηρύξεις τις έκανα, έχοντας χώσει το πρόσωπο ενός θαμώνα στο στήθος μου. Κοιτάξτε, όσο δεν σου επιβάλλει κάποιος το τι θα κάνεις, είναι όλα αποδεκτά. Δέχομαι να κάνεις το σώμα σου ό,τι θες, αλλά όχι να σου λέει ο άλλος πότε να γδυθείς.

 

—Νιώθετε φεμινίστρια;

Ναι, αν και καθένας δίνει στον όρο αυτό τις δικές του διαστάσεις. Για μένα σημαίνει να υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για άντρες και γυναίκες και να μην πληγώνω ή να αδικώ κάποιον με τη συμπεριφορά μου. Κι ευγνωμονώ τις γυναίκες που πέρασαν από αυτόν εδώ τον κόσμο κι έδωσαν τόσους αγώνες για να μπορώ εγώ να σπάω πλάκα και να κάνω το κέφι μου στη σκηνή. Η Μέι Γουέστ, για παράδειγμα, είχε φυλακιστεί για άσεμνες παραστάσεις.

 

—Η Αμερική είναι σήμερα μια κοινωνία ίσων ευκαιριών;

Εξαρτάται από το ποιο κομμάτι της κοιτάς. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην αμερικανική κοινωνία για μένα είναι ότι δεν ακούμε ο ένας τον άλλον. Η πόλωση είναι πια αφόρητη.

 

—Και οι Beatles παραμένουν η μεγάλη σας λατρεία;

Ναι! Να, τώρα, αν μου βάλετε ένα όπλο στο κεφάλι και μου πείτε «έχεις μόνο ένα τραγούδι ν' ακούσεις πριν πεθάνεις», εννοείται ότι θα διαλέξω Beatles. Καμιά φορά νιώθω πως οτιδήποτε γεννήθηκε στη μουσική μετά από αυτούς, εκείνοι το δημιούργησαν.

 

«Ανυπομονώ να διασκεδάσω τους Έλληνες. Το περιμένω μια ζωή»
Οδηγός Μουσικής